Further tags

Ο μαλάκας. Τόσο πολύ όμως που... έχει καταντήσει να τη βροντάει (τη χτυπάει δυνατά... χάμω ή οπουδήποτε αλλού!!!).

Ρε μαλάκα τι κάνεις κλεισμένος σπίτι; Ψωλοβροντάς όλη μέρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πόζερος. Αυτός που δεν ξέρει από μουσική και θεωρεί μαγκιά και ψαγμένη την κολλεγειακή πανκ (και καλά) της Αμερικής. Χαρακτηρίζεται από το επιτηδευμένο χύμα στυλ ρούχων. Οι πιο κουλ τύποι έχουν την πιο περίτεχνη φράντζα και τρύπα στο μάγουλο. Συχνάζει κυρίως στα ΒΠ Αθηνών.

- Ποιοι δεν κουνιούνται καθόλου σε μια συναυλία που τα σπάει;
- Οι ημοκουράδες!!

%

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χοντρή μπαζόλα. Η πιο άσχημη. Αυτή που δεν έχει απολύτως τίποτα όμορφο πάνω της... Η καταραμένη...

Σύντομη περιγραφή: Χοντρή σαν τσουβάλι (120kg), σκουρόχρωμη, μουστάκι απαραιτήτως, πολλή τρίχα (σε βυζιά, κώλους, μουνιά, πρόσωπο, χέρια, πόδια, δηλ. παντού), σγουρό, πυκνό, ανέμελο μαλλί -ντίκινσον κατάσταση)...

Συνήθως, επειδή είναι ζώα, ντύνονται προκλητικά μπας και βρούνε κανα πέος, αλλά και ντίρλα να είσαι δεν κάνεις τέτοια λάθη.

Επίσης γνωρίζονται μεταξύ τους και κυκλοφορούνε μαζί ως κοπάδι φώκιας.

- Μην κοιτάξεις δεξιά...
- Τι ρε;
- Περνάει κοπάδι φώκιας...

γεια σας αγόρια... (από xalikoutis, 14/11/08)(από Khan, 13/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χοντρός άνθρωπος, ο οποίος είναι και ατσούμπαλος.

- Κοίτα το σμπόκο ρε μλκ, έσπασε όλα τα ποτήρια λέμε! Καλά κουλός είναι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ανθρώπινες μάζες που δεν διαθέτουν την κοινή λογική και απλά άγονται και φέρονται χωρίς ελπίδα να γίνουν κάποτε κανονικοί άνθρωποι.

- Είσαστε ζώα ΖΩΑ!
(zimkostas, με ειδική προφορά γεμάτη απέχθεια, σαν να φτύνεις τον άλλο κατάμουτρα).

Σ.ς. Πρόκειται περί διάσημης ατάκας μιας εξέχουσας προσωπικότητας διαφόρων τσατοκοινωνιών, γνωστού γιαχουτζή σε μόνιμη κόντρα με την γράφουσα με την καλή την έννοια, αν υπάρχει τέτοια. Ζιμ, αν ζεις ακόμα, να ξέρεις ότι αυτή η μαλακία ορισμός που σου αφιέρωσα μου κόστισε έναν καλύτερο βαθμολογικό μέσο όρο στο σλανγκ, τί άλλη θυσία πια.

(από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπανιαρισμένος στα σκατά. Χρησιμοποιείται ως όρος όταν δεν υπάρχει αίσθηση της πρωτοτυπίας στο μπινελίκι. Ζώα.

Μπήκε στο σπίτι μου ο σκατιάρης και έκανε ένα μήνα να ξεμυρίσει η σκατίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που εκφωνούμε συνήθως σε στιγμή εκνευρισμού και για να αποφύγουμε να βρίσουμε τα θεία. Στην κυριολεξία σημαίνει «γαμώ τον εξαναγκασμό μου» αλλά ποτέ δεν χρησιμοποιείται μονάχα με αυτή την έννοια.

Πάλι έχασε η Newcastle γαμώ το στανιό μου. Στον κουβά και σήμερα το στοίχημα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος συνώνυμος του γνωστού μαλάκα. Χρησιμοποιείται όταν θέλει κανείς να τονίσει τη μαλθακότητα ή και πολλές φορές την σκέτη ηλιθιότητα ενός ατόμου. Απαντάται στο αρσενικό γένος.

- Αυτός ο μαλαπέρδας ο Μάξιμος, χάλασε πάλι το τηλεκοντρόλ. Ας τον μαζέψει κάποιος πριν μου γκρεμίσει το σπίτι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει «ρε άει γαμήσου» και προφέρεται ως μία λέξη: ραγαμήshhh.

-Ραγαμής που θα πάω να σου πάρω και τσιγάρα! Μαλάκα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του μαλάκας. Γενικά ο βλάκας/χαζός που κάνει μαλακίες. Ιδιαίτερα εύηχο.

Πού πα ρε ντελημπάσκο μέσα στη μέση του δρόμου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified