Διαταραχή που πλήττει τους εργαζόμενους σε πολλές εταιρίες / υπηρεσίες / τράπεζες του λεκανοπεδίου (και όχι μόνο) κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Κύριο σύμπτωμα είναι η εμμονή να διατηρούν -μέσω κλιματισμού- τη θερμοκρασία του χώρου στους 17 βαθμούς (ενώ έξω έχει 33) με αποτέλεσμα να τουρτουρίζουν...

και...

Ψυχραναγκάζω: τακτική αφεντικών, προϊσταμένων, διευθυντών κ.λπ. να μετατρέπουν τους χώρους εργασίας του λεκανοπεδίου σε σιβηρικό στρατόπεδο συγκέντρωσης, παρά τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων.

-Μα κύριε Σταλινίσκο μου, 17 βαθμούς; Θ' αρπάξουμε καμιά πούντα!
-Πας καλά, Κακομοιρίδη; Εδώ σκάει ο τζίτζικας!

(από nick, 05/04/09)

Aπό εδώ στο lexilogia.gr

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκ της Μαίρης της Παναγιωταρά, μιας εργαζόμενης μητέρας, μιας καλής νοικοκυράς.

Χαλώνουμε (βάζουμε τα χαλιά) με το που πιάνει κρύο, ξεχαλώνουμε (βγάζουμε τα χαλιά όταν ζεστάνει ο καιρός).

-Ε Μαράκι, χάλωσες ακόμα;
-Μπα, ακόμα αντέχεται ο καιρός. Λέω να χαλώσω τον επόμενο μήνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ονομασία οποιουδήποτε νησιού που ο πληθυσμός του οχταπλασιάζεται (και βάλε) κάθε καλοκαιρινή περίοδο. Αποτελεί πόλο έλξης και «μαστ» προορισμό για παντός τύπου τρέντουλα, εξού και η ονομασία. Ακόμη και πριν πατήσετε το πόδι σας σε τρεντονήσι γνωρίζετε ήδη ότι είναι τέτοιο από τις αντιδράσεις των φίλων σας όταν τους ανακοινώνετε τον προορισμό σας (άλλοι θα γουστάρουν κι άλλοι θα σας φτύσουν, οπότε μέτρο σύγκρισης είναι οι ακραίες συμπεριφορές).

Παρόλα αυτά, το τρεντονήσι ξεχωρίζει και από μερικά χαρακτηριστικά που στο κάτω κάτω είναι αυτά που φέρνουν τον κόσμο.

  • Είναι ίσως το μοναδικό μέρος στην οικουμένη που σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού έχει μπλε και πράσινα μάτια στην «χώρα» και καφέ στην παραλία (τουλάχιστον μέχρι την ανακάλυψη του αδιάβροχου φακού επαφής).
  • Όλες κυκλοφορούν με τραπεζομάντιλα τυλιγμένα στα πόδια και διχάλες 1-4 που προκαλούν τον χαρακτηριστικό ήχο «χλιτς-χλοτς».
  • Οι ρακέτες έχουν αναδειχθεί σε τοπικό-εθνικό σπορ (το οξύμωρο δίνει περισσότερη έμφαση) και όλοι πρέπει να κλείσουν τουλάχιστον 3ωρο παίζοντας.
  • Οι μισοί είναι ρουμλετάδες, οι άλλοι μισοί έχουν μπαρ και είδη δώρων, οι άλλοι μισοί είναι τουρίστες και οι άλλοι μισοί συνδυάζουν τις ως άνω δραστηριότητες (και εδώ δίνεται η οξύμωρη έμφαση).
  • Η κατανάλωση καροτίνης είναι ίσως στα ίδια επίπεδα με την κατανάλωση μπύρας.
  • Κυκλοφορούν περίεργοι με μια κάμερα στο χέρι που λένε ότι κάνουν ρεπορτάζ και δηλώνουν άνθρωποι ενώ όλοι ξέρουμε πως έχουν βρει τον ιδανικό τρόπο να μπανίζουν κωλαράκια και να το περνάνε για μάχιμη δημοσιογραφία και είναι δημοσιοκάφροι.
  • Επίσης κυκλοφορούν και σελεμπριτούδες που αρέσκονται να παίζουν κυνηγητό με τους προηγούμενους, να κρύβουν την κυτταρίτιδα και να περπατάνε στα σοκάκια αγνοώντας του «φανς» που πεθαίνουν για αυτόγραφο.

Γι' αυτό σκεφτείτε καλά πριν αποφασίσετε προορισμό για το καλοκαίρι.

- Φέτος έκλεισα εισιτήρια για Μύκονο φίλε, θα γίνει χαμός!
- Αμάν πια με τα τρεντονήσια ρε συ. Εγώ την είδα λατέρνατιβ φέτος. Θα χτυπήσω Ίφκινθο να δω τον τόπο εξορίας του αναρχικού Φαν Μπρόικελεν. Σκηνούλα, μπυρόνι, μπαφόνι κι έτσι.
- Σώπα ρε αντιρρησία εσύ! Από πότε μας βγήκες ανάρχι;
- Από τότε που δεν έχω σάλιο για διακοπές.
- Και εκεί με τι θα πας; Κολυμπώντας;
- Ε ρε πούστη... 2652 χρήστες, γιατί να μην είσαι ένας από αυτούς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φαινόμενο κατά το οποίο το καλοκαίρι μαυρίζει το χέρι από το μανίκι του κοντομάνικου και κάτω. Λέγεται έτσι επειδή συναντάται συχνά στους ταρίφες, που βγάζουν το χέρι έξω από το παράθυρο τους ζεστούς μήνες και τους το λιώνει ο ήλιος 8 ώρες τη μέρα.

- Πςςςς, πώς μαύρισες έτσι ρε;!
- Μπα, αρχίδια, μόνο ταριφόχερο έχω φτιάξει...

ιδιάζουσα περίπτωσις (από xalikoutis, 23/10/08)Ταριφόχερα μέιντ ιν Ίνγκλαντ. (από Cunning Linguist, 07/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που διατηρεί δωμάτια προς ενοικίαση ή αλλιώς rooms-to-let σε ακτίνα 10 χλμ από οποιαδήποτε παραλία.

- Φίλε σε έφτιαξα φέτος, θα πάμε διακοπές Καλλιθέα σε έναν γνωστό που έχει δωμάτια. Θα μας κάνει καλή τιμή.
- Τι λες ρε που θα πάμε στον θείο σου τον γδάρτη πάλι! Σιγά μη δουλεύω 3 μήνες για να μου τα φάει ο ρουμλετάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ρακετάγκουρας, ρακετοκάγκουρας

Προέρχεται από τη σύνθεση της «ρακέτας» και του «κάγκουρα». Αυτή η σύνθεση λαμβάνει χώραν χιλιάκις -τι λέω- εκατομμυριάκις, εις κλαρινοπαραλίας κατά τη διάρκεια του μεγάλου ελληνικού καλοκαιριού.

-Εχω θεμα με τους ρακετιστες.
-Δια ροπαλου θα επρεπε να τους απαγορευεται η εισοδος.
-Ειναι με διαφορα η πιο σιχαμενη φυλη της παραλιας δεν εχει βγει και κατι να τους ψεκαζουμε να ψοφανε σαν τις κατσαριδες...
-υπάρχουν οι καγκουρορακετίστες ή αλλιώς ρακούν που πετάνε το μπαλάκι με όλη τους τη δύναμη και όπου να ναι.. Και αυτοί που σέβονται παίζουν πιο προσεγμένες μπαλιές και γενικότερα δεν δημιουργούν πρόβλημα.
-οποιος βγαλει μινι χειροβομβιδες σε σχημα μπαλακι τεννις η πιγκ πονγκ, θα βγαλει τρελο χρημα.
-Αι ρακεται μου σπάνε το καμπαναριο, τακ τουκ όλη την ώρα, σε οοοοοοοοοοολη τη παραλία!!
-Με ενοχλούν αυτοί που τους ενοχλούν οι ρακέτες. :P
θρεντ όπου οι Insomniacs αδειάζουν τη χολή τους

θέρος τρύγος πόλεμος

  • 10 πράγματα που μου έμαθε η ζωή για τις διακοπές
    Φροντίστε να είστε μέσα στη θάλασσα νωρίς το πρωί και κατά τη δύση του ηλίου. Το ψυχικό και συναισθηματικό όφελος είναι απείρως πολλαπλασιαστικό. Αποφύγετε το καταμεσήμερο με τον πανσουρλισμό, και τους ρακετάγκουρες. (εδώ)

  • Το κέφι ανάβει όταν Ρακετοκάγκουρες και Ξέκωλα ανεβαίνουν στα λευκά τραπέζια του Μπιτσόμπαρου για να αποδώσουν σε χορογραφία λαϊκά άσματα. (εδώ)

  • Κοιλιακοι των απειρων "συμπληρωματων" κ λάδι μαυρίσματος με γκλιτερ για να τυφλώνονται αναμετάξυ τους οι ρακετοκαγκουρες.

  • Πάντως, δεν έχεις δει ρακετοκαγκουρα αν δεν πας στην παραλια Barceloneta της Βαρκελώνης.. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γυμνασμένος, συνήθως αντιπαθής άνδρας που αρέσκεται να επιδυκνείει τα μούσκουλά του σε νεαρές κορασίδες στις παραλίες το καλοκαίρι.

Η λέξη προέρχεται απο τις δημοφιλείς ρακέτες, κατεξοχήν σπορ των ατόμων αυτών στην παραλία.

Τσέκαρε πώς κορδώνεται ο μπρατσορακέτας για να τον δει η γκόμενα!

Βλ. και σφίχτερμαν, σφίχτης, μπονταίος, πρησμένος, σβάρτσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παραλία μετά μπιτς-μπαρ.

Αρχικά ο όρος είχε θετική αύρα αλλά με τον καιρό, θες γιατί παράγιναν τα μπιτς μπαρ, θες γιατί γερνάμε, τώρα νοείται η παραλία που σου σπανε τα κροκάδια με τα ντάπα-ντούπα.

- Πάμε Φούρκα;
- Να πάτε, εγώ μπαραλία δεν γουστάρω, θα την κάνω για Δεύτερο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που πάει για μπάνιο στη Βάρκιζα με πλήρη στολή δύτη, μαχαίρι στο πόδι και ψαροντούφεκο για φαλαινοκαρχαρίες (γιατί ως γνωστόν, στη Βάρκιζα, οι φαλαινοκαρχαρίες έρχονται μέχρι έξω και τους πετάνε παπάρες οι θαμώνες των παραλιακών ρεστωράν).
Επίσης φοράει σούπερ επαγγελματικό ρολόι καταδύσεων που αντέχει μέχρι 800 μέτρα βάθος, 35 ατμόσφαιρες πίεση, 5 εκρήξεις υποθαλάσσιων ηφαιστείων και 2 τρακαρίσματα με πυρηνικό υποβρύχιο, ενώ διαθέτει και φακό για την άβυσσο, ανοιχτήρι για στρείδια, πυροφάνι για καλαμάρια, κλουβί για τα σκυλόψαρα, μπιμπερό για ορφανά φαλαινάκια και πατώντας ένα κουμπί φωσφορίζει η φωτογραφία του Κουστώ.

Γεια σου Χρήστο λουοδύτη που πλατσουρίζεις στα ρηχά σαν φώκια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λεκές από κουνούπι ή σκνίπα συνήθως τους καλοκαιρινούς μήνες.

Ο Αγησίλαος είχε γεμίσει τους τοίχους κουνουπέδες μέσα στο δωμάτιο που κοιμόταν. Λογικό, τον είχα καταφάει τα άτιμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified