Γκόμενα 30+, MILF, εκ του mature.
Η μάνα του Βλάσση είναι τρελό ματσούρι σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επιφώνημα θαυμασμού για μεγάλα, εντυπωσιακά και χυτά βυζιά.
- Κοίτα τις βυζάρες της νάρας απέναντι!
- Όμιτζι, Βύζους Κράιστ!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Αυτός που έχει μικρό πέος.
Η Άννα δεν έχει πρόβλημα με τους μικροτσούτσουνους. Βασικά, δεν έχει πρόβλημα με κανέναν...
Βλ. και κοντοτσούτσουνος, ρεβιθοτσούτσουνος, τσουτσούνι. Ακόμη: -τσούτσουνος.
Got a better definition? Add it!
Άτομο που, εμφανισιακά, δεν κάνει για την τηλεόραση. Αλλά, βέβαια, βγαίνει στην τηλεόραση ή θέλει πάρα πολύ να βγει (γιατί αλλιώς δεν θα είχαμε λόγο να σχολιάσουμε). Αναφέρεται για τηλεοπτικούς παρουσιαστές - στην Ελλάδα ζεις - πολιτικά πρόσωπα, πάσης φύσεως μαϊντανούς και τη μεγάλη πλειονότητα των νεαρών/νεανίδων που συχνάζουν στις σχολές/εργαστήρια δημοσιογραφίας και Μου-Μου-Ε.
Κάποιες φορές το άτομο για το οποίο γίνεται το σχόλιο όχι μόνον απωθεί φατσικά αλλά δεν μπορεί να αρθρώσει και δυο λέξεις. Συνεπώς, καλόν θα ήτο να αποφεύγει κάθε επαφή με τα ηλεκτρονικά μέσα (δηλαδή και με το ραδιόφωνο). Στις περιπτώσεις αυτές, η πλήρης έκφραση είναι: «φάτσα για ραδιόφωνο και φωνή για εφημερίδα».
- Καλά ρε μαλάκα, πού τους βρίσκουν; Φάτσα για ραδιόφωνο, μου' χει σπάσει τα νεύρα. Πιάσε το ΤV-σβηστρόλ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η αντρογυναίκα, συνήθως αρρενωπή, ψηλή και υπέρβαρη. Μερικές φορές χρησιμοποιείται για την τσαούσα, δυναμική γκόμενα, που πιάνει τον ταύρο απ' τ' αρχίδια, γυμνασμένη, αθλήτρια.
Αρχετυπικές νταρντάνες είναι οι χωριανές που περνάνε τη μέρα στα χωράφια σκάβοντας και που παρότι έχουν 5 παιδιά, λόγω τρόπου ζωής δεν ασχολούνται με τη θηλυκότητά τους.
- Ρε ο Κώστας τα έφτιαξε με μπασκετμπολίστρια. Μια νταρντάνα μαλάκα, δίμετρη.
- Σοβαρά; Είναι καλή γκόμενα, ή του βγήκε «μητσάρας»;
Got a better definition? Add it!
Η νταρντάνα γυναίκα στα Καλιαρντά, θηλυκός Ηρακλής δηλαδή.
Καλέ ντίκα την ηράκλω. Τη τζινάβω για τζιβιτζιλού.
Got a better definition? Add it!
Ο πολύ κοντός άνδρας. Λέγεται και για γυναίκες.
- Κοίτα να δεις τη Λίτσα που πηδιέται με αυτόν τον κουβά. - Ας μην είχε φράγκα και θα σού 'λεγα...
Got a better definition? Add it!
Δεδομένου του ύψους και λεβέντικης κορμοστασιάς των μελών της προεδρικής φρουράς, η προσφώνηση «τσολιάς» ή για να ακριβολογούμε «τσολιά μου εσύ!» χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα ιδιαίτερα καλλίγραμμο δείγμα θηλυκού που ατενίζει τον κόσμο από το διόλου ευκαταφρόνητο ύψος του 1.80 (τουλάχιστον), αν και καταχρηστικώς χρησιμοποιείται και σε χαμηλότερα ύψη.
Got a better definition? Add it!
Κυρτό σπαθί που χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τους Τούρκους (βλ. εικόνα 1).
Για κάποιο λόγο που διαφεύγει της προσοχής μου, η εταιρεία καλλυντικών Caron θεώρησε σκόπιμο να ονομάσει έτσι μία κολόνια της την δεκαετία του '80 (βλ. εικόνα 2).
Το σχετικό διαφημιστικό σποτ έδειχνε την κατασκευή ενός γιαταγανιού και μία παθιάρικη και καλά φωνή έλεγε «Yatagan. Eau de Cologne irresistible. De Caron.» Ήταν θέμα χρόνου να γίνει η οπτικοακουστική σύνδεση και ο όρος «yatagan» να χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις μυτόγκες τύπου γιαταγάνι, [μπουγατσομάχαιρο] και Μορφονιός (βλ. εικόνα 3).
- Ωραίο παιδί ο Φώντας, δε λέω, αλλά το γιαταγκάν, πού το βάζεις;
- Ναι, σιγά ρε Μόνικα Μπελούτσι που σου πέφτει και λίγος.
Got a better definition? Add it!