Further tags

Ο τρολετάριος είναι ένας χαβαλές τύπος που ανήκει στην κοινωνική, και οικονομική τάξη που αποτελείται από μισθωτούς εργάτες (είναι λίγο ευφυής και με χιούμορ), το εισόδημα του οποίου προέρχεται αποκλειστικά από την πώληση της εργατικής του δύναμης και βεβαίως είναι ανάγκη για αυτόν να τρολάρει και να γουστάρει, για να ξελαμπικάρει!

Ένας τρολετάριος, γνωστός μου, συνηθίζει να αυτο-εξευτελίζεται, χρησιμοποιεί συνέχεια το βλακ χιούμορ παριστάνοντας τον καραγκιόζη, την παρεξηγημένη αδερφή, σαν να του έχει λασκάρει η βίδα (αξιοπρέπεια, αυτοεκτίμηση, τι είναι αυτά;) και για να δικαιολογείται, εκφράζει την άποψη: μη παρεξηγιέστε, ό,τι και να σας πει ο άλλος, να είστε ακομπλεξάριστοι!

τρολ (από perketis, 06/06/12)Τρολετάριοι διαδηλωτές (από Khan, 04/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ceci n'est pas και τόσο slang, αλλά το σχεδόν εξαφανισμένο επάγγελμα του σαράφη σημειώνει διθυραμβικό κάμπακ με αυξανόμενο σλανγκικό ενδιαφέρον.

Παλαιάς κοπής σαράφηδες είναι οι φτωχομπινεδιάρηδες αργυραμοιβοί που εξακολουθούν να στήνουν τους πάγκους τους στην Αθηνάς. Αγοράζουν την βέρα της συγχωρεμένης, το μενταγιόν της κυρα-περμαθούλας και τα μανικετόκουμπα του μπάρμπα-Μπρίλιου.

Υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες σαράφηδων νέας κοπής:

Eκ του τουρκικού sarraf (< αραβ. صرّاف), αργυραμοιβός.

- Μαζί με το ΔΝΤ έρχονται και οι «σαράφηδες». Διεθνώς υπάρχουν πολλές τέτοιες εταιρίες οι οποίες συνήθως «ακολουθούν το ΔΝΤ». Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου, πράγματι αυτές οι εταιρίες ξεκινούν δραστηριότητες σε χώρες που πηγαίνει το ΔΝΤ και επιβάλει πολιτική λιτότητας. (εδώ)

- Σαράφηδες, ύαινες και προσκυνημένοι σοσιαληστές. Οι Αρχιερείς της διαπλοκής ξεκατινιάζονται...
(εκεί)

- γέμισε η προεκλογική αρένα σαράφηδες και τελώνες, φαρισαίους και ιερατεία, φθηνοπληρωμένους τελάληδες και μάγους των τσίρκων που δίνουν παράσταση μέρα μεσημέρι σε στρατιές άεργων και άνεργων.
(Λιάνα Κανέλλη, παραπέρα)

- Εβραίοι – Γουρούνια – Δολοφόνοι κακή σας μέρα, κακό ψόφο να ‘χετε. Η Γάζα να σας τυλίξει σαν σάβανο. Μούμιες να γίνετε ταριχευμένες και να θαφτείτε στα έγκατα των πυραμίδων που φτιάχνετε από τα λεφτά που μαζεύετε.. Από αρχαιοτάτων χρόνων, όχι και πολύ να μην το παρακάνουμε, επι Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οπου εδραιώθηκε το δίκαιο που πατούν οι σεμνοί και ταπεινοί ελβετόψυχοι επιτρέπεται δια νόμου στους εβραίους της εποχής να κάνουν μόνο τρία επαγγέλματα: να είναι σαράφηδες στο δρόμο, να είναι κλόουν και ηθοποιοί στο δρόμο και να μαζεύουν τα σκουπίδια στους δρόμους.
(Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 5/1/2009. Μάλλον πλάκα κάνει)

Παλαιάς κοπής σαράφης (από Vrastaman, 12/06/12)Σαράφης the new generation. (από Vrastaman, 12/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάνα άι'ντ λάικ του φακ + μάνα = πλεονασμός.

Όταν πρόκειται για «μιλφάρα», οι λεκτικές υπερβολές δεν συγχωρούνται, επιβάλλονται.

- Ρε μαν, κοίτα μια ξανθιά μιλφομάνα απέναντι!
- Ποια λες μαν; Την μελαχρινή με τις σακούλες σκλαβενίτη;
- Φεύγω μαν, έχω raid.
- Α τον μλκ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βλάχος που προσπαθεί να κρύψει την καταγωγή του και το παίζει κάπως... Είναι και συνώνυμο του λήμματος τραχανοπλαγιάς.

Κατέβηκαν όλοι οι τσοπανοτραβόλτες για μπάνιο την Κυριακή και γινόταν χαμός στην παραλία...

(από Khan, 26/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άν είστε μοναχοπαίδι και σας τύχει τέτοια μάνα καήκατε! Οι έμπειροι μεταξύ σας έχουν ήδη μυριστεί πως πρόκειται για λογοπαίγνιο. Ρωτήστε τους να σας εξηγήσουν γιατί εγώ έχω και δουλειές..
Α! Θα το βρείτε συχνά γραμμένο και σαν μάνα(τζερ).

*Copyright: Το Κορίτσι του διπλανού portal*

- Μα ξέρεις πόσων χρονών είναι ο γκόμενος της μάνας σου;
- Όχι ότι καίγομαι αλλά για πες, πόσο είναι;
- 31!
- Α, εντάξει. Μεγαλύτερος από μένα.
- Αυτό είναι το θέμα σου εσένα;
- Ε βέβαια είναι αυτό. Ξέρεις πόσες φορές έχω φοβηθεί ότι θα πρέπει να φωνάζω μαμά μια εικοσάχρονη από την Λιθουανία;
- Δηλαδή αυτόν θα τον πεις μπαμπά;

Όπως καταλαβαίνετε παίδες απαντούσα σε στυλ δεν τρέχει και τίποτα αλλά από μέσα μου είχα ψοφήσει στο γέλιο. Άσε που δεν πίστεψα ούτε λεπτό ότι η μάνατζερ έπεσε στον έρωτα κάποιου. Η γυναίκα ήταν φράου, δεν μασούσε ρομαντισμούς και μαλακίες. Πιθανότερο ήταν να πέσει σε λακκούβα στο δρόμο παρά στον έρωτα άντρα και μάλιστα γάλακτος.

Απόσπασμα από «Το αμάρτημα της μητρός μου». Κορίτσι κουφάλα μας έλειψες!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαλικούτες ήταν ομάδες Βορειοαφρικανών κυρίως από Λιβύη, που ήρθαν στην Κρήτη κατά τον 18ο αι. και αποτελούσαν την πιο φτωχή και εξαθλιωμένη τάξη των μουσουλμάνων του νησιού. Η λέξη προέρχεται από το αραβικό χαλκ, που σημαίνει λαός και συνεκδοχικά σημαίνει λαουτζίκος, πλέμπα. Στην κρητική διάλεκτο έχει την έννοια του παρία, του βρωμιάρη του σιχαμένου παρόμοια με την βρισιά της κοινής Νέας Ελληνικής «τουρκόγυφτος».

Για τους παλαιότερους ήταν σοβαρή βρισιά.

Επήγανε για μπάνιο στη θάλασσα και γινήκανε σα τζι χαλικούτηδες....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι σύντμηση για τον ομοιοπαθητικό δόκτορα (homeopathist).

Προσοχή, αναγράφω δόκτορα και όχι ιατρό, καθώς οι έννοιες του «ιατρού» και του «ομοιοπαθητικού» είναι αντικρουόμενες σε τέτοιο βαθμό, που τελικά καθίστανται ασυμβίβαστες. H «ομοιοπαθητική» δεν διδάσκεται σε καμία ιατρική σχολή του πολιτισμένου κόσμου, ενώ ταυτόχρονα δύνανται να την «ασκήσουν» και άτομα που στερούνται πτυχίου ιατρικής.

- Έρχεται, συνάδελφοι, ο πελάτης και σας ζητάει Panadol Flu και ταυτόχρονα σας ρίχνει και μια συνταγή του homeo με ματζούνια για το κρυολόγημα και σας ρωτάει τι είναι καλύτερο. Τι του απαντάτε; (από φαρμακευτικό φόρουμ)

Ο γκουρού του είδους. (από Vrastaman, 31/07/12)

Disclaimer: το λήμμαν αυτούνο συνέταξε ιατρός τις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλασικό παιδί με τα περίεργα δόντια σε στυλ Μπαξ Μπάνι, που όχι μόνο ανοίγουν γκαζόζα (Ροναλντίνιο), αλλά επιπρόσθετα του προσδίδουν ιδιαίτερη τύχη (λαγοδόντια).

Συνήθως τέτοια παιδιά χαρακτηρίζονται από τους συνομήλικούς τους ως παιδιά ενός κατώτερου θεού λόγω της διανοητικής τους ένδειας. Τέλος, συχνά τα παιδιά αυτά, προκειμένου να προσελκύσουν νηφάλια θύματα, γίνονται πρόθυμα να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους με κάθε κόστος, δηλαδή μετατρέπονται σε μπούμπηδες.

  1. Ο πούστης μιλάει στα ζάρια. Συγκεκριμένα τα πλησιάζει στα δόντια του και τους ψιθυρίζει απαιτώντας την πλήρη υποταγή τους στις εκάστοτε ορέξεις του.

  2. Οι τεχνικές ζευγαρώματός του είναι εμπνευσμένες από τις αντίστοιχες της σείρας «True blood», δηλαδή βρίσκει ημιλιπόθυμες και αδαείς τουρίστριες προσφέροντας να τις βοηθήσει και οι οποίες υποκύπτουν στο θέλημά του σαγηνευμένες από το λαγοχαμόγελό του, το οποίο επιτρέπει να φανερωθούν τα δυο μπροστινά του δόντια.

  3. Το κλαψομούνιασμα μέσω φέισμπουκ και μηνυμάτων στην γκόμενα προκαλώντας της ψυχική οδύνη και ταυτόχρονα απέχθεια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκσλάνγκευση του λούμπεν, με την προσθήκη του γαμοσλανγκοτέτοιου -αριό (κατά τα καραπουτσαριό, καραπουταναριό, κ.ταλ.)

Για να κάνω και κακά, ετυμολογείται εκ της κατά Μαρξ λεξιπλασίας lumpenproletariat (< lumpen, ρακένδυτος, και proletariat, κατώτατη κοινωνικοοικονομική τάξη). Έτσι αποκαλούσαν ο θείος Κάρολος και οι απόστολοί Του μερίδα της εργατικής τάξης που δεν είχε «αναπτύξει ταξική συνείδηση» (γράφε: δεν ασπαζόταν τον μαρξισμό).

Έτσι κι εμείς αποκαλούμε λουμπεναριό κάθε περιθωριοποιημένο και εξαθλιωμένο, αλλά όχι με την καλή έννοια (γράφε: καμένους με τους οποίους για οποιοδήποτε λόγο τραβάμε ζόρι και στοχοποιούμε: ζάκια, πάκια, μπαχαλάκια, φασισταριά, πουσταριά, κ.ά. πολιτικούς-ταξικούς-φυλετικούς-γουατέβα αντιπάλους).

Εναλλακτικά: λουμπεναρία.

- Η ενδιαφέρουσα λέξη είναι το λουμπεναριό ...
(poniroskylo, εδώ)

- Το λουμπεναριό ποτέ δεν ήταν με τους εργαζόμενους. Όπως κλέβουνε τις επιχειρήσεις σήμερα, έτσι θα κλέβουνε και στον σοσιαλισμό τις επιχειρήσεις αύριο.
(εκεί)

- κωλοφασίστες δολοφόνοι... μια ζωή εγκληματίες λουμπεναριά ήσασταν. Δεν θα γίνετε άνθρωποι ποτέ.
(παραπέρα)

- Δεν ήταν ποτέ το κέντρο μια όαση στην τρικυμία. Πάντα υπήρχε πεθώριο, ναρκωτικά, λουμπεναριό . Στην Ομόνοια εδώ και δεκαετίες γινόταν διακίνηση ναρκωτικών, όχι τώρα, η Αχαρνών με τους οίκους ανοχής ήταν περίεργη περιοχή, η Φωκιώνος κάποτε, η Πλάκα παλιότερα, η Τρούμπα ακόμα παλιότερα.
(παραδίπλα)

1.07 (από Vrastaman, 12/08/12)Ceci n\'est pas slang.gr (από Vrastaman, 14/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ελληνοποιημένος χάκερ.

Να μην την έχεις ανοιχτή αυτή τη θύρα γιατί θα μπούνε χακεράδες και θα τα κάνουν πουτάνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified