Further tags

Χαρακτηρισμός μιας άκρως βαρετής καταστάσης, πληκτικής και κοψοφλεβίτικης φάσης, που λίγο πολύ έχουμε όλοι μας συναντήσει. Θα μπορούσε να χαρακτηρίσει και μια κακή ταινία.

Ξενερουά ματ: δίνουμε έμφαση στην ξενέρα, όταν μάλιστα ακολουθείται από απανωτά και όχι τόσο ευχάριστα γεγονότα!

  1. Κόντεψε να με πάρει ο ύπνος στο σινεμά, ξενερουά ματ η ταινία, άσε που μετά με τραβολογούσαν από τις καφετέριες στα μπαράκια.

  2. Η συνάντηση παλιών συμμαθητών ήταν ότι πιο ξενερουά, ήμασταν ό,τι να 'ναι, σαν άγνωστοι, σαν χαμένοι συγγενείς. Βαρέθηκα τη ζωή μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οφ-ρόουντ πίστα, οριοθετημένη με πορτοκαλί (συνήθως) κορδέλα.

Η χαρά των αυτομοτοκροσάδωνε, των εντουράδωνε και των πάσης φύσεως λασπομηχανάδωνε.

1.
στην εκκίνηση αλλά και μέσα στην κορδελιασμένη, σε κάνουν να νιώθεις παγκόσμιος, γλίτσα-τσουλήθρα στην αρχή, λασπωμένο χορτάρι, μετά περάσματα από το ποτάμι...

2.
Στον χώρο του τερματισμού ήταν η EXTREME ειδική η οποία ήταν προαιρετική για τους αναβάτες. Η κορδελιασμένη διαδρομή της, ήταν η ίδια που χρησιμοποιήθηκε και στο enduro-δικείο στην οποία προστέθηκαν εμπόδια από κορμούς και λάστιχα.

3.
Οι 190 αναβάτες enduro αψήφησαν την ζέστη και «δοκίμασαν» την τύχη τους σε μια απολαυστική αλλά και απαιτητική διαδρομή 51 χιλιομέτρων που ήταν μικρογραφία αγώνα enduro, με περάσματα από ξεροπόταμους, σαθρά ανηφορικά, σκεπαστά κατηφορικά, βράχια, κορμούς και ρίζες, ενώ στο μέσο της διαδρομής υπήρχε κορδελιασμένη «ειδική διαδρομή».

4.
- κορδελιασμένη ή χωρίς ;
- κορδελιάρα κορδελιάρα :msn-wink:

Κορδελιάρα διαδρομή (από σφυρίζων, 21/02/14)Κορδελιασμένη Καλαμπάκα (από σφυρίζων, 21/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως γράφει κι αλλού, κυριολεκτικά σημαίνει στολίζω κάποιον με την ιαχή άι σιχτίρ: άντε γαμήσου δηλαδή (για τους συμβατικούς ετυμολόγους), ή σε οικτίρω (για τους εσπεριδοειδίζοντες).

Πέον όμως να καταγραφεί και μια διαφορετική νυάνς του το λήμμαν αποκτά στον αόριστο χρόνο: σιχτίρισα σημαίνει απηύδησα, έγκωσα, χτύπησα μπιέλα, έβγαλα φλύκταινες εξαιτίας κάποιας κωλοσιχτιροκατάστασης. Το ότι έφτασα και στο σημείο να αναφωνήσω σιχτίρια δεν είναι παρά δευτερογενές σύμπτωμα.

1.
ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ EΒΔΟΜΑΔΑ ΠΟΥ ΣΙΧΤΙΡΙΣΑ ΝΑ ΠΕΤΑΩ

2.
Τη μία είχε κατάθλιψη το ζιγκλέρ και δεν έπαιρνε μπρος, την άλλη δάκρυζε η τσιμούχα, την τρίτη πόρδιζε η φλάντζα, ε, όσο και εάν την αγαπούσα κάποτε κουράστηκα, σιχτίρισα. Η Norton αποστρατεύτηκε με δόξα και τιμή, κι επειδή η τιμή τιμή δεν έχει, δεν την πούλησα ποτέ, την έχω ακόμη και τη βλέπω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως μπουχτιστικό ορίζεται κάτι που είναι πολύ χορταστικό και χρησιμοποιείται κυρίως για φαγητά αλλά και για μία κουραστίκη κατάσταση.

Εχθές έφαγα ένα πολύ μπουχτιστικό τοστ.

Got a better definition? Add it!

Published

Η Ελλάδα άκα Ελλαδιστάν ως μια χώρα γραψαρχίδηδων, που κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για τίποτα, αλλά όλοι ρίχνουν το μπαλάκι ο ένας στον άλλο και κυρίως στους πιο αδύναμους. Μια χώρα μπάχαλο, όπου δεν δουλεύουν οι θεσμοί.

  1. Οι αρχαίοι Έλληνες φτιάξανε τον άριστο, οι φεουδάρχες τον ιππότη, οι αστοί τον τζέντλμαν, οι μεταδικτατορικοί ρωμιοί έφτιαξαν τον γαμάω. Στα παπάρια του. Κατάντησε την πιο ωραία και ιστορική χώρα ένα γραψαρχιδιστάν. (Μανώλης Ρασούλης έφα).

  2. Αν ειναι δυνατον!!!...τι γραψαρχιδισταν ειναι τουτο,λιγη οργανωση στο χωρο του αγαλματος...παιδια σκυλια ποδηλατα,απαραδεκτος ο τοπικος αρχων,σχεδον πεταξε τον κοτινο στο Γαλλο.....οργανωθειτε λιγο μωρε!!!!!!!!!!!! (Εδώ).

  3. Το όραμά του ήταν και είναι να καπελώσει τα πάντα και να παρουσιαστεί ως ο εθνικός μεγιστάνας (ρε τον Σαμουήλ!) πασών των πολιτιστικών μας περιουσιών. Στο Γραψαρχιδιστάν που ζούμε, μετά από κομπίνες και άλλα τινά, το πέτυχε. [...]
    Ελλαδιστάν ώρα μηδέν. Καθώς βουλιάζουν όλα στο βούρκο, αντί να κάνομε μια ύστατη προσπάθεια ανόρθωσης βουλιάξαμε στην κινούμενη άμμο. Η πλήρης καταστροφή. Θα το καταλάβει ο καθείς σύντομα. Όταν η πρωτεύουσα του Γραψαρχιδιστάν είναι έξι εκατομμύρια και η υπόλοιπη χώρα είναι πέντε ,μόνον η παράνοια μπορεί να κατασκευάσει ισόβιους συσχετισμούς. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Πιο σλανγκιάρικη εκδοχή του κλισέ (> γαλλ. cliché, στερεότυπο), με τη προσθήκη του γαμοσλανγκοτέτοιου -άρικο (βλ. π.χ. λιμπιντιάρικο, χασιάρικο, κασιδιάρικο).

Περιγράφει προβλέψιμες, τετριμμένες και ντεζαβού μανιέρες, τέχνες, λόγους και άλλοθι. Φοριούνται και αναπαράγονται ad nauseam λόγω βαρεμάρας, έλλειψης φαντασίας ή / και παιδείας, ή απλώς επειδή πουλάνε.

1. «Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα του ΣΥΡΙΖΑ» Συγγνώμη για τον κλισεδιάρικο τίτλο του κειμένου. Το κείμενο εναλλακτικά θα μπορούσε να έχει τίτλο: Δεν είμαι αντι-ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αντι-εγώ, αλλά δεν μου φάνηκε καλαίσθητο.

2.
Πράγματι δεν είναι υπάρχει πιό κλισεδιάρικο και ντεκαβλέ πράγμα απο τις τσόντες.

3. Οι περιοχές που επισκεπτόμαστε είναι κλισεδιάρικες όσο δεν πάει (μεσαιωνικά κάστρα, ορυχεία, χιονισμένες περιοχές, δάση, κτλ)...

4.
Στην περιπτωσή μου κατάλαβα ότι αυτό το κλισεδιαρικο βιολογικό ρολόι δεν είναι καθόλου κλισεδιάρικο. Είναι αληθινό και κάθε φορά που βγαίνει ο κούκος (το δικο μου ρολοι είχε και κούκο) σου αστράφτει μια και σε ρωτάει; ” Εσυ, κούκου, πότε θα γίνεις μανα;

Got a better definition? Add it!

Published

Μια -ίλα που μυρίζει Βαλκάνια. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα μέρος του χαρακτήρα της Ελλάδας που πολιτισμικά είναι μακριά από την Δυτική Ευρώπη και τον εκσυγχρονισμό, ενώ είναι περισσότερο κοντά στην πολιτισμική ζώνη που σηματοδότησαν η πάλαι ποτέ Οθωμανική Αυτοκρατορία και το Βυζάντιο, την οποία μοιράζεται με τις υπόλοιπες χώρες των Βλακανίων.

Σε περίοδο οικονομικής κρίσης η -ίλα είναι της μοδός για να περιγράψει την κατάρρευση της ψευδαίσθησης ότι απέχουμε παρασάγγας από τους υπόλοιπους Βαλκανίους και ότι είμαστε μια νησίδα Εσπερίας που θα χρησίμευε ως μεσάζων για να ενταχθούν και οι άλλοι βαλκανικοί λαοί στην ευρωπαϊκή οικογένεια και ότι εντέλει η όποια διαφοροποίησή μας από τα υπόλοιπα Βαλκάνια αποδείχθηκε ένα επεισόδιο όχι και τόσο μεγάλο σε διάρκεια. Ορισμένοι πανηγυρίζουν την βαλκανίλα στην λογική ανάληψης της Ρωμιοσύνης τε και βρωμιοσύνης που αποτελεί σημαντικό μέρος της ταυτότητάς μας, επιβεβαιώνοντας εκ του αντιστρόφου τον Samuel Huntington.

Εξάλλου, η βαλκανίλα χρησιμοποιείται γενικά για οποιοδήποτε πολιτισμικό ερέθισμα έχει ένα βαλκανικό μπρεγκοβιτσικό / κουστουριτσικό ζενεσεκουά. Μάλιστα η βαλκανίλα δεν είναι προνόμιο των Βαλκανίων, αλλά μπορεί να εμφανιστεί όπου γης στην παγκοσμιοποιημένη εποχή μας.

Παρεμπιπτόντως, την πρόσληψη της βαλκανίλας από τους Ευρωπέους εταίρους μας έχει analύσει με Β-λακανικούς όρους ο Slavoj Zizek. Υποτίθεται ότι στα 1990ζ, όταν μαινόταν ο πόλεμος στην πρώην Γιουγκοσλαβία, οι λαοί της θεωρούντο ως η συστατική εξαίρεση που συνιστούσε το συμβολικό σύστημα της Ευρώπης ως ο εξαιρούμενος Άλλος της, με τρόπο που στην λακανική ψυχανάλυση ισοδυναμεί με την jouissance ως άρρητη συνύφανση ηδονjής και οδύνjης επέκεινα της συμβολικής συστηματοποίησης και θεματοποίησης. H μεγάλη επιτυχία της α λά Emir Kusturica βαλκανίλας οφειλόταν ακριβώς στο ότι με τα πνευστά, τους Ρομά, την οργιαστική μουσική και το γενικό ντελίριο προσέφερε στην Ευρώπη την jouissance ενός μη συμβολοποιήσιμου Άλλου (του Πραγματικού κατά Lacan). Στην περίοδο 2010-2012, όταν ήταν η Ελλάδα στην μπούκα, πολλοί νεοζιζεκιανοί εντρύφησαν σε παρόμοιες analύσεις για την φοροκώσταινα ως συστατική εξαίρεση της Ευρώπης, αναλύοντας λ.χ. την jouissance του σουβλακιού, που τρέχουν τα ζουμιά στα χέρια σου και σε ενοχλούν καθώς σε λερώνουν, αλλά σου αρέσει κιόλας καθώς το βρώμικο είναι μέσα στην ευχαρίστηση. Πέρα από την σχετικότητα του ποιος τυχαίνει κάθε φορά να είναι ο Άλλος της (Δυτικής) Ευρώπης, νομίζω ότι μπορούμε να κρατήσουμε ότι στην βαλκανίλα ενυπάρχει μια ορισμένη jouissance, μια γοητεία από την καταστροφή, την ευτέλεια, την γυφτιά, την μυρωδιά μπαρουτιού, το χάος. Περισσότερα στα παραδείγματα.

  1. Βαλκανίλα και Κάιρο μυρίζει. Και παλιά Αθήνα του ’60, όταν οι ζητιάνοι συνωστίζονταν στα σκαλιά των εκκλησιών κάθε Κυριακή, απλώνοντας εικονίτσες και άδεια χέρια κάτω από τις μύτες των νοικοκυραίων, κι όταν μαυροντυμένες κοσμοκαλόγριες με μπόγους γυρνούσαν πόρτα πόρτα πουλώντας μοσχολίβανο και καρβουνάκια. [...] Το ’50 και το ’60 εισβάλλουν βίαια στο 2012. Δεν φέρουν κανένα φολκλόρ, δεν ξυπνούν καμιά νοσταλγία, δεν περιέχουν αισθητική και καλαμπούρια, όπως αυτή που ξυπνούσαν έως πρόσφατα οι ασπρόμαυρες φαρσοκωμωδίες. [...] Η ηθογραφία εξελίσσεται: σαν δυστοπία. (Από το Νίκο Ξυδάκη εδώ).

  2. (Του ίδιου Βαλκανίλα και καγκουριά για τη νεοβαλκανίλα της Αθήνας):
    Στις κεντρικές συνοικίες, ακόμη και στα θεματικά πάρκα της διασκέδασης, Γκάζι και Ψυρρή, το χρώμα και η αύρα έχουν αλλάξει, τα αλλάζει ραγδαία η κρίση και η φτώχεια. Μια βαλκανίλα τα σκεπάζει όλα, ημιορατή ακόμη, σαν τούλινος μανδύας, που όμως επιμένει και εντείνεται, σταθερά. [...] Η βαλκανική αύρα, ίσως και ανατολικομεσογειακή, απλώνεται πολύχρωμη, μελαγχολική, με υποβόσκουσα επιθετικότητα, πλανάται πάνω σε ρημαγμένες βιτρίνες και φαλιρισμένα μαγαζιά, σε θορυβώδη γκράφιτι και μαρκαρίσματα, σε καφενεία ανάγκης με φωναχτές επιγραφές «καφές 1€», σε φούρνους που ξεφυτρώνουν διαρκώς, στα κλειστά περίπτερα και τις πολλαπλασιαζόμενες τυφλές ζώνες του κέντρου. Ιδίως μετά το δειλινό, όταν τα χρώματα ξεβάφουν και τα φώτα είναι λιγοστά.

  1. Πρώτου μεγέθους θέμα είναι το πώς θα γίνουμε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα και όχι το πώς θα ανακατευόμαστε καθημερινά με τη βαλκανίλα (Εδώ).
  1. Η Κύπρος, είναι μία «Ελλάδα», απαλλαγμένη από την «Βαλκανίλα». (Εδώ).

  2. Μόλις γύρισα από Λος Άντζελες. Νιώθω ζαλισμένη. Δεν είναι το τζετ λαγκ. Φταίει η ανεπαίσθητη μυρωδιά φτώχειας, στον αέρα. Η «Βαλκανίλα» (Από το Φέισμπουκ).

  3. Ξέρω πως μπορεί να πέσεις σε χιόνια, βροχές, κρύο κλπ, αλλά χειρότερα από τη… βαλκανίλα του Λονδίνου και τη γκριζίλα της Βρετανίας δεν υπάρχει (Εδώ).

  4. Επίσης μεγάλε οφείλω να σε πληροφορήσω ότι εγώ για τη γυφτιά μου και για τη βαλκανίλα μου είμαι περήφανος. (Εδώ).

  5. Όταν βλέπεις σέρβικο που ξεκινάει με πισωκολλητό στο πεντάλεπτο, ξέρεις ότι πρόκειται ν’ ακολουθήσει πολλή ποιότητα, και το μοιρολόι που σκάει αμέσως μετά το σπέρμα, έρχεται σαν τραγουδιστή επιβεβαίωση σ’ αυτό το περίεργο μείγμα μοντέρνου κινηματογραφικού δράματος και αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, κομπλέ με τους χορούς και τα τραγουδιστά τους διαλείμματα. Τραγικές ζωές τραγικών ανθρώπων ξεδιπλώνονται με γοητευτική ελλειπτικότητα, μέσα σε σάλες, μπάρες και καφενέδες που μυρίζουν βαλκανίλα, απ’ αυτήν που ποτίζει τους τοίχους όταν τινάζονται πάνω τους φτυσιές, ιδρώτες κι αίματα, απ’ τα μπουνίδια και τα πηδήματα που χρησιμοποιούν οι λιγομίλητοι χαρακτήρες για να επικοινωνήσουν καλύτερα. (Βαλκανίλα πχοιότητας εδώ)

  6. Η καταγωγή των μελών είναι από Σερβία, Βουλγαρία, Ιαπωνία και Αμερική. Τί στυλ μουσικής παίζουν οι Kultur Shock; [...] Ναι, μοιάζουν με τους Gogol Bordello, αλλά έχουν νομίζω πιο πολλά heavy rock στοιχεία από punk και πιο έντονη τη 'βαλκανίλα' στις ενορχηστρώσεις. Ναι, σε σημεία μοιάζουν σαν οι System of a Down να μέθυσαν σε γλέντι χώρας των Βαλκανίων και να τζαμάρουν μαζί με παραδοσιακά όργανα, ναι μοιάζουν σαν ο Bregovic να θυμήθηκε στα γεράματα ότι υπάρχουν οι ενισχυτές και τα distortion, ναι έχουν έναν τραγουδιστή που πραγματικά 'φτύνει' τους στίχους από τους οποίους δεν καταλαβαίνω τίποτα αφού το 80% είναι στα σέρβικα αλλά ως δια μαγείας δε με πειράζει καθόλου και ναι, έχει κάνει παραγωγή σε album τους ο Billy Gould (Faith no More-bass). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνθηματική μπουδελοσλάνγκ του επίσης συνθηματικού «σερβίρει φραπέ».

Τα ευαγή ιδρύματα που σερβίρουν καφέ αποκαλούνται φραπενεία ή φραπενέδες, οι δε λειτουργοί τους φραπεδιάρες. Τα είδη φραπέ που σερβίρονται ποικίλουν: με καλαμάκι, φραπόγαλο, μακιάτο, ποδοφραπέ, με μπριζόλα, κ.ταλ. Όσα δεν σερβίρουν αποκαλούνται ντεφραπεϊνέ, και οι επίμονοι θαμώνες τρώνε πόρτα λόγω αφραπάζ, θεωρούμενοι personae non frappa.

Μια σύντομη ιστορία του σερβιρίσματος καφέ.

Ανασεισίφαλλαι πρόσφεραν νηφοκοκκόζωμο σε πορνοκόπους ευφραπαίδες από τότε που βγήκαν οι λάσπες. Το σερβίρισμα καφέ per se (πέρα από τα πλαίσια των εργασιών του αρχαιότερου επαγγέλματος) παραδόξως ξεκίνησε στα εβδομήνταζ από μέντιουμ που διαφήμιζαν τις υπηρεσίες τους σε περιοδικά όπως ο Θησαυρός, η Βεντέτα και το Ρομάντζο (βλ. εδώ). Επρόκειτο για πρόδρομους των μασατζίδικων, που πήραν πανηγυρικά την σκυτάλη στα ογδόνταζ.

Στα ενενήνταζ, πολλά στριπτιζάδικα μετουσιώθηκαν σε φραπεδομάγαζα, όπου ο καφές έρεε άφθονος σαν καμπανίτης οίνος. Η κατάρρευση των δημοκρατικών καθεστώτων επηρέασε την βιοποικιλότητα των Flocafe με την κάθοδο δίμετρων ουκρανάιζερ κ.α. ειδών φραπόμουνων.

Το paradigm shift κλιμακώθηκε περαιτέρω με την παγκοσμιοποίηση, και ο σημερινός φραπεδοκράτορας έχει to embarras du choix να φραπεδιάζεται πίνοντας καφέ από όλες τις ηπείρους και στη συνέχεια να καταγράφει τις εμπειρίες του και να ανταλλάσσει φραπεδοκουβέντες σε σχετικές ιστιοσελίδες.

[img]http://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/thumb/f/f4/Cafe_bombon2.jpg/220px-Cafe_bombon2.jpg[/img]

Σ.ς.: αφιερώνεται σε όλους τους φραπελημματογράφους του σλανγκρρ: στον χαμένο ποιητή Γιάννη Μίχα που ανέβασε το πρώτο φραπελήμμα (φραπεδιά) σαν σήμερα πριν από πέντε χρόνια καθώς και στους άξιους συναγωνιστές Dirty Khank, Gatzman, ΜΧΣ, electron, Αλλιβέ, κ.α. Liberté, égalité, frappernité!

1. Φιλε megousta καλη η nova αλλα μεχρι εκει. δεν σερβιρει καφε, σε μενα τουλαχιστον, αν και την εχω παρει αρκετες φορες για χορο στο παταρι

2. Εχει παρει χορο κανεις μια κατερινα ελληνιδα πιτσιρικα; μου φανηκε πολυ εκφυλο...Moυρλή κεφαλλονίτισσα... Έκφυλη, βρωμόστομη, και απολύτως ελεύθερα πιασίματα στο πριβέ... σεξ σοου κανονικό (είπαμε: δε σερβίρει καφέ το κατάστημα)

3. Ο χορός στη πίστα ένα ατελείτο ζάλισμα του στύλου που μάλλον γέλιο προκαλεί μερικές φορές. Τελική κατάληξης στα χέρια της εργάτριας Λουίζας που σερβίρει τον καφέ με μπόλικο αφρό κατά της 6 και αναχώρησης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλο ένα ουτοπικό τοπωνύμιο της ελληνικής επαρχίας, όπως και τα Δρυμίκλανα, τα Σέκλανα, τα Τζιβιτζιλοχώρια, η Κωλοπετεινίτσα, το Λέτσοβο και το Κουραδόκαστρο.

Εν προκειμένω μιλάμε για απομακρυσμένο χωριό της υπαίθρου, του οποίου όμως οι κάτοικοι διάγουν πολυτελέστατο βίο κυκλοφορώντας θηριώδεις τζιπούρες Porsche Cayenne μες στα παραδοσιακά στενοσόκακα και τους επαρχιακούς δρόμους. Ο λόγος φέρεται να είναι ότι παντελόνιασαν ευρωπαϊκές επιδοτήσεις μετατρέποντάς τες σε τζιπ, γιατί μπόρεσαν (με διάφορα τερτίπια και την ανοχή του κράτους). Σε περίοδο μετα-μεταπολίτευσης τα καγιενοχώρια αποτελούν ακόμη μία απάντηση μεταξύ πολλών στο υπαρξιακό ερώτημα «γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε». Η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικά για χλιδαία φαινόμενα βλαχοκυριλοσύνης.

1. Άρμα: To... Καγιενοχώρι της Θήβας (και της φοροδιαφυγής).
Πηγαίνεις στο μικρό χωριό Άρμα κοντά στη Θήβα και είναι σαν να έφτασες στο... Μόντε Κάρλο. Αυτή την σουρεαλιστική εικόνα αντίκρυσαν άνδρες του ΣΔΟΕ που επισκέφτηκαν την περιοχή πριν λίγους μήνες. Η επίσκεψη δεν ήταν χωρίς λόγο. Αυτοκίνητα πολυτελείας, άνω των 3.000 κυβικών κυκλοφορούσαν συνέχεια, ενώ παντού υπήρχε η αίσθηση άνεση και πλούτου.
To συμπέρασμα που έβαλαν οι άνθρωποι του ΣΔΟΕ, είναι ότι αγρότες καταχράζονται τις επιδοτήσεις για να διάγουν πολυτελέστατο βίο με όλες τις ανέσεις γι' αυτούς και τις οικογένειές τους.

  1. Στα καγιενοχωρια δεν είχαν πρόβλημα να διπλοδηλωνουν για τις επιδοτήσεις. Δεν ήταν κλεψιά. Η απλή δήλωση κ φορολόγηση απο το κράτος είναι όμως. (Από το τουίτερ).

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Το μουνοράπισμα, με την κυριολεκτική (σεξουαλική) ή μεταφορική (μουνοθυελλώδη) έννοια. Στη πρώτη περίπτωση, παίζει και το «μουνιά».

  2. Υβριστικό μπιλενίκωμα, αντίστοιχο του «ρε αρχίδι!».

  3. Λατέρνατιβ τοπωνύμιο του προσφιλούς Μενιδίου.

  1. - Μουνιες (ή μουνιδια για τους φιλους) ... Τι να σημαίνει δηλαδή; Οι γροθιές (οχι οι γρόθοι). Ενικός η μουνιά ή μουνίδι. ...

- και μια γριά πετάχτηκε από το παράθυρο σαν ιπτάμενη βδέλλα και με πατάει ένα μουνίδι στη μύτη και όχι δεν έκανα λάθος δεν μου έκατσε μπουνίδι αλλά ΜΟΥΝΙΔΙ γιατί έκατσε πάνω στη μάπα μου σα χταπόδι και άρχισε να τις πομολιές με το γέρικο της τέτοιο και βρωμούσε πατατίλα και γεροντίλα και λιβάνι και έκανα εμετό και ο σκύλος της δάγκασε το κανί...

  1. - εσυ ρε μουνιδι τι μαλακιες μ λεγες στο πμ;

- Η κάρτα του πολίτη, και η νέα τάξη των πραγμάτων – μιλανε για την κωλο καρτα που θελει να βγαλει το μουνιδι ο ροκερφελερ και οι μεγαλυτεροι τραπεζιτες του κοσμου...

  1. - Αυτο το μισοκοιμισμενο σεξυ νωχελικο ύφος του πρωταγωνιστή απο το Μουνίδι (Μενίδι) δεν παιζοτανε.

- κονιορδε γυφτε απο το μουνιδι,κοιτα να ξεχρεωσει η κρατικοδιαιτη ομαδουλα σου και ασε την μπαλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified