Γεωργίου ράιτινγκ. Κατά πάσα πιθανότητα, δεν έχει ακουστεί ποτέ on air αλλά έχει γραφεί παμπόλλως στην πάλαι ποτέ κραταιά στήλη του Καφενείου των Φιλάθλων (στον πάλαι ποτέ κραταιό Φίλαθλο).

Η στήλη είχε ως αντικείμενο τα σχόλια αναγνωστών που μιλούσαν στο τηλέφωνο με τον αναλυτή (ξάδερφο της Κάκιας - όπως ισχυρίζεται ο ίδιος) ποδοσφαίρου Γιώργο Γεωργίου.

Το λήμμα έρχεται ως επιδοκιμαστική απάντηση σε εξυπνακίστικη ατάκα αναγνώστη.

- Ρε Γεωργίου, τώρα που ο Μπαζίνας άφησε μουστάκι, δεν αφήνεις και συ δόντια για αλλαγή;
- Τα νεφρά μου παλιόπουστα...

Η Νεφρετρίτη (από HODJAS, 05/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιεί ο Γεωργίου. Έχω καταλάβει την χαμηλή διανοητικότητα κάποιου, ή κάποια χωριατίλα που έκανε, και τον κοροϊδεύω. Συνώνυμο: δουλεύω κάποιον ψιλό γαζί

Δεν καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος σε έχει πάρει στο βραστό; Κάνει πλάκα ο κόσμος μαζί σου. Και ο Άδωνις Γεωργιάδης, τα ίδια. Μιλάει ο ένας, μιλάει ο άλλος, ποιος ακούει; Γελάει ο κόσμος, δεν το καταλαβαίνετε;

(από sapap, 10/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπνευσμένη έκφραση του γνωστού θρύλου της αθλητικής δημοσιογραφίας Γ. Γεωργίου. Στη συνηθέστερη μορφή της ακολουθεί την ανακοίνωση του ονόματος Σάββας. Γενικά, θεωρείται έκφραση απόλυτης απαξίωσης προς τον συνομιλητή ή αδιαφορίας για την έκβαση μίας συζήτησης, αφού το άτομο που την χρησιμοποιεί προτιμά να κάνει χαβαλέ με το όνομα του συνομιλητή, παρά με την ουσία της συζήτησης.

- Μεγάλη κουβέντα αυτή που άνοιξες! Θύμησέ μου το όνομά σου..
- Σάββας...
- Σάββα;...
- Τί;
- Τα παπάρια μου τράβα!!!
- Άντε ρε φίλε και εγώ μιλάω σοβαρά.

μπερδέψαμε τα παπάρια με τα κλάσματα... (από BuBis, 28/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται και σε περιπτώσεις όπου προσπερνάμε ένα θέμα, το κάνουμε γαργάρα ή κάνουμε ότι δεν το είδαμε.

(Γεωργίου) Ρε συ, ο ρέφερι τι σφύραγε χθες μωρέ; Δύο πέναλτι μέσα στην περιοχή και τα έκανε αβαβά και τα δύο! Ήμαρτον ρεεεεε, τα μάτια μας πονάνε.

(από HardcoreGR, 07/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πλάγια γραμμή του γηπέδου. Την αναφέρει έτσι απλά για συντομία ο Γιώργος Γεωργίου, ακριβώς επειδή είναι άσπρη. Φυσικά όλες οι γραμμές του γηπέδου δε σχεδιάζονται με ασβέστη, αλλά με ειδική ανεξίτηλη μπογιά.

Ακροατής: - Ο Σαλπιγγίδης δεν τραβάει σέντερ-φορ ρε Γιώργο.
Γεωργίου: - Φίλε, πάρε κατσαβίδι και βίδωσε καλά στο μυαλό σου αυτό που θα σου πω. Ο Σαλπιγγίδης δεν είναι για περιοχή. Πάρ' τονα και βάλτονα στον ασβέστη. Εκείιι, να τρέχει μωρέ αδερφάκι μου.

(από HardcoreGR, 06/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος με μεγάλα φρύδια. Ήταν παρωνύμιο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, όπως βρίσκουμε στον Κοροβέση, αλλά και του Σωκράτη Κόκκαλη στο ιδιόλεκτο του αθλητικογράφου Γιώργου Γεωργίου. Πιο πρόσφατα του μπασκετμπολίστα Άντονι Ντέιβις.

Το εντυπωσιακό κόψιμο του Άντονι Ντέιβις πάνω στον Ρούντι Γκομπέρ βρέθηκε στην κορυφή του Top 10. Ο «Φρύδιας» έκοψε στα ίσια στον Γάλλο παίκτη των Μινεσότα Τίμπεργουλβς, στην εντός έδρας αναμέτρηση των Λος Άντζελες Λέικερς, στην πρεμιέρα του ΝΒΑ. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Στο ιδιόλεκτο του αθλητικογράφου Γιώργου Γεωργίου είναι ο ευθυτενής ποδοσφαιριστής που δεν έχει ελαστικότητα στις κινήσεις του.

Πώς είναι έτσι σαν να έχει καταπιεί φτυάρι ρε ;;;!!!

Got a better definition? Add it!

Published

Στο ιδιόλεκτο του αθλητικού παρουσιαστή Γιώργου Γεωργίου κάνω κάτι όλο αβγό σημαίνει μια ενέργεια με χάρη.

Όλο αβγό το έκανε η παικτούρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Είμαι μέσα στη φασολάδα είναι ποδοσφαιρική αργκό που σημαίνει ότι μια ομάδα είναι ακόμα μέσα στη διεκδίκηση του γκολ και, εν γένει, των στόχων της.

Μέσα στη φασολάδα είναι αλλά πολύ κλο κλο

Got a better definition? Add it!

Published

Ο επιρρεπής στο λάθος τερματοφύλακας, σύμφωνα με την ποδοσφαιροσλάνγκ του Γιώργου Γεωργίου. Επίσης, αυτός που πηγαίνει με άσχημες γυναίκες, πατσαβούρες.

  1. Ο Πατσαβουράκιας, ο Σαλτιμπάγκος και οι σαΐτες - Ούτε ο Μέσι τέτοια μπάλα στα 16 του! (Εδώ).
  2. Συνεπώς είναι και αυτός εραστής του μπάζου (κοινώς πατσαβουράκιας) εκ πεποιθήσεως όμως και ουχί εκ περιστάσεων (όπως είμαι εγώ). (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published