Η κατάσταση στην οποία κάποιος πρήζει τον άλλο.
- Με κάλεσε πάλι στο γραφείο του το αφεντικό.
- Και τι σου είπε;
- Ε ξέρεις τώρα μωρέ... μπάλες. Γκρινιάζει επειδή κάθε μέρα δεν έρχομαι στην ώρα μου.

Η κατάσταση στην οποία κάποιος πρήζει τον άλλο.
- Με κάλεσε πάλι στο γραφείο του το αφεντικό.
- Και τι σου είπε;
- Ε ξέρεις τώρα μωρέ... μπάλες. Γκρινιάζει επειδή κάθε μέρα δεν έρχομαι στην ώρα μου.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που λέγεται κυρίως μόνη της, αλλά και με δεύτερο μέρος σε πολλές παραλλαγές, οι οποίες διατηρούν συνήθως το ίδιο μέτρο:
Νά 'χαμε να λέγαμε...
Ο ρόλος της έκφρασης είναι μειωτικός της σοβαρότητας μιας κατάστασης, κάποιου πράγματος ή και ενός ανθρώπου. Επιμέρους σημασίες:
1. Κουβέντα να γίνεται:
Ναι καλέ, πεζό, ποίημα, κάνα τραγουδάκι, τέτοια. Ή μήπως ζωγραφίζεις; Καμία ερώτηση απ' αυτές που απαντάμε στις ερωτήσεις στα προφίλ μας κάνω δηλαδή, έτσι για να 'χαμε να λέγαμε και να' χουμε να πούμε. (από εδώ)
2. Για τα μάτια, κατ' επίφαση, ανειλικρινώς:
«Εύχομαι, με ειλικρίνεια κι όχι να 'χαμε να λέγαμε, να μακροημερεύσει to tvnea και να μην παρασυρθεί ποτέ, μα ΠΟΤΕ από τις ύπουλες σειρήνες τού σιναφιού. [...]» (από εδώ)
3. Λόγια στην θέση των έργων (ως μη έδει):
Για την πολιτική ηγεσία του Αθλητισμού δεν μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση. Κάτι Μπιτσαξήδες και κάτι Νικητιάδηδες είναι για γέλια. Κάποιοι περαστικοί, που θεωρούν πολιτική το «να 'χαμε να λέγαμε». (από εδώ)
4. Εκ του πονηρού, υστερόβουλα:
Τελικά πέφτουν θύματα της ίδιας πολιτικής ορθότητας που μόνοι τους επέβαλαν ως ατζέντα μέσω της τηλεόρασης. Ποιο ελεγκτικό συνέδριο και να ‘χαμε να λέγαμε. Στον κόσμο περνάει ότι πήγε να χαρίσει χρέη ο Παπακωνσταντίνου και τον σταμάτησαν “τελευταία στιγμή”. (από εδώ)
5. Λέμε τώρα:
Πραγματικά,δεν πιστεύω ότι πεινάμε καλή μου,αλλά γιατί να τα δώσω αλλού διπλά ή να μην γλυτώσω κάποια;Τους τα χρωστάω;Μόνο και μόνο από τις ανάγκες της κόρης μου,γλύτωσα τα μαλλιοκέφαλά μου!΄Οχι ότι έχω πολύ μαλλί,αλλά να 'χαμε να λέγαμε! (από εδώ)
6. Ανίκανος, ανάξιος, απατηλός, ο θεός να το κάνει, μούφα, δήθεν, ντεμέκ, αρχίδια:
Πώς αυτοί οι να χαμε να λέγαμε επιστήμονες, δέχτηκαν να εξετάσουν το παιδί μου, και όλα αυτά τα παλικάρια, χωρίς να εφαρμόζουν μεθόδους επιστημονικές;* (από εδώ)
7. Και λοιπές μαλακίες/παπαριές, και τα ρέστα παγωτά:
Σε φρενάρισμα πανικού το πίσω μέρος ήταν απαράδεκτα ασταθές (κατι σφαλιάρες ναααααα με το συμπάθειο) και φυσικά κατέληξε σε συγκρουση. Με εντυπωσιάζει το ότι συνεχίζουν στο ίδιο παράπτωμα σε μια εταιρία που και καλά ειναι οδηγοκεντρική και να χαμε να λεγαμε... (από εδώ)
Λήμμα από το δημόσιο πρόχειρο (Khan). Συμβολή από jesus, εδώ.
Got a better definition? Add it!
Κάτι που είναι πολύ σύντομο ή πολύ κοντά.
Ο όρος προέρχεται από το καζίνο φυσικά, όπου λέγεται από τα τζάνκυς του τζόγου που παρακαλάνε για μια μπιλιά ακόμα.
Got a better definition? Add it!
Πείθομαι πολύ εύκολα, σαν το ψάρι που τσιμπάει το δόλωμα, μασάω, ψαρώνω.
Τρώω ελαφρά.
Κολλάω μια αρρώστια (πχ γρίπη, αφροδίσιο, κλπ).
- Ρε συ, λέει αλήθεια ο Χαρδαβέλας ότι το τέλος του κόσμου θα έρθει το 2012;;;
- Τι τσιμπάς ρε πστ κάθε μαλακία που ακούς στην τηλεόραση, θα την πετάξω!
Τι λες, να τσιμπήσουμε κάτι σπίτι ή να βγούμε;
- Πώς είσαι έτσι;!
- Γάμησέ τα, κάτι τσίμπησα μου φαίνεται, νιώθω χάλια. ααααααΑΨΟΥ!!!!!!
- Στα μούτρα σου, μαλάκα, φύγε μη με κολλήσεις και μένα!
Την κατέβασα την ταινία, τσίμπα την.
Got a better definition? Add it!
Το φαινόμενο αλλαγής κατάληξης ρήματος από ό,τι (έχω την εντύπωση κατά προτίμηση από -ίζω) σε -άω, υποχρεωτικά ασυναίρετο, αν και όχι πολύ διαδεδομένο, είναι υπαρκτό.
Στα παραδείγματα δίνονται τα συχνότερα αυτού του τύπου, απ' όσο θυμάμαι, που παραδόξως είναι όλα καιρικά ρήματα. Ενδέχεται να υπάρχουν και άλλα, ο σχηματισμός του τύπου είναι καθαρά θέμα ευηχίας και γούστου στη γλώσσα.
Η σημασία του ρήματος παραμένει ίδια.
Ασίστ: ο καιρός.
- Ψιχαλάει / χιονάει / βροχάει πάλι ρε πστ.
του πούστη, θα υπάρχουν κι άλλα.
Got a better definition? Add it!
Ειδικότερη έκφραση είναι η: «βάζω την ουρά μου στο μούσκιο» που σημαίνει βαυκαλίζομαι.
- Πού πάτε;
- Σινεμά, θα δούμε το γρανίτα από λεμόνι Νο. 200 (πού το θυμήθηκα τώρα αυτό)
- Α, ωραία θα έρθω και εγώ.
- Εσύ μη βάζεις την ουρά σου στο μούσκιο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Φτιάχνω, με την έννοια του παρασκευάζω. Γιατί όταν σαββατιάζεις, κάθεσαι. Ναι, είμαι εβραιοκαθολικός το θρήσκευμα. Πρόβλημα;
Βλ. παραδείγματα 4 έως και 6.
Το σάχνω στο αμετάβατο σημαίνει έρχομαι στα ίσα μου, γραδάρω, συνέρχομαι μετά από ταλαιπωρία, ή απλά τρώω-πίνω-κάνω κάτι που απολαμβάνω.
Βλ. παραδείγματα 7 έως και 7.
Πάλι πίσω στο μεταβατικό, σάχνω κάποιον πα να πει τον φτιάχνω, του δείχνω εγώ, τον κανονίζω, του ξηγιέμαι μόρτικα. Κυρίως σε απειλή και συνεπώς σε χρόνο μέλλοντα, ή σε αφηγηματικό περιβάλλον, οπότε σε αόριστο.
- Άσε, ρε, δε βγαίνω απόψε. Ε, μέχρι να πάω σπίτι, να σάξω μια ομελέτα που δεν έχω φάει τίποτα, πήγε μεσάνυχτα και πού να τρέχεις με τα τακούνια μετά...
- ...και που λες, πήγαμε σπίτι μου, κάναμε γλυκά έρωτα όλη νύχτα και το πρωί της πήγα πρωϊνό στο κρεββάτι.
- Τι μαλακομούνης είσαι συ αγόρι μου... Τέτοιες γκόμενες τις πηδάς το βράδυ, το πρωί τις βάζεις να σου σάξουν μια καφεδιά από 'δω ίσαμ' απέναντι και τις κλωτσάς να φύγουν και να μην ξανάρθουν.
- Βάλε τίποτα ρε μάνα να φάμε να σάξουμε, γιατί πολύ κουραστική δουλειά η παραλία.
- Έχω γεμιστά, αγόρι μου, να φάς να θεραπαείς. Σού 'χω και μια Κάιζερ στο ψυγείο.
(θεραπεύομαι, σε τετελεσμένους χρόνους και μόνο: να θεραπαώ - θεραπάηκα κτλ. απολαμβάνω στα λευκαδίτικα. μεταβατικό και αμετάβατο.)
- Θα πιούμε καμιά ουϊσκούμπα να σάξουμε, ή θα τη βγάλουμε στο στεγνό απόψενες;
- Έριξα κάτι τούφεν σλάφεν κι έσαξα.
- Κά-λάααααα...κάνε τέτοιες πουστιές εσύ, και θα σε σάξω εγώ.
Δες και σιάζω.
Got a better definition? Add it!
Η σπόντα, ο υπαινιγμός, το υπονοούμενο. Μπηχτή γιατί το μπήγεις βαθιά μέσα να πονέσει.
Επίσης, στο κυνήγι, είναι ένα είδος τουφεκιάς. (χεστήκαμε για λεπτομέρειες, πείτε στον ξένο μεταφραστή)
τίτλοι άρθρων από το νετ:
Η μπηχτή του Ρέμου στον Πλούταρχο
Η «ΜΠΗΧΤΗ» ΤΟΥ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΣΤΟΝ ΜΠΟΜΠΑΝ!
Η μπηχτή της Μαγγίρα στην Μανωλίδου και οι αγκαλιές
Μπηχτή Πωλίνα στον Πασχάλη: «Προσέχουμε που βάζουμε ...
Η «μπηχτή» της Γερμανού για τον δίσκο του Χατζηγιάννη
Ισπανική «μπηχτή» για την Μέρκελ
Σίγουρα χρησιμοποιείται περισσότερο σαν μπηχτή (ειδικά όταν ο σολαρισμένος είναι ψιλοψώνιο με την εμφάνισή του), αλλά δεν σημαίνει απαραίτητα από μόνο του κάτι αισθητικά άσχημο... (από το λήμμα σολαρισμένος του σσττφφννσσ)
Λίγο παλαιότερα έπαιζε και το: Τα δέοντα στον θυρωρό της πολυκατοικίας σας. Επειδή, όντως ο κόσμος ήτο πιό ευγενικός, η μπηχτή έπρεπε να 'ναι στο δώδεκα, για να την ανθιστεί ο συνομιλόντας και να τζάσει.
(από σχόλιο του Φ.Ν. στο τα δέοντα στη μαμά σας)
Προσπερνάω τη μπηχτή της συμπαθέστατης κέλλυς, ...
(έλεκτρας στο Γ.Α.Π. / G.A.P.)
Σκόπευση με το μυαλό:
Η μπηχτή τουφεκιά μοιάζει να παραβιάζει τους βασικούς κανόνες της συμβατικής σκόπευσης.
(από το νέτι)
Got a better definition? Add it!
Μαλακία κατάσταση ή κουβέντα, μπαρούφα, ασόβαρη, κουτοπόνηρη, πούστικη, ευτελής, μαλακία, του κώλου, τιποτένια, άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε. Εντούτοις πιάνει τόπο ενώ δεν αξίζει.
Από τον κλαπαρχίδα.
Η έκφραση «... και λοιπές κλαπαρχιδιές» θα μπορούσε να σταθεί ως συνώνυμο του και τα ρέστα παγωτά και του και ταλιμπάν.
- Και τι είπες τώρα; Μια κλαπαρχιδιά είπες. Αυτά θα πα να πεις και στο δικαστήριο;
...Προσωπική μου άποψη, μαλακίες και κλαπαρχιδιές. Μας τα πασάρουν για να έχουμε κάτι να ασχολούμαστε και να μη βλέπουμε να τα προβλήματα. (από μπλογκ)
Λοιπές κλαπαρχιδιές από λαστιχάδες ξέχνα τες, οι άνθρωποι κατά πλειοψηφία είναι ο ορισμός του άσχετου παραδόπιστου ψεύτη. (από μπλογκ)
Got a better definition? Add it!
Τι να πει κανείς μετά το αδερφικό διαγαλαξιακό «φιλούρες» που τα περικλείει όλα, ή σχεδόν... Το λήμμα εισηγήθηκε στο ΔΠ ο Χαν, που του το θύμισε η Iron, που μάλλον το 'χει συνδέσει με μένα κλπ, σο δεν θα το αφήσω αυτό το κενό, θα το συμπληρώσω ως οφείλω.
Μουάτς είναι ήχος φιλιού. Χαριτωμενιά που φέρνει σε ήχο μικυμάου που λέει και ο λημματοδότης. Όπως και το ματς και το μουτς, είναι η γραπτή έκφραση αυτού του φιλιού... του σκαστού που λέμε, χωρίς πολλά σάλια, γλυψίματα και αηδίες, μουάτς στο μαγουλάκι, στο χειλάκι, όπου να 'ναι, επιφανειακό και παιχνιδιάρικο. Εμπεριέχει ένταση και σβουριχτότητα, εν αντιθέσει με το ήσυχο μάκια, που εκφράζει το απαλό και βελούδινο άγγιγμα των χειλιών στην επιφάνεια προς φίληση.
Αναφορές γούγλε γούγλε: μουάτς (3.260), μουατς (μήπως εννοείτε μουτς - 4.410), mouats (από Ελλάδα - 2.370). Συμπέρασμα: ο κόσμος στο νετ φιλάει και φιλιέται και χρειάζεται λήμματα για να καλύψουν αυτή του την ανάγκη.
spirit69: ΗΤΑΝ ΥΠΕΡΟΧΑ !!!!! Μουάτς μουτς !!!! Μάκια μάκια αστεράκι μου !!!! ***
Cleopatra είπε... Zouzouna mou....Megalwnei to koritsaki sas!Dwstis ena filaki mouats!
maggie[...]: poli oreo tragoudaki mairoula mou!!! na ste panta eutixismenoi giati sas aksizei!!! mouats! Mairy [...]: maggoulina eisai mia glukaaaaaaa!!!!!!!!!!!!! na sai kala k esu zouzounaaaaaaa!!!!!!! mouats mouats mouats
Got a better definition? Add it!
Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!
Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.