Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

«Άσ' τα να πάνε», «άσ' τα βράσ' τα», «ναι, καλά», «κουκουρούκου», «καλά κρασιά», κλπ.
Σα να λέμε ότι φεύγουμε από την κουβέντα ή το επιχείρημα (ή δεν συμμετέχουμε καν και το παίζουμε τρελοί) δίνοντας χαιρετίσματα στον συνομιλητή μας.

- Καλά, χαιρετίσματα... Άμα είναι να συζητάμε έτσι, εγώ τιγκανά...
- Μα, μωρό μου...

Got a better definition? Add it!

Published

Προσοχή, πρόκειται για εξαιρετικά επικίνδυνο σλανγκισμό νέας κοπής, με τάσεις ηγεμονίας και μονοκαλλιέργειας. Μιλάμε για την πληθωριστική χρήση του αρνητικού επιτατικού μορίου «καν» στη δοκιμασμένη του μορφή, πακέτο με το συμπλεκτικό σύνδεσμο «ούτε», ως «ούτε καν».

Από τον Τριανταφυλλίδη αντιγράφω τις σωστές χρήσεις και τις διανθίζω με παραδείγματα οικείου ήθους και ύφους:

καν [kán] : I. μόριο αρνητικό, επιτατικό, σε αποφατικές προτάσεις, συχνά ούτε ~, χωρίς ~, χωρίς ούτε ~: α. επιτείνει την αποφατική σημασία της πρότασης· καθόλου, διόλου: Υπάρχουν φίλε μου παράλληλα σύμπαντα στα οποία αναπνέουν μουνιά που ούτε καν τα φανταζόμαστε. β. δηλώνει ότι δεν ισχύει η πρόταση ή ο όρος της πρότασης που το υποκείμενο της πρότασης θεωρεί αυτονόητα, στοιχειώδη ή ελάχιστα δυνατά: Ούτε καν στο τραπέζι δεν προλάβαμε να κάτσουμε, πήγα εγώ να φέρω το κρασί, πήγε αυτή για χαρτοπετσέπετες, ε, είναι και στενή η κουζίνα, με τα σουρταφέρτα το ξυπνήσαμε το τέρας με τα τέσσερα πόδια και τις δύο πλάτες.

Όπως φαίνεται από τα παραδείγματα, το «ούτε καν» γραμματικώς πρέπει να εισάγει πρόταση ή κάτι τέλος πάντων «αυτονόητο, στοιχειώδες κλπ». Από μόνο του πάντως δεν παίζει. Η σλανγκ σημασία του, καταλήγω να πιστεύω ότι δεν είναι άλλη παρά μια εμφατική άρνηση, σε περιπτώσεις που άλλες αρνήσεις δεν ψιλοκολλάνε: π.χ. όταν η άρνηση αφορά κάτι ποιοτικό και όχι ποσοτικό, οπότε δεν κολλάει το «καθόλου». Ή, όταν η ολοκληρωτική άρνηση δεν σημαίνει κάτι κακό, οπότε δεν κολλάνε τα αρχιδιά καπαμά, παπάρια μάντολες κτο (το ούτε καν βέβαια, μπορεί να τα αντικαταστήσει σχεδόν όλ' αυτά). Βλ. και παραδείγματα.

- Είσαι πολύ ώρα εδώ;
- Όχι ρε μαλάκα, ούτε καν!

- Θα το φας το μπιφτέκι;
- Ούτε καν ρε συ, έχω σκάσει...

- Τι λέει εκεί, καλή φάση;
- Ούτε καν ρε μαλάκα, ψιλοχάλια...

- Τό 'φάγες ρε συ το ψωλίδι;
- Ούτε καν ρε φίλε, έχει γκόμενο...

- Να τ' αφήσω καμιά ώρα ακόμη να στεγνώσει και το ξαναπερνάμε μετά;
- Όχχχχι, ούτε καν ρε συ, καν' το τώρα να φύγουμε και δεν την παλεύω σήμερα.....

- Ξέρεις Αντρέα να μας πεις κανένα αρνητικό επιτατικό μόριο της νεοελληνικής;
- Ούτε καν, κυρία, δεν διάβασα γιατί είχαμε επισκέψεις.

- Χορεύεις καν καν;
- Ούτε καν...
- Ούτε καν καν καν; (σωστή χρήση)

(από Vrastaman, 08/07/09)(από xalikoutis, 05/09/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περισσότερα για τον Χαϊλάντερ εδώ.

Η συγκεκριμένη έκφραση χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις που θέλουμε να αποκλείσουμε κάτι για το οποίο αδημονεί / ελπίζει ο συνομιλητής μας, αλλά δε γίνεται να το πούμε στα ίσια, είτε διότι είμαστε θετικοί / αισιόδοξοι άνθρωποι και η λέξη «όχι» δεν βρίσκεται στο λεξιλόγιό μας, είτε διότι γουστάρουμε να τον δουλέψουμε λίγο κι από πάνω (συνήθως το δεύτερο).

Είναι, δηλαδή, ένας έμμεσος τρόπος να πούμε «δεν παίζει, δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ.»

- Ρε Σούλα, τι θα γίνει, θα πάμε για κείνο τον γκαϊφέ που λέγαμε;
- Όταν πεθάνει ο Χαϊλάντερ θα πάμε...

Δες και του Αγίου Πούτσου ανήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη-έκφραση πασπαρτού που με μιας διαγράφει ό,τι κακό έχουμε προηγουμένως πει είτε είναι μειωτικό για κάποιον άλλο, που τις περισσότερες φορές είναι, είτε ασεβές και δεν αρμόζει στην αγωγή αυτού που το λέει. Η χρήση της έκφρασης αποδεικνύει περίτρανα πως ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν στις τεχνικές της στρουθοκαμήλου. Βέβαια, η λέξη τείνει να γίνει λεκτικό πάσο για να ξεστομίζει κανείς ό,τι μαλακία του έρθει στο κεφάλι και μετά να βγαίνει λάδι ζητώντας συγχώρεση. Λογικό είναι μετά ο σοφός εκείνος άνδρας να εμπνευστεί το «Από τότε που βρέθηκε η συγνώμη χάθηκε το φιλότιμο».

Συνήθως ακούγεται από τύποις θεούσες που παραγγέλνουν με χωρίς γάλα τον καφέ σε περίοδο νηστείας δυνατά για να τις ακούσουν όλοι, από κουτσομπόλες που κρατούν τεφτέρι με το τι-και-πώς της γειτονιάς, του τετραγώνου, του δήμου κτλ, από τύπους με χαλαρό ηθικό υπόβαθρο σαν αντίδοτο στις τύψεις και από άλλους γκραν γαμάω τύπους που έχουν ψιλομπερδέψει την έννοια της συγχώρεσης με αυτή της «κάνω την παπαριά μου και μόνο ο Θεός είναι κριτής μου». Όλα τα παραπάνω ισχύουν και για το αντίθετο φύλο, αλλάξτε απλά τις καταλήξεις.

(Δύο θύαινες συζητούν αμέσως μετά την περιφορά του Επιταφίου)

- Αχ Κούλα, τι αγαλλίαση κι αυτή.
- Ναι βρε Τούλα, ο καημένος ο Χριστούλης πήρε τις αμαρτίες μας.
- Ναι, ναι. Κι εμείς οι αχάριστοι τίποτα δεν δίνουμε πίσω. Οι τελευταίοι των τελευταίων είμαστε.
- Ά, να γεια σου. Σαν την Μαριγώ την παστρικιά! Με καλσόν δίχτυ ήρθε η άτιμη.
- Αμ η Βαγγελιώ του χασάπη; Για εκκλησία ήρθες μαρή για για βίζιτα, θεμουσχώραμε. Η φούστα εσώρουχο ήταν θαρρώ!
- Άσε άσε, φωτιά θα ρίξει ο Θεός να μας κάψει...
- Που να έβγαζα καταρράχτη και Αϊζενάουερ μια ώρα αρχύτερα να γλίτωνα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άντε πήγαινε.

Εάει στο διάολο (για κλείσιμο κουβέντας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευθύς εξαρχής: Η έκφραση δεν σημαίνει πρήζω τ' αρχίδια κάποιου.

Σημαίνει, αν την παραφράσουμε, διογκώνω τεχνηέντως τον ανδρικό εγωισμό, την υπεροψία, το αίσθημα ανωτερότητας και εξουσίας κάποιου, με σκοπό είτε να τον δουλέψω ψιλό γαζί, είτε να τον χειραγωγήσω σε συμπεριφορά που με συμφέρει. Διότι πιο εύκολα εξουσιάζεται αυτός που διψά για εξουσία.

Αποτελεί λογικά μια παραλλαγή της έκφρασης φουσκώνω τα μυαλά (κάποιου) όπου, αντί για τον επηρεασμό της ευθυκρισίας και του εγωισμού, γενικά, του «θύματος», επικεντρώνουμε ειδικά στις ανασφάλειες που νιώθει αυτός σαν άντρας ή σαν επικεφαλής άλλων ανθρώπων, ώστε να στηριχτεί ψυχολογικά πάνω μας και εμείς να τον κάνουμε ότι θέλουμε.

  1. - Καλά μιλάμε έχεις πολύ σουξέ!
    - Σοβαρά;
    - Τι λες τώρα! Με το που μπήκαμε σε στάμπαραν δυο παστάκια στην είσοδο.
    - Τελικά ωραίους συνδυασμούς κάνω ο πούστης με τα ρούχα...
    - Με την μιλφατζού που σε καρφώνει από απέναντι τώρα τι θα κάνεις;
    - Καλή ε;
    - Πήγαινε μαλάκα! Βουρ! Και μην το παίξεις ευγενικός! Αυτές γουστάρουν τσαμπουκά και αντριλίκια! Τό 'χεις, τό 'χεις!
    - Έφυγα παιδιά, δεν θα κλείσει μπούτι όλη νύχτα, θα της δώσω το μουνί στο χέρι της καριόλας που κοιτάει κιόλας!
    - Καλά ρε, τι του είπες και έφυγε καρφωτός;
    - Κόψε φάση φίλε, θα πέσει το γέλιο της αρκούδας! Του φούσκωσα τ' αρχίδια και τον έστειλα να την πέσει με στυλ γοριλέ στην γυναίκα του αφεντικού!
    - Μπράβο μαλάκα. Θα μας πετάξουν έξω, θα φάμε και ξύλο... Το μυαλό στην κωλότσεπη τό 'χεις...

  2. - Τρίτο γκρουπάκι κι εσύ ρε σειρά; Το κατσίκι στην σκοπιά θα το φάμε ρε γαμώτο...
    - Κάτσε στην άκρη και κοίτα πως θα με πάει ο δίκας στο δεύτερο γκρουπάκι...
    - Για πε!
    - Θα του φουσκώσω τ' αρχίδια με ένα «παρουσιάστε» και δυο-τρεις παπαριές και μετά θα του πετάξω ότι και καλά ο λοχαγός το παίζει χαλίφης στη θέση του χαλίφη και μου άλλαξε το αδειόχαρτο. Αυτόν θα τον σκίσει κι εμένα θα με στείλει συστημένο σπίτι!
    - Μεγάλη λούγκρα είσαι αδερφέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως χρησιμοποιείται από τους γύφτους αντί για τη φράση «την τύχη μου μέσα» ή «γαμώ την τύχη μου»...

Είστε στο λεωφορείο μια μέρα χωρίς πολλά κέφια και βλέπετε κάποιον πολύ ανεπιθύμητο εκείνη τη στιγμή και λέτε... «την τύχη μου την γκαστρωμένη!!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατσάδα, αυστηρή επίπληξη, χέσιμο, ξέχεσμα. Παλιομοδίτικη αργκό. Μοιάζει ιταλικής προελεύσεως, αλλά δε γνωρίζω περισσότερα.

(Ο παππούς μου με τον παππού σας, όταν πηγαίνανε μαζί σχολείο:)
- Σε πήγε στο Γυμνασιάρχη;
- Ναι.
- Γιατί;
- Αντί να πω «λαμβάνομεν φιάλην και την πληρούμεν ύδατος», είπα «παίρνουμε ένα μπουκάλι και το γεμίζουμε νερό».
- Και;
- Τίποτα, είναι καλός ο διευθυντής. Μου 'ριξε μια ρομπατσίνα κι αυτό ήταν όλο.

χέσιμο, χέζω, χεσίδι, κωλόχερο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη σαρανταποδαρούσα αποτελεί κοινή ονομασία της σκαλοπένδρας. Αυτή είναι ένα μικρό έντομο, που έχει επίμηκες σώμα, σαρανταδύο πόδια και φαιοκίτρινο χρώμα. Πιάνει τη λεία της με το δηλητήριο που εκκρίνει απ' τα δυο μπροστινά της, που μοιάζουν με αγκίστρια. Το δηλητήριο αυτό, προκαλεί τον... πόνο (στον άνθρωπο, τα άλλα ζωάκια τα στέλνει θυμαράκια μεριά). Αυτή περπατάει ξυπόλητη στα αγκάθια και έχει τελική 1 km/h. Όχι σπουδαία πράγματα δηλαδή.

Αυτό το βιντεάκι δείχνει πως μια σαρανταποδαρούσα ξηγάει το όνειρο σε μια ταραντούλα.

Όταν σλανγκίζουμε μιλάμε: 1) για έναν ενιαίο πολυπλόκαμο οργανισμό, π.χ. σε μεγάλη πολυεθνική εταιρεία, σε πολυδαίδαλα κυκλώματα συνωμοσίας (βλ. ομάδα Ε, η), όπου τα διάφορα γρανάζια του συνεργάζονται μεθοδικά και αποτελεσματικά με στόχο να ολοκληρωθεί κάποιο πολύπλοκο πρότζεκτ(δημιουργίας προϊόντων ή υπηρεσιών).

Στο background του οργανισμού υπάρχει δαιδαλώδης δενδροειδής μορφή (π.χ. κάποιο πολύπλοκο οργανόγραμμα), μέσω της οποίας μεταβιβάζονται και ελέγχονται οι δοθείσες εντολές από τον ανώτερο της ιεραρχίας στα ενδιάμεσα ιεραρχικά όργανα και από 'κει στα τελευταία στην τάξη εκτελεστικά όργανα (όπως άλλωστε μεταβιβάζονται και ελέγχονται οι πληροφορίες από τον εγκέφαλο της σαρανταποδαρούσας στα πόδια της, μέσω των ενδεδειγμένων ζωτικών οργάνων της).

Ο όρος βρίσκει καλύτερη εφαρμογή σε περιπτώσεις δολιότητος, λόγω του ότι ο τρόπος που δρα η original σαρανταποδαρούσα μας φαίνεται υποχθόνιος (για αυτήν βέβαια είναι κάτι το εντελώς φυσιολογικό. Τής πήρα συνέντευξη. Δεν το λέω τυχαία).

Για την περίπτωση αυτή βλ. παρ. 1.

2) Για τσιπάκι (ολοκληρωμένο κύκλωμα εντός ηλεκτρονικού στοιχείου) με πολυάριθμους ακροδέκτες (ποδαράκια), βλ. σχετική φωτό. Πολλά από αυτά έχουν πολύ περισσότερους από σαράντα ακροδέκτες, ειδικά στο χώρο των Η/Υ.

Κοιτώντας κανείς τα ποδαράκια τους μπορεί να τα αποκαλέσει ως σαρανταποδαρούσες, ειδικά αν τα τσιπάκια αυτά είναι μακρόστενα ώστε να θυμίζουν περισσότερο το σχήμα της original.

Η κυκλωματική τους σχεδίαση είναι πολύπλοκη κι οι διαστάσεις τους είναι μικρές, όπως άλλωστε είναι πολύπλοκο και το νευρικό σύστημα μετάδοσης των πληροφοριών από τον εγκέφαλο στα πόδια της original σαρανταποδαρούσας, εντός του μακρόστενου σώματος της (μάκρος: 5-30 cm).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 2.

  1. Περί υποκλοπών ο λόγος

Κατά τη γνώμη μας έχουμε να κάνουμε με μία σαρανταποδαρούσα: Το κορμί είναι ενιαίο, τα πόδια 40 και το πράγμα δεν μπορεί κανένας να το βλέπει με κατακερματισμό. Εδώ αποδεικνύεται το εξής: kράτος, κυβέρνηση, κόμματα εξουσίας, διεθνείς μυστικές υπηρεσίες, ηγετικές δυνάμεις-ναυαρχίδες του ιμπεριαλιστικού κόσμου, οι ΗΠΑ αλλά και ευρωπαϊκές χώρες, έχουν διαμορφώσει έναν ενιαίο πολυπλόκαμο μηχανισμό παρακολούθησης πριν από όλα των λαϊκών κινημάτων αλλά και μεταξύ τους αλληλοπαρακολούθησης, λόγω των ανταγωνισμών που έχουν και που είναι και πολιτικοί και οικονομικοί. Οι επιχειρηματίες είναι μέσα σε αυτό το κόλπο. Είναι ένα πράγμα κράτος και επιχειρηματίες. Μπορεί να εκφράζονται με διαφορετικό τρόπο στη δημόσια ζωή, μπορεί να έχουν ιδιαίτερα και επιμέρους συμφέροντα, αλλά κινούνται στην ίδια ρότα. Γι' αυτό, λοιπόν, πιστεύουμε ότι ακόμα και εάν αποδειχθεί ότι κάποια πρόσωπα έχουν μια προεξέχουσα ευθύνη στις υποκλοπές, δεν πρόκειται να ομολογηθεί η αλήθεια.
Δες.

  1. Πρόκειται για τη δεύτερη πρωτότυπη διάταξη τεχνολογίας Millipede που παρουσιάζει η ΙΒΜ.To 2002 η Μπλε Κυρία είχε παρουσιάσει το πρώτο πειραματικό τσιπ με πλευρά τριών χιλιοστών. Η τεχνολογία τους ονομάζεται Millipede [σαρανταποδαρούσα] και δανείζεται την ιδέα των διάτρητων καρτών που χρησιμοποιούσαν οι πρώτοι υπολογιστές.
    Δες

    **Παράρτημα**

    Σχετικό Ανέκδοτο

Ένας τύπος πηγαίνει σε ένα pet shop αποφασισμένος να αγοράσει το πιο περίεργο ζώο που θα βρει. Μετά την σχετική συνεννόηση με τον υπάλληλο, ο τελευταίος του προτείνει ένα εξωτικό ιγκουάνα.
- Αααα, ιγκουάνα μέχρι και η πεθερά μου έχει πάρει, τι άλλο έχετε;
- Έχουμε επίσης και αυτόν τον απίθανο σκίουρο ο οποίος πλένει πιάτα! λέει ο υπάλληλος.
- Καλή φάση, σκέφτεται ο τύπος, αλλά έχω πλυντήριο σπίτι οπότε μάλλον αχρείαστος θα μου είναι. Τίποτα άλλο;
Έπειτα από αρκετή ώρα καταλήγουν στο πιο εξωτικό ζώο του καταστήματος, μία σαρανταποδαρούσα που μιλάει!!! Ενθουσιασμένος ο παίχτης τρέχει στο σπίτι όπου και τακτοποιεί το ζωάκι σε μια πολυτελή γυάλα με τα νεράκια της το φαγάκι της και τα σχετικά. Στο καπάκι όμως δέχεται τηλέφωνο από φίλο για μπίρες στο κοντινό μπαράκι. Στρέφεται λοιπόν στην σαρανταποδαρούσα για την πρώτη επικοινωνία:
- Θα πάω δίπλα για μπίρες, είσαι μέσα;
Μούγκα η σαρανταποδαρούσα.
- Εσένα μιλάω ρε! Θα έρθεις για μπίρες; συνεχίζει ενοχλημένος.
Τάφος η σαρανταποδαρούσα.
- Λοιπόν εγώ πάω εσύ θα χάσεις ...
- Άκουσα άκουσα ρε μαλ@κα, παπούτσια δένω !!!!!!!!!!!!!!!

(από GATZMAN, 12/04/09)(από GATZMAN, 12/04/09)ηλεκτρονική σαρανταποδαρούσα (από GATZMAN, 12/04/09)Λιακό:Τα Νεφελίμ δίνουν τις εντολές τους μέσα συνωμοσιακές σαρανταποδαρούσες  (από GATZMAN, 12/04/09)(από GATZMAN, 12/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παιδική έκφραση που εκφέρεται με γκρινιάρικη φωνή -αν όχι κλαψιάρικη- και που χρησιμοποιείται για πλάκα (ελπίζω) από τους ενήλικες.

Πολλά παιδάκια, όταν τα πιάνει το παράπονο επειδή στο παιχνίδι αδικήθηκαν (με άτιμο τρόπο) από τα άλλα παιδάκια, λένε στους άλλους «δεν παίζω, δεν παίζω!...», δηλαδή ακυρώνω το παιχνίδι ή βγαίνω απ' αυτό και κάντε καλά μόνοι σας, μαλακιστήρια. Κανονικά, θα έπρεπε να ακούγεται πάντα απειλητικό, βγαίνει πάντα όμως παραπονεμένο. Όσο για τους άλλους, τι είχαν και τι έχασαν...

- Χα, σε πρόλαβα, κερνάω εγώ απόψε!
- Α, κάτσε κάτω, δεν παίζω, σου είχα πει ότι είναι σειρά μου! Πάρ' τα πίσω τα λεφτά! ΓΚΑΡΣΟΝ!

Got a better definition? Add it!

Published