Selected tags

Further tags

Λοξή στάση που παίρνουν οι γκόμενες στην παραλία όταν θέλουν να δείξουν κορμάρα. Προσπαθούν επί ματαίω να τεντώσουν το σώμα (μπούτια, κοιλιά, δίπλες γενικώς) αλλά να δείχνουν, συνάμα, χαλαρές και φυσικές.

Η λέξη έχει αρχίσει να μπαίνει στην αργκό των γυμναστηρίων.

... και μη μου κάθεστε τώρα όλες σε στάση παραλίας, σηκωθείτε όρθιες, μέσα η κοιλιά, σφιχτοί οι γλουτοί, έξω το στήθος, τα πόδια καλά να πατάνε στο έδαφος, κάτω οι ώμοι!

(από ironick, 17/09/08)(από ironick, 17/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική έκφραση της παπανδρεϊκής εποχής, η οποία ορίζει την περίοδο διακοπών του μέσου Νεοέλληνα. Αν θυμάμαι καλά υιοθετήθηκε γύρω στα μέσα της δεκαετίας του'80 και καλύπτει το διάστημα Ιουλίου - Αυγούστου, με άλλα λόγια τη θερινή ραστώνη.

«Δεν θα χαλάσουμε τα μπάνια του λαού» (απάντηση του Ανδρέα σε εισήγηση συνεργατών του να διεξάγει πρόωρες εκλογές το καλοκαίρι του 1987).

(από krepsinis, 14/09/08)Τα χρόνια της αθωότητας.. (από Vrastaman, 15/09/08)(από electron, 21/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται σε απέλπιδα και συχνά επίπονη προσπάθεια συγκάλυψης, εντός παραλιακής άμμου, εξ' αίφνης στύσης του γεννητικού μορίου ανδρός λουομένου, χαρακτηρίζεται δε από την πρηνηδόν στάση του ατυχούς φέροντος το εν λόγω όργανο καθώς και από την χαρακτηριστική λακουβίτσα (ή λακούβα, ανάλογα με το μέγεθος του μορίου) που δύναται να παρατηρηθεί μετά το πέρας της στύσης.

- Τι μωρό είναι αυτό ρε φίλε;
- Ωωπ... αμμόχωστος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος που διατηρεί δωμάτια προς ενοικίαση ή αλλιώς rooms-to-let σε ακτίνα 10 χλμ από οποιαδήποτε παραλία.

- Φίλε σε έφτιαξα φέτος, θα πάμε διακοπές Καλλιθέα σε έναν γνωστό που έχει δωμάτια. Θα μας κάνει καλή τιμή.
- Τι λες ρε που θα πάμε στον θείο σου τον γδάρτη πάλι! Σιγά μη δουλεύω 3 μήνες για να μου τα φάει ο ρουμλετάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, χρησιμοποιούμενη πάντα σε πληθυντικό αριθμό την καλοκαιρινή περίοδο, η οποία και επισήμως ξεκινά από τότε που το Star Channel αρχιζει να δειχνει ρεπορταζ για κώλους. Χαρακτηρίζει γυναίκες, ξαπλωμένες μπρούμυτα οι οποίες αφού αλείψουν με δυο μπουκάλια Carotten τους ποπούς τους λιάζονται στο πιο κεντρικό σημείο της παραλίας. Αποτέλεσμα της δραστηριότητας αυτής είναι να προκαλούνται μικροατυχήματα μεταξύ των θαμώνων της ακτής: άλλοι τραυματίζονται από μπαλάκι ρακετίστα που έχασε την αυτοσυγκέντρωσή του, άλλοι δέχονται επιθέσεις από πετρούλες των οποίων αρχικός προορισμός είναι τα λαδόκωλα, ενώ μέρικοι παθαίνουν μικροεγκαύματα από την καυτή αμμο λόγω της πολύλεπτης παραμονής τους χωρίς παντόφλες, σε κοντινή απόσταση από τον «στόχο», κάτω από τον ήλιο. Πληροφορίες αναφέρουν πως τα λαδόκωλα αποτελούν μέτρο του υπουργείου τουρισμού ώστε να απασχολούνται οι ναυαγοσώστες που κατά τα άλλα δεν κανουν τίποτα και να γεμίζουν οι ιδιωτικές πλάζ. Οι ίδιες πληροφορίες επιβεβαιώνουν πως το μέτρο αυτό δεν προτάθηκε από παρατηρητές της ηλιοθεραπείας της πρώην υπουργού τουρισμού, κ.κ. Φάνης-Πάλης Πετραλιάς.

- Ρε Μπάμπη φέρε και σε μένα να διαβάσω τη μέτροσπορτ, θέλω και εγώ να μάθω για τον Μπαλχιλα Αμαντιντσισβίλι, το μαραντόνα του Ουζμπεκιστάν που θα φέρει ο πρόεδρος.
- Ρε δε κοιτας τα λαδόκωλα καλύτερα, έχω ακόμα να ρίξω μια ματιά στο ρεπορτάζ του Ανδρούτσου Γραβιάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γερμανός τουρίστας.
Επεκτείνεται και περιλαμβάνει και σκανδιναβούς και άλλους βορειοευρωπαίους.
Απ' τό γνωστό γερμανικό όνομα Fritz.
Συνήθως φοράει σανδάλια με άσπρες κάλτσες μες στο καλοκαίρι.

- Βλέπω τους φρίτσουλες να βολτάρουν με τα σανδάλια και τις άσπρες κάλτσες και θέλω σακούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος τουρίστα -συνήθως από βορειοευρωπαϊκή χώρα- που φοράει κατακαλόκαιρο πέδιλα με κάλτσες, παρουσιάζοντας αντιαισθητικό θέαμα για τα δεδομένα του καλοκαιριού της Ελλάδας και ο οποίος δεν έχει ιδέα ότι συνιστά αισθητική παραφωνία.

Συνώνυμα: καλτσοπεδιλούχος.

-Πέρασαν δύο καλτσοπέδιλοι τουρισταράδες.
-Καλά, ούτε ζεσταίνονται, ούτε τους νοιάζει το θέαμα που παρουσιάζουν...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ελεύθερος κατασκηνωτής στα ενδότερα της παραλίας Νας στην Ικαρία, μέσα στα καλάμια.

- Έχουμε τζιβάνα;
- Όχι, δεν πας να ζητήσεις από τους Βιετκόνγκ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξέλιξη του πρακτικού αστείου γνωστού ως ποδόμουτρο. Αποτελεί καλοκαιρινό σπορ και σύντομα και ολυμπιακό άθλημα το οποίο λαμβάνει χώρα στα ημίρηχα νερά μιας παραλίας. Αποτελεί εναλλακτική των μισητών ρακετών, αλλά με την θεμελιώδη διαφορά ότι με το παραθαλάσσιο ποδομουτροfighting δεν γάμησε κανείς και ούτε πρόκειται.

Διασπάται σε πολλές κατηγορίες όπως full contact, 15 vs ενός, highlander, αλλά ο βασικός στόχος παραμένει να προσγειώσεις την πατούσα σου στα μούτρα κάποιου είτε το θέλει είτε όχι. Επιπλέον ο κάθε αγωνιζόμενος έχει το δικαίωμα να κηρύξει την έναρξη του αγώνα χωρίς να είναι ενήμερος ο έτερος αγωνιζόμενος/-οι.

- Ρε μαλάκα έσκασα απ' τη ζέστη παμε για παραθαλάσσιο ποδομουτροfighting...
- Έλα ρε μαλάκα, πάλι δεν θα μας μιλάει ούτε μισή γκόμενα μετά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο γυμνασμένος, συνήθως αντιπαθής άνδρας που αρέσκεται να επιδυκνείει τα μούσκουλά του σε νεαρές κορασίδες στις παραλίες το καλοκαίρι.

Η λέξη προέρχεται απο τις δημοφιλείς ρακέτες, κατεξοχήν σπορ των ατόμων αυτών στην παραλία.

Τσέκαρε πώς κορδώνεται ο μπρατσορακέτας για να τον δει η γκόμενα!

Βλ. και σφίχτερμαν, σφίχτης, μπονταίος, πρησμένος, σβάρτσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified