Further tags

Ελληνική μετάφραση: τα φώτα είναι αναμμένα, αλλά κανείς δεν είναι σπίτι!
Χρησιμοποιείται για ανθρώπους μηδενικού ΙQ, φυτά...

Το λήμμα μιλάει από μόνο του..=Ρ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό, το οποίο χαραχτηρίζει τους Έλληνες στρατιωτικούς, που κατά την περίοδο της κατοχής συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς κατακτητές. Τα συνθετικά της λέξης είναι εμφανή και δεν χρειάζονται περαιτέρω εξήγηση: τσολιάς + Γερμανός.

  1. Σχόλιο πολίτη από διαδικτυακή συζήτηση:

«H πατριωτική στάση της αριστεράς»...το άλλο με τον Τοτό το ξέρεις ανώνυμε αριστερούλη; Η στάση της Αριστεράς ήταν τόσο πατριωτική που πολλές φορές ο ΕΔΕΣ ήταν αναγκασμένος να πολεμάει σε δύο μέτωπα: τους Γερμανούς και τον ΕΛΑΣ ταυτόχρονα! Ποιός ήταν ο γερμανοτσολιάς εδώ;

  1. Παραθέτω δεύτερο σχόλιο από την ιστοσελίδα Indymedia: Εκεί που λέει ο γερμανοτσολιάς «Τσουλοβουνοτρυπίδες», με θυμίζει τις κατηγορίες των μοναρχο-φασιστο-χιτων-ταγματασφαλητών και λοιπών ράλληδων-μπουραντάδων-πούλων-σούρληδων-παπαδόγκωνων-βουγιουκλάκηδων και λοιπών γερμανοντυμένων, που για να αποδείξουν τα περί «εξαχρείωσης των αγοριών και διαφθοράς των κοριτσιών» από τις οργανώσεις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΠΟΝ-Αετόπουλα (κυρίως τις δυο τελευταίες), τραγουδούσαν τραγούδια, όπως τη χίτικη εκδοχή του γνωστού «Γιούπι-Για-Για», κάπως έτσι:

«Τα κορίτσια πούταν πρώτα στην ΕΠΟΝ Τα κορίτσια πούταν πρώτα στην ΕΠΟΝ πίνουν φάρμακα, πονάνε και τον Στάλιν βλαστημάνε που τις έβγαλε στον δρόμον τον κακόν».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακραία ρόμπα, ο υπερθετικός της ρόμπας.

Θα γίνουμε ρόμπα! Και τι ρόμπα! Ξεκούμπωτη!

Βλ. και ρόμπα λουλουδάτη, ρόμπα καπιτονέ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απλό παιδικό παιχνιδάκι που αποτελείται από μια φτερωτή στηριγμένη σ' ένα ξυλάκι - περιστρέφεται με τον αέρα ή μ' ένα ελαφρύ φύσημα. (Παρ. 1)

Επίσης, η φτερωτή του πισιού - το fan. (Παρ. 2)

Βορειοελλαδίτικη λέξη. Στη Νότια Ελλάδα το φουρφούρι λέγεται μύλος, ανεμόμυλος ή ανεμιστήρας. (Παρ. 3)

Βορειοελλαδίτικη ακραιφνώς και η έκφραση θα σε κάνω φουρφούρι. Απειλή ή και υπόσχεση με σφιγμένα δόντια - σημαίνει θα σου ξηγηθώ αλμυρό φυστίκι και θα φας τέτοια ήττα που θα χάσεις τη μπάλα και θα βολοδέρνεις από δω κι από 'κει σαν το φουρφούρι στον άνεμο. (Παρ. 4) Κατά μία πιο ακραία εκδοχή, θα σου ρίξω τέτοιο γαμήσι απ' όλες τις τρύπες που θα μπάζεις αέρα. (Παρ. 5)

Μια ενδιαφέρουσα ετυμολογία που έχει προταθεί εδώ λέει ότι το φουρφούρι προέρχεται από το λατινικό furfur, γεν. furfuris που σημαίνει πίτουρο. Στη Δυτική Μακεδονία, φουρφούρια λένε τα ξερά, λεπτά χόρτα που μοιάζουν με πίτουρα και χρησιμοποιούνται για προσάναμμα. Έχουνε δε και την έκφραση «η πίτα έγινε φουρφούρι» που σημαίνει ότι η πίτα ψήθηκε τόσο καλά που το πάνω φύλλο έγινε λεπτό και τραγανιστό και θρυμματίζεται σαν ξερό χόρτο.

  1. Στο εργαστήρι « Μύλος είναι και γυρίζει…» φτιάξαμε το παραδοσιακό παιχνίδι, τον μύλο (το φουρφούρι), και αφού φυσήξαμε δυνατά το παιχνίδι άρχισε!!! (από flickr.com)

  2. Το να χάνω ώρες από τη δουλιά μου γιατί στα καλά καθούμενα πέταξε ένα kernel panic επειδή ο USB controller είναι προβληματικός, είναι κόστος. Το να μου παίρνει τα αυτιά το φουρφούρι που προσπαθεί να ψύξει στις πλήρεις στροφές του, γιατί δεν υποστηρίζει throttling, είναι κόστος. (από http://www.thesmac.gr)

  3. (Από το γκρουπ του φατσοβιβλίου EIMASTE ATHINAIOI (MENOYME ATTIKH) KAI DEN TROME BOUGATSES)

Δεν λες τον ανεμιστήρα ''φουρφούρι'' .(Βy John Chondrogiannis). ΟΤΙ ΝΑ ΝΑΙ ΕΝΤΕΛΩΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣΣ ΟΜΩΣ..

  1. Σε βγάζει ο αλλος μονο με Μαϊστόροβιτς και αντι να μπεις μέσα να τον κάνεις φουρφούρι μου κάθεσαι και περιμένεις να βγάλεις χαμένη πάσα στον Ρεγκέιρο; ... (από www.metropolisradio.gr)

  2. (από συζήτηση σε φόρουμ στο http://www.giapraki.com)

    -Δηλαδή, αν «τιμωρηθεί» ο ηλεκτρολόγος, δεν θα ξανα-υπάρξει πρόβλημα; Δυστυχώς, δεν είναι το θέμα να βρεθεί ένα εξιλαστήριο θύμα για να ησυχάσουμε εμείς οι υπόλοιποι ...
    - Και πότε θα ησυχάσετε εσείς οι υπόλοιποι zante ; Όταν αλλάξει όλη η λειτουργία του Στρατού ; Μήπως όταν καταργηθεί η στρατιωτική θητεία;
    - Να ξαναγίνει 30 μήνες να γίνει ο κώλος σας φουρφούρι ... ντακότες......

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καθυστερημένος, ο ηλίθιος νοητικώς, ο τύπος που τον βλέπεις και τον περνάς για μίξη Άντζελας Δημητρίου με Άντζελα Δημητρίου.

- Ρε, η γκόμενά σου είναι από μπρος παρθένα κι από πίσω μπαίνουν τρένα.
- Δε γαμιέσαι ρε μογγόλι! Λες να μην το ξέρω; Κάθε βράδυ τη γαμάω εγώ και παίρνει πίπα απ' το Μήτσο ταυτόχρονα!

Τζέγκινς Χαν ο Μογγόλος (από GATZMAN, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονδέρνα παραλλαγή του «Άει γαμήσου». Από τη στιγμή που έγινε κατανοητό πως το τελευταίο δεν αποτελεί κατάρα αλλά ευχή, τα πράγματα άλλαξαν και η βρισιά βρήκε το ανανεωμένο της πρόσωπο. Ειδικά όταν το άτομο προς το οποίο απευθύνεται είναι καμιά παρτόλα ή πράγματι αγάμητη, βδομάδες, μήνες, χρόνια, δεκαετίες.

Μπα που να μείνεις αγάμητη μωρή κακόγλωσση, τι θες και μιλάς και τα γκαντεμιάζεις όλα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ από ΠΑΟΚτσήδες.

2-0 ο Ολυμπιακός με Ντέρμπισαϊρ!
-ΓΑΜΩ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΟΥ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπου καπιτονέ το ύφασμα που φέρνει σε πάπλωμα μπακλαβωτό.

Έχει μια διεστραμμένη ρετρό γοητεία ίσως αλλά, βασικά, ήταν, είναι και θα είναι για τα μπάζα - η απόλυτη γουστέλλειψη. Να σε δει άνθρωπος με ρομπίτσα καπιτονέ - δεν υπάρχει αυτή η ξεφτίλα, ο καθρέφτης παθαίνει ψυχολογία.

Ωσεκτουτού, αν και η έκφραση έχει ήδη καταγραφεί, αξίζει ξεχωριστό λήμμα και, κυρίως, υποστήριξη με πολυμέσα. Κι αν κάποιος/α θέλει να το ψάξει το πράμα παραπάνω (γιατί άραγε;), μια καλή σελεξιόν από ρομπες καπιτονέ και άλλες υπάρχει εδώ.

Προηγούμενες καταγραφές και σχετικά λήμματα και σχόλια: ρόμπα, ρόμπα ξεκούμπωτη, ρόμπα λουλουδάτη

- Και πέφτουμε πάνω σε δυο ξεψώλια του άλλου κόσμου και λέει ο δικός μου «κορίτσια, πάμε Πριβέ;» και λένε αυτές «γουάου, πάμε, πάμε» και μου λέει ο δικός μου «μαλάκα, ο μισός μέσα είμαι» και του λέω κι εγώ «είσαι μαλάκας, θα φάμε πόρτα» και μου λέει ο δικός μου «άσε, είναι κουλ, έχω κονέ», ε, και πάμε και οι φουσκωτοί δεν είναι, βέβαια, αυτοί που και καλά ήξερε ο δικός μου, ε, και φυσικά τρώμε πόρτα ... ρόμπες γίναμε ...
- Ε, και με τις ψωλίτσες τι έγινε;
- Ε, μα αυτό σου λέω ... όχι απλώς ρόμπες, ρόμπες καπιτονέ γίναμε ... αυτές μπήκανε, βέβαια ... άσε, απίστευτη ήττα ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλανιάρης, ο τύπος που τα κλάνει στο μινούτο με δύσκολες καταστάσεις, η κωλώστρα.

- Πήγε ρε να τα ζητήξει απ' την Κατερίνα και τελευταία στιγμή κώλωσε και γύρισε πίσω.
- Ε τον κουραδομπαμπιλέα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκαούγκαγκας, βλακόμετρο, γκάου-μπίου.

- Κοίτα ρε τον τυπά εκεί στη γέφυρα. Πάει να κάνει μπάντζι-τζάμπινγκ χωρίς σκοινί.
- Μιλάμε αυτός έχει κάψει φλάτζα. Θα γκρεμοτσακιστεί και μετά θα του κάνουνε τα εννιάμερα. Αιωνία η μνήμη!

Βλ. και καίω φλάντζα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified