Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Εξοργίζομαι σε τέτοιο βαθμό που με πιάνει μια υστερία, ένα παραλήρημα από φωνές, ουρλιαχτά και μπινελίκια χωρίς αυτοέλεγχο, με αποτέλεσμα η κατάστασή μου να θυμίζει, κυριολεκτικά ή καθ' υπερβολή, λυσσασμένο άνθρωπο με αφρούς στο στόμα.

- Φιλενάδα έκανα μαλακία...
- Μίλα τέκνον μου. Με το Γιάννη;
- Ναι, αλλά όχι γκομενικά και τέτοια. Θυμάσαι το λουκάνικο που έχει και στέκεται στην αποθήκη και μαζεύει σκόνες; Έβγαλα κι έπλυνα τις παραλλαγές του...
- Και;
- Αυτά τα φθηνοπράματα δεν ήταν για πλύσιμο τελικά... Ένα μάτσο κουρέλια έβγαλα από το πλυντήριο. Τα είδε και έβγαλε αφρούς. Το τι άκουσα... Καθόταν κι έκλαιγε για κάτι λοχιόσημα, για κάτι πέυ-μπουκ, ιστορικά εξοδόχαρτα και κάτι τέτοια ακαταλαβίστικα.
- Χαχα! Και δεν του είπες αυτό που λένε στα αγοράκια; «Μέχρι να πας φαντάρος θα γιάνει!». Χαχα!
- Ναι, παίξε με τον πόνο μας τώρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χωρίς ιδιαίτερο λόγο ή κίνητρο, γιατί μου καρφώθηκε, γιατί μου καύλωσε.

Ατάκα από την γνωστή τηλεφωνική φάρσα «Τέλος».

- Τώρα δηλαδή εσένα σου καρφώθηκε να βάψεις τον τοίχο μαύρο; Καλά χαζός είσαι;
- Ναι ρε! Μου καρφώθηκε!
- Γιατί;
- Έτσι, πάνω στην τρέλα μου! Εσύ τι ζόρι τραβάς; Δικός σου είναι ο τοίχος; Κεχαγιά στ' αρχίδια μου σ' έβαλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθημερινή έκφραση που έμεινε στην ιστορία από το ομότιτλο βιβλίο του Χρόνη Μίσσιου.

Το λέμε τσαντισμένοι σε κάποιον σκυθρωπό και με ύφος εκατό καρδιναλίων συνάνθρωπό μας, ταξιτζή, δημόσιο υπάλληλο, όργανο της τάξης, κλπ.

Το λέμε όμως και γελώντας σε κάποιον που πειράχτηκε από ένα αστείο μας, μπας και τον συνεφέρουμε και σκάσει πάλι χαμόγελο, αντί να του πούμε «Παρεξηγήθηκες; τσίμπα ένα αρχίδι!» κλπ

- ...
- Τι έπαθες τώρα; Παρεξηγήθηκες;
- ...
- Άντε μωρέ, πλάκα σού 'κανα! Δεν το κατάλαβες;
- ...
- Καλά ντε, χαμογέλα ρε λίγο, τι σου ζητάνε;
- ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάγκικο ή απλώς συντομευμένο «να σου πω...».

Λέγεται:

  1. εισαγωγικά (με την έννοια του «δε μου λες / δεμελές»)
  2. απειλητικά
  1. Σου πω, έκλεισες το μάτι προτού να φύγεις από το σπίτι ή θ' αρπάξει φωτιά και θα τρέχουμε πάλι;

  2. Σου πω... κομμένα αυτά που ήξερες, εντάξ'; Λίγα τα λόγια σου, μαλάκα.

Βλέπε ακόμα: σούπω, παράλειψη των να και θα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το (περίεργα αρνητικό) «δε μου λες...» που χρησιμοποιούμε αμήχανα ή βαριεστημένα για να αρχίσουμε μια κουβέντα. Στην εκδοχή αυτή διακωμωδείται ή απλώς χρησιμοποιείται το βορειοελλαδίτικο ιδίωμα όπου, αντί για «μου», μπαίνει το «με». Επίσης οι τρεις λέξεις γίνονται μία, έτσι για πλάκα ή για μαγκιά, κατά το τελέρε.

Δεμελές... τι ώρα έχουμε πει ότι θα συναντηθούμε;

(από Khan, 12/04/14)

βλ. και δεμελέρε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλές φορές μας ρωτάνε αν έχουμε κάποια συγγένεια με κάποιο άτομο, είτε επειδή μας βλέπουν συχνά μαζί (υποθέτοντας ωστόσο πως μπορεί να 'μαστε φίλοι, γνωστοί, γείτονες, κ.λπ.), είτε επειδή παρατηρούν πως έχουμε συνωνυμία μαζί του, κ.λπ.

Μια απάντηση που περιέχει τον όρο, συγγενείς απ' της συκιάς το γάλα (το γαλακτώδες υγρό που περιέχουν τα ανώριμα σύκα), θυμίζει μεν... τον όρο συγγενείς απ' της μάνας το γάλα... αλλά... αλλά.... αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννάνε οι κότες!

  1. Όταν εκφέρουμε τον όρο, υποδηλώνουμε εμφατικά και με χιουμοριστικό τόνο, πως δεν υπάρχει καμιά συγγένεια μεταξύ μας (ή αν υπάρχει είναι τόσο μακρινή, ώστε να μη λογίζεται ως συγγένεια), αφού απ' της συκιάς το γάλα μπορεί να πιει οποιοσδήποτε, εν αντιθέσει με το γάλα της μάνας το οποίο παραπέμπει σε αδελφική συγγένεια (ύψιστη μορφή συγγένειας). Για την περίπτωση αυτή, βλ. παράδειγμα 1.

  2. Εδώ ο όρος έχει απαξιωτική χροιά και αναφέρεται σε κατ' επίφαση συγγενείς (βλ. παράδειγμα 2).

  3. Εδώ ο όρος έχει απαξιωτική χροιά και αναφέρεται σε κατ' επίφαση αδελφικά έθνη. Για την περίπτωση αυτή βλ. παράδειγμα 3.

Συναφής έκφραση: Η μάνα μου κι η μάνα του στον ίδιο ήλιο απλώνανε τα ρούχα τους.

  1. Ο Βασίλης, νεοπροσληφθείς στην εταιρεία συζητάει με τον Μάρκο:
    Βασίλης:
    - Βλέπω πως έχεις πολλές σχέσεις με τον Κώστα. Απ' την άλλη έχετε και το ίδιο επώνυμο. Είστε συγγενείς;
    Μάρκος:
    - Βέβαια… βέβαια! Συγγενείς απ' της συκιάς το γάλα!

  2. Οι Αιγιαλείς πυρόπληκτοι ακόμα δεν έχουν δει το χρώμα του 50ευρω και κάτι «κουμπάροι» από την άλλη άκρη της Ελλάδας πήραν 3.000 ευρώ, γιατί κάποιος ξαδερφοκουνιάδος τους απ' της συκιάς το γάλα έχει κτήμα στην Ηλεία.
    Δες

  3. Φίλοι μας οι Κούρδοι, απ' της συκιάς το γάλα..
    Λες και δεν ήταν οι Κούρδοι τα καλά παιδιά που κατάσφαξαν τους Πόντιους.
    Δες

(από GATZMAN, 30/03/09)(από GATZMAN, 30/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος προερχόμενος από την τηλεόραση, όπου χρησιμοποιείται για να περιγράψει εκπομπές οι οποίες γυρίζονται με σκοπό να παιχτούν όποτε υπάρχει τρύπα στο πρόγραμμα, καθώς δεν έχουν να κάνουν με την επικαιρότητα, οπότε δεν καιγόμαστε να τις δείξουμε.

Από τις εκπομπές ψυγείου περνάμε ούτως στις ατάκες ψυγείου που έχει ο καθένας μας αποθηκευμένες και τις χρησιμοποιεί όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν (βαριεστημάρα, ανάγκη για μη αποτυχημένο χιούμορ κτρ).
Μία ατάκα μπορεί να είναι ψυγείου είτε επειδή την έχουμε πει ήδη καμιά κατοσταριά φορές και έχει πετύχει (αλλά σε διαφορετικές παρέες), είτε επειδή μας ήρθε σε στιγμή άσχετη με οτιδήποτε και αδημονούμε να την πετάξουμε (ελπίζω να μην είμαι ο μόνος άρρωστος που το κάνει αυτό), είτε επειδή την διαβάσαμε κάπου (έχω δει στην πρωτοπορία βιβλία τσέπης τέτοιου στυλ που τα αποκαλώ ατακολόγια, ήμαρτον λέμε), και πάλι αδημονούμε να την πετάξουμε.

Η χρήση πρέπει να γίνεται με πάσα επιφύλαξη, γιατί ενέχει τον κίνδυνο άσχημης ρόμπας όταν αρχίσουμε να επαναλαμβανόμαστε. Το ύφος πολλών, δε, τη στιγμή της απαγγελίας προδίδει το ετοιματζίδικο της ατάκας σε αισχρό βαθμό.

Διαχωρίζεται σαφώς από τα επαναλαμβανόμενα αστεία που κάνουμε όλοι μας, και των οποίων το χιούμορ βασίζεται σε αυτήν ακριβώς την επανάληψη.

- Αμάν με τις ατάκες ψυγείου ρε μαλάκα, σ' έχει βαρεθεί η ψυχή μου να πούμε...

Βλέπε και ακυρολεξίες, κονσέρβα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μυαλό.

Δεν έχει κουκούτσι νιονιό!

Got a better definition? Add it!

Published

Εκείνος από τούς αρχηγούς του '21 που χαρακτηριζόταν περισσότερο απ' όλους για την ανεξέλεγκτη γλώσσα του ήταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Τους είχε αλλάξει τα φώτα στο βρισίδι με λίγα λόγια!

- Γενναιότατε αδελφέ καπετάν Νικόλα, είδα όσα με γράφεις. Έχει και τουμπλέκια [τουρκικά όργανα του ιππικού] ο πούτσος μου, έχει και τρουμπέτες [ελληνικά όργανα]. Όποια θέλω από τα δυο θα μεταχειρισθώ...

- Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα!

- Ιδού οι Έλληνες! Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα.

- Οι δυνάμεις σου, στρατηγέ μου, πέσανε πολύ, του λέει ο γιατρός.
- Ο πούτσος μου έπεσε, ωρέ, όχι οι δυνάμεις μου!, του λέει!

Τελευταίο και καλύτερο! (για τους Τούρκους):
- Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο!

Καλή 25η Μαρτίου!

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης επί το έργον! (από nasos, 25/03/09)(από patsis, 16/03/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιείται ως απάντηση σε αυτό που μόλις ειπώθηκε και δηλώνει ακραία έκπληξη, χωρίς διάθεση αμφισβήτησης, όπως ίσως να διαφαίνεται από την ίδια τη φράση.
Απαντά και ως δεν το είπες αυτό ή και το πολύ περιορισμένο πληθυσμιακά το λες;; που συντάσσεται με το πστ, μόνο το λέω. Σε αυτή την τελευταία περίπτωση, απαιτείται η επιβεβαίωση του άρτι ρηθέντος με κατηγορηματικό τρόπο.

Εναλλακτικά, φράση που δηλώνει με ήπιο τρόπο αντίθεση, αλλά όχι και να τις παίξουμε κι όλας.

  1. - Ο Μαραντόνα έκοψε την κόκα.
    - Δεν το λες!!!

  2. - Πάω για κατούρημα.
    - Το λες;
    - Πστ, μόνο το λέω.

  3. (διάλογος τριών ατόμων)
    - Ο Καραμανλής είναι ο μεγαλύτερος πολιτικός της χιλιετίας.
    - Ε, δεν το λες...
    - Τι δεν το λες ρε καραγκιόζη, που θα πάω να χέσω στον τάφο του πριν πεθάνει να πούμε...

Αυτά "δεν τα λες" σε -μούνες! (από Vrastaman, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published