Further tags

Περιγράφει καταστάσεις βέλτσιστου παπαρολογισμού ή εκδηλώσεις ακραίου τιραμισουρεαλισμού όπου τα πάντα φαντάζουν μπλε και εντελώς κουκουρούκου.

Βλ. επίσης: τρεις τον πούτσο κλαίγανε, αρχίδια - μύδια, άρτσι μπούρτσι και λουλάς, αρχίδια - μάντολες, παπαραλήρημα, παπαριές καμαρωτές, κ.α.

Σλανγκασίστ: Eltsiko

- Ένας αμερικανός φίλος. Ο ύπνος ο ίδιος. Μεγάλη λέει δημιουργία του Βέντερς και κουκουρούκου μανταλάκια. Ασυνάρτητο, άνευρο, άοσμο και βαρετό. Με μεγάλη, πολύ μεγάλη, πάρα πολύ μεγάλη διάρκεια… Κρίμα και είχε ωραίο σενάριο στα χέρια του.
(από εδώ)

- Κουκουρούκου μανταλάκια έγινε ο εγκέφαλος μου από τον μίνι καύσωνα. Το μίνι μας μάρανε. Χάθηκε ένας καύσωνας κάτω απ΄ το γόνατο; Σε μήκος Chanel;
(από εδώ)

- Να βλεπεις τα πραγματα αντικειμενικα. Κουκουρουκου μανταλάκια. Ειμαι υποκείμενο και όχι αντικείμενο. Εχω παιδεια, ιδιοσυγκρασια, παραστάσεις, προσωπικότητα και εμπειρία. Από κει πηγάζει η κρίση μου αλλα και ολων των ανθρώπων. Δεν υπαρχει κανεις αντικειμενικος και ουτε προκειται να υπαρξει. Ποτε. Το μονο που είναι πιθανο είναι να βλεπεις τα πραγματα σφαιρικά.
(από εδώ)

(από nick, 09/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του «ο τολμών νικά», στο χώρο της σλανγκ. Αφορά τολμηρούς σλανγκιστές, που καταπιάνονται με λήμματα που δεν είναι τόσο υποσχόμενα, αλλά με μια μαεστρία καταφέρνουν να τα κάνουν να λάμψουν. Και όταν λέμε όχι τόσο υποσχόμενα, εννοούμε όρους τετριμμένους ή μη, που ακροβατούν μεταξύ σλανγκ και μη σλανγκ. Προσοχή στον τονισμό!!!

Απο Δημόσιο Πρόχειρο
πλατφόρμα
(Είδος γυναικείου παπουτσιού. Λήμμα που δεν προσφέρεται για πολλά αστεράκια, επομένως ζητείται κατά προτίμηση σλανγκίστρια με ισχυρό αίσθημα καθήκοντος και αυταπάρνηση. Λεξικογραφημένες χρήσεις εδώ.)
πασσαδόρος: παστίς, σλανγκών η ιρονίκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδιωματική έκφραση από την Ήπειρο. Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει δυο άτομα αρσενικού γένους με τα εξής χαρακτηριστικά: είναι αδαείς, ατσούμπαλοι και ατζαμήδες. Οι πράξεις τους είναι εκτός τόπου και χρόνου και οι χειρισμοί τους ακυρώνουν οποιαδήποτε πιθανότητα είχαν να πετύχουν τον σκοπό τους. Ενδιαφέρουσα η δυναμική που αναπτύσσεται όταν, όχι ένας, αλλά δυο ατζαμήδες συγχρόνως αφήνουν τις δεξιότητές τους ελεύθερες να αναπτυχθούν, με απρόβλεπτες συνέπειες επί δικαίων και αδίκων.

Η έκφραση είναι σχεδόν αποκλειστικά δηλωτική της κινήσεως ή της αφίξεως. Η ετυμολογία της άγνωστη, προφανής όμως η εθνική προέλευση των ηρώων της, Yusouf και Jamal. Συνειρμικά οι δυο τους παραπέμπουν στον Φίλιππο και τον Ναθαναήλ ή ακόμα στον τέντζερη και το καπάκι του.

Το «Τζ» του Τζαμαλή ασφαλώς δασύ, ηπειρώτικο.

  1. Ξεκινήσανε οι δυο τους Κυριακάτικα, σαν ο Iσούφης με τον Τζαμαλή, να πάνε στην Εφορία να καταθέσουν τη Δήλωση.

  2. Τι μου 'ρθατε πρωινιάτικα επίσκεψη, σαν ο Iσούφης με τον Τζαμαλή; Δεν βλέπετε που 'χω δουλειά;

(από nord, 09/09/09)(από nord, 10/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση της οποίας ο αποδέκτης είναι άτομο που η ευπιστία του τσακίζει κόκαλα. Η εξήγηση προφανής.

- Έλαβα λέμε τα ενημερωτικά φυλλάδια από το Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ, δεν σου λέω τίποτα: οι μισοί Καθηγητές είναι Νομπελίστες, παίρνεις σε δυο χρόνια Διδακτορικό, είναι στα top ten στον κόσμο και οι απόφοιτοι του κονομάνε τρελά λεφτά.
- Καλά ρε μαλακα, άμα σου αλευρώσουν ένα κρεμμύδι και στο δώσουν για λουκούμι, εσύ να το φας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που λέγεται όταν είσαι αραχτός, σε κανα καφενείο, ή σε παραλία, ή σε μπαράκι, και βλέπουν τα μάτια σου κάτι που σε ξελιγώνει αλλά δεν τό' χεις, δεν τό'χεις... Περιορίζεσαι λοιπόν στο να μονολογήσεις ή να πεις στον διπλανό σου ή (αν έχεις το απαιτούμενο θάρρος / θράσος) προς το αντικείμενο του πόθου: «Αυτά είναι, φίλε μου, βλέπεις;», με συνώνυμα τα έεετσι!, σωραίος, κλπ, με συμπλήρωμα το «Ω ρε μάνα μου» ή το «τσ-ξςςςς!...» και με βαθύτερη έννοια το «'Ε ρε και νά 'χα τη χάρη σου μπαγάσα... (Θα ήμουν ο πιο γαμάω απ' όλους σας, κλπκλπ)».

Έκφραση βαυκαλισμού ή μεμψιμοιρίας ή μαγκιάς. Εξαιρετικά διαδεδομένη.

  1. Περνά το πλοίο της γραμμής έξω από ένα νησί. Οι επιβάτες χαζεύουν το τοπίο και κολλάνε σε μια σπιταρώνα χτισμένη πάνω στην θάλασσα με δέκα στρέμματα γύρω της δικά της.
    - Αααυτά είναι, φίλε μου, βλέπεις; Αυτά είναι. Να τό' χα εγώ αυτό και σού 'λεγα μετά αν θα ταξίδευα με το πλοίο της γραμμής...

  2. Γέρος στο καφενείο. Περνάει η Λίλιαν απ' έξω.
    - Αααχ... Αυτά είναι μάνα μου, αυτά είναι. Συγχαρητήρια στον μπαμπά και στη μαμά...
    - Ουναμουχαθείς, σκατόγερε!

Got a better definition? Add it!

Published

Όταν η κακή διάθεση ή/και η οξύθυμη συμπεριφορά κάποιου είναι δυσανάλογη προς τα αίτια της δυστοκίας του: Κάποια μύγα τον τσίμπησε, ξύπνησε με τον κώλο ανάποδα.

Η έκφραση παραπέμπει στην malaise που προξενεί μια εσωτερικά φυόμενη τρίχα.

Βλ. επίσης: της κακιάς ψωλής και το μαλλί της φταίει.

- Λίλιαν: Τι έπαθε ο Πέρι και του έχει γυρίσει η τρίχα;
- Λάουρα: Είδε τον Πιερ να ρίχνει μπασκέτες με τον Καυλαγόρα και ένοιωσε κάπως.
- Δεν του ρίχνουμε δυο μουνιά να’ ρθει το παιδί στα ίσια του;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται από μεγάλους σε ηλικία συνήθως ανθρώπους για να εκφράσει την έκπληξη-θαυμασμό μας για κάποιο πρόσωπο που έκανε ή είπε.

Ο αετός (Accipitridae) είναι γνωστός για την εξυπνάδα του, την πονηριά του και γενικά είναι από τα ζώα που εμπνέουν θαυμασμό μαζί με αλεπούδες, αρκούδες κ.λπ.

Σημαντική από σλανγκική άποψη είναι και η έκφραση «αϊτός χωρίς φτερά», δηλαδή ο ανήμπορος, (γιατί τι να κλάσει ένα πουλί χωρίς φτερά;) ο καθηλωμένος. Μια καθαρότερη εικόνα θα σας δώσουν τα παρακάτω παραδείγματα.

  1. - Έλυσα 20 ασκήσεις στα μαθηματικά κατεύθυνσης...έχω λιώσει μιλάμε...
    - Άσε ρε! Αϊτός είσαι;;

  2. - Είχα πάρει τον δούκα και πήγα όλη την Αλεξάνδρας πορεία και...
    - Σώπα ρε τρελέ!!!! WOW!
    - ... και έφαγα τούμπα έξω από τη Γ.Α.Δ.Α. και με πήραν μέσα αυτόφωρα και δε συμμαζεύεται...
    - Αϊτός χωρίς φτερά δηλαδή...
    - Και χωρίς νύχια μη σου πω...;
    - Και χωρίς αρχίδια! χα χα!
    - Είπαμε! Ανάπηρος, όχι και πούστης!

  3. - Σκέτος αϊτός ο Ανέστης! Όλη μέρα δουλεύει για να ταΐσει τη χήρα τη μάνα του και τα αδέρφια του... Και έξυπνος κι όμορφο παιδί και τίμιος.
    - Σωστό παλικάρι..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φίλε έγινε φίλος. Και προσφάτως, κανά δυο χρόνια, έγινε φίλο. Συνήθως ακούγεται στη καγκουροσλάνγκ.

-Τι έγινε φίλο;
-Ας τα να πάνε, σκατά...

-Εεεεεεε, φίλο, που χάθηκες;
-Εγώ ή εσύ ρε φίλο; Κάτσε να τα πούμε.
-Εχω δουλειά ρε φίλο. Αλλη ώρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Παλαιά ιαχή της μαρίδας κατά αγριοπουστάρας στην παλιά Αθήνα.

Βέβαια, η Φτερού κι η Πάολα, που σύχναζαν στο «Καφέ Σπορ» κοντά στην Ομόνοια (όπως κι ο «Σωτηράκης» Μπέλλου), έβαζαν στη θέση τους τυχόν κουραδόμαγκες και τους βλάχους που τις έκραζαν.

Κάποιος θηλυπρεπής ντιστεγκές, καλούμενος από τον Φωτόπουλο να πάρει παραγγελία, αφού τον πέρασε για γκαρσόνι (φορούσε άσπρο κοστούμι με μαύρο παντελόνι), απήντησε με χάρη: Δεν θα μπορέσωωω!

Οι νεοέλληνες (όπως κι οι νεότουρκοι) αυτο-θεωρούνται πολύ άντρηδοι και σκώπτουν ανηλεώς τις αδερφές, αλλά τα φαινόμενα απατούν.

Αποκαλούν με θυμηδία «πούστηδες» τους Εγγλέζους, επειδή οι αδερφές στην Αλβιόνα κυκλοφορούν ελεύθερα, αλλά όλο σ’ αυτούς τρέχουνε για να σπουδάσουνε. Κατά την ίδια λογική, οι Εγγλέζοι θα πρέπει να είναι και ανάπηροι, αφού τα καροτσάκια μηδαμώς εμποδίζονται να κυκλοφορούν ισότιμα.

Καλύτερα να μην κατεβάσουμε κανα σεντόνι, με παράξενες ιστορίες για κωλοχανεία (τουρκ. κιουλ-χανέδες), τα κιοστέκια, τα ιτς ογλάνια, τα τσιμπούκ τσογλάνια των καπετανέων του βουνού (από Αντρούτσο μέχρι Βελουχιώτη), την μύηση στα επαγγελματικά ινσάφια (σινάφια) της καθ’ ημάς Ανατολής, ούτε και στα καφέ-πουστ της Ευρώπης, όπου μόνιμοι θαμώνες ήταν (και είναι) Ρωμηοί, Άραβες και Τούρκοι...

Εξ άλλου, οι εν Ελλάδι τραβεστί ιερόδουλες πολλαπλασιάζονται σήμερα σαν τα μανιτάρια, ενώ ο Άνταμ Σμίθ διετύπωσε την θεωρία προσφοράς – ζήτησης εδώ και τρεις αιώνες...

- Μαλάκες! Πουστράκι!
- Όοοοοοοοοοοααααααααααα! Πνίχτε τον με λουκουμόσκονη!

Ν. Ασιμος - Όλοι Δηλώνετε Ιδιότητα (από johnblack, 11/09/09)ο Ανδρέας, "η Φτερού" (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)ALOMA (από ΠΡΩΤΕΥΣ, 16/07/10)...έγραφε η "Αυριανή" για τον Μάνο Χατζιδάκι (από σφυρίζων, 04/10/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος από τον ιππόδρομο. Αναφέρεται στους χρόνους προπόνησης του αλόγου (συνήθως σε ρυθμό ρελαντί) σε αντίθεση με τους επίσημους χρόνους της κούρσας. Κάποιες φορές ο όρος χρησιμοποιείται και σαν συνώνυμος του «προπονείται» ή καλπάζει με σταθερό ρυθμό, αναφερόμενος πάντα σε άλογο ιπποδρόμου.

Ο όρος προέρχεται από το αγγλικό ρήμα «gallop», που σημαίνει καλπάζω. Και εξελληνίστηκε από τους αλογομούρηδες με την κατάληξη -άρω, όπως συνέβη με πολλά ξένα ρήματα, π.χ. ρεφάρω (που τέτοια τύχη), αριβάρω, σκαπουλάρω, ντουμπλάρω κ.ο.κ.

....... Αν σταματήσει ένα άλογο από τον ιππόδρομο για 10 μέρες δεν το βάζεις απ' ευθείας να τρέξει. Το αναλαμβάνει ο προπονητής, το γκαλοπάρει και το ελέγχει με τον τρόπο του για να δει εάν είναι έτοιμο να τρέξει. Σε περίπτωση υποτροπιασμού....

... Θα προτιμήσω δηλαδή χωρίς πολύ σκέψη ένα άλογο που γκαλοπάρει σταθερά, κάθε 8-10 μέρες για δυο μήνες με χαλαρές δουλειές από ένα άλογο που μου παρουσιάζει μόνο δυο γκάλοπς, έστω και αν το ένα από αυτά είναι πολύ δυνατό...

(από ιπποδρομιακούς ιστότοπους)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified