Further tags

Η ρήση αυτή αναφέρεται σε ζευγάρι όπου ο άνδρας είναι κοντός και η γυναίκα ψηλή. Η ρήση αυτή αναφέρεται σε ζευγάρι, λόγω της γειτνίασης των κοντινών Αθηναϊκών εκκλησιών της Μητρόπολης (Ευαγγελισμός Θεοτόκου) και του Αγίου Ελευθερίου και του γεγονότος πως ο Άγιος Λευτέρης και η Παναγία είναι διαφορετικού φύλου. Το γεγονός πως η ρήση αναφέρεται σε ψηλή γυναίκα και σε κοντό άνδρα αντιστοιχίζεται με τη μεγάλη διαφορά ύψους που υπάρχει μεταξύ της Μητρόπολης( Παναγία παραπέμπει σε γυναίκα) και του Αγίου Λευτέρη (παραπέμπει σε άνδρα), όπου η πρώτη είναι αρκετά ψηλότερη από τη δεύτερη. Γενικότερα η Μητρόπολη έχει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις από το εκκλησάκι του Αγίου Ελευθερίου, αλλά η ρήση αυτή δίνει έμφαση στη διαφορά ύψους.

- Πω πω καλά φάε ρε το ζευγάρι απέναντι. Αυτή είναι πανύψηλη κι αυτός νανοφέρνει.
- Πράγματι. Σαν τη Μητρόπολη με τον Άγιο Λευτέρη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελληνική απόδοση του αγγλικού ιντερνετικού όρου for teh lulz που σημαίνει ανάλογα με το νόημα της πρότασης που χρησιμοποιείται:

  • γελάω εις βάρος κάποιου
  • κάνω κάτι για χαβαλέ το οποίο θα ζημιώσει τον άλλο
  • κάνω κάτι για πλάκα ενώ ξέρω ότι θα αποτύχω
  • κάνω κάτι εντελώς γελοίο και χωρίς νόημα που κάνει τους άλλους να γελάνε μαζί μου ή μ' αυτόν που θα ζημιωθεί απ' αυτήν την πράξη.

- Ρε φίλε τι κάνει αυτός ο καραγκιόζης εκεί, κατουράει πάνω στο αμάξι της γκόμενας;
- Ναι ρε, ο τύπος το κάνει φορ τεχ λουλζ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εντελώς άστηθη γυναίκα, επηρεασμένο από τις εντελώς επίπεδες τηλεοράσεις φλάτρον.

- Γλυκιά είναι ρε συ αλλά εντελώς φλάτρον, εγώ θέλω να πιάνω πράμα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

'Ακλιτος επιθετικός προσδιορισμός με διττή σημασία:

1) Ανυπέρβλητος, ακαταμάχητος, ασυναγώνιστος, ασύγκριτος, αυτός που υπερέχει τόσο πολύ των άλλων που ταράζει τις ισορροπίες.

2) Θαυμάσιος, καταπληκτικός, θεσπέσιος.

Εννοιολογικές παρατηρήσεις: Η αρχική σημασία του «ίμπα» ήταν η αναγραφόμενη στην περίπτωση 1, όμως σταδιακά το στοιχείο της συγκρίσεως εκφυλίστηκε με αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται και με την έννοια 2.

Προέλευση/ετυμολογία: Προέρχεται από το αγγλικό «imbalanced».

  1. - Καλά αυτό το αμάξι είναι εντελώς ίμπα. Ένα τέτοιο θέλω να πάρω κι εγώ.

  2. - Συγνώμη, πας καλά; Θα τα βάλεις μ' αυτόν; Ο τύπος είναι ίμπα, δεν έχεις καμία ελπίδα.

  3. - Άντε μωρέ κωλόνουμπε, έχεις τον ίμπα χαρακτήρα και μιλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ευφραδέστατος. Μιλάει... μιλάει... μιλάει. Παίρνει μπρος με ελάχιστη εξωτερική διέγερση. Δεν κάνει εύκολα κοιλιά ο λόγος του. Έχει μόνιμα έμπνευση κι αν βρεθεί σε κατάλληλο περιβάλλον, που επικροτεί το μπλαμπλάδιασμά του, πλακώνεται σε συνεχόμενο new bla bla downloading. Εκεί που οι άλλοι σταματούν αυτός έχει ντούρασελ. Οι άλλοι συνεισφέρουν με μικρές δόσεις, τις οποίες αυτός τις ενισχύει ως amplifier (ενισχυτής) 10 to 50 (εξ ου και ο όρος) και τις κάνει υπεραποδόσεις.
Αν είχε τα κατάλληλα κονέ θα ήταν ίσως η απάντηση στο Σεφερλή, στο Μητσικώστα, στο Λαζόπουλο κ.λπ.

Σε ένα πάρτυ δυο φίλοι σχολιάζουν τις λεκτικές ικανότητες ενός φίλου τους, στην προσπάθεια του να διπλαρώσει ένα πιπινάκι.
- Καλά, για κόψε το Γιώργο. Έχει πλακωθεί τόση ώρα σε ένα ατέλειωτο μπλαμπλάδιασμα. - Πήγα λίγο προς τα 'κει προηγουμένως. Προσπαθεί να την εντυπωσιάσει. Του ρίχνει δεκάρικο, παίζει για πενηντάρικο.
- Πας στοίχημα ότι από την όλη φάση θα πιάσει μόνο παντελονόψαρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βουκολική παραλλαγή του Σεξπηρικού «The Lady doth protest too much, methinks» ή προς το Ελληνικότερο «όποιος έχει την μύγα μυγιάζεται.»

«ΚΑΧΥΠΟΠΤΕ, ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΒΛΕΠΕΙΣ ΠΑΝΤΟΥ ΕΧΘΡΟΥΣ. ΕΙΝΑΙ ΜΟΡ ΔΑΝ ΟΜΠΒΙΟΥΣ ΟΤΙ ΕΣΥ ΕΧΕΙΣ ΛΕΡΩΜΕΝΗ ΤΗ ΦΩΛΙΑ ΣΟΥ. ΕΞΑΛΛΟΥ Ο ΣΟΦΟΣ ΛΑΟΣ ΛΕΕΙ: Ο ΠΡΩΤΟΜΥΡΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΚΛΑΣΤΗΣ» (από forum)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που έχει φύγει ένα τακ από το στάνταρ ούφο. Είναι απολύτως αλλού - είναι, δηλαδή, αλλούφο. Είναι δεδομένο ότι δεν προέρχεται από τον πλανήτη μας. Αλλά, είναι τόσο χαμένο στο διάστημα αυτό το άτομο που υπάρχουν βάσιμες υποψίες ότι και η επικοινωνία του με τον δικό του πλανήτη έχει διαταραχθεί.

Γιατί επέλεξε ο ποιητής να πει ότι αυτό το ούφο φοράει σκούφο; Μα, ακριβώς γιατί είναι ποιητής και δεν μπορούσε να αντισταθεί στην ομοιοκαταληξία. Εκτός κι αν είχε κατά νου τα στρουμφάκια.

Είναι δυνατόν κάποιος να είναι ακόμη πιο γεια σου; Η απάντηση είναι, ασφαλώς, ναι -και τότε το άτομο αυτό χαρακτηρίζεται ούφο με σκούφο και με φλογέρα. Φέρτε π.χ. στο μυαλό σας τον Ε.Τ., βάλτε του ένα σκούφο, δώστε του και μια φλογέρα - ε, για τέτοιο πράμα μιλάμε. Ένα στρουμφάκι (με φλογέρα) είναι καλή προσέγγιση.

Στην εκφορά της φράσης υπάρχει ένα savoir-faire. Σπανίως θα χαρακτηρίσουμε κάποιον ούφο με σκούφο και με φλογέρα απνευστί. Συνήθως, όταν ο συνομιλητής μας πει ότι κάποιος είναι ούφο εμείς θα υπερθεματίσουμε λέγοντας ... με σκούφο ... και αυτός θα υπερθεματίσει εκ νέου προσθέτοντας ... και με φλογέρα!.

Εν κατακλείδι, στην ερώτηση «γιατί με φλογέρα;» η μόνη ενδεδειγμένη απάντηση είναι «αυτό δεν είναι μια φλογέρα».

- Τι είπε ρε πάλι το άτομο ... Μας κούφανε ...
- Ε, τι περιμένεις ... αφού είναι γνωστό ούφο ...
- Ούφο με σκούφο ...
- Και με φλογέρα ... ό,τι νάναι...

Στρουμφ με φλογέρα 3 (από poniroskylo, 15/07/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται, όπως είναι προφανές, για να μας δείξει με επιβλητικό -ως και λυρικό (εφόσον υπάρχει ομοιοκαταληξία)- τρόπο το τεράστιο μέγεθος των οπισθίων μίας γυναίκας. Αν μάλιστα μπούμε στη διαδικασία ανάλυσης της φράσης, καταλήγουμε στο ότι χρησιμοποιείται για την περιγραφή του πρωκτού και μόνο (παρ. 2). Μολαταύτα συνήθως αναφέρεται στο σύνολο της οπίσθιας επιφάνειας.(παρ.1)
Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να γίνει χρήση της και για άντρες.
Παρόμοια έκφραση είναι και η: «Το δεξί της κωλομέρι είναι σαν το Κρυονέρι» και θα συμφωνείτε ότι είναι τουλάχιστον ανάλογου λυρικού ενδιαφέροντος έκφραση.

  1. -Πωωω, κοίτα γκομενάκι που περνάει... -Τι να σου πω; Πάντα στον κόσμο σου. Ρε βλέπεις μπροστά σου; Η κοπελιά έχει ένα κώλο που χωράει τον κόσμο όλο. Έλεος πια!

  2. - Ρε η Κατερίνα ... έχω μάθει πολύ πιπόζα κοπελίτσα.
    - Και πιπόζα και πρωκτόλαγνη και απ΄όλα...
    - Σώπα ρε τύπε...
    - Ρε λέμε έχει φάει πολύ πέος στον κώλο η κοπέλα.
    - Μάλιστα... έχει έναν κώλο που χωράει τον κόσμο όλο πλέον έτσι;

Τους τρακόσιους του Λεωνίδα και βάλε. (από Galadriel, 07/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πασπαρτού (passe partout):
Αναφέρεται ως το κλειδί που ταιριάζει και ανοίγει κάθε κλειδαριά.
Στη μεταφορική χρήση του όρου, μπορούν να ενσωματωθούν οι παραπάνω ιδιότητές του.
Έτσι, ως πασπαρτού θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τον άνθρωπο ή την κατάσταση που μπορεί να αποτελέσει το κλειδί για πρόσβαση σε μη προσβάσιμους χώρους. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε δηλαδή τον κατάλληλο άνθρωπο ή την κατάλληλη κατάσταση που χρειάζεται για να ανοιχτούν πόρτες που παραμένουν ερμητικά κλειστές για το ευρύ κοινό.

  1. - Θέλω να αναλάβω ρε γαμώτο μια υπεύθυνη θέση στην εταιρεία μου, αλλά μου λείπει ο άνθρωπος πασπαρτού.

  2. - Ο γάμος του με την κόρη του Δημητρόπουλου του εφοπλιστή αποτέλεσε το πασπαρτού για να γίνει διευθυντής στην επιχείρηση του πεθερού του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σώγαμπρος.

- Φιλαράκι, απ' τα μέρη μας είσαι; Δεν σ' έχω μπανίσει άλλη φορά εδωχάμου.
- Μπα, ερωτικός μετανάστης είμαι από πάνω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified