Selected tags

Πλιζ, απόφυγε αυτήν την ετικέτα, καθώς πρόκειται σύντομα να απαλειφθεί!

Αν δεν βρεις ετικέτες που να ταιριάζουν στον ορισμό σου, ανέβασέ τον χωρίς ετικέτες και στείλε κατόπιν αναφορά στους συντονιστές υποδεικνύοντας τις ετικέτες που θα ήθελες να του προσαρτηθούν.

Κλασική έκφραση, η οποία περιγράφει επικείμενη σύγκρουση παντός είδους, εν είδει καβγά ή έντονης διαφωνίας.

Η υπερβολή, στο σημείο του απίθανου, τονίζει τη σοβαρότητα της κατάστασης και των καταστρεπτικών συνεπειών που μπορεί να προκύψουν. Εξαιρετικά παραστατική έκφραση, με δύο έντομα να τρώνε μεταλλεύματα!

  1. Απόσπασμα από συνέντευξη στο διαδίκτυο:

«Πριν 3-4 μήνες μου είχατε πει ότι, όταν θα φτάσουμε στις εκλογές «θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι».. Μήπως, πράγματι εάν γίνει έτσι, με οξυμένο το πολιτικό κλίμα με σκληρή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, στριμωχτεί ο ΣΥΝ;… και τα μικρά κόμματα;…».

  1. Αθλητικό σχόλιο στο διαδίκτυο:

«Λοιπόν, ο Ομπράντοβιτς (όπως και ο Τζίγγερ) εννοεί αυτούς που εννοεί, μπάρε μου! Το «μπάρε μου» είναι επίσης κρητικός ιδιωματισμός. Απλά τον χρησιμοποιούν και στα σερβικά. Το αν είναι δόκιμος και στα; πειραιώτικα, θα φανεί στο τελευταίο round του Τop-16 στο Φάληρο, όπου ο Ολυμπιακός αντιμετωπίζει τη Ρεάλ Μαδρίτης. Αν ο στόχος του είναι ακόμη ζωντανός, εκείνο το βράδυ θα φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι! Για να είναι όμως ακόμη ζωντανός ο στόχος του, στα δύο ματς που μεσολαβούν θα πρέπει να φάει η μύγα ατσάλι και το κουνούπι σίδερο!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα που χρησιμοποιείται στη νεοελληνική και προέρχεται από το αρχαιοελληνικό κοτώ [κοτώ, δηλ. ρισκάρω - κόττος, ο κύβος, δηλ. το ζάρι]. Κοττίζω, παίζω ζάρια, τζογάρω.

Στα νέα ελληνικά, το ρήμα κοτάω αποδίδεται σε άτομα, τα οποία επιδεικνύουν δειλία και αποφεύγουν την άμεση σύγκρουση, είναι δηλ. άτολμα.

Ουδεμία σχέση υπάρχει μεταξύ κότας[ουσ.] και κοτάω [ρ.], πέραν της ορθογραφικής και ηχητικής.

  1. - Θα κατέβω κάτω και θα γίνει της πουτάνας.
    - Έλα ρε κωλόπαιδο αν κοτάς, σε περιμένω.

  2. - Για ηρέμησε ρε μεγάλε, δεν κοτάμε να σού πούμε κάτι και ξεσπάς. Ποιος νομίζεις ότι είσαι δηλαδή; Δε γαμιόμαστε ν' ασπρίσουμε...

Κόττοι, κοινώς μπαρμπούτης  (από krepsinis, 09/02/09)Συμποσιαστής παίκτης κοττάβου (από Hank, 09/02/09)Κι άλλος συμποσιαστής παίκτης κοττάβου (από Hank, 09/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε όταν δεν ξέρουμε ποιος έκανε κάτι (π.χ. κάποια ζημιά).

Το λήμμα βγαίνει από τη γνωστή ιστορία με τον Οδυσσέα και τον Κύκλωπα Πολύφημο.

(Η δασκάλα στο δημοτικό:)
- Παιδιά, ποιος από σας έσπασε το τζάμι; Να μιλήσει τώρα!
- ... (σιωπή)
- Α, κατάλαβα, το έσπασε ο κανένας! Αύριο θα φέρετε από ένα ευρώ ο καθένας να φτιάξουμε τη ζημιά, αλλιώς ειδοποιώ τους γονείς σας!

Αν εμφανιστεί πολιτικός με το επώνυμο "Κανένας" θα γίνει πρωθυπουργός! Στο 5.25""! (από Hank, 09/02/09)(από Hank, 09/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λόγος που, είτε τον πεις, είτε δεν τον πεις, όποιος τον ακούει το παίζει κουφός και τον αφήνει να πέσει κάτω. Μπαίνει από το ένα αφτί και βγαίνει από το άλλο.

Θα μπορούσε βέβαια να χρησιμοποιηθεί με μεγάλη παραστατικότητα και σε πουλιά που παίζουν με τα μύδια...

σου μιλάω τόση ώρα! με ακούς ή ότι λέω μπαινάκης και βγαινάκης;

(από pavleas, 09/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρόπος για να σφάξουμε κάποιον με το μπαμπάκι! Συνήθως λέγεται ανάμεσα σε άσπονδους φίλους. Στηρίζεται στο γεγονός ότι ένα νόμισμα έχει πάντα δύο πλευρές και στο ότι δεν υπάρχουν κακές λέξεις, αλλά κακές σκέψεις. Με αυτή την έκφραση αποφεύγουμε τις άμεσες συγκρούσεις με τον συνομιλητή μας.

  1. Είσαι πολύ λαμόγιο! Με την καλή έννοια βέβαια!
  2. Είσαι κουκλάρα ν΄ανοίξουμε το μύδι; Με την καλή έννοια βέβαια!!

(από Khan, 14/02/13)(από Khan, 16/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αιμορροΐδα.

Μεταφορικά, επειδή οι αιμορροΐδες προκαλούν φοβερή φαγούρα και πόνο, κάνουν τον πάσχοντα να γίνεται δύστροπος, δηλαδή ζοχάδας.

Μη του μιλάς καθόλου! Τον πιάσανε οι ζοχάδες του!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύφιλη: γνωστό αφροδίσιο μεταδοτικό νόσημα, που τα παλαιότερα χρόνια ως γνωστόν ήταν ανίατος λόγω ελλείψεως ανάλογης φαρμακευτικής αγωγής.

Η νόσος κατέληγε σε τρέλα. Όταν λοιπόν κάποιος συφιλιάζεται σημαίνει ότι τρελαίνεται.

Πήγα να ζητήσω ένα χαρτί από την εφορία και, μόλις έφτασα μετά από ώρες στο κατάλληλο γραφείο, η υπάλληλος λιμάριζε τα νύχια της! Συφιλιάστηκα! Χρειάστηκαν πέντε νομάτοι να την πάρουν από τα χέρια μου!!!

Friedrich Nietzsche: Οι κακές γλώσσες λένε ότι η "τρέλα" του και το "τρελό" βλέμμα στα τελευταία χρόνια της ζωής του οφείλονται σε επίσκεψη σε συφιλιάρα. (από Hank, 04/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που νταραβερίζεται, ή που κάνει επιτόπιο νταραβέρι, ή που κάνει βέρι ή βέρια. Μπορεί να σημαίνει όλα τα παραπάνω.

- Μεγάλος νταραβερτζής ο Μήτσος, μεγάλος πέφτουλας!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για άτομα που «ξύνονται» (λουφάρουν στη δουλειά), κυρίως για δημοσίους υπαλλήλους.

- Καλά, τελευταία φορά που πήγα στο Υπ. Παιδείας όλοι οι υπάλληλοι εκεί άραζαν, έπαιζαν sudoku και έβλεπαν βίντεο στο youtube! Μιλάμε για πολύ ξυνόπουλος κατάσταση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρό σε μέγεθος πτηνό. Το σπουργίτι, το καναρίνι, καθώς και το μικρό κοτοπουλάκι. Χρησιμοποιείται τόσο κυριολεκτικά, όσο και μεταφορικά, για να δηλώσει κάτι που ενώ είναι μικρό στο μάτι, είναι εν δυνάμει ελπιδοφόρο.

  1. - ...κι εκεί που έψαχνα στην αποθήκη του παππού για το πριόνι, βρήκα δυο παγίδες, που τις είχε φτιάξει όταν ήτανε νέος! - Για μουνιά; - Για τσόνια ρε λιγούρη… τι μουνιά;

  2. Πατέρας με υιό τα πίνουνε στο στέκι του δεύτερου, σε μια προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα των γενεών, που είναι πιο φαρδύ και από τη Μάγχη. - Ρε Τάκη, σαν πολύ δε σου τρίβεται το Σοφάκι; Το «έβαλες»; - Τι λες ρε πατέρα; Αυτή πάει ακόμα σχολείο και εγώ πήρα πτυχίο πρόπερσυ…
    - Μικρό είναι και το τσόνι, το καλαμπόκι το καταπίνει όμως!

(από pavleas, 30/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified