Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

  1. εκνευρίζω κάποιον, τον κουρδίζω, τον προκαλώ / θυμώνω πολύ, τσαντίζομαι, είμαι έτοιμος να τσακωθώ
  2. ερεθίζω /-ομαι, καβλώνω
  3. μαστουρώνω, μεθάω
  4. σουλουπώνομαι, φτιασιδώνομαι, βάφομαι, ντύνομαι.
  5. ταχτοποιούμαι (ανέρχομαι) επαγγελματικά
  6. χαλάω την διάθεση κάποιου
  7. διορθώνω
  1. Τον έφτιαξα τον δικό σου, τον έκανα πύρκαυλο με αυτά που του αποκάλυψα για τη Λίλιαν και πάει γραμμή τώρα να της τα πει ένα χεράκι... θα γίνει χαμός!

  2. Γιατί ρε μωρό μου δε φοράς πια εκείνα τα καβλιάρικα εσώρουχα που με φτιάχνανε έτσι ωραία και μου' ρχεσαι όλο με το περιοδόβρακο...

  3. Πάλι τα ίδια, κάθε μέρα έρχεται φτιαγμένος στη δουλειά, τα κάνει μαντάρα και πρέπει να βγάζω εγώ το φίδι από την τρύπα...
    (σ.σ. σόρυ για το λινκ, αυτό έχουμε!)

  4. Δώσε μου μισό να φτιαχτώ λιγάκι να μην είμαι έτσι χάλια -και σε πέντε φύγαμε!

  5. Είδες πώς φτιάχτηκε ο γιόκας τής κυρα-Περμαθούλας; Όχι θα τον άφηνε στα χαμηλά, τι νόμιζες... Σε λίγο θα γίνει Λαμπράκης στη θέση του Λαμπράκη έτσι όπως πάει.

  6. Τι να σου πω, μας έφτιαξες με τις αηδίες σου πρωινιάτικα...

  7. Φτιάξ' το μου ρε συ το γαμίδι, πάλι χάλασε ρε πστ!

Got a better definition? Add it!

Published

Λέξη των ράπερ (εμπειρία, yo!). Χρησιμοπειείται για να δείξει ότι κάτι ήταν τζαμάτο, τζαμάικα, δηλαδή εμπειρία. Εμπειρία είναι και να βάζεις τη Θώδη να τραγουδήσει con venti quattro milla bacci στο Safe Sex (του Μέγκα, όχι το κανονικό). Μην το δοκιμάσετε όμως.

-Γιο μαν, τελικά είναι εμπειρία να καρφώνεις. Νομίζεις ότι παίζεις Νου-Βου-Α!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μασόνος (λόγω της ποδίτσας που φορούν οι μασόνοι στις επίσημες τελετές τους).

  1. - Αυτός φοράει ποδίτσα. (= είναι μασόνος)

  2. - Στην Ελλάδα διοικούν οι ποδίτσες. (Όπως είχε πεί κάποτε Έλληνας πολιτικός στην Ζούγκλα).

(από Vrastaman, 09/03/09)Ποδίτσα και ημίψηλο. Η πιό καλή νοικοκυρά... (από Marco De Sade, 14/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που δεν πάει κατευθείαν στο ψητό και κατά κύριο λόγο ο φαφλατάς, ο σαρλάπης, το ανιψάκι του Θέμου.

- Γιατί δεν ήρθες χτες για μπασκετάκι ρε;
- Ε, να, ξέρεις, τώρα, αφού...
- Άσε ρε πρόλογε. Πες ότι δε σ' άφηνε η γκόμενα. Στο βρακί της σ' έχει βάλει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται κυρίως ως προτροπή / έπαινος σε καλλιτέχνες - κατά κύριο λόγο μουσικούς και χορευτές - όταν αυτοί φθάνουν στο αποκορύφωμα της εκτέλεσης ενός κομματιού ή γενικότερα μιας καλλιτεχνικής παράστασης. Με τον τρόπο αυτό δείχνουμε ότι εκείνη τη στιγμή, απολαμβάνουμε στο μέγιστο βαθμό αυτό που μας προσφέρει ο καλλιτέχνης.

  1. Δύο κούλτουρμεν παρακολουθούν στο Μέγαρο την 9η συμφωνία του Beethoven:

-Όπα! Ξεκινάει το «Ode an die Freude»!
-Δώωωωωωσεεεε!!!!

  1. Σε κουτούκι της γειτονιάς με live μουσική:

-«Ο αααααεττόοοοος πέεεεθαίνει στον αέραααααα έεεεεελευθεροοοος και δυυυυνατόοοος...» -Δώσεεεεεεεε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ευρέως γνωστή έκφραση «δουλεύω κάποιον ψιλό γαζί», σημαίνει ότι τον κοροϊδεύω με τέτοιον επιδέξιο τρόπο, που δεν γίνομαι αντιληπτός.

Το γαζί είναι το πολύ πυκνό ράψιμο με την ραπτομηχανή, το δε ψιλό γαζί ίσα ίσα που γίνεται αντιληπτό.

Μεταφορικά, το ρ. γαζώνω χρησιμοποιείται σε δύο ακόμα περιπτώσεις:

  1. Όταν πυροβολούμε ασταμάτητα πάνω σε κάτι, με αποτέλεσμα στο τέλος να φαίνεται σαν να ράψαμε την επιφάνεια, από τη βροχή των σφαιρών (π.χ. τον γάζωσαν με 300 σφαίρες).

  2. Όταν μάς τσιμπάει κοριός ή άλλο 'μοβόρικο έντομο (π.χ. με γάζωσε κοριός χθες).

  1. Πολιτικό σχόλιο από το διαδίκτυο:

ΤΕΛΙΚΑ μας δουλεύει όλους ο Τσίπρας! Προγραμματικές συγκλίσεις μόνο με… ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ «βλέπει». Είναι απορίας άξιον πώς τον παίρνουμε στα σοβαρά τον άνθρωπο, όταν μας δουλεύει όλους ψιλό γαζί… Πώς είναι δυνατό να πάμε σε διάλογο μαζί του όταν επιμένει σε μια συμπεριφορά που παραπέμπει σε εφηβικά βίτσια;

  1. Ρητορικό ερώτημα από διαδικτυακό forum:

Γιωργάκη με 'γειά τη μηχανή!! Τελικά ποιά πήρες;;; Ωραία προσπάθεια φίλε. Εσύ έχεις βαλθεί να μας τρελάνεις... Ρε μήπως δεν είσαι αρχάριος και μας δουλεύεις ψιλό γαζί;;;

Η ιστορική διάσταση του δουλέματος ψιλό γαζί.. (από krepsinis, 10/03/09)

Ακόμη: δουλεύω κάποιον. Δες και πιάννω ψιλό γαζί στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρησιμοποιούμε εάν δεν ξέρουμε τον προορισμό μας.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός γυναίκας της οποίας χόμπι είναι να αλλάζει άντρες συχνά, με μία όμως ιδιαιτερότητα: δεν αφήνει αυτόν που έχει, αν δεν βρει νέο.

Παρομοιάζεται, δηλαδή, η κίνηση της τσίτας στα κλαδιά ενός δέντρου (πηδάει από κλαδί σε κλαδί, αλλά αν δε πιάσει το επόμενο, δεν αφήνει το προηγούμενο), με την αλλαγή των συντρόφων.

- Αφού η Χριστίνα δεν τον ήθελε τον Γιάννη, γιατί δε του το έλεγε, τόσο καιρό;
- Ρε, αυτή είναι τσίτα... Βρήκε πρώτα τον καινούργιο, βολεύτηκε και μετά τον χώρισε....

Σχετικά: μελιτσούλα, σχεσάκιας.

Βλ. επίσης και ελαιώνας, ια

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ρήμα λακάω ή λακίζω σημαίνει, ότι απομακρύνομαι γρήγορα, τρέπομαι σε φυγή, το βάζω στα πόδια, αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο.

Προέλευσης αρχαιοελληνικής [αρχ. λακῶ σκάω - τρέχω].

Προσωπικά το έχω ακούσει στην Πελοπόννησο (άλλη μία ιστορική φράση από εκεί) περιγράφοντας τη φυγή στην οποία τρέπονται τα ζωντανά, πρόβατα κυρίως, όταν αντιλαμβάνονται ανθρώπινη παρουσία.

  1. Αθλητικό σχόλιο στο διαδίκτυο:

Για άλλον πήγαινε, άλλον που δεν περίμενε είδε μαζί του και όπου φύγει-φύγει!! Είδε αυτόν που μετά χαιρέτισε κι αγκάλιασε ο Θανάσης Πολίτης και φιλήθηκε σταυρωτά μαζί του! Για τον άλλο πήγαινε, άλλον είδε και λάκισε! Το θέμα βέβαια, είναι γιατί…

  1. Ρητορικό ερώτημα διαδικτυακού forum:

russo, μήπως λάκισε ο γαμπρός γιατι δεν έδινες καλή προίκα;;;

  1. Έτερο σχόλιο ποδοσφαιρικού blog:

Λάκισε; Είναι πιθανό.
Ισως ο ίδιος έψαχνε αφορμή να φύγει μετά τη διαρροή της
περίφημης παραίτησής του:
αν αυτό συνέβη, δεν μου κάνει εντύπωση, ο Νικολαΐδης δεν δύναται
να λειτουργήσει υπό προθεσμία.
Αυτό που μέρες τώρα με τρώει είναι από πού λάκισε.
Συγχωρήστε μου την αδυναμία, αλλά δεν βλέπω και τίποτα που να μοιάζει σπουδαίο στον χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σλανγκική εκφορά του «δηλαδή». Συνήθως, ως να πούμε ξέρω 'γω και δηλαδής και «ναούμ', ξέρω 'γω, δηλαδής και λοιπά».

Αγνώστου ετύμου.

- Δηλαδής, αν κατάλαβα καλά, το Λίλιαν αυτήν την στιγμή είναι παρθένα; Και δεν εννοώ στο ζώδιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified