Further tags

Ο φίλος (λέξη τούρκικη).

Πέρασαν πριν από λίγο η Καίτη και ο τζες της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται αλλιώς ο άντρας, επειδή συνήθως έχει κοντά μαλλιά κι έτσι φαίνεται ο σβέρκος του. Πρόκειται για σχήμα συνεκδοχής, όπου ένα χαρακτηριστικό (σβέρκος) χρησιμοποιείται αντί του όλου (άντρας).

Από το αλβανικό zverk (= αυχένας). Βλέπε και σβερκαρία.

- Κανονίσαμε για ποτό μεγάλη παρέα με πολλά γκομενάκια, και στο τέλος ήρθανε μόνο σβέρκοι και μια-δυο σαβούρες!
- Έτσι γίνεται συνήθως...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικώς το γνωστό συμπαθές ελεφαντάκι της Disney (βλ. σχετική φωτό) με σήμα κατατεθέν τα μεγάλα και πεταχτά αυτιά. Εξαιτίας αυτού του χαρακτηριστικού, έχει επικρατήσει να αποκαλούμε ντάμπο όλους αυτούς που έχουν μεγάλα και πεταχτά αυτιά, τις λεγόμενες αυτόγκες ή αυτούμπες. (βλ. σχετικές φωτό)

Προσοχή: ο γνωστός δημοσιογράφος Γιώργος Αυτιάς (βλ. φωτό), παρά το όνομα και όλα τ' άλλα κακά της μοίρας του που αναλύονται στο ομώνυμο λήμμα, ΔΕΝ είναι ντάμπο. Τα υπόλοιπα κουσούρια αρκούν και προσφέρονται εξίσου για χαβαλέ, οπότε παρακαλώ χρησιμοποιείτε αυτά.

Συνώνυμα: αυτιάγγουρας, μπακαυτιάς.

Φυσικοί εχθροί: Ο γνωστός πρώην πρωταθλητής της πυγμαχίας Mike Tyson (βλ. σχετική φωτό), ο οποίος προφανώς έχει ένα πράμα με τ' αυτιά, οπότε αν είσαι και ντάμπο κινδυνεύεις ακόμη περισσότερο.

Τέλος, παρά την κρατούσα άποψη ότι τα μεγάλο αυτιά δεν είναι ιδιαίτερα όμορφα, πολλοί συνάνθρωποί μας (τρόπος του λέγειν) όχι μόνο επιθυμούν να τ' αποκτήσουν (φωτό) αλλά έχουν βασίσει και την επαγγελματική τους καριέρα σ' αυτά (φωτό)

- Πώς σου φάνηκε τελικά η Σούλα, δε μας είπες...
- Έλα ρε τώρα, ο ντάμπο το ελεφαντάκι. Τουλάχιστον ακούει καλά μ' αυτές τις αυτούμπες; Τρία στρέμματα αυτί ρε πούστη μου και πας να μου την πασάρεις για μοντέλο; Έλεος.
- Τσου ρε Αλέν Ντελόν, που σου πέφτει και λίγη...

Got a better definition? Add it!

Published

Αναφέρεται σε μεγάλα βυζιά, ευρωπαϊκών προδιαγραφών. Επικράτησε μετά την συμμετοχή της Μαντούς στο διαγωνισμό με βυζαλέο ντεκολτέ.

- Κοίτα ρε μαλάκα ένα γιουροβίζιον που περνάει.
- Ναι ρε φίλε. Αυτή πάει χαμένη στην Ελλάδα. Αυτή πρέπει να πάει στην Ισπανία να μάθει στους Ισπανούς Ισπανική.

(από Khan, 14/03/12)(από Khan, 08/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ομοφυλόφιλος ο οποίος είναι και ενεργητικός και παθητικός.

Είναι σύντμηση της αγγλικής λέξης versatile που σημαίνει προσαρμόσιμος, ευέλικτος.

Συνώνυμο είναι η λέξη ενεργοπαθητικός. Αντιδιαστέλλεται με τον τοπ = γκέι ενεργητικός (από το αγγλικό top, αυτός που είναι από πάνω, δες και κωλόμπα, πισωκέντης) αλλά και με τον μπότομ = γκέι παθητικός (από το αγγλικό bottom, αυτός που είναι από κάτω, δες και πισωγλέντης, την τρίζει την όπισθεν).

Σχετικό λήμμα: εμ σαμπού εμ κοντίσιονερ

  1. (Από αγγελία στο http://www.gayworld.gr)
    ΑΠΟ ΛΑΡΙΣΑ 25/170/80 ΨΑΧΝΩ ΕΝΑΝ ΑΠΟ 37-47 ΤΟΠ Η ΒΕΡΣ ΑΠΟ ΛΑΡΙΣΑ ΜΕ ΧΩΡΟ ΓΙΑ ΚΑΤΙ ΣΤΑΘΕΡΟ ΟΧΙ ΕΥΣΟΜΟΙ

  2. (Από http://gayprofusion.wordpress.com)
    Καλό κι άγιο το βερς, δε λέω αλλά έχει γίνει και λίγο καραμέλα. Στην πραγματικότητα θα σας απαντήσει πως είναι βερς μόνο και μόνο για να μη χάσει το κρέας, αφόσον του αρέσει. Γιατί, αν σας πει από την αρχή ότι είναι μπότομ και είστε κι εσείς το ίδιο, μοιραία δεν μπορεί να γίνει κάτι μεταξύ σας. Κορόιδο είναι;

Got a better definition? Add it!

Published

Στα γερμανικά η δεσποινίδα, στα νέα όμως ελληνικά η λέξη... απογειώνεται και μεταφέρεται, πούαλλού, στην συμπαθή ομάδα των ομοφυλοφίλων.

Φιλονικία μεταξύ οδηγών στο δρόμο :
Ο ένας, με αδελφοφωνή:
- Ά να χαθείς κρυφόπουστα!
Ο συνοδηγός του άλλου: - Ρε μαλάκα, στην είπε χοντρά η φρόιλάιν! Δεν θα απαντήσεις;
- Μπα, δεν ασχολούμαι με πούστρες. Στο τέλος θα νομίσει ότι γουστάρουμε κιόλας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άκρως υποτιμητικός χαρακτηρισμός αποκλειστικά παθητικού ομοφυλόφιλου από άλλους ομοφυλόφιλους οι οποίοι είναι ή μόνο ενεργητικοί ή, το πολύ πολύ, βερς.

Η λέξη προκύπτει από το αγγλικό bottom = ο από κάτω, με την προσθήκη της κατάληξης -ιέρα. Ωσεκτουτού κλίνεται όπως π.χ. τα ψωμιέρα, σιφονιέρα και μπετονιέρα.

  1. (Από http://the-wrong-guy.blogspot.com)
    Σιχαινόμαστε στους άλλους πράγματα που ενδόμυχα γνωρίζουμε πως βρίσκονται μέσα μας. Εκνευρίζομαι πολύ με τους ψυχαναγκαστικούς γιατί και εγώ σε μερικά πράγματα θέλω να υπάρχει μια σειρά. Πάρε για παράδειγμα αυτές τις σιχαμένες τις ομοφοβικιές. Γιατί ταράζονται τόσο όταν αντιλαμβάνονται ένα γκέι; Διότι κατά βάθος αντί για αντρουά μάγκες όπως αυτοχαρακτηρίζονται είναι μποτομιέρες του ελέους.

  2. (Από http://raptusr.blogspot.com)
    Με τους κοιλιακούς μου και το παραμύθιασμα μου τους έχω γαμήσει όλους. Κώλο για κώλο δεν άφησα. Μπορώ να πω, είμαι ο γαμιάς της Θεσσαλονίκης. Όπως επίσης και ο καλύτερος στο να αποφεύγω τις σχέσεις. Όλες οι μποτομιέρες θέλουν σχέση τόσο απεγνωσμένα, που με το παραμικρό χάδι και με λίγα γλυκόλογα σου κάθονται ασυζητητί. Η Θεσσαλονίκη είναι ο παράδεισος μου. Άσε που έχει περισσότερους bottoms από tops, το αντίθετο με την Αθήνα δηλαδή, σύμφωνα με τα λεγόμενα ενός φίλου μου, που σημαίνει πως θα έχω να γαμάω εις τον αιώνα τον άπαντα.

(από Khan, 03/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το retard, ο παντελώς άσχετος με τα computer και το Internet, ανίκανος να μάθει έστω και δέκα βασικά πράγματα για να τα χρησιμοποιεί αποτελεσματικά όταν surfάρει.

user1: κόλλησε το laptop μου και δεν κλείνει. Πατάω το power και μου βγάζει συνέχεια κάτι για hibernation.
user2: κράτα το power πατημένο για να κλείσει ρε e-tard!

ή

user1: για να συγκρίνω δύο sites πρέπει να κάνω μπρος-πίσω συνέχεια με τα βελάκια και δεν τα θυμάμαι και όλα.
user2: άνοιξε δεύτερο παράθυρο ρε e-tard.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός ατόμου που από το πολύ κάπνισμα παράνομων ουσιών (φούντα) έχει χάσει πάσα επαφή με την πραγματικότητα.

Δύο φίλοι πίνουν καφέ στο snowbar 2069m στο χιονοδρομικό κέντρο Καϊμάκτσαλαν, χαζεύοντας τύπους να κάνουν άλματα με snowboard, οι οποίοι πέφτουν με απίστευτους και οδυνηρούς τρόπους και αμέσως σηκώνονται και συνεχίζουν γελώντας.

- Καλά ρε φίλε ματά από τέτοιους «μπίστους» πως συνεχίζουν;
- Τι περιμένεις... πιτσιρικάδες ποκαφούντας είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πόρνη, η τσούλα, η βιζιτού, η ιερόδουλος, η καριόλα, η πουτάνα.
Λέξη που έγινε γνωστή από την παγκοσμίου φήμης cult ταινία της δεκαετίας του ΄80 με τον Στάθη Ψάλτη, «Ο πρωτάρης μπάτσος και η τροτέζα».

Καλά θέλεις και παράδειγμα για να την καταλάβεις; Δεν σου φτάνουν τόσα συνώνυμα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified