Further tags

Είθισται να λέμε ότι κάποιος ή κάτι είναι αμφιβόλου ποιότητας, χαρακτήρα, προέλευσης κλπ. Για συντομία και από μαγκιά όμως, λέμε «αμφιβόλου» σκέτο, πράγμα που καθιστά την έκφραση ειρωνικότερη.

  1. - Έχεις φάει ποτέ σουβλάκι από κει;
    - Μπα, μου κάνει λίγο αμφιβόλου...

  2. - Γαμώ του άντρες ο Λεфτέρης.
    - Μμ, τον κόβω για αμφιβόλου...

  3. Τι είναι όλ' αυτά; Πάλι σήκωσες το ντέλι της γειτονιάς; Σου έχω πει εξακόσιες φορές ότι είναι αμφιβόλου αυτά που πουλάει!

Η Αγγελική Αμφιβόλου-Αβυσσαλέου (από Vrastaman, 30/11/10)

βλ. και γενική αντί ονομαστικής

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ντελικατέσεν έδεσμα ή κατάστημα. Συντόμευση κατά το μπίο.

Γουστάρω, άνοιξε ένα ντέλι στη γειτονιά, τώρα δεν χρειάζεται πια να γαμιέμαι να τρέχω στου διαόλου τη λελέ για να ψωνίσω μπινελίκια!

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Το γραφείο κηδειών (καλύτερο –άποψή μου– απ’ την καταχρηστική χρήση του πεθαμενατζίδικου).

  2. Οποιοδήποτε μέρος, μαγαζί, σημείο όπου εμπορεύεται θάνατος σε οποιαδήποτε μορφή (ντρόγκα επικίνδυνης καθαρότητας, ξίδια, μπόμπες, ψοφίμια σε βρώσιμη μορφή που δεν πέρασαν από έλεγχο –π.χ. τότε με τις τρελές αγελάδες και τις διοξίνες) αλλά και άσχημα σημεία σε δρόμους όπου γίνονται κόντρες μηχανόβιων.

  1. - Με βοηθάς κι έχω κολλήσει;
    - Τι ‘ναι;
    - Να μωρέ: οργανώνω τα εγκαίνια του θανατάδικου Χάρου και Μακαρίτη γωνία.
    - Και;
    - Τα ‘χω κανονίσει όλα: γκοθοστυλάκι ντεκόρ με πινελιές μωβ να σπάει το μονοχρώμ, μπίο κολυβοσνάκ σε αεροστεγή πακ, στη ρεσεψιόν μια μπάμπω νίντζα με διχτυωτό, λούπα το Αι γενεαί πάσαι, αλλά δεν έχω μοτοσλόγκαν για την καρτβιζίτ.
    - Το «Ανοίξαμε και σας περιμένουμε» σου κάνει;

  2. - Σαββατόβραδο στο φράγμα. Τι λες; Θα ‘χει καλά φράγκα. Κατεβαίνουν καναδυό φορτωμένα βλαχαδερά.
    - Εγώ στο θανατάδικο τη μάχα δε την πάω. Τράβα ‘συ να σε γυρίσουν τέσσερις, μαλάκα.

γκρι-σουρί διαφήμιση του τραγικόμικ μιας λεσβίας καρτουνίστριας (από sstteffannoss, 26/11/10)Θανατάδικο ΔΕΗ, όπως το είδε ο Marat. (από Galadriel, 25/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα γράμματα μέσα στη λέξη starbucks.

- Τι έγινε, τι θα κάνουμε σήμερα; - Δεν ξέρω, πάμε κανένα σού-μπού;

(από lef, 29/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ζώνη μιας πόλης που προορίζεται για διασκέδαση, με απανωτά μπαράκια, κλαμπάκια, καφέ, ταβέρνες, βρωμικάδικα, πατσατζίδικα, σκυλάδικα/ γαβγάδικα, ναμαγαπάδικα, πεθαμενάδικα, γαμάδικα και ό,τι.

Η διασκεδούπολη είναι κάτι μεταξύ θεματικού πάρκου τ. Ντίσνεϊλαντ και γκέτο. Καθώς τα νέα μπαράκια ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια (αντικαπνιστικού νόμου ένεκα) και δη σε περίοδο οικονομικής κρίσης, δεν υπάρχει χρόνος για να βιωθεί η ποθητή αυθεντικότητα, και η διασκεδούπολη γίνεται ένα συνονθύλευμα από πιτσιρικάδες κωλοπαιδίσκους, σου πήρα λουλούδια απ' τον Πακιστανό, τρεντόπουστες, γκεϊλλιτέχνες, συνταξιούχους ταβλομάχους και τουρίστες που συνωστίζονται όλοι στην παραλjία.

Πάσα: Jeanoir.

  1. Γκάζι. Επώνυμα clubs, εστιατόρια κάθε είδους, εναλλακτικά θέατρα, καρότσια με hot dog, trendy μπαράκια, gay στέκια. Μαγαζιά ανοίγουν, μαγαζιά κλείνουν, ενώ ο σταθμός του μετρό «ξερνάει» κατά κύματα ορδές πιτσιρικάδων που τριγυρνάνε σαν χαμένοι μέχρι να κολλήσουν εκεί που έχει τον πιο πολύ κόσμο. [...] Αυτήν τη στιγμή το Γκάζι δείχνει να κινδυνεύει από τον εαυτό του. Γιατί άλλο είναι μια αυθεντική γειτονιά διασκέδασης και άλλο ένα «θεματικό πάρκο» με πανομοιότυπα μπαράκια (και εδώ η ευθύνη του Δήμου είναι ορατή με τις ανεξέλεγκτες άδειες που έδωσε), τα οποία ανοίγουν το ένα δίπλα στο άλλο φιλοξενώντας κοινό τουριστικών διαθέσεων. [...] Ανάλογα παραδείγματα στο εξωτερικό δείχνουν πως τέτοιου είδους διασκεδουπόλεις, που φτιάχτηκαν χωρίς την πρέπουσα μελέτη (και τους περιορισμούς), εγκαταλείφθηκαν σύντομα από ανθρώπους με άποψη, μια κι έπαψαν πλέον να διασκεδάζουν σε τέτοιες συνθήκες. Για να το πούμε πιο απλά: «η φάση δεν έχει πλάκα πλέον».

(εδώ).

  1. Φυσικα η επιβεβαιωση αυτης της καταστροφης ειναι η Αριζονα, το υπογειο μπουζουξιδικο στο Λονδινο. Οταν με πας εκει, με δεδομενο οτι το κοντινοτερο που εχω φτασει σε μπουζουκια ειναι η διασκεδουπολη στη Θεσσαλονικη κοντα στο αεροδρομιο, δοκιμαζεις τη μαγκια μου σε επιπεδο Σορμπον ΙΙ. (εκεί).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανταστικό τοπωνύμιο που έχει ως σκοπό να δηλώσει χώρα εξωτική, απομεμακρυσμένη και πάνω απ'όλα υπανάπτυκτη. Μια χώρα παράδειγμα προς αποφυγήν.

Πιθανή ετυμολογία των συνθετικών της λέξης:

Γκουαλντα-: Αναγραμματισμός του «Guadal-», όπως αυτό συναντάται στα Guadalajara, Guadalcanal),

-μπουγκ-: Μάλλον τμήμα της στερεότυπης «κραυγής αγρίων», «ούγκα-μπούγκα»

-ντάλα: Ινδοπακιστανίζουσα κατάληξη όπως στα Ζιγκουάλα, Μαντουβάλα, Kerala.

«-Κοίτα κάτι πράματα! Ο γιος της Κυραμήτσαινας τελείωσε το διδακτορικό του στη Ζαμπονοκοπτική με Ποζιτρόνια σε μόλις δύο χρόνια και τώρα έγινε λέκτορας! - Σιγά τα ωά, κι' εγώ αν ήμουνα στο πανεπιστήμιο της Γκουαλνταμπουγκντάλας θα είχα έξι πτυχία να 'ούμε».

Ουτοπίες της καθομιλουμένης και της αργκό: Γκουαλνταμπουγκντάλα, Δρυμίκλανα, Ίφκινθος, Κουραδόκαστρο, Κωλοπετεινίτσα, Λέτσοβο, Σέκλανα, Τζιβιτζιλοχώρια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε σε εκφράσεις υπερβολής, όπως επίσης και σε σχόλια που θέλουμε να υπερτονίσουμε την «ανυπαρξία» και την τραγικότητα ενός άνθρωπου από άποψη ένδυσης, εξωτερικής εμφάνισης, αλλά και αντίδρασης σε κάποια κατάσταση!

  1. Ρε μλκ, τον είδες αυτόν με τη ροζ παντόφλα, δεν υπάρχει ούτε στο google το παλικάρι!

  2. Είδες την γκόμενα που πέρασε τί βυζάρες είχε; Δεν υπάρχουν ούτε στο google!!!!

Δεν γουγλίζομαι άρα είμαι ανύπαρκτος (με την καλή έννοια) (από Khan, 18/12/12)Κάποια βυζιά, ωστόσο, υπάρχουν στο Google, βλ. παράδ. 2. (από Khan, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιασοκωλείο.

Το ίδιο με το πιασοκωλείο, αλλά για τους γαλλόφιλους... Και κάνει και ρίμα με το μπουζουκλερί !!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified