Further tags

Από το «άει στο διάoλο» + «διάλογο». Να μην συγχέεται με την αστική τάξη, άλλο εκείνο, δεν έχει να κάνει.

Είδος διάλογου που σχεδόν από την αρχή του εμπεριέχει την ανταλλαγή βρισιών, μπινελικιών, σωματικών εκκενώσεων, θεολογικών αναφορών, ξένων γλωσσών, κλπ.

Συνήθως δε, σύμφωνα με την πανάρχαια δημοκρατική μας παιδεία λέγονται το ένα σε απάντηση του άλλου άρα όντως μπορεί κανείς να τον πει διάλογο, after all…

Τέτοιου είδους διάλογοι συνηθίζονται σε καφενεία μεταξύ παππούδων για τα πολιτικά, την πρέφα ή το τάβλι, σε γήπεδα μεταξύ οπαδών, σε συνεδριάσεις δημοτικών συμβουλίων, σε φοιτητικές συνελεύσεις, μεταξύ οδηγών για το παρκάρισμα ή για προσπέραση αλλά και σε διάφορες άλλες κοινωνικές σχέσεις (έχω δει συνεδριάσεις μεταξύ προέδρων ΚΑΠΗ που εξελίσσονται πουτάνα όλα…).

Η κατάληξη ενός αστοδιαλόγου είναι άγνωστη αλλά μπορεί να ξεκινήσει από κρασάκι σε ταβέρνα με τραγουδάκια μέχρι ταβερνόξυλο.

Απέκδυση ευθυνών (Δισκλεμέρι): φυσικά η έμπνευση προέρχεται από τούτο δω το βλόγιον! Φενκς στον Βρασίδα και τον Τζόνη, το χρησιμοποιώ ήδη και είμαι σίγουρος ότι το κάνουν πολλοί άλλοι!

Γραμματέας : Άρχεται η συνεδρίαση! Κύριε πρόεδρε, ξεκινήστε…
Πρόεδρος : Καταρχάς να πω ότι οι μισοί εδώ μέσα είστε μεγάλες κουφάλες… Ποιος ξερνάει στον Τύπο όλα αυτά τα μαϊμουτζιλίκια, γαμώ την πανακόλα!
Αρχηγός αντιπολίτευσης : Άντε και γαμήσου ρε πούστη άνδρα! Παλιό-σκουληκαντέρα, μήπως θέλεις να σου κάνουμε και καμιά πίπα;, ναουμ ; Tα θέλει ο κώλος σου βλέπω, μην βγάλω στην φόρα τις ντεμεκιές σου!
Γραμματέας : Κύριε συνάδελφε, πως μιλάτε έτσι στον πρόεδρο!
Έτερος Σύμβουλος : Άντε χάσου μωρή πεταλουδίτσα της νύχτας και συ!
Γραμματέας : Τι πετάγεσαι εσύ ρε πίτσκο! Σε έχω γραμμένο ρε στα τέτοια μου, σώγαμπρε!
Έτερος Σύμβουλος : Μπά, σου φύτρωσε, ορθιοκατούρω ; Ομόρφυνες βλέπω…
Σύμβουλος Χουντάλας : Γάμησες μας ρε αρκούδα, κάτσε κάτω και συ μωρή Κερατώ, άντε γιατί χιτλεριάζομαι
Αριστερός : Nαι σιγά μην πάθεις καμιά αγκύλωση στο δεξί, μωρή ναζιάρα
Σύμβουλος Χουντάλας : Nαι μίλησε και ο κουκουές, yes master, παλιό σταλίνα!
Εναλλακτικός light : άντε ρε μαδαφάκας, τελειώνετε, στην Ίφκινθο τώρα θα έχει μουνόβραση!
Αριστερός : Άντε ρε φυματικό ραδίκι, άμα δε σ’ αρέσει, ντύνεσαι και φεύγεις!
Γραμματέας : Αυτά λοιπόν για σήμερα κύριοι, η επόμενη συνεδρίαση σε 3 μήνες. Θα ακολουθήσει δεξίωση στο εξοχικό κέντρο τα 5 Φ. Ευχαριστούμε πολύ για την παρουσία σας…


Καφετζής από την Πόλη : Τι ρεμπέτ ασκέρ αυτοί οι μισκίνηδες, για τον χουρδά είναι, για! Είπαν τα μπινελίκια τους, μάζεψαν τα τσαμασίρια τους αλλά με αφήσαν τόνγκα… Την άλλη φορά να πιούνε Κυφωνίδη, γαμώ το χαΐρι τους…

ασταδιάλα ρε! (από BuBis, 08/07/09)ασταδιάλα ρε! (από BuBis, 08/07/09)

Δες και μάνογουορ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χυδαία ύβρις, ακολουθούμενη από επίδειξη του ανδρικού μορίου, που προσκαλεί σε πεολειχία.

Αναφέρεται στην γνωστή έκφραση όχι μόνο προσωποποίησης, αλλά και αγιοποίησης (!) της τσαπούς (βλ. «του Αγίου Πούτσου ανήμερα» = ποτέ/πάρα πολύ αργά σε χρονικό ορίζοντα), ως δήθεν υπαρκτή ημέρα του εορτολογίου, κατά την οποίαν καλούνται οι πιστοί να προσκυνήσουν (και να φιλήσουν) γονυκλινείς την εικόνα του τιμωμένου αγίου. Αν θέλουν μπορούν και να σταυροκοπιούνται.

Χρησιμοποιείται και ως εριστικό, υποτιμητικό και εκδικητικό σκώμμα μετά από πλήρη και οριστική επικράτηση εις βάρος του αντιπάλου, δηλαδή: πάρ' τα μωρή άρρωστη, πάρτα Λίζα και κάντα κορνίζα, πάρ' τ' αρχίδια μου κ.ο.κ.

(Μπάλα) :
-Πιάσ' το Μήτσοοοοο ! Ωχ...
-Γκόοοοοοολ ! Του Αγίου Πούτσου σήμερα αγόρι μου, έλα να προσκυνήσεις, έλα !

Προσκυνητής του Καθολικού St. Peon (από Vrastaman, 08/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος βελάζει εννούμε ότι έχει λαλήσει/κλάσει (μεταφορικά). Αυτό μπορεί να συμβαίνει από πολλά ξύδια ή γάρα ή συνδυασμό αυτών.

Συνοδεύεται συνήθως από την έκφραση «κάνε μπέεε» που υποδηλώνει εμμέσως στον άλλον ότι έχει βελάξει.

Συντομογραφία μπορεί να θεωρηθεί και τα αρχικά Ελ Βελ= Ελευθέριος Βενιζέλος, το αεροδρόμιο.

Τέλος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν σύνθετη λέξη, π.χ. δρακοβελάζω, δηλαδή το υπέρτατο βέλαγμα all time ever.

- Μαλάκα, έχω κλάσει άσχημα
- Έχεις βελάξει; Κάνε μπέεεεεεε! Δεν μπορείς;;;
- Ελ βελ τελείως ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κινηματογραφογενής (ουφ!) έκφραση, που δηλώνει (και δικαιολογεί) αμηχανία, σύγχυση, παραστράτημα, ατόπημα.

Φυσικά προέρχεται, απο το νεορεαλιστικό αριστούργημα του Τζαβέλλα «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα», όπου η κουμπαρο-μπεμπέκα Δέσπω Διαμαντίδου, επιχειρεί με τη φράση αυτή, να καλύψει τις νεόκοπες τζαναμπετιές της άρτι υπανδρευμένης Μάρως Κοντού, έναντι του μέχρι πρότινος ατύπου συζύγου-λοχία Γιώργου Κωνσταντίνου.

Τέτοιου είδους εκφράσεις του παλιού σινεμά, υφίστανται και χρησιμοποιούνται ευρέως πλέον απο τη νεολαία, που έχει απομυθοποιήσει μεν τις ελληνικές ταινίες, πλην όμως τις έχει εμπεδώσει σε τέτοιο βαθμό, (αφού έχουν παιχθεί χιλιάδες φορές) ώστε να κωδικοποιηθούν οι διάλογοι και να ενσωματωθούν στην καθομιλουμένη.

Για παράδειγμα, οι ατάκες του Ζήκου (π.χ. «πας, άπας τις, εις άνδρας, οφείλει να-φροντίζει για-το μέλλον-του», «πάω στο γιατρό εγώ», «κι ένα αστραπόβροντο» κ.τ.λ.), το «του νόου ας μπέτερ» ή ασμπέτε του Χρόνη Εξαρχάκου (Ο κατεργάρης), «με είχε δώσει η μάνα μου φονντούκια» του Βουτσά (Νύχτα γάμου), «βάζω τα σπίρτα, βάζεις τα τσιγάρα;» του Ηλιόπουλου (Κυρίες της Αυλής), «πνεύμα και ηθική» του Αυλωνίτη (Η ωραία των Αθηνών) κ.α.

- Τί σου ’ρθε βρε όργιο και άνοιξες κουβέντα στον Τάσο για τη Μαίρη; Δεν το ξέρεις οτι είναι ακόμα καψούρης μαζί της;
- Ξέρω γώ; Ε, η ζέστη, τα λόγια του παπά...

Στο 2.18 η ατάκα (από Hank, 22/07/09)Ρεκόρ καπατμά: 80 χρόνια αρραβωνιασμένοι. (από Hank, 22/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικο λογοπαίγνιο, που αναφέρεται σε μυθική μακρινή χώρα, όπου οι δίκες δεν γίνονται ποτέ (βλ. του Αγίου Πούτσου ανήμερα).

Προέρχεται από την ορολογία για την ημερομηνία δικασίμου «από αναβολή», δηλαδή μετ' αναβολής ορισθείσα, κατόπιν αιτήματος των διαδίκων ή κωλύματος (π.χ. απεργίας γραμματέων, εθνικών εορτών, εκλογών, τήρησης ωραρίου, αποχής δικηγόρων, ανώνυμης κλήσης για βόμβα κτλ).

Ως γνωστόν, έτσι και πάρει αναβολή μια δίκη, (τουλάχιστον στην Αθήνα) συνήθως μετατίθεται η δικάσιμος στις ινδιάνικες καλένδες, ήτοι κάνα χρόνο πίσω οι αστικές και τουλάχιστον έξι μήνες οι ποινικές υποθέσεις, δεδομένου ότι τα πινάκια είναι γεμάτα, δεν υπάρχουν αρκετές αίθουσες, δικαστές, προσωπικό, οι νεοέλληνες αλληλομηνύονται ακατάπαυστα κτλ.

Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί, ότι αφ’ ενός πολλοί διάδικοι -μέσω των δικηγόρων τους- παρελκύουν σκόπιμα τις δίκες, αφ’ ετέρου λόγω του παραδικαστικού (που δίνανε αβέρτα αναβολές/προτιμήσεις δικασίμων σε «ημετέρους» και παραγράφονταν ή προηγούνταν αντίστοιχα οι υποθέσεις τους κτλ) και των πειθαρχικών ποινών που έπεσαν, οι δικαστές είναι στριμωγμένοι και πλέον δε θέλουνε να δώσουν αναβολή, ακόμη και αν υφίσταται νόμιμη και εύλογη αιτία, καταντώντας σκληροί για να φανούν αδέκαστοι.

Υποτίθεται ότι δεύτερη αναβολή δίδεται με εξαιρετική φειδώ και μετά σε καμία περίπτωση, αλλά δε βαριέσαι; Όλο και κάτι θα προκύψει και η δίκη θα τραιναριστεί στο έπακρο κι ο κοσμάκης θα ταλαιπωρείται μέχρι να βρει το δίκιο του.

- Έγινε σήμερα το δικαστήριο;
- Μπάαα! Κάποιος πήρε τηλέφωνο για βόμβα πάλι, μέχρι να εκκενωθεί το κτήριο, μέχρι να ’ρθουνε οι μπάτσοι με τον Αζόρ να ψάξουνε, μέχρι να ξαναμπούμε, πήγε τρείς η ώρα, τελείωσε το ωράριο και η γραμματέας κατέβηκε απ’ την έδρα...
- Δηλαδή πήγε Άπω Αναβολή η υπόθεση;
- Κάπως έτσι. Ποιός τον ακούει τον πελάτη τώρα! Τρίτη φορά που δε γίνεται η δίκη!

Μπούχτισα πια! (από HODJAS, 30/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση, που χρησιμοποιείται για να δηλώσει επικείμενον λούτσο (μεταφορικά ή και κυριολεκτικά). Μερικώς παρόμοιο με την φράση κάνε χωρίστρα κι έρχομαι, δεδομένου ότι, μόνον η έκφανσή της: ετοιμάσου κι έρχομαι να σε γαμήσω έχει εδώ εφαρμογή, ενώ το ρήμα μεριάζω βρίσκεται σε διαλεκτική σχέση με τη λέξη κωλομέρια, ως προς την προετοιμασία - αναμονή ψωλιάς...

Εκ του γνωστού ποιήματος Ο βράχος και το κύμα του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, όπου προσωποποιείται ο βράχος ως Τούρκος και το μανιασμένο κύμα ως Έλλην, που αποζητεί διψασμένος το λυτρωμό του! Όλως παραδόξως, μια απλή αντικατάσταση του βράχου σε κώλο και του κύματος σε λούτσο, αρκεί, ώστε να αποδίδεται διττώς το ίδιο νόημα (κοίτα ο διάολος!). Ιδού το ποίημα.

- Έξι-πέντε! Αφήνεις παραμαμά! Έτσι και φέρω πεντάρες, την πούτσισες!
- Ωχ! Πεντάρια! Σκατά έφαγες;
- Μέριασε κώλε να διαβώ!

(από Khan, 23/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση η οποία προκύπτει από την ενστικτώδη διάγνωση ότι τα υγρά του αντικειμένου του πόθου διακρίνονται από την γλυκιά τους γεύση, την ωραία μυρωδιά και ενδεχομένως από θεραπευτικές ιδιότητες. Παίζει επίσης και η προσμονή της αγιοσύνης μετά την κατάποση, ιδιότητα που, αν και αποδίδεται από την εκκλησία στην μαυροδάφνη, εντούτοις και άλλες ουσίες την διεκδικούν.

Τυχόν ταύτιση του λήμματος με την πασίγνωστη έκφραση: «Σφάξε με αγά μου να αγιάσω» είναι υπό συζήτηση.

-Πω ρε μάγκα τι κόμματος είναι τούτος;
-Πού ρε συ;
-Να πίσω σου. Χύσε πασά μου να μεταλάβω!!!

(από Khan, 28/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλείται η κοσμοθεωρία των ταλιμπανιζόντων φονταμενταλιστών αγριοχρίστιανων.

Εσύ πόσο ορθόλοξος/η είσαι; Ας πάρουμε ένα μικρό τεστ:

  • Θεωρείς ότι η διάδοση της Ουνίας σε χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ από τους μπαμπέσηδες παπιστές συνιστά μείζονα απειλή για τον Ελληνισμό.
  • Πιστεύεις ότι η επαναλειτουργία της θεολογικής σχολής της Χάλκης πρέπει να αποτελέσει την κυριότερη προτεραιότητα της εξωτερικής μας πολιτικής έναντι της Τουρκίας.
  • Τα έχεις πάρει κατά καιρούς με κάποιον επικεφαλής της Εκκλησίας ως παρεκκλίνοντα του πραγματικού πνεύματος της Ορθοδοξίας: π.χ. ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως παρά-είναι οικουμενιστής, ο μακαρίτης Χριστόδουλος ήταν εκσυγχρονιστής, κ.ο.κ.
  • Πιστεύεις ότι ο η Ρωμανική Αυτοκρατορία μεταβαπτίστηκε σε Βυζάντιο εκ του πονηρού.
  • Θεωρείς ότι όσες γυναίκες δεν φέρουν ευπρεπή ενδυμασία (φορέματά κλειστά ως το λαιμό, μακριά μανίκια, φούστα με λάστιχον και τουλάστιχον ως τη μέση της γάμπας, κάλτσες με ραφή χειμώνα-καλοκαίρι και μαλλιά τραβηγμένα προς τα πίσω και σφιχτά δεμένα σε κότσο) έχουν στόχο να σκανδαλίζουν το χριστεπώνυμο πλήθος προσελκύοντας τους άντρες «εις τον σατανικόν αυτών έρωτα».
  • Πιστεύεις ότι το καρναβάλι της Πάτρας είναι παγανιστική εκδήλωση κρυπτοσατανιστών.
  • Θεωρείς ότι ο ιερείς δεν πρέπει να βαπτίζουν παιδιά με αρχαία ονόματα που δεν έχουν αντίστοιχο χριστιανικό άγιο, όσιο ή μάρτυρα.

- Εάν απάντησες καταφατικά σε τουλάστιχον δυο από τα παραπάνω, ανήκεις σε ομάδα υψηλού κινδύνου.

- Εάν απάντησες καταφατικά σε 3-5, τότε η ορθολοξία είναι κομμάτι της καθημερινής σου ζωής.

- Εάν απάντησες καταφατικά σε 6 και πάνω, τότε όλα τα μύρα και τα θυμιατά πάνω σου (εκεί σε σένα)!

- ΟΡΘΟΛΟΞΙΑ 'Η ΘΑΝΑΤΟΣ (από εδώ)

- Ναι!!! Για άλλη μια φορά η αθάνατη ορθολοξία έκανε το θαύμα της και την εμφάνισή της έξω από τα δικαστήρια για να χειροκροτήσει τον Πάτερ-βιαστή.
“Πιστέυουμε τον Παπά μας”
“Είναι οικογενειάρχης”
έλεγαν οι Έλληνες-Ταλιμπάν.
Να θυμίσω κάτι από την καταγγελία της 11χρονης.
“Η μητέρα μου έκανε ότι καθάριζε την εκκλησία και ο ιερέας μου έβγαζε τα ρούχα και με βίαζε”
(από εδώ)

- Το πολύ το «Κυρ Ελέησον» το βαριέται κι ο παπάς
(λαϊκό απόφθεγμα - αντίσωμα κατά της ορθολοξίας)

(από Khan, 14/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο coolέζικη έκδοση του τα παίρνω στο κρανίο.

- Coolάρισε ρε μαλάκα, μην ταπηροκρανιάζεσαι αμέσως.

τάπηρος (από allivegp, 29/07/09)

Δες και ταπηροκρανίαση

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται έτσι η καληνύχτα στα Αρχαία Ελληνικά και στα μοντέρνα coolέζικα.

- Άντε, καληνύξ.

- Όχι, Οβελίξ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified