Further tags

Ο έχων μεγάλη καλλιτεχνική παιδεία και αίσθηση της μόδας συνάμα, ή ετσι τουλάχιστον νομίζει. Εκφράζει άψογα τις εφήμερες τάσεις στη μόδα, τη μουσική και τις τέχνες γενικότερα. Συνηθίζει να επιδίδεται σε διάφορα «ινσταλέισιονς» (εξού και η προέλευσις) ή «πρότζεκτς» που είναι συνήθως ετερόκλιτα και εξίσου απαράδεκτα. Το γεγονός ότι δεν έχει ταλέντο σε καμία από τις 14 τέχνες στις οποίες «αυτόν τον καιρό» επιδίδεται, δεν τον πτοεί. Ασχολείται μετά μανίας με την τέχνη του βίντεο άρτ, ράβει τα ρούχα του και είναι συνήθως γκέυ αλλά και dj.

- Θα πάμε Μάκη στο επόμενο πάρτυ Amateur;
- Στάνταρ ρε φίλος... Παίζουν και οι Stileto Scag που είναι πολύ ινσταλέισιον...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαλλοπρεπής ντεμεκιά για ψαρωτικά άτομα η φάσεις, εκ του psarotique.

Παίζει και ως ερζάτς αγγλικούρα (ψαρώτικ).

- Χθες κατεβαινα απο τη Θεσσαλονικη προς Αθηνα.Στη μεγαλη ευθεια πριν τα πρωτα διοδια της Πιεριας και ενω κινουμουν με 172χλμ (συμφωνα τελικα με την μετρηση του πιστολιου του οργανου), βγαινει ο μπατσινιλας στη μεσαια λωριδα να με σταματησει. Τυπικα, χωρις δραματα, βγαζω φλας και μπαινω στο παρκιν που ηταν σταθμευμενα ολα τα στρουμφ] (4 περιπολικα παρακαλω). Ο ''αρχηγος'', με υποδεχεται με ψαρωτικ στυλ και τσιγαρο στο χερι:
-''Πολυ θορυβο κανεις''
-''Ετσι κανει οταν ζεσταινεται''
-''Αδεια, διπλωμα, ασφαλεια, ταυτοτητα κι ακολουθα με''
(εδώ)

- Αυτο που με χαλαει ειναι το πλαστικο κουτακι, μου κανει πολυ ακαλαισθητο. Θα προτιμουσα χαλαρα ενα απο φυλλα αλουμινιου με διακοπτη αεροπορικου τυπου και κανα ψαρωτικ λεντακι επανω, και οχι τετοιυς γκουμουτσοειδεις συνδεσμους.
(εκεί)

- Oφειλω να ομολογησω οτι η ιδεα του Darkspawn Chronicles ειναι πολυ πρωτοτυπη για παιχνιδι του ειδους. Και μονο η δυνατοτητα του να μπορεις να αντιστρεψεις το ρου της ιστοριας και να ανατρεψεις την κυριαρχια των Grey Wardens, παρακολουθωντας την ανελιξη των δυναμεων του archdemon, ακουγεται πολυ ψαρωτικ...
(παραπέρα)

(από Khan, 19/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Είναι η ελληνοποιημένη απόδοση του αντίστοιχου αγγλικού «unbeliavable» και σημαίνει «απίστευτο»!

Ωχ!!! Πώς το κανες αυτό ρε φίλε;; ανπιστεύαμπλ!!!

You\'re unpisteftable (από Vrastaman, 11/02/11)

βλ. και unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Low (λόου) στα αγγλικά σημαίνει «χαμηλός». Υπάρχουν τυποποιημένοι συνδυασμοί του με ουσιαστικά - μερικοί από τους πιο γνωστούς είναι οι «low profile» (=«χαμηλού προφίλ»), «low budget» (=«χαμηλού προϋπολογισμού») κλπ.

Στα ελληνικά, μόνο του, χωρίς προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, λέγεται στα διαδικτυακά παιχνίδια σαν απαξιωτικός χαρακτηρισμός. Σημαίνει χοντρικά «κακός παίκτης», «ανάξιος λόγου αντίπαλος» κλπ. Συνήθως εννοείται low skill/level, δηλαδή χαμηλών ικανοτήτων/επιπέδου.

Από 'κει και πέρα χαρακτηρίζει και τη συναφή συμπεριφορά: κλαψομούνικη, δουλική ή θρασύδειλη.

  1. Από εδώ (για το παιχνίδι Defense of the Ancients - DotA):

- εγώ λέω να πάμε καμιά dota...
- αφου εισαι λόου ρε τσιπικαο
- χαχαχα, 1β1 να σε δω
- απο κει να καταλαβεις τι ιδεας εισαι : )

  1. Από εδώ (για το παιχνίδι Call of Duty - CoD):

de mporw na katalabw me th kritiria bazete to low/med/high ; otan les sto pub tha gineis high,otan pezeis aca/pre/invite ti eisai uber high / parauber high / very uber high . sto pub eisai lowadi TELOS!ama thes ekseliksei bres mia stable team genika psitheite 1-2 xronia sta games k meta ksanasuzhtame

  1. Από εδώ (πάλι για CoD):

Ama eixate to paramikro varos sta paidika sas arxidia 8a to paradexosastan toulaxiston, alla an to paradex8eite 8a sas paroun prefa oti eiste LOW- kai meta 8a trexei to dakry averta. oust.

  1. Από εδώ (για το παιχνίδι Counter Strike - CS):

ps: eisai perifanos profanws pou me @@ allwn perases 4ada. gg k hf sta play off lowbob.(dn to lew apo apopshs skill, alla xarakthra. An k twra pou to skeftomai low ingame 8a eisai, xaneis 12-3 k prepei na sto dwsoune na peraseis.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για συνδυασμό του σαμπρέλα + καμπριολέ. Χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες (που δε ντρέπονται να κλάσουν μπροστά σε γκόμενο και καταπίνουν 3 σουβλάκια/sec) όταν τους λες κάτι βαρετό, εκνευριστικό ή μουρμουράς και είσαι κλαψοκώλης.

Τουλίτσα θες να μιλήσουμε για κάτι άλλο; Μου 'χεις κάνει το μουνί σαμπριολέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα της οικογένειας των ουγκ ( γκαούγκαλος, ούγκαλος, ούγκανος, αούγκανος, αρούγκανος), που δηλώνει οτι εντοπίστηκε απολίτιστος, ανόητος, βλάκας, βάρβαρος κι αγράμματος ανθρώπας. Υπονοείται δε η στενή του σχέση με την καφρικιά ήπειρο.

Homo Σάπιοι - Ούγκα Μπούγκα

  1. - Ααα ρε Ζωή εσυ έπρεπε να σαι πρωθυπουργός
    - ΟΥΓΚΑ ΜΠΟΥΓΚΑ. Εισαι το επιχειρημα υπερ του οτι δεν πρεπει να ψηφιζουν ολοι (εδώ)

  2. - Τι να το κάνεις το ωραίο σώμα σε γκόμενα όταν η ομιλία της ειναι ούγκα... μπούγκα... νούγκα
    - μου έρχονται δυο-τρεις ιδέες τώρα. Εντελώς πρόχειρα, μη φανταστείς (εδώ)

  3. Βλακόφατσα ρε παιδι μου. Ουγκα μπουγκα, εχεις πει ''ξερω γω'' 200 φορες! Μπετο! (εδώ)

  4. Οι ερυθρόλευκοι Ούγκα Μπούγκα ξανα «χτύπησαν»… (εδώ)

  5. - Έβγαλε κρύο, λες να είναι η εποχή για UGG;
    - Θα σου το πω όσο πιο ευγενικά γίνεται: Καμία εποχή στην ανθρώπινη ιστορία δεν ήταν για UGG.
    - ίσως η εποχη των φλινστοουν που ηταν ουγκαμπουγκα
    - Οι Φλίντστοουνς ήταν πολύ μπροστά στυλιστικά για να φορέσουν τέτοιες αηδίες.

  6. ....αααα και ξεχασα επειδη δεν εχω τροπους (καθοτι Βουλγαρος συμφωνα με τους υψηλους κυκλους καποιων εγω ο παοκτσης ο χωριατης ο ουγκα μπουγκα ο μπουγατσανθρωπος κτλ κτλ) οταν παταω το caps ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΦΩΝΑΖΩ...φιλικα παντα!!! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξευρωπαϊσμένος χαρακτηρισμός για γκόμενα πατσαβούρα.

-Χωρίς μεγάλα βυζιά η γκόμενα είναι πατσαβουρέισον.

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανώς, εκ του αγγλικού «free».

Ως επίρρημα, χρησιμοποιείται με τις ακόλουθες έννοιες:

  1. Ανερυθρίαστα, ασύστολα.
  2. Απρόσεκτα, απερίσκεπτα.
  3. Ανέμελα, ξέγνοιαστα.

Ως επίθετο, περιγράφει τον χαβαλέ και τον σταρχιδιστή.

  1. Και μπαίνει μέσα φρι και αρχίζει να κατεβάζει χριστοπαναγίες χωρίς κανένα λόγο.

  2. Πέρασε φρι τον δρόμο, και - όπως ήταν φυσικό - παραλίγο να τον χτυπήσει ένα αμάξι.

  3. Περνάω πολύ φρι τον τελευταίο καιρό - έχει τελειώσει η εξεταστική και είμαι στην ξάπλα.

Φρί στο Φρύ (λιμάνι+χώρα Κάσου).  (από GATZMAN, 23/01/11)(άκυρο...) (από Τσακ εις την μέσην, 23/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Ο απίστευτος, ο άπαικτος, ο ανπαίκταμπλ. Το λέμε όταν κάποιος κάνει κάτι απίστευτο ή ακατόρθωτο.

Προέρχεται από το αγγλικό στερητικό un και την ελληνική λέξη απίστευτος. Κανονικά η λέξη θα έπρεπε να γράφεται με «ευ» αντί του «φ», αλλά είναι κάπως δυσανάγνωστη, γι' αυτό το λόγο συνηθίζεται να τη γράφουμε με «φ».

Τι έκανε, ρε μαλάκα, το άτομο; Ανπιστέφταμπλ!

βλ. και ανπιστεύαμπλ, unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Απίστευτο. Λέξη ανάμικτη ελληνική και αγγλική δηλ. un- (αν-) και πιστεύω. Από το unbelievable.

Το έργο που είδαμε χτες με το Μήτσο ήταν ανπιστέφταμπλ

βλ. και ανπιστεύαμπλ, unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified