Further tags

Η ενέργεια και η προοπτική της απομάκρυνσης των emo από το κοινωνικό προσκήνιο.

Εμοκάθαρση τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεφαρίκι πράμα, τούμπανο, τζιτζί, γενικά πολύ καλής ποιότητας και αξίας. Προέρχεται απο το «made in england», παραφρασμένο στα ελληνικά.

Άσε μαλάκα, είδες τζάμικο που φόραγε ο Τάκης; Μέγκλα!!!

για μέγκλα γεύση (από perkins, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στη μάγκικη διάλεκτο, το αραίωμα της κοκαΐνης με άλλη ουσία.

Τι μαλακίες είναι αυτές ρε! Ποιος έκοψε την κοκαΐνα μου με χάρπικ;

Δες και κόψιμο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλασμένος στον υπέρτατο βαθμό, κυρίως από ξίδια κι ενίοτε από ντράγκια (βαρβιτούρες κλπ).

Συνήθως καβατζάρει παγκάκι για να βγάλει το βράδυ του.

-Χούφτιασ'τη μαλάκα! Κόκαλο το γκομενάκι!
-(ΦΦΡΡΑΑΠΠ!) Αύριο θα ψάχνει για υμένα και πορτοφόλι. ΔΕ ΜΑΣ ΧΑΛΑΣΕΕ! χεχεε! -χεχεχεχε!...

«Κόκαλο με λένε και είμαι όλο λιώμα απ' το μπουκάλι του κρασιού αφήνω μόνο πώμα»

Νότια Μπάχαλα (lyrics)

(από OstySan, 16/05/10)

Δες και λιάρδα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζάμπα, δωρεάν.

Έχω έναν γνωστό στο μαγαζί, θα μπούμε κούτρα.

Emilio Butragenio (από iwn, 21/06/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν εχεις πιει τον κώλο σου είτε απο ουσίες είτε απο ξύδια μα περισσότερο απο ουσίες και έχεις γίνει ένα με το πάτωμα.

-Μη συνεχίζεις τρείς-μία με το αλβανό και τα κοκορέτσια, θα κωλιάσεις εγγυημένα ψηλέ!

Got a better definition? Add it!

Published

Μυτιά light, για τη γεύση, ίσα να την δεις.

- Κάτσε να δοκιμάσω ρε μαν ενα γιούφ μόνο!
- Είπαμε να δοκιμάσεις μόνο, εσύ το πήρες εργολαβία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλέβω, χρησιμοποιείται απο γηπεδικά ζάκια για ορολογία κλεψιάς μπουφάν αντίπαλης ομάδας και απο ζέους γενικώς με παπιά εποχής uplifting trance που έκλεβαν ασύστολα κινητά, μπουφάν και παπούτσια. Εποχή ΖΝ.

-Μαλάκα φερμάρανε τον Τάκη προχθές και τους ψάχνει απο πλατεία σε πλατεία με το Γκρέγκορι το Μοτοσίκ να τους σαπακιάσει.

Got a better definition? Add it!

Published

Χρησιμοποιείται σαν μονάδα μέτρησης απόστασης σε κόντρες με αμάξια.

-3 κολόνες μπροστά το Μ3 ψηλέ, τι να μας πείς κι εσύ με το saxorallo.

Βλ. και καρότσα.

Got a better definition? Add it!

Published

Έχω να κάνω σεξ... δεν θυμάμαι απο πότε... Άρα πρέπει να μηδενίσω το κοντέρ, το μετρητή του αγάμητου /-ης που μετράει μέρες απραξίας γεμάτες νεύρα.

- Μηδένισες επιτέλους ρε ψηλέ; Δε σε άντεχα άλλο, τα έβλεπες όλα λίρα εκατό.

(από xalikoutis, 18/10/08)(από salina, 15/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified