Το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (ΛΝΕΓ) του Γιώργου Μπαμπινιώτη, από το Κέντρο Λεξικολογίας. Μετωνυμία από το Μπάμπης.

Το ΛΝΕΓ έχει κυκλοφορήσει μέχρι τώρα σε τρεις εκδόσεις (1998, 2002 και 2008), και είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, η οποία ενμέρει οφείλεται στις ποικίλες χρηστικές καινοτομίες του, όπως το ενιαίο λημματολόγιο (αρκτικόλεξα, κύρια ονόματα και λοιπά, ενσωματωμένα στο κύριο λημματολόγιο), συνοδευτικά σχόλια για τη χρήση των λέξεων, γλωσσικοί πίνακες, συστηματική ετυμολόγηση και άλλα (Γ. Τράπαλης 2007).

Ανάμεσα στις επιλογές του ήταν η ακραία ιστορική ορθογράφηση, που οδήγησε σε τύπους όπως αγώρι, τσηρώτο και άλλα, η οποία έγινε αντικείμενο οξείας κριτικής και πολεμικής (ένα παράδειγμα, αυτό το κείμενο του Σαραντάκου).

Ο Μπάμπης, με όλες του τις ιδιαιτερότητες, παραμένει ένα από τα κυριότερα βιβλία αναφοράς στις συζητήσεις του σλανγκ τζι αρ, μαζί με τον Τριαντάφυλλο.

  1. κάποιες από τις αργκοτικές λέξεις μπαίνουν στα μεγάλα λεξικά (οι πολύ αποδεκτές, πχ. σκατά, μαλάκας και τέτοια αντίστοιχα σε κάθε γλώσσα. ο Μπάμπης έχει ακόμα και το μουρόχαβλος, για παράδειγμα) (σχόλιο της ιρονίκ εδώ)

  2. Επάνω χρησιμοποιούμε με παρόμοιο τρόπο τη λέξη σεργιάνι ή και συργιάνι. Τα λεξικά (ΛΚΝ & Μπάμπης) ορίζουν το σεργιάνι ως ο περίπατος, η βόλτα - τελεία. Και δεν διευκρινίζουν ότι σεργιάνι είναι η βόλτα σε μέρος που έχει κόσμο - σεργιάνι στην ερημιά δεν νοείται. (σχόλιο του πονηρόσκυλου εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μια ιδιωματική διάλεκτος τείνει να εκλείψει, ελλείψει ομιλητών.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: τα καλιαρντά.

Ἡ φθοροποιὸς ἐπίδρασις τῶν μικροαστῶν ἔγκειται εἰς τὸ ὅτι δὲν γεννοῦν τίποτε. Ἁπλῶς καταναλίσκουν. Ὅ,τι πιάνουν γίνεται στάχτη καὶ μπούρμπουλη (ἐκ παραφθορᾶς τοῦ λατινικοῦ pulver=σκόνη), ἀκριβῶς διότι ὅ,τι δὲν (ἀνα)γεννᾶται, θνήσκει. Ἀνακατεύτηκε ἡ κοινωνία, ἐδόθησαν «τὰ ἅγια τοῖς κυσί», φάνηκε καὶ τὸ AIDS, ἀπενοχοποιήθηκε ἡ πουστία, χάθηκαν τὰ καλιαρντά. Τὰ σήμερα λεγόμενα καλιαρντὰ τοῦ Ψινάκη κλπ (δὲν ἔχω τπτ μὲ τὸν ἄνθρωπο, σοβαρὸς ἐπαγγελματίας εἶναι, μέχρι καὶ ὁ Καρατζαφέρης τὸ λέει) δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ veritable: Εἶναι ξεπεσμένα, λεξιπενικὰ καὶ ψευτισμένα, ὅπως καὶ ὅλα τὰ ἄλλα τοῦ τέλους ἐποχῆς (ὅρα καὶ ὁρισμὸ [2008]τοῦ συσλάγκου Papara). Δὲν διασώζουν τίποτε ἄλλο, παρὰ τὸ ὗφος καὶ τὴν τσαχπινιὰ τῶν καλιαρντῶν, μεταφυτευμένα βεβαίως στὸ σύγχρονο πλαίσιο τῆς ὑστέρας ἐποχῆς.

(Ο επιφανής σλάνγκος aias.ath περιγράφει τον αργκό θάνατο των καλιαρντών χρησιμοποιώντας συντακτικό που δυστυχώς επίσης αργκοπεθαίνει).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του τίτλου της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde Diplomatique», που ανήκει στην «Le Monde», και εννοεί τον moderator, άκα ιστομάστορα, άκα γουεμπμάστορα, που δεν κερνάει αμέσως την μπανάνα, δεν σε πάει αμέσως για μπανάκι, αλλά το πάει διπλωματικά, στο φέρνει έξω έξω κτλ.

Ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τον Χαλικούτη.

– Τι θα γίνει με την λημματολάσπη;
– Λημματολάσπη like diamonds is forever!, που λέει κι ο Vrastaman. Ανάθεμα τους mod diplomatiques, που την έχουνε δει «everything goes»!

Baruch Spinoza. Σαν τον "κυβερνήτη" του οι mods diplomatiques του slang.gr. (από Hank, 13/02/09)

Σχετικά: μοντέλο, μόδιστρος, ο, Μ.Ο.Δ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • Εργαλείο για να βιδώνεις και ξεβιδώνεις μεταλλικά αντικείμενα, του οποίου η λαβίδα θυμίζει δαγκάνα κάβουρα, εξ ου και το όνομα.

  • Καβούρι είναι και το Crab louse, η γνωστή καβουρογαμόψειρα.

  • Ο κολλητσίδας, αυτός που σε πιάνει στις δαγκάνες του και δεν σε αφήνει να φύγεις. Όχι μόνο η γκόμενα καβουρογαμόψειρα, αλλά και ο φίλος /-η.

  • Ασφαλώς και ο καβουροσλανγκόσαυρος.

Ανακεφαλαιώνοντας, το εξαιρετικά σλανγκενεργό αυτό οστρακόδερμο μας δίνει τουλάστιχον 8 σημασίες, εκ των οποίων οι 5 βασικές (ο μποντιμπιλντεράς, ο κάγκουρας, ο τσιγκούνης, το εργαλείο και ο κολλητσίδας) συν μία αγγλιά, μία αυτοαναφορική και μία πραγματολογική σημασία.

Ακόμη μας δίνει τις εκφράσεις:

Ο λαός μας έχει ακόμη τις εκφράσεις:

  • να καβούρους, δώσε μου αλεύρι, για άδικες ανταλλαγές,
  • τι είναι ο κάβουρας, τι το ζουμί του, για κάτι που δεν επαρκεί, διότι είναι λίγο σε ποσότητα,
  • πάω σαν τον κάβουρα βαδίζω πλάγια, κινούμαι αργά και νωθρά.

    Δες τη Βικούλα.

Πάσα: ΑυτοχτοΝούλης.

  1. - Μπα, δεν γίνεται με το κλειδί, για φέρ' τον κάβουρα ρε μάστορα.

  2. - Πρόσεχε Χάνκυ μη κολλήσεις καβουρογαμόψειρες, γιατί πλησιάζει και η 27η Φεβρουαρίου (Παγκόσμια Ημέρα Frappernité)!
    (Ο σλανγκομπαμπάς Vrastaman δίνει την πατρική του συμβουλή εδώ).

  3. Εἶπεν οὖν ὁ διδάσκαλος:
    - Οὐκ ἔστιν καλὸν λαβεῖν τὸ λῆμμα τῶν Σλάνγκων καὶ βαλεῖν τοῖς καβουρίοις.
    - Ναὶ, κύριε, πλὴν καὶ οἱ καβουροσλανγκόσαυροι ἐσθίουσι ἀπὸ τῆς λημματολάσπης τῆς πιπτούσης ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν Σλάνγκων καὶ εὐφραίνονται.
    - Ὦ τέκνον κάβουρα, μεγάλη σου ἡ δαγκάνα!
    (Από την παραβολή του κάβουρα).

(από Khan, 20/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (ΛΚΝ) του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, από το Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη. Λογοπαίγνιο με το Τριανταφυλλίδης.

Το ΛΚΝ κυκλοφόρησε το 1998, λίγους μήνες μετά το ΛΝΕΓ του Μπαμπινιώτη, ενώ δέκα χρόνια πριν (1987) είχε κυκλοφορήσει ένα τεύχος-δείγμα για τα γράμματα Ζ, Η, Θ και Ι. Ανάμεσα στις βασικές του καινοτομίες ήταν η συστηματική δήλωση της προφοράς και οι πίνακες κλιτικών υποδειγμάτων, ενώ επιλογή αρχής ήταν η μη ετυμολόγηση των αρχαίων λέξεων ή των ξένων δανείων (Γ. Τράπαλης 2007). Μεγάλο ρόλο στη δημοφιλία του ΛΚΝ έπαιξε η ψηφιοποίηση και δωρεάν διαδικτυακή του διάθεση στον Ηλεκτρονικό Κόμβο του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας.

Ο Τριαντάφυλλος και ο Μπάμπης αποτελούν τα βασικότερα βιβλία αναφοράς στις λεξικογραφικές συζητήσεις του σλανγκ τζι αρ.

  1. Πρόκειται πράγματι για καραμπινάτη περίπτωση, όπου το γεγονός οτι Μπάμπης και Τριαντάφυλλος έχουν γνώση, ουδόλως πρέπει ως σλανγκ.γκρ να μας απασχολήσει. Η έκφραση είναι αρκούντως «βρόμικη» / ζόρικη / μαγκιόρικη κλπ και διατηρεί σχεδόν ακέραιο τον αντισυμβατικό λαϊκό χαρακτήρα της. Κάνενα λεξικό της αργκό δεν δικαιούται να την αγνοεί. (σχόλιο του τζονμπλάκ εδώ)

  2. Και το σλανγκρ πιάνω κότσο και ο Τριαντάφυλλος και ο Μπάμπης το έχουν με όμικρον. Αυτοί ξέρουν. (Από κότσο κομμώσεως μάλλον). (σχόλιο του Χαν εδώ)

(από dryhammer, 01/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά λέξη μετάφραση του αγγλικού «what's your poison» που στην ουσία ρωτά «με τι φτιάχνεσαι;», «με τι την βρίσκεις;», «ποιο το κόλλημά σου;».

Αν κι αναφέρεται κυρίως σε ξίδια, ουσίες και βίτσια, έχει φτάσει να κυκλοφορεί από και καλά αλάνια μπάρμεν, ίσως, γιατρούς και νταβατζήδες με πολλά κονέ, μέχρι το πληκτρολόγιο κάθε βιαστικής ντεμέκ άνετης και περπατημένης νετο-γιαλόμας, όταν βολιδοσκοπεί τα όποια γούστα του εκάστοτε συζητητή.

To γνωστό αναντάμ παπαντάμ απ' τον Titus Lucretius Carus: Ut quod ali cibus est aliis fuat acre venenum πως «ό,τι αποτελεί τροφή για κάποιον, αποτελεί πικρό δηλητήριο για κάποιον άλλον», μοιάζει να ανάγεται από μια υπερανεκτική κοινωνία, σχεδόν χαριτωμένα και τελείως απενοχοποιητικά, σε αήθη κατανάλωση (ο πελάτης έχει πάντα δίκιο) οποιουδήποτε προϊόντος ή υπηρεσίας (όλα εμπορεύματα προς πώληση, για να κινηθεί με το νταλαβέρι η Αγορά).

Υπονοείται προφανέστατα, πως καθένας έχει τουλάχιστον από ένα, που στην τελική τον χαρακτηρίζει μονοδιάστατα, τουλάχιστον σ' όποιον ρωτά.

1.
-Η μόνη απορία πλέον είναι ποιο είναι το δηλητήριο σου πρωί - πρωί. Ουίσκι; Βότκα; Ρούμι; Τσίπουρο; Ποιο; -Όλα ρε, σε σφηνάκι.

2.
Λοιπόν, ποιο είναι το δηλητήριό σου απόψε; Τι είναι αυτό που σε βοηθά να κρύψεις αυτό που τα μάτια σου προσπαθούν να προδώσουν; Τι είναι αυτό που σου δίνει ενέργεια να χορεύεις όλο το βράδυ, αυτό που σε κάνει να δείχνεις όμορφη, ευχάριστη κι ενδιαφέρουσα; Τι έχει κάνει όλα τα μάτια να καρφωθούν πάνω σου; Είναι μήπως αυτό που βρίσκεται μέσα στο ποτήρι σου, που έχει γεμίσει κι αδειάσει ήδη τρεις φορές; Είναι η μουσική που έχει πλέον γίνει ένα με τους παλμούς της καρδιά σου, τα φώτα που έχουν κάνει τα πάντα γύρω σου να εξαφανιστούν κι αισθάνεσαι σα να έχεις μεταφερθεί ολομόναχη σ' έναν πύρινο πλανήτη;

(όλα απ' το δίχτυ)

Δες και δηλητήριο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση κατά την οποία η κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας κάνναβης έχει εξαντλήσει πλήρως τους εκάστοτε pot-ες. Υπό αυτή την κατάσταση δεν είναι σε θέση να κάνουν ο,τιδήποτε άλλο, παρά να κουνήσουν τις κόρες των ματιών τους - με εξαντλητική προσπάθεια - και να γελάνε ασταμάτητα, από μέσα τους.

Σπάνια κάποιος φτάνει στα επίπεδα της υπερχόρτωσης στη σύγχρονη Ελλάδα λόγω ανεργίας, που ως αποτέλεσμα έχει την εξαιρετικά περιορισμένη αγορά κάνναβης και φυσικά την προσεκτική κατανάλωσή της. Παρ' όλα αυτά, όλοι οι pot-ες κάποτε φτάσανε στην απόλυτη αυτή κανναβική νιρβάνα.

Η λέξη είναι βέβαια συνδυασμός των: υπερφόρτωση + χόρτο.

Τιμή και Δόξα στη Μπιζελόσουλα, δημιουργό της λέξης αυτής.

- Στρίψε ακόμη ένα τρίφυλλο ρε!
- Μαλάκα θες κι άλλο; Εγώ δεν την παλεύω πια, έπαθα υπερχόρτωση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάλλον καταθλιπτικό λήμμα, αλλά τείνει να πάρει διαστάσεις κανονικής λέξης και όχι απλής slang. Πρόκειται για χαρακτηρισμό των συμβασιούχων εργαζομένων, οι οποίοι σύμφωνα με το Προεδρικό Διάταγμα «Παυλόπουλου» (Π.Δ. 164/2004), μετά το πέρας 24 συνολικά μηνών εργασιακών τους συμβάσεων υπό ενός φορέα, δεν έχουν το δικαίωμα να ξανασυνάψουν σύμβαση εργασίας υπό αυτόν τον φορέα ποτέ ξανά στη ζωή τους.

Μερικά επαγγέλματα δεν επηρεάζονταιι τόσο, όπως π.χ. οι γεωπόνοι, οι οποίοι μετά το πέρας των 24 μηνών μπορούν να ανοίξουν δικό τους γραφείο.

Άλλα, επηρεάζονται λιγότερο από αυτό το διάταγμα, π.χ. οι δασονόμοι, οι οποίοι μετά το πέρας της διετούς τους εργασίας υπό τη δασική υπηρεσία ενός νομού μπορούν να συνάψουν σύμβαση μόνο με δασική υπηρεσία κάποιου άλλου νομου -με την οποία φυσικά δεν έχουν συμπληρώσει 2 χρόνια σύμβασης κατά το παρελθόν και βέβαια, ο χρόνος εργασίας τους εκεί, δε θα ξεπερνάει αυτό το πλαφόν χρονικό διάστημα.

Τέλος, υπάρχουν άλλα επαγγέλματα που παρέλυσαν με αυτό το διάταγμα, όπως αυτά του Υπουργείου Πολιτισμού, αφού οι συμβασιούχοι εκεί αναγνωρίζονται ως εργαζόμενοι ενός και μόνο φορέα: του αυτού υπουργείου. Ως αποτέλεσμα, μετά το πέρας των 24 μηνών, οι συμβασιούχοι του Υπουργείου Πολιτισμού δεν έχουν δικαίωμα ουδέποτε να συνάψουν σύμβαση δημοσίου δικαίου και άρα να ξαναεργαστούν στον τομέα τους (για όσους απορούν γιατί πέρυσι έκλεισε η Ακρόπολη από απεργούς).

Οι 24μηνίτες είναι μια από τις πιο πρώιμες εκφάνσεις της κρίσης που χτύπησε την Ελλάδα, μιας και η εν λόγω νομοθεσία ψηφίστηκε εν έτει 2007. Φυσικά, δεν πρόκειται να αλλάξει: απώτερος στόχος είναι ο εκάστοτε συμβασιούχος να μην καταφέρει ποτέ να μαζέψει μέσω συμβάσεων τα απαραίτητα για τη μονιμοποίησή του μόρια. Και εις άλλα!

λοιπόν πάρτε αποφάσεις και ανακοινώστε μας το τι θα κάνετε. Δεν μπορεί κάποιοι που δεν έχουν το δικαίωμα που έχουμε εμείς τώρα να το έχουν αργότερα και εμείς όχι!

Αναρτήθηκε από σωματειο αδιοριστων 24 μηνιτων του ΑΣΕΠ στις 8:45 π.μ. (εδώ)

Εμείς ως μέλη του σωματείου 24μηνιτών με ΑΣΕΠ στηρίζουμε των αγώνα του πολύπαθου κλάδου των συναδέλφων μας και δηλώνουμε την αμέριστη υποστήριξή μας. (εδώ)

Υπουργός Εργασίας επί ΝΔ, "κ." Πρ. Παυλόπουλος (από mafie, 16/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σχηματίζεται αναλογικά προς το «political correctness», αλλά καθώς αναφέρεται στην σλανγκ παρουσιάζει διαφορές. Περιλαμβάνει μια σειρά από άγραφους κανόνες που αφορούν αφενός στην αξιοπρεπή, εποικοδομητική και αψεγάδιαστη παρουσία μας στο slang.gr, και αφεδύο στην ίδια την πράξη του σλανγκίζειν. Θα εξηγηθώ σταδιακά.

Καταρχήν political correctness και slangical correctness έχουν κάποια κοινά. Λ.χ. ο σλανγκιστής πρέπει να κρατά ορισμένες ισορροπίες και δεν του επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει το σάιτ ως βήμα για να προπαγανδίσει τις ατομικές του πολιτικές, ιδεολογικές, θρησκευτικές ή και αθλητικές απόψεις. Υπάρχει βέβαια ένας κοινός τόπος, όπου οι σλανγκιστές μπορούν να συμφωνήσουν (τη εξαιρέσει ίσως ανορθογραφιστών τινών), λ.χ. ότι η ακροδεξιά είναι σκανδαλώδης κι η ακροαριστερά δογματική, αλλά από κει και πέρα ο σλανγκιστής πρέπει να προσέχει να ασκεί ισόρροπη κριτική. Ούτε μπορείς λ.χ. αν θέλεις να είσαι slangically correct να μπεις μέσα για να λημματογραφήσεις λ.χ. εναντίον των βάζελων, επειδή είσαι γαύρος.

Εκεί εξαντλείται και η όποια ομοιότητα με την political correctness. Γιατί η τελευταία προϋποθέτει μια αυξημένη ευαισθησία προς ευεξοβέλιστες και ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, όπως οι ομοφυλόφιλοι, οι ξένοι, ή και οι γυναίκες. Αντιθέτως, είναι απολύτως slangically correct λ.χ. να καταγράψεις μερικές εκατοντάδες συνώνυμα του γκέι, ακόμη και τα πλέον υβριστικά, ή της πόρνης, ή να καταγράψεις λ.χ. εθνικά ονόματα, που ευνοούν τον εντοπισμό λ.χ. της πορνείας ή της δουλείας σε ένα έθνος. Πράγματα βέβαια που βρίσκονται στους αντίποδες της political correctness. Υπάρχει μάλιστα ένας σχετικός προβληματισμός. Αφενός η σλανγκ ως εναλλακτική γλώσσα έχει κάτι το βέβηλο και το ανατρεπτικό προς το status quo και είναι φορέας επαναστατικής δυναμικής με το γυμνό και μόνο γεγονός του σλανγκίζειν. Αφεδύο, όμως, με το να φέρει εντός της όρους που εκφράζουν τόσα απωθημένα και φοβίες εναντίον λ.χ. ομοφυλόφιλων, γυναικών, ξένων, τελικά ευνοεί κι ένα είδος ομοφοβίας, φαλλοκρατισμού και ξενοφοβίας, εντέλει συντηρητισμού. (Εξάλλου το χιούμορ γενικά ενέχει ένα στοιχείο συντηρητισμού, λ.χ. ο Αριστοφάνης ήταν ο πλέον συντηρητικός συγγραφέας της αρχαιότητας, και συνέβαλε έστω πολύ έμμεσα στην καταδίκη του Σωκράτους).

Η γνώμη μου είναι ότι πρέπει να διακρίνουμε τον διττό χαρακτήρα του σλανγκίζειν. Αφενός είναι επιστήμη. Είναι περιγραφική γλωσσολογία που απαιτεί κατά το δυνατόν αντικειμενική καταγραφή, ερμηνεία και ετυμολόγηση οποιουδήποτε όρου ακουστεί μες στην γλωσσική κοινότητα. Και ως τέτοια επιστήμη είναι υπεράνω της ηθικής, οπότε ορθώς η σλανγκική ορθότης ίσταται επέκεινα της πολιτικής τοιαύτης. Αφεδύο, όμως, η σλανγκ είναι και τέχνη ως λεξιπλαστικό όργιο αποκλινόντων συνειρμών, οι οποίοι παράγουν γλώσσα και όχι μόνο την καταγράφουν. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι ο σλανγκικώς ορθός σλανγκιστής οφείλει να αδιαφορεί για την πολιτική ορθότητα όταν ασκεί το σλανγκίζειν ως περιγραφική επιστήμη, αλλά ταυτοχρόνως όταν το ασκεί ως τέχνη να εμμένει στην διάστασή του που είναι η πλέον κοινωνικώς κριτική και εξάπτουσα την πολιτική εγρήγορση.

Για να το πω πιο απλά, νομίζω ότι ο σλανγκιστής μπορεί να διακρίνει: α) πότε καταχωρίζει ένα λήμμα, επειδή έχει ακούσει μια έκφραση να επαναλαμβάνεται από διαφορετικά πρόσωπα στο περιβάλλον του, και τότε είναι σλανγκικώς ορθόν να την καταχωρίσει, ακόμη κι αν προσβάλλει λ.χ. τους ομοφυλόφιλους ή τις γυναίκες, και β) πότε αφήνεται να παρασυρθεί σε μια λεξιπλαστική έμπνευση, ή καταγράφει μια τεχνητή από σλάνγκαρχο λέξη, και τότε οφείλει να είναι σε εγρήγορση για το αν η λέξη αυτή συνάδει με τον ανατρεπτικό και βέβηλο χαρακτήρα της σλανγκ.

Και για να πάω και σε μερικά απτά θέματα σλανγκικής ορθότητας. Slangically incorrect είναι αυτός που λ.χ.:
1. καταχωρίζει γνωστές από παλιά παροιμίες, που είναι καταγραμμένες στη λαογραφική μελέτη και έχουν παγιωθεί στη συνείδησή μας ως κοινό κτήμα.
2. καταχωρίζει εφήμερα λογοπαίγνια και ατάκες προσώπων εξουσίας ή σεσημασμένων λογίων. Περιθώριο να καταχωρισθεί κάτι τέτοιο υπάρχει μόνο εφόσον ένα τέτοιο λογοπαίγνιο έχει διαπεράσει σε κάποιο βάθος χρόνου την ομιλούσα κοινότητα. Και καλύτερα να έχει και κάποιον κριτικό/ ειρωνικό/ ανατρεπτικό χαρακτήρα ή αντιθέτως να είναι μαργαριτάρι που χρησιμοποιήθηκε μετά απ' την κοινότητα αντίθετα προς τις προθέσεις αυτού που το εκστόμισε.

Slangically correct είναι αυτός που λ.χ.:
1. θα βάλει στο Δημόσιο Πρόχειρο καλά λήμματα, και όχι τα σλανγκενεργά του απόβλητα, καθιστώντας το σκουπιδότοπο.
2. θα καλλιεργήσει ένα πνεύμα ευγενούς άμιλλας και αμοιβαίων φιλοφρονητικών ενθαρρύνσεων με τους συσλανγκιστές, αλλά όχι τόσο ώστε να δώσει βάση σε κατηγορίες για σπεκουλαδορία.
Κ.ο.κ. Οι λίστες δεν είναι εξαντλητικές.

Ο (υποθετικός) χρήστης Νεοκλής καταχωρίζει λήμμα: «Όποιος δεν ξέρει να ζυμώσει, πέντε μέρες κοσκινίζει». Σχόλιο: Όπα μεγάλε, είσαι slangically incorrect.
Δεύτερη προσπάθεια με λήμμα: «το τρένο της αλλαγής».
Σχόλιο: Παραμένεις slangically incorrect. Πάρ' το αλλιώς!
Τρίτη προσπάθεια με λήμμα: «γαμιολόπουστας». Ορισμός: Ο γαμόπουστας, η σκατίπουστα.
Σχόλιο: Α γεια σου! Τώρα είσαι slangically correct!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χρήστης του slang.gr, που συνηθίζει να παίρνει τα λήμματα έτοιμα από το Δημόσιο Πρόχειρο και δεν τα βρίσκει μόνος του. Χαρακτηρίζεται από ραθυμία και θέληση για σταθερότητα και μονιμοποίηση, όπως οι υπάλληλοι του Δημοσίου.

-Πώς έφτασες ρε Dirty Talking τα 136 λήμματα σε χρόνο dt;
-Το Δημόσιο νά 'ναι καλά! Αυτά είναι τα καλά του δημοσίου υπαλλήλου!

Δημόσιος υπάλληλος επί το έργον. (από joe909, 07/09/11)Ευειδής μοντ στο Δημόσιο Πρόχειρο του σλανγκρ. (από joe909, 07/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified