Κλασικός και λιγάκι απαρχαιωμένος όρος που προέρχεται ή έστω διαδόθηκε από την ιδιόλεκτο των χάπατων στα 90's και που περιγράφει την ευφοριογόνο (αγαπογόνο ίσως) ψυχοτρόπο δράση διάφορων ουσιών (με πατριάρχη το eψιλον), σε αντιδιαστολή προς την παραισθησιογόνο (που εξασφαλίζεται από τη συνομοταξία των τριπακίων).

Συντάσσεται με το «δίνω», «βγάζω», σπανιώτατα «σκάω φήλινγκ». Πιο ιδιότροπη και τώρα πιο διαδεδομένη η χρήση ως περιγραφή του γενικού κλίματος και συναισθήματος που αποπνέει ένας μέρος και μια κατάσταση.

Ακόμα πιο ιδιότροπη η χρήση του ως περιγραφή της «αύρας» ενός ατόμου (βλ. παράδειγμα).

- Τι λέει ο καινούργιος συνάδελφος; - Καλά με τον καΐλα δε βγάζεις άκρη... Τον έχωσα λίγο να βοηθήσει στο πατάρι και άρχισε και μου λέγε «Αδερφέ, το φήλινγκ σου, την αλήθεια σου να μη χάσεις, αυτό έχει σημασία». Τα πιάσαμε τα λεφτά μας λέω....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι κάτι που προκαλεί τρελή πώρωση, μας στέλνει κανονικά, ενίοτε δε μας κάνει να αισθανόμαστε λες και έχουμε καπνίσει πέντε λιβάδια μαύρο εισάγοντάς μας σε μια εναλλακτική πραγματικότητα από την οποία δεν μπορούμε να ξεκολλήσουμε.

Για να δούμε όμως τι προκαλεί χάσιμο.

• Καταρχήν, η μουσική (εξ ου και το Lost In Music των Sister Sledge). Χαρακτηριστικές κατηγορίες μουσικής που προκαλούν χάσιμο είναι η ψυχεδέλεια και τα πριόνια.

• Η πολύ προχώ τέχνη γενικά, που αν καταφέρεις να την πιάσεις, μένεις μαλάκας. Χαρακτηριστικά εδώ είναι το θέατρο του παραλόγου και το σουρεαλιστικό σινεμά.

• Έπειτα, τα διάφορα παιχνίδια σε PC ή παιχνιδομηχανές (βλέπε λάινεϊτζ). Στην περίπτωση αυτή το χάσιμο οδηγεί αναπόφευκτα στο κάψιμο.*****

• Τα ναρκωτικά, ειδικά τα παραισθησιογόνα, που είναι χάσιμο στην κυριολεξία. Ρωτήστε τους επιζήσαντες της ηρωικής rock σκηνής των 60s να σας διαφωτίσουν επί του θέματος.

• Διάφορα άλλα πράγματα που προκαλούν παρόμοιες αντιδράσεις (ναι, και το slang.gr)!

Πολύ συχνά το χάσιμο είναι τρελό, απίστευτο ή απόλυτο.

***** Και όμως, χάσιμο στον χώρο του παιχνιδιού υπήρχε και πριν από τα PC games! Ένα ενδεικτικό παράδειγμα είναι το παιχνίδι των 60s τάκα-τάκα, το οποίο ήταν τόσο πορωτικό που οδήγησε στο απόφθεγμα πως «το πολύ το τάκα-τάκα κάνει το παιδί μαλάκα»!

  1. (σχόλια για το κομμάτι «Καινούρια Ζάλη», από Τρύπες)
    «με πορωνει..... ( ιλια )
    Να χάνεσαι... ( Κάποια )
    τρελα, ψυχεδελεια, χασιμο...»

(Από εδώ)
«Ειδικά το «A Man Called Shit» είναι απίστευτο χάσιμο καθώς στο κομμάτι αυτό συμμετέχουν όλοι οι κιθαρίστες του συγκροτήματος, υλοποιώντας τα υγρά όνειρα όλων των οπαδών του ηλεκτρικού ήχου.»

  1. (Από το GameOver.gr, για ένα PC game)
    aragorn, προχειρο δεν θα το ελεγα με την καμια! Ειναι ΤΡΕΛΟ χασιμο, εχω τρελαθει εδω και πολυ ωρα!!! Αλλα ειναι οντως πανακριβο...

  2. (Από εδώ)
    «Δανάη αν σου αρέσουν οι γελοιογραφίες είναι το ιδανικό δώρο. Δες στο λινκ που έχω στον Παπασωτηρίου περισσότερα.
    Τρελλό χάσιμο!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τριπάκι στην λυσεργική αποκαλείται η δόση παραισθησιογόνου αλλά και το συνεπαγόμενο ψυχεδελικό άκουσμα.

Το τριπάκι έχει όμως καθιερωθεί και με την ευρύτερη έννοια της καλώς ή κακώς εννοούμενης καύλας, ψώρας, ρουτίνας ή ενασχόλησης με οποιοδήποτε αντικείμενο ή υποκείμενο.

Μπορείς να μπεις σε τριπάκι του εγώ, σε τριπάκι ενοχής, σε τριπάκι φιλοτελισμού, σε τριπάκι οιουδήποτε ονείρου που τρίζει ωσάν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας (βλ. παραδείγματα). Η αρνητική διατύπωση «μη μπαίνεις στο τριπάκι» είναι βεβαίως-βεβαίως συνώνυμη του ξεκόλλα.

Εκ των αγγλικών trip και trippin’ που όμως έχουν πιο περιορισμένο πεδίο χρήσης.

Βλ. επίσης: κανάλι, λούκι, γκεζί, αρρώστια, πώρωση.

- Οι αγρότες δεν θα πρέπει να μπουν στο τριπάκι του λαθρεμπορίου πετρελαίου.
(Σλανγκομούνα Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στη πρωινή εκπομπή του Άρη Πορτοσάλτε στο Σκάι, 19/1/10)

- Δεν μπαίνουμε στο... τριπάκι ότι έχουμε ήδη προκριθεί στο Πεκίνο, αλλά πρέπει να αποδείξουμε στο γήπεδο ότι είμαστε ικανοί.
(Νίκος Ζήσης, εδώ)

- Πολιτικοί στο τριπάκι του Facebook - Αρχηγοί, υπουργοί και βουλευτές άνοιξαν προσωπικά ημερολόγια και συζητούν με φίλους τους.
(Το ΕΘΝΟΣ)

- Μερικοί μπαίνουν στο τριπάκι να πουλήσουν πολλούς δίσκους, αντί να φτιάχνουν καλή μουσική...
(εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης:

  1. Τεμάχιο χασίς, τσίκα, δοντιά.

  2. Όχι μόνο η ωραία γκόμενα (έτερος ορισμός), αλλά γενικά ο ωραίος τύπος, ο ωραίος άνθρωπος, ο Ζαγοραίος, το περιβόλι.

  3. Από την μουσική, το κομμάτι είναι το μέρος που πρέπει να εκτελέσει ένας συγκεκριμένος μουσικός. Οπότε η έκφραση κάνω το κομμάτι μου σημαίνει κάνω αυτό που ξέρω να κάνω καλά και το ευχαριστιέμαι. Συνήθως λέγεται άσ' τον να κάνει το κομμάτι του, δηλαδή δεν πειράζει που μας τα πρήζει με το να κάνει χίλιες φορές τα ίδια (=της ψωλής του τον χαβά), άσε τον να ευχαριστηθεί, τ. ψωλίστ.

  4. Στην εκλαϊκευμένη Ψυχολογία, είναι έκφραση όπως το θεματάκι, και σημαίνει ότι η / ο μάλλον ερασιτέχνις γιαλόμα(ς) κατατέμνει τον ψυχισμό σου αναλυτικώς σε κομμάτια και σου λέει σε πιο κομμάτι τα πας καλά και σε πιο λιγότερο. Πρόκειται για ένα εκλαϊκευτικό αναλυτικό εγχείρημα που θα έκανε έναν σοβαρό ψυχανάλατο να φρίξει, αλλά έχει το πλεονέκτημα ότι δεν σε τρομάζει, καθώς μπορείς να εστιάσεις στα προβλήματά σου ένα ένα. Κυρίως έχει μείνει ως έκφραση λαϊκότροπης χειραγώγησης.

Βλ. επίσης τις εκφράσεις είμαι κομμάτια, πηγαίνω κομμάτια, κόμματος, κομμάτι από τούρτα, κομματιανός.

Πάσα: Χότζας, Μπούμπης.

  1. Ζωρζ Πιλαλί, Το Κομματάκι.

Χωροφύλακες με πιάν'νε
Και μες στο κελί με βάν'νε
Για ένα μαύρο κομματάκι
Δεν αξίζει το μπερντάκι

Θα το πιω και ας πεθάνω
Κι απ' τον κόσμο ας την κάνω
Θα το πιω και ας με πιει
Κι ας με βάλουν φυλακή

Μου την κάτσαν από πίσω
Και στη φυλακή θα σβήσω
Ότι ο κόσμος και να κάνει
Δεν το κόβω το λιβάνι.

  1. Τι κομμάτια έχουν μαζευτεί στο σάη ρε ρε πστ...

  2. - Καλά έχει τιγκάρει το σάη στις προσωπικές εμμονές ο Σλανγκαρχιδόπουλος.
    - Άσε τον να κάνει το κομμάτι του, δεν βλάπτει κανέναν.
    - Ναι, αλλά αποπροσανατολίζει τον αναγνώστη. Μας διαβάζουν και στο εξωτερικό.

  3. Στο κομμάτι επαγγελματικά τα πας καλά, να δούμε τώρα λίγο το κομμάτι σχέσεις.

(από Khan, 27/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπτώματα στέρησης από ουσίες, παράνομες, οπιούχα κυρίως, από αλκοόλ, αλλά και, κατ' εξοχήν, από ορισμένα ψυχοφάρμακα. Απαντά κυρίως στη φράση έχει μαμούνι, και περιγράφει την ψυχολογική διάσταση της στέρησης που εκδηλώνεται ως αναζήτηση τέτοιων ουσιών από τους χρήστες μετά τη θελημένη ή αθέλητη διακοπή, ή κατά τις προσπάθειες διακοπής της ουσίας.

Η στέρηση λένε αυτοί που ξέρουνε εμφανίζει δυο στάδια, το οξύ σύνδρομο, και το παρατεταμένο σύνδρομο (prolonged ή post - acute withdrawal syndrome). Το οξύ που κρατάει λιγότερο έχει περισσότερο σωματικά συμπτώματα. Το παρατεταμένο είναι η δεύτερη φάση χαρμάνας που κι αυτή είναι γάματα, κατά την οποία κυριαρχούν συμπτώματα όπως ψυχοκοινωνική δυσλειτουργία, ανηδονία, ευερεθιστότητα, έλλειψη συγκέντρωσης και διαύγειας, προβλήματα ύπνου, μνήμης, κινητικού συντονισμού, πανικούς, να είσαι δηλαδή σα γαμώ τη μαύρη καταδίκη σου, γαμώ, ΓΑΜΩ! κλπ - you get the picture.

Το μαμούνι, λοιπόν, στη , επιχειρεί να περιγράψει την αναζήτηση του ναρκωτικού, του οποίου η λήψη ως αστραπή, ως σπίθα και κατά κύματα (έτσι το περιγράφουν και επιστημονικά μοντέλα) περνά από το νου του πρώην χρήστη, φαντάζοντας ως ο τρόπος να απαλλαγεί από όλα αυτά τα ψυχολογικά και παρατεταμένης διάρκειας, "ανθεκτικά" συμπτώματα.

(Πολλάπλά ενδιαφέρον, όπως μας πληροφορεί η βικούλα για το σύνδρομο αυτό, το παρατεταμένο, σε αντίθεση με το οξύ, είναι το ότι δεν έχει αναγνωριστεί επισήμως στα διαγνωστικά εγχειρίδια. Φαντάζομαι έχει να κάνει με τα therapy/rehab politics: αφενός πόσο γάμησέ τα είναι να γνωρίζει αυτός που προσπαθεί να απεξαρτηθεί ότι έχει να περάσει κανονικά και με τη νόρμα έναν τέτοιο μακράς διάρκειας γολγοθά, αφού περάσει τα σωματικά συμπτώματα, αφεδύο πόσο μειωτικό για την ίδια την ψυχιατρική είναι το να παραδέχεται ότι η κατάσταση στην οποία προσηλώνεται - αποχή από την ουσία - μπορεί για πολύ καιρό να είναι βασανιστική. Αλλά ας μην γινόμαστε συμπερασματάκηδες...).

Τα παραπάνω - όλα - με επιφύλαξη ως προς τις λεπτομέρειες τουλάχιστο, γιατί είναι και ευαίσθητα θέματα τα οποία και δεν τα κατέχομε τόσο καλά.

Κλαψιάρικος διάλογος ανάμεσα σε - αντάρηδες χρήστες σε παγκάκια έξω από κέντρο απεξάρτησης.

- Γιατί ρε μαλάκα δεν ψουψουψου...;
- Γιατί ρε μαλάκα κι αυτό έχει μαμούνι και θα με φάει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified