Further tags

Άθλιος, αξιοθρήνητος, αξιολύπητος, θλιβερός, οικτρός. Απευθείας μεταφορά του αμερικανικού pathetic.

[...] Διαπιστώνω ότι το φόρουμ μας αποτελείται από αξιολύπητες παθέτικ λουκρητίες που άπαξ και βρουν γκόμενα (μία την δεκαετία και αν) πρέπει να τη δέσουν και να της κρεμάσουν κουδούνια μη τη χάσουν. (από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στους τζογαδόρους, φανατικούς παίκτες τυχερών παιχνιδιών του ΟΠΑΠ, που παίζονται στα «Προποτζίδικα» της γειτονιάς...

- Αυτός είναι ρεμάλι, βρωμάει προποτζίλα...

Προπό. Στην υπηρεσία της Ελληνικής Επανάστασης! (από Hank, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προχώ έκδοση της λέξης προχωρημένος.

- Ψάχνω για ένα προχώ παράδειγμα για το λήμμα προχώ, αλλά δε μου βγαίνει ρε πστ μου...
- ...

Δες ακόμη: παρώ, κομμέ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για εναλλακτική προστακτική του σκύβω.

Παιδία, λέγαμε σγούψε στους φρεσκοκουρεμένους συμμαθητές μας πριν τους δώσουμε το απαραίτητο σκαμπιλάκι.

Με την απώλεια της αθωότητας που επιφέρει ο μπαμπέσης χρόνος, το σγούψε ευλογημένε/η μοιραίως αποκτά σεξουαλική χροιά.

  1. Α ΚΑΙ ΠΡΙΝ ΦΥΓΕΙΣ... ΣΓΟΥΨΕ ΑΛΛΗ ΜΙΑ... ΦΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΠΠΠΠΠΠΠΠΠΠΠ.

  2. «Και τώρα οι δυο μας. Σγούψε να σ' τον γκαγκώσω». «Βρε λύσσα κακιά!».

  3. Σγούψε ευλογημένη, στριμώξου για την «ιερή ταπείνωση».

(Από διάφορες φοράδες.)

βλ. και σκύψε ευλογημένη

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενός κακού μύρια έπονται, και συνήθως η γκαντεμιά δεν μας χαϊδεύει σαν ανοιξιάτικη βροχούλα, αλλά μας ραπίζει αδυσώπητα σαν καταιγιστική πλημμύρα, το φελέκι μου μέσα!

Η έκφραση «μαύρη χελώνα μ' έχει κατουρήσει» εκφράζει αυτό ακριβώς το αβάσταχτο angst. Όταν δηλαδή όλα τα κακά της μοίρας σου σε παραγουλιάζουν διαδοχικά σαν το άμοιρο χταπόδι στο βράχο της πουτάνας ζωής καθώς η κουφάλα ο δημιουργός σου γνέφει σαδιστικά με το Μητσοτάκειο χαμόγελό του.

Αλλά πού θα πάει, θα γυρίσει ο τροχός. Δεν θα πεθάνουμε ποτέ, κουφάλα νεκροθάφτη!

  1. Φάκα Adidas μου 'πιασε τη φτέρνα
    μπερδεύω το juke box με τη λατέρνα
    πάνω απ’ του τάφου μου το κυπαρίσσι
    μαύρη χελώνα μ' έχει κατουρήσει
    (Νεοέλληνας, Τζίμης Πανούσης)

  2. Μα καλά, είναι δυνατόν να έχει το eeepc την ίδια wifi με μένα, να την βλέπει η ath5k και να μην δουλεύει; Μαύρη χελώνα με κατούρησε με αυτό το λαπτόπι ρε γμτο!
    (Παραλήρημα κατσαβιδάκια από σχετική ιστιοσελίδα)

  3. Εμένα ως συνήθως με κατούρησε μαύρη χελώνα και στα πρώτα 2χλμ έσπασε το πίσω αξονάκι από το κέντρο του τροχού (Παράπονο ομοιοπαθούς από φοράδα αυτοκινήτων)

(από vikar, 03/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που δηλώνει ακριβώς το αντίθετο από τον καληνυχτάκια, τον bye sexual, τον ποτεγαμήση, τον γυναικοθόδωρο, τον μουνοβοσκό, τον γκομενοβοσκό και τον γκομενοφύλακα. Φτου! Τόσα συνώνυμα γι' αυτόν τον μαλάκα!

Όχι, ο «φίλοι φίλοι, σου γαμώ το καριοφίλι», είναι αυτός, που για να δανειστώ τα λόγια του Πονηρόσκυλου, «το πάει λάου λάου για να γαμήσει στα μουλωχτά» (βλ. εδώ). Δηλαδή, παριστάνει τον καληνυχτάκια και τον γυναικοθόδωρο, και δήθεν πιάνει φιλικές κουβέντες με την γκόμενα, ώστε να την κάνει να νιώθει ασφαλής, και να την χαλαρώσει, αλλά όταν έρθει η κατάλληλη ευκαιρία, ξέρει να την εκμεταλλευτεί για μια γρήγορη επίθεση με σκοράρισμα. Σε ορισμένες στρειδομούνες αυτή η πλάγια τακτική είναι η μοναδική πρόσφορη για να ανοίξουν.

Trivia: Το καριοφίλι είναι ένα μακρύκαννο τουφέκι, δημοφιλές το 1821, που ετυμολογείται από το ιταλικό εργοστάσιο όπλων Carlo e figlio. Πώς μπορεί να γαμήσει κανείς ένα καριοφίλι, όσα ξέρετε, ξέρω. Ίσως προϋπήρχε κάποια έκφραση για φιλία με το «καριοφίλι» μέσα για ρίμα, κι η παρούσα έκφραση είναι παράφρασή της.

Βάγγελας: Είδες τον Περικλή τι μας έκανε; Συνόδευε την Λίλιαν για χοντοθεραπεία, μέχρι για μετρό τον έκανα, και στην κατάλληλη στιγμή μας την έκανε την κουτσουκέλα! Φίλοι φίλοι, σου γαμώ το καριοφίλι, ο τύπος!
Μένιος: Στα 'λεγα εγώ Βάγγελα!

Για να δούμε τι λέει κι ο (αντιπαθητικός αλλά ενίοτε απολαυστικός) Τζίμης Πανούσης για το ποίημα που αναφέρθηκε σε σχόλιο του παρόντος. Στο 04:44. (από patsis, 28/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση συνώνυμη του πάρτε τ' αρχίδια μου που δημιουργείται με σύμπτυξη του «κούνα μου τα».

Προέρχεται από τη γνωστή τηλεφωνική φάρσα του Λέντη.

- Ρε ψηλέ πιάσε μία το τηλεκοντρόλ...
- Τον Κούνα Μούτα τον ξέρεις ρε μαλάκα...;

(από Galadriel, 13/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από την ατάκα στο Ntoltse vita καθώς κ το φερώνυμο club του Κολωνακίου. Αντί του «και καλά». Αρχικώς πρωτοχρησιμοποιηθείσα από τον Πλανήτη...

- Μαλάκα μάς πουλάει τρελή μούρη η γκόμενα ότι και καλούα είναι μοντέλο.
- Ρε ουστ!!!!

Δες και καικαλούας/-ού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας αμερικλάνικος τρόπος να πεις «σούπερ», «γουστάρω», «τέλεια», «άψογα», «καύλα». Ακούγεται όλο και περισσότερο στην Ελλάδα.

Είδα την τελευταία ταινία του Κλούνι και ήταν σούπερ ντούπερ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαμηλών τόνων, δεν έχει ενδιαφέρον, πάντα στάσιμος, ο ξενέρωτος.

Χθες για παρέα ήμουν με κάτι ψόφιες... δεν περνούσε η ώρα με τίποτα...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified