Further tags

Κατά το «e-bay», ο γκέι που «δημοπρατείται» από το Διαδίκτυο.

Μας πέτυχε ένας e-gay στο ιντερνέτι και την έπεφτε σ' όλους μας, ποιος θα πρωτοτσιμπήσει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι αλιτήριοι της Γουώλ Στρητ που απαλλοτριώνουν τα λεφτά του κοσμάκη με μεγάλα κόλπα στο χρηματιστήριο του Καζίνο.

Τώρα τι σόι λήμμα είναι αυτό, ρωτήστε τον Πάνο2, που το έβαλε στο Δημόσιο Πρόχειρο.

- Πού πήγανε τα λεφτά σου;
- Μου τα φάγανε οι kleftenboys.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο διάσημος ηθοποιός γεννήθηκε το 1920 και πέθανε το 1985. Κάποιες απ' τις ταινίες του είναι: Και οι 7 ήταν υπέροχοι, Ο Σολομών και η βασίλισσα του Σαβά, Ο Βασιλιάς και εγώ, Οι Δέκα εντολές, κλπ.

Ο Γιούλ Μπρίνερ είναι ο πρώτος ηθοποιός που καθιέρωσε το φαλακρό λούκ, όταν έπαθε καρκίνο του πνεύμονα.

Γι' αυτό, πολλές φορές αποκαλούμε κάποιο άτομο Γιούλ Μπρίνερ, ή λέμε πως έχει κουρευτεί α λα Γιούλ Μπρίνερ, όταν αυτό έχει χάσει τελείως τα μαλλιά του λόγω κάποιας ασθένειας (π.χ. καρκίνος, ισχυρή τριχόπτωση, κλπ.), ή όταν έχει κουρευτεί γουλί.

  1. Εδώ σηκώνουμε τόσα βάρη καθημερινά και δεν θα σηκώσουμε το βάρος της ντόπας, έλεγαν πάρα πολλοί α(θ)λητάνθρωποι. Λογάριαζαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Και στην προκειμένη περίπτωση τον Εισαγγελέα κύριο Καραφλό, που βάλθηκε να τους αφήσει όλους χωρίς μαλλιά και χωρίς μιλιά. Να τους κουρέψει όλους γουλί με την ψιλή, να τους κάνει όλους Γιουλ Μπρίνερ. Δες εδώ

  2. - Πω ρε, κοίτα κούρεμα ο Μιστόκλας. Άλλαξε τελείως τύπο, ε;
    - Κούρεμα α λα Γιουλ Μπρίνερ. Μπράβο!

  3. - Ε ρε, Γιουλ Μπρίνερ κατάντησες. Είπαμε να κόψεις τη χαίτη αλλά εσύ, φίλε μου, μια ζωή παν μέτρον άχρηστον έλεγες. Τώρα θα άλλάξεις;

Γιούλ Μπρίνερ (φαλακρό λούκ) (από GATZMAN, 15/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ορισμός που δηλώνει την ποιότητα και την πυκνότητα ενός σώματος, αντικειμένου ή υλικού.

  1. Το γραφείο είναι από μασίφ ξύλο.

  2. Οι βέργες είναι μασίφ, δεν είναι κούφιες.

  3. Ρε μαλάκα! Τι γκόμενα είναι αυτή; Πολύ μασίφ πράγμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνιστί: «ότι πεις εσύ αφεντικό», αλλά προτιμάται τελευταίως εις την αγγλική.

Φράση η οποία μπορεί και να έχει τις ρίζες της στην εποχή των ιπποτών ή των σαμουράι ή και των σαολίν, κουνκ φου, ζίου ζίτσου και παρομοίων κινέζικων λέξεων και πολεμικών τεχνών.

Η φράση μπορεί να λεχθεί με ειρωνική, περιπαικτική, αλλά και σκωπτική διάθεση.

Λέγεται με παιδική φωνούλα ή με κινεζική προφορά και ελαφρά κλίση της κεφαλής (περαιτέρω κλίσεις καταντούν αηδία ή το υποκείμενο έχει ήδη λουμπάγκο). Ενίοτε συνοδεύεται από ένα «μαλάκα» χαμηλοφώνως.

Σημαίνει ότι αναγνωρίζουμε, είτε την ανωτερότητα του αντικειμένου της ζήλειας και του φθόνου μας (όταν όντως είναι ανώτερο μας ή απλά το αφεντικό μας), είτε τον δουλεύουμε άγρια και θέλουμε να το κάνουμε προφανές.

Χρησιμοποιείται ιδίως από την ευγενή τάξη των υπαλλήλων γραφείου, κάποιας ηλικίας, προς τους ΙΤ και κομπιουτεράδες της εταιρίας, όταν έρχονται και μας πουλάνε μούρη για κάθε μαλακία που κάνουμε με τους Η/Υ.

- Ρε Βαγγέλα, δεν σου είπα να αρχειοθετήσεις ξεχωριστά τα εξερχόμενα από τα εισερχόμενα ; Πάλι μνι τα έκανες, gtp είσαι…
- Yes, master - Τι είπες ρε;
- Τίποτε αφεντικό, θα το κάνω αμέσως, - μαλάκα…

- …(μετά από μια ώρα διάλεξης…) μετά θα συνδέσεις το firewire, θα πατήσεις download, στο port21 πάντα, θα βάλεις κωδικό, και μετά όλα εντάξει. Όπως σου είπα και χθες… και τα έκανες πουτάνα. Κατάλαβες;
- Yes master…

- Ρε Λιλιαν, ωραίες πίπες κάνεις! Πάτα μου ακόμα μια.
- Yes master! (και μετά ξύπνησα)

yes, master (από BuBis, 18/02/09)Igor (από Pirate Jenny, 18/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο master, o Μίστερ Μιγιάγκι, ο Πυγμαλίων, ο διδάσκαλος, ο επαΐων με την απόλυτη αυθεντία. Είναι ιαπωνικός τίτλος για τον δάσκαλο με χρήση στις πολεμικές τέχνες και τον βουδισμό, βλ. εδώ.

Vrastaman: Όταν οι μαθητές του Πάνου δεν παρακολουθούν τον Σενσέι τους, πανοποντοδοτούν στο slang.gr.

(σ.ς.: Ένα φαινόμενο του παρελθόντος, που πιστεύω ότι στις μέρες μας έχει εκλείψει).

O Sensei Morihei Ueshiba ιδρυτής της πλέον συμβατής με τον Σλανγκισμό πολεμικής τέχνης (Aikido) (από Vrastaman, 18/02/09)

Βλ. και γκοσού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι ξινομούνες μπουζουκογκόμενες που εργάζονται στα απανταχού Duty Free των αερολιμένων.

Καίτοι περιβάλλονται από πληθώρα προϊόντων καλλωπισμού, στερούνται πάσας πηγαίας ομορφιάς και σου κάθονται όλη την ώρα στο σβέρκο «Μπορώ να σας αξυπηρετήσω; (ένρινα)», «Εάν ο πρωκτός σας επιδίδεται σε πεολειχίες ασφαλώς και μπορείτε!»

Εξαιρέσεις υπάρχουν αλλά απλώς επιβεβαιώνουν.

Χρησιμοποιείται μόνον στον πληθυντικό.

- Ρε συ Χρήστο, μήπως είδες που είναι οι Azzaro;
- Χέσε με ρε με τις Azzaro! Ρώτα τις beauty free! Ώχου.... (...λοιπόν Talisker πήραμε...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά:
κατιμάς ο (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :τουρκ.λ. katma = συμπληρωματικός] μικρό κομμάτι κρέας κατώτερης ποιότητας που προσθέτει ο κρεοπώλης στο ζύγισμα του καλού, για να καταναλωθεί κι αυτό. Αλλιώς κατμάς.

Μεταφορικά και σλαγκικά: Ό,τι μας περίσσεψε, με όλες τις εκφάνσεις της φράσης. Κάτι που σου πασάρουν υπούλως (σαν τον χασάπη ανωτέρω) ή επιλέγεις εξ ανάγκης (επειδή δεν έμεινε τίποτα καλύτερο, ή δεν σε παίρνει να ψωνίσεις καλύτερη ποιότητα λόγω τιμής). Κανείς δεν είπε ότι ο κατιμάς δεν τρώγεται - απλά είναι υποτιμημένος. Συχνά αναφέρεται σε ερωτικούς συντρόφους (Παραδείγματα 1, 2) ή σε παίκτες για διάφορα αγωνίσματα (Παράδειγμα 3).

Στον ερωτικό τομέα, η επιλογή του κατιμά λόγω ανάγκης, δεν αποτελεί απαραίτητα απόδειξη ότι κάποιος είναι σαβουρογάμης / σαβουρογάμα. Ίσα ίσα αποτελεί ένδειξη ότι το υποκείμενο είναι ευέλικτο και έχει αντιληφθεί ότι, λόγω νομοτελειακών καταστάσεων όπως η φυσική επιλογή, όποιο είδος δεν προσαρμόζεται στις συνθήκες είναι καταδικασμένο να εκλείψει.

Ο λαός είναι σοφός και το να ακολουθεί κανείς τις λαϊκές ρήσεις είναι σοφία. Στην περίπτωση επιλογής του κατιμά ακολουθείται το ρητό «Στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι».

Το υποκείμενο, για να αποφύγει τις συνέπειες των επιλογών του και την κοινωνική κατακραυγή μπορεί να ισχυριστεί ότι διετέλεσε μια εξυπηρέτηση, οπότε τελικά από δακτυλοδεικτούμενος με την κακή έννοια, γίνεται ήρωας.

Σχετικά λήμματα (μη εξαντλητική λίστα): σαβούρα, πατσαβούρα, πλέμπα, διπλοσάκουλο, τελειωμένος, γαμίκος κ.λπ.

Δεν πρέπει να συγχέεται με έννοιες όπως: Καπαμάς (φαγητό από κρέας με λάχανα), καπλαμάς (επικάλυμμα), κάτι μας... (-συνέβη, -βρήκε, -έτυχε κλπ ρήματα).

Παράδειγμα 1
- Καλά μωρέ Κατερίνα, είναι δυνατόν, πήγες με τον κουασιμόδα, τον τελειωμένοπου τα χει ρίξει σε όλες μας και έφαγε από όλες τον χυλό;
- Σοφία, δείξε σοφία κι άσε την κριτική. Αφού το ξέρεις, τα μισά καλά παιδιά είναι πιασμένα από πουτάνες και τρελές και τα μισά από τα υπόλοιπα είναι λούγκρες. Έκανα και 'γω τον συμβιβασμό μου με τον κατιμά, μέχρι να 'ρθει ο πρίγκιπας.
- Τον έβαλες να φοράει κολάν και καβάλα σε κανα άλογο για να σου 'ρθει η όρεξη;
- Ήπια πριν όλο το Βόσπορο και μετά περιορίστηκα στην ανάποδη καβαλαρία και στο πισωκολλητό. - Τι να σου πω ρε φιλενάδα, άντε και εις ανώτερα.

Παράδειγμα 2
- Γάμησες;
- Γάμησα...
- Λέγε ρε.
- Άσε.
- Λέγε λέμε! Ποια;
- Την Ποπάρα...
- Ε, όχι ρε πούστη εκεί ξέπεσες, στον κατιμά; - Μια εξυπηρέτηση ρε φίλε...
- Είσαι ήρωας κολλητέ, θα πας στον παράδεισο...

Παράδειγμα 3
Ο κατιμάς στον πάγκο, εκτός από τον Βάγγο. (από εδώ)

(από pavleas, 22/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νot bad, που λένε. Όχι και τόσο κακό... από το γαλλικό pas mal. Κατά προτίμηση το λέμε δις (πα μαλ, πα μαλ!...) με κούνημα του κεφαλιού που σημαίνει «αμέ, γιατί όχι;» . Διπλωματική και διφορούμενη απάντηση όταν μας ρωτάνε αν κάτι μας άρεσε. Στην αρνητική του διάσταση αντιστοιχεί με δικό μας «νταξ μωρέ...»

- Πώς σου φάνηκε ο Στέλιος;
- Πα μαλ, πα μαλ!

Πα μαλ πα μαλ (από Vrastaman, 23/02/09)

βλ. και 'ν'ν' κακό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος μπαγαπόντη τρολεατζή, που συχνάζει στις φοράδες και τα κουβεντοδωμάτια και συστήνεται ως Αναΐς, ενώ στο τέλος αποδεικνύεται Παναής. Το χειρότερο είναι να σου κλείσει και ραντεβού από κοντά.

Ασίστ: Vrastaman.

Μια παρεξήγηση της Ironick έγινε αφορμή ο Τάκης Βρωμοστομίδης να θεωρηθεί Βρωμοκουβέντα/ Βρωμόστομη στο θηλυκό, αλλά ύστερα από έναν συμβιβασμό στο ουδέτερο «Ντέρτι»/ «Βρωμόλογο» βγήκε τελικά απ' την ντουλάπα ως e-Παναής.

Από το Παναής. (από Hank, 23/02/09)αφιερονετε εξερετικα (από ο αυτοκτονημενος, 23/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified