Further tags

Με πιο αργό τρόπο δεν γίνεται. Δεν αναφερόμαστε φυσικά στην καθυστέρηση των Ρώσων, αλλά ούτε στην διανοητική, πιο γνωστή ως κατελισμός. Είναι το ύστατο στάδιο αργοπορίας, κούρασης και όλα τα συναφή. Τα παραδείγματα θα σας δώσουν μια πιο καθαρή εικόνα.

  1. -Πωω ρεπστ μου! Αν είναι δυνατόν! 40 λεπτά καθόμαστε και ακόμα να περάσει το 046;! Πιο αργά και από την καθυστέρηση πάει!!!
    -...Live your myth in Greece...

  2. -Συγνώμη! Κοπελιά! ... Έχει περάσει μισή ώρα από τότε που παραγγείλαμε εκείνα τα σουβλάκια. Κόκκαλα έχουν;
    -Εεε κοιτάξτε, έχει πολύ εεε δουλειά το εεε μαγαζί καιιιι...
    -Άσ'το. Τι να πεις και εσύ καημένη; Όλοι εδώ μέσα είστε πιο αργοί και από τη καθυστέρηση...

  3. (Κουβεντούλα κοριτσιών)
    -Χθες μου έτυχε ένας...άσε...πιο αργός από την καθυστέρηση ο τύπος!

(από xalikoutis, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά σκληρή παιδική έκφραση κατά αδέξιου ή αργόστροφου παιδιού. Χρησιμοποιείται ιδίως στα αθλήματα, σε περίπτωση απρόσμενης αστοχίας σε εύκολο στόχο ή καθυστέρησης στην κατανόηση συνθηματικών εκφράσεων.

Προέρχεται από το αρκτικόλεξο Π.Ι.Κ.Π.Α. = Πατριωτικόν Ίδρυμα Κοινωνικής Αποκαταστάσεως & Αντιλήψεως, (1914 - 2003), που στόχο είχε κυρίως την αποκατάσταση και μέριμνα παιδιών με ειδικές ανάγκες.

Δηλαδή η έκφραση σημαίνει ούτε λίγο-ούτε πολύ: Είσαι καθυστερημένο!

Συνώνυμα: Άγαρμπο, καθυστερημένο, παράλυτο, ημιπλήγας, παραπλήγας, μαλακιασμένο, παπαρόμπεης, παλτό, μηναρόμπεης, κουλό, κουλομαρία, κουλαρία, κουλαμάρα, σαπατελό, μανταλάκια, παρμένο, αφαιρεμένο, άμπαλο, παρμενίων, ερείπιο, σαπάκι κ.τ.λ.

Ας θυμηθούμε και παλιό σχολικό πείραγμα, όπου πρότεινε η παρέα σε αφελή συμμαθητή, να προφέρει την ερώτηση «πού με πάει το πουλμανάκι;» με τη γλώσσα του κολλημένη στον ουρανίσκο, οπότε η απάντηση δίνονταν ατάκα και ομαδόν: «Στο Π.Ι.Κ.Π.Α.!»

Για άλλη μια φορά, αποδεικνύεται οτι ουδέποτε τα σχολιαρόπαιδα υπήρξαν ούτε άδολα ούτε τρισχαριτωμένα, βλ. βασανιστήρια σε ζωάκια π.χ. καλάμι στον κώλο βατράχου και φούσκωμα ως να σκάσει, αφαίρεση φτερών μύγας ή χωνάκι στον κώλο της (!) κλείσιμο σφήκας σε μπουκάλι, πετάλωμα γάτας, ντενεκέδες στην ουρά σκύλων, επιθετικότητα στους σωματικά ή ψυχικά ασθενέστερους (βλ. Lord of the Flies του William Golding 1954 – σινεμεταφορά του Peter Brook 1963), ανταγωνισμός και επίδειξη λόγω κοινωνικών και ήδη εθνοτικών διαφορών, που κυμαίνονται μεταξύ προνομιακής κατοχής σάκας «Χατζηγιάννης» και σούπερ κασετίνας και μέχρι το σημερινό λεγόμενο school bullying και τον Άλεξ στη Βέροια.

Ώστε, η Πάνια δεν μας ήρθε ουρανοκατέβατη...

  1. - Παίρνω στην ομάδα μου το Χρήστο και το Γιάννη. Εσύ πάρε όποιους θέλεις.
    - Σοβαρά; Κι εγώ τί θα' χω τότε ρε φίλε, που μου' χεις αφήσει εδώ πέρα όλο το πίκπα;

  2. - Καλά ρε, έχασες το γκολ με κενή εστία;
    - Αφού γλίστρησα...
    - Τί πίκπα είσαι συ ρε παιδί μου!

(από xalikoutis, 24/08/09)(από johnblack, 24/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εύκολη γκόμενα.

- Καλά, με την πρώτη του 'κατσε η Μαρία;
- Αφού σου είπα, είναι plug-n-play η γκόμενα!

(από ironick, 25/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τεχνικούρα χρησιμοποιείται για να δηλώσει την υπερβολική χρήση τεχνικής ορολογίας και επαγγελματικής-τεχνικής ιδιολέκτου αναφορικά με θέματα που ενώ θα μπορούσαν να εξηγηθούν ή να περιγραφούν με πιο απλό και κατανοητό απ' όλους τρόπο, εν τέλει απλά αφήνουν το κοινό με ερωτηματικά πάνω από το κεφάλι τους. Επίσης, η τεχνικούρα χρησιμοποιείται αναφορικά με θέματα που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, τις οποίες και κατέχει ο εκάστοτε ειδικός του τομέα. Τέλος, παρατηρείται η χρήση του όρου ως επιθετικός προσδιορισμός αποκλειστικά αρσενικού γένους για ανθρώπους που συγκεντρώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Η τεχνικούρα είναι παρεμφερής και εν μέρει συνώνυμη της μπολικούρας, με μία όμως ειδοποιό διαφορά: Η τεχνικούρα είναι εξεζητημένη μεν, αλλά δεν ξεφεύγει ποτέ (ή μάλλον σχεδόν ποτέ) από το συγκείμενο, οπότε με αυτή την έννοια δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ανούσια. Αυτό όμως δεν κρύβει τα ενίοτε άκρως ελεεινά κίνητρα του τεχνικούρα, τα οποία δεν είναι τίποτε άλλο από την επίδειξη γνώσεων, την τεχνοκρατική του ποζεριά και εν τέλει το ατελείωτο ψώνιο του.

Βέβαια, υπάρχει και το σπάνιο είδος ανθρώπων οι οποίοι παρουσιάζουν μία εμφανή και ειλικρινή αδυναμία να εκφραστούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο. Αυτούς τους άδολους τεχνικούρες η κοινωνία θα πρέπει να τους αγκαλιάσει με συμπόνια και κατανόηση... χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι με αυτό τον τρόπο θα γίνουν πιο δημοφιλείς.

Τελικά, όπως είχε πει και ο τρισμέγιστος Μπουκόφσκι, «μεγαλοφυΐα είναι να λες εξαιρετικά δύσκολα πράγματα με εξαιρετικά απλό τρόπο», δήλωση με την οποία θα συμφωνήσει ο κάθε μαθητής, φοιτητής, αναγνώστης, ερευνητής, και γενικά ο κάθε ένας από εμάς που αναγκάζεται να ζητήσει την βοήθεια ειδικών για να αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα που προέκυψε...

  1. Πάω που λες να πάρω ένα λάπτοπ και έρχεται ο πωλητής και μ' αρχίζει στις τεχνικούρες... Κάτι επεξεργαστής Intel Menlow Atom Z530 (1.6 GHz) με 512KB L2 cache στα 533 MHz οθόνη 13,4'' WXGA TFT LCD, Glare Type με LED backlight και ανάλυση 1366 x 768 μνήμη 2048MB (1 x 2048MB) DDR2 και σκληρό 250 GB SATA και τα' καψα όλα... Ευτυχώς που μία πελάτισσα τον διέκοψε να τον ρωτήσει κάτι και την έκανα μ' ελαφρά πηδηματάκια...

  2. Ρε συ, τι λέει πάλι εδώ; Δεν βγάζω άκρη με αυτές τις τεχνικούρες. Τ' είναι ο παλινδρομικός αναδευτήρας 4000/356 στα 500 rpm;
    — Εμ αφού πας και ψωνίζεις κινέζικα...

  3. — Πώς τον βλέπεις σαν κιθαρίστα;
    — Καλός είναι μωρέ, αλλά και μπολικούρας και τεχνικούρας. Χίλιες φορές John Lee. Παίζει μία νότα και σε στέλνει καρφί στο μπαρ για ένα ακόμη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση υπονοεί τον γκαντέμη.
Δεν είναι κάποια γκόμενα η λιλή. Είναι η Ντάμα μπαστούνι! Και ναι, είναι από το χαρτοπαίγνιο, τις «κούπες». Το οποίο γνώρισε την αναγέννηση στον καιρό του διαδικτύου. Η «λιλή» ή «κούπες», παίζονταν στα καφενεία 30 χρόνια πριν. Στο συγκεκριμένο παιχνίδι, αυτός που μένει με την ντάμα μπαστούνι -ή την κερδίζει στην χαρτωσιά- ουσιαστικά είναι ο χαμένος, μια και το συγκεκριμένο χαρτί μετράει για 13 πόντους. Και για την ακρίβεια «μένω με τη λιλή» σημαίνει ότι μου μοιράστηκε η ντάμα μπαστούνι και δεν μπόρεσα να την ξεφορτωθώ κατά την διάρκεια του παιχνιδιού.

- Πάμε να ρίξουμε ένα τζόκερ, έχει τζακ-ποτ.
- Μαζί σου όχι, εσύ μένεις με τη λιλή κάθε απόγευμα στο καφενείο! θα πάμε χώρια!

(από electron, 12/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιπαιχτικός όρος, για τσούρμο ανθρώπων που βρίσκονται κάπου, και για τους οποίους δεν τρέφουμε καμία απολύτως εκτίμηση.

Παλιά έκφραση, η οποία ξεκίνησε ως κάτι άλλο (την έλεγαν υπηρέτριες, ή μάγκες, σε ελληνικές ταινίες, δείχνοντας την έλλειψη παιδείας), και στον δρόμο έφτασε να υπονοεί την απαξίωση προς κάποιους «δήθεν».

- Ποιοι θα είναι το βράδυ στης φίλης σου που μας κάλεσε;
- Κάτι συμμαθητές μας από το κολέγιο, ο αδελφός της με τη γυναίκα του, και ο εφοπλιστής ο ξάδελφός της.
- Μιλάμε για υψηλά προσώπατα! Μήπως να κάνω μπάνιο, και να αλλάξω και σώβρακο, παρότι δεν είναι Σάββατο;
- Κρύε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φάλτσος (είτε λόγω απειρίας είτε λόγω γηρατειών) ιεροψάλτης.

Ο βυζαντινοφωνίξ είναι ο ιεροψάλτης που σε ξυπνάει βάναυσα τις (πολύ) πρωινές ώρες της Κυριακής αν τύχει και μένεις κοντά σε εκκλησία, ή αν η τοπική εκκλησία διαθέτει και ευλογημένα εξωτερικά μεγάφωνα. Οι ήχοι του βυζαντινοφωνίξ είναι τόσο πλάγιοι που κοντεύουν να πέσουν κάτω, και στο άκουσμα τους ο μαρμαρωμένος βασιλιάς ξυπνάει όχι για να πάρει την Πόλη, αλλά για να πάρει τον πούλο και να ζητήσει πολιτικό άσυλο ως έκπτωτος μονάρχης.

Η ονομασία βυζαντινοφωνίξ προέρχεται από τον Κακοφωνίξ, βασικό χαρακτήρα / σύμβολο της απανταχού φαλτσαδούρας και - σύμφωνα με κάποιος κύκλους - πρώτο αυθεντικό χεβιμεταλλά στην ιστορία της ένατης τέχνης. Οι ιστορικοί της τέχνης δεν έχουν ακόμη αποφανθεί για το ορθόν της άποψης.

  1. Με ξύπνησε ο γαμημένος ο βυζαντινοφωνίξ χτες το πρωί και του' συρα όχι απλά καντήλια, αλλά ολόκληρο μαγαζί εκκλησιαστικών ειδών... μα είναι πράγμα αυτό, από τις έξι το πρωί να ακούω τις άγιες γκαρίδες του;

  2. Ρε αυτός είναι τόσο βυζαντινοφωνίξ που ψέλνει και αναχαιτίζει τούρκικα μαχητικά πάνω απ' τα Τρίκαλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική έκφραση προς άτομο που έχει άκρες στην εκάστοτε «εξουσία» ή την εύνοια της «εξουσίας», π.χ. αν έχει πουλήσει κάποια εκδούλευση.

1) (Από την ταινία «Της Κακομοίρας», ο Ζήκος διαπληκτίζεται με την κυρα-Δέσποινα)

- (κΔ) Βρε, πρέπει να ξέρεις ότι όταν λείπει ο κυρ-Παντελής εσύ είσαι υπεύθυνος εδώ μέσα, το ξέρεις;
- (Ζ) Και σένα τι σε νοιάζει μπορώ να μάθω;
- (κΔ) Με νοιάζει και με κόφτει, και για το μαγαζί και για τον κυρ-Παντελή, και πρόσεξε καλά κακομοίρη μου, γιατί έτσι και κουνήσω το μικρό μου δαχτυλάκι, σε αρπάζει ο κυρ-Παντελής απ΄ το γιακά και σε στέλνει πίσω στο κατσικοχώρι σου!
- (Ζ) Βέβαια, θα με στείλει οπωσδήποτε διότι εσύ τώρα, βλέπεις, έχεις και τα μέσα…
- (κΔ) Μέσα;
- (Ζ) Είσαι άνθρωπος της κυβερνήσεως!
- (κΔ) Ποιας κυβερνήσεως βρε;
- (Ζ) Κατόρθωσες και τελείωσες το συνοικέσιο του αίσχους, βλέπεις, γι΄ αυτό!

2)- Ρε σειρές, ποιος έχει έξοδο σήμερα για να πάμε για μπίρες; Είμαι καθαρός απόψε.
- Πάλι καθαρός Τσατσόπουλε; Εμ, τώρα πια βλέπεις είσαι άνθρωπος της κυβερνήσεως…
- Τις λες ρε;
- Εγώ τι λέω, αφού από τότε που του κάνεις τα κομπιουτερίστικα του Υπόδικα βγαίνεις κάθε τρεις μέρες καθαρός και εμείς μια φορά την εβδομάδα κι αν…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναυτική αργκό για άπαρτο μπάζο ή για σμήνος σβούρων.

Προέρχεται από το αρκτικόλεξο Όρμος Παροπλισμένων Πλοίων, του Πολεμικού Ναυτικού, όπου μισοβουλιάζουν κάτι ρημαδιασμένοι κι αναξιόπλοοι σκυλοπνίχτες, μέχρι να βρεθεί τριτοκοσμική χώρα που θα ζητήσει να τα αγοράσει, (όπως κάναμε κάποτε κι εμείς με τα Λίμπερτυ)!

Εννοείται ότι τα σκάφη έχουν απογυμνωθεί από χρήσιμο εξοπλισμό, από τους αετονύχηδες πιλάφαρους, που τον πουλάνε όξω.

- Όπα, να και τα μωράαααα! Τί λες, τα χτυπάμε;
- Ποιά ρε; Τα ο.π.π.; Καλά γκαβός είσαι; Πόσον καιρό έχεις να γαμήσεις;
- Πολύ φίλε...
- Ε καλά, τότε πάμε, να βελτιωθεί κι η όρασή σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση αποδοχής μεγαλείου, σαν να δηλώνω είμαι / είσαι τιτανοτεράστιος...

Βεβαίως έχει ξεκινήσει από το ποδόσφαιρο, και αναφέρεται στις δεκαετίες προ του '90 (που τα νούμερα στις φανέλες έφταναν μέχρι το 11, όσοι ήταν και οι ποδοσφαιριστές). Τότε ο μπαλαδόρος της ομάδος, αυτός που έκανε παιχνίδι, ο πίσω από τους επιθετικούς, λεγόταν και δεκάρι. Και συνήθως φόραγε και την μπλούζα με το νούμερο 10. Και, μιας και ήταν συνήθως και το μεγάλο όνομα, ήταν και αρχηγός. Με λίγα λόγια, ο άρχων της ομάδος. Τα πολλά συνήθως, έχουν να κάνουν με το ότι δεν ήταν νόμος. Επίσης το δέκα, αναφέρεται και στην θέση αλλά και στην φανέλα.

Μεγάλα δεκάρια και αρχηγοί (φόραγαν και το νούμερο 10 στη φανέλα) ήταν ή είναι: Πελέ, Μαραντόνα, Πλατινί, Δομάζος, Πούσκας, Τόττι, Κακά (με την εθνική). Οπότε καταλαβαίνετε γιατί οι ποδοσφαιρόφιλοι σλάνγκισαν την συγκεκριμένη έκφραση και για άλλες περιπτώσεις, εκτός ποδοσφαίρου.

Να σημειωθεί για την ιστορία, ότι υπάρχει και μία βαθμίδα ακόμη στο εύρος της έκφρασης και είναι η ακόλουθη: και δέκα και αρχηγός, στην εθνική Βραζιλίας. Δηλαδή, τιτανομέγιστος απο τους τιτανοτεράστιους (γιατι έχεις αφήσει και στον πάγκο καμιά δεκαριά παιχταράδες, που σε άλλες εθνικές θα ήταν και δέκα και αρχηγοί.

-Τι σουξέ, ρε ο Γιωργάκης αυτό το καλοκαίρι! Φτου να μην το ματιάσω. Έχει γαμήσει τη μισή Στοκχόλμη και κατηφορίζει προς Κοπεγχάγη μεριά.
-Παίζει τρελή μπάλα, δεν προλαβαίνει να σκοράρει και μοιράζει και πάσες σε μας. Προχθές με πήρε να βγούμε, γιατί η δικιά του ήθελε να φέρει και την κολλητή της και το κάψαμε. Δικαιωματικά και δέκα και αρχηγός!! Τρελός μπαλαδόρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified