Η ηρωίνη. Συνηθίζεται να το λένε και για σκληρά ναρκωτικά γενικά ή μεταφορικά για οτιδήποτε προκαλεί πολύ δυνατή εξάρτηση.
Πρέζα δεν είναι μόνο η ηρωίνη, αλλά... η ηρωίνη ΣΚΟΤΩΝΕΙ!
Παύλος Σιδηρόπουλος
Η ηρωίνη. Συνηθίζεται να το λένε και για σκληρά ναρκωτικά γενικά ή μεταφορικά για οτιδήποτε προκαλεί πολύ δυνατή εξάρτηση.
Πρέζα δεν είναι μόνο η ηρωίνη, αλλά... η ηρωίνη ΣΚΟΤΩΝΕΙ!
Παύλος Σιδηρόπουλος
Got a better definition? Add it!
Στο μπιλιάρδο, το βοηθητικό εργαλείο που στηρίζει τη στέκα στις μακρινές στεκιές. Λέγεται επίσης και γέφυρα ή Θανάσης.
- Μου κάνεις πάσα μία τον βασιλιά; Είναι δύσκολη αυτή η μακρινή στεκιά.
Got a better definition? Add it!
Ο μυς. Το λέμε κυρίως για τους γυμνασμένους που οι μύες τους ξεχωρίζουν.
- Βλέπω έχεις κάνει ποντίκια τελευταία! Πλακώθηκες στα γυμναστήρια ε;
Got a better definition? Add it!
Ο άνθρωπος εκείνος ο οποίος φοράει παντελόνια που δεν ταιριάζουν στον κώλο του, με αποτέλεσμα αυτά να κρέμονται σε εκείνο το σημείο του σώματος σαν κατσαβράκια.
Κοίτα, πώς του κρέμεται το παντελόνι! Ε, τον παλιοσκατοβρωμο-γκατσάβρα!!!
Βλ. και σχετικό λήμμα χαρμπαγιάγκαλος
Got a better definition? Add it!
Το φλέμα. Λέγεται συνήθως όταν θέλουμε να δείξουμε απέχθεια.
- Ρε μαλάκα καθάρισε το νιπτήρα, δεν μπορώ να βλέπω τις χλαπάτσες σου!
Got a better definition? Add it!
Το ρύζι στην αργκό, κυρίως στρατιωτική, αλλά και ευρύτερη. Επειδή το τρώνε πολύ οι Κινέζοι. Στον στρατό χρησιμοποιείται ευρέως η έκφραση «πούστης με Κινέζο», που σημαίνει κοτόπουλο με ρύζι, το συνηθισμένο φαγητό του στρατού.
Trivia: Το κλασικό ρατσιστικό ανέκδοτο ανάγει το χαρακτηριστικό των Κινέζων και γενικά των Ασιατών να είναι σχιστομάτηδες στο ότι τρώνε υπερβολικά πολύ ρύζι, έχουν γι' αυτό μονίμως δυσκοιλιότητα, κι έτσι απ' το πολύ σφίξιμο στην τουαλέτα, τσητώνουν τα μάτια τους, και με κάποιο λαμαρκιανό τρόπο αυτό το σφίξιμο λόγω δυσκοιλιότητας πέρασε και στα γονίδιά τους.
- Εξήντα εφτά Κινέζοι πούστηδες και σήμερα, στραβάδια απολύομαι!
(αναφώνηση λέουρα φαντάρου στην τραπεζαρία, που έχει όπως όλες τι μέρες κοτόπουλο με ρύζι).
Got a better definition? Add it!
Ο ευκίνητος, που τον χειρίζεσαι εύκολα. Χρησιμοποιείται για μεταφορικά μέσα όσο και για διάφορα αντικείμενα. Επίσης χρησιμοποιείται και σαν χαρακτηρισμός για τις μικρόσωμες γυναίκες, που τις χειρίζεσαι εύκολα πάνω στο κρεβάτι, σε αντίθεση με τις μεγαλόσωμες που είναι ακούνητες.
Πολύ μανιτζέβελο το παπάκι που πήρα, σε 10 λεπτά είμαι στη δουλειά όση κίνηση και αν έχει. Κάνω συνέχεια σφήνες.
Γνώρισα φίλε ένα μανιτζεβελάκι, κουκλίτσα. Μελαχρινό, 1.60 περίπου. Άσε, κάνει λωλά καμώματα...
Βλέπε και μαϊτζέβελο, ματζόβολο
Got a better definition? Add it!
Το απαραίτητο συμπλήρωμα της συνολικής εμφάνισης γκλαμουράτων και λοιπών κατά τις βραδυνές, και όχι μόνο, εξόδους. Είναι τα γνωστά σε όλους σκαρπίνια-λουστρίνια αλλά με αξεσουάρ και υλικά που αποτελούν ό,τι πιο κιτς μπορεί να βάλει ο νους του κάθε Aσλάνη.
Συνήθως όσο πιο άγριο είναι το ζώο από το οποίο αποτελούνται τόσο πιο πολύ μετράνε. Για παράδειγμα πολύ καλό είναι το γουρουνίσιο δερματινί που φαίνεται σαν αληθινό δέρμα, αλλά τι να κλάσει μπροστά στο φιδίσιο δέρμα που κι αυτό με τη σειρά του τι να κλάσει (κλάνουν τα φίδια;) μπροστά στο αυθεντικό κροκοδειλί πατούμενο;
Μολονότι αντικειμενικά αποτελούν σημάδι κύρους και καλού (;) γούστου, αυτός που τα φοράει χρειάζεται να υπομείνει κάποιες δυσκολίες για να μπορέσει να καρπωθεί πλήρως τις ιδιότητες τους. Το λεξιλόγιό αυτού που τα φοράει περιορίζεται σε εκφράσεις όπως: «Καλησπέρα, έχετε κάνει κράτηση;», «Κοπελιά να σε κεράσω ένα σφηνάκι;», «Για που είμαστε μετά;» και άλλες με νόημα κοντά σε αυτές. Επίσης, πρέπει να ανέχεται να φοράει παντελόνι που με το που κάθεσαι ανεβαίνει στο γόνα και αφήνει σε κοινή θέα το υπόδημα και την κάλτσα που πρέπει να φαίνεται πανάκριβη. Οι ειδικές ζώνες που αναλαμβάνουν να κρατήσουν το παντελόνι στο ύψος του ομφαλού για να επιτευχθεί το παραπάνω πωλούνται στα ίδια μέρη με τα πουστρίνια. Άλλη μια δυσκολία είναι η προσπάθεια να χωρέσουν όλα τα δάχτυλα σε χώρο που προορίζεται για το ένα και μοναδικό δάχτυλο ποδιού των ιθαγενών της φυλής Γκρονγκξ για την οποία φαντάζομαι σχεδιάστηκε αρχικά αυτό το είδος παπουτσιού. Αλλά μπρος στα κάλλη τι 'ναι ο πόνος;
Ετυμολογικά η λέξη μάλλον προέρχεται από την εξέλιξη σκαρπίνι -> πουστρίνι, ακριβώς όπως και το λουστράκος-> πουστράκος. Ο κάτοχος δεν πρέπει απαραίτητα να είναι πισωγλέντης, αλλά απλά να ασπάζεται τα σημερινά πρότυπα ομορφιάς που θέλουν τον άντρα... περίπου, τουλάχιστον για όσο τα φοράει.
- Είδες ο Κωστάκης; Έσκασε μύτη με τα βερτσάσε μας κάτω, με τα ντόλτσε καμπάνα και με τα πουστρίνια και το παίζει μάγκας. Που πας καημένε! Ακόμη περνάει η βαρβατίλα! Πού είναι τώρα η Μαιρούλα να της πω δυο λέξεις αντρίκιες και βαριές...
- Δεν είμαι σίγουρος αλλά πρέπει να έφυγε με τον Κώστα.
- Όχι ρε Μαιρούλα... Γιατί μου το έκανες αυτό; Σε εμένα που είμαι τόσο ευαίσθητη ψυχή; Κι η φάρμα που είχαμε ονειρευτεί να κάνουμε μαζί; Τα γκρέμισες όλα;
Got a better definition? Add it!
Το τηλεοπτικό κανάλι που παρουσιάζει μεροληπτικά (υπέρ του...) θέματα του Παναθηναϊκού.
Μη βλέπεις... (όνομα τηλεοπτικού σταθμού)... Ειναι βαζελοκάναλο!!!!...
Got a better definition? Add it!