Η καραμπόλα στο μπιλιάρδο που γίνεται με εύνοια της τύχης, αλλά και με εντελώς αδόκιμο τρόπο. Φάβα καραμπόλα έχουμε συνήθως μετά από κόντρα ή αναπήδηση της μπάλας.

  1. Έκανε σαράντα σερί με τρεις φάβες.

  2. - Μήπως πέρασες από την οδό Φαβιέρου, Νικολάκη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο μπιλιάρδο, το βοηθητικό εργαλείο που στηρίζει τη στέκα στις μακρινές στεκιές. Λέγεται επίσης και γέφυρα ή Θανάσης.

- Μου κάνεις πάσα μία τον βασιλιά; Είναι δύσκολη αυτή η μακρινή στεκιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατέληξε να σημαίνει το λαμόγιο, ύστερα από το έπος της Ζαχοπουλιάδας, που είδαμε όλοι στις οθόνες μας. Εννοείται ο «κομιστής του DVD» με τις ερωτικές περιπτύξεις του Ζαχόπουλου και της Τσέκου, που ψιλομάθαμε ποιος ήταν, αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να συνεχίζει να βγάζει χοντρά λεφτά, με καλό χιούμορ τουλάχιστον...

- Καλύτερα να με πουν κυρία Υπουργού, παρά κυρία κομιστού.

(Η Μάρω Ζαχαρέα σε διένεξή της με τον Θέμο Αναστασιάδη).

- Πάντως είσαι μεγάλος κομιστής, μα τον Χριστόφορο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χρέωμα (ρήμα χρεώνω, παθ. χρεώνομαι) αποτελεί, με λίγα λόγια, το κάρφωμα. Την ακούσια, συνήθως, αποκάλυψη μιας πράξης ή συνήθειας που δεν είναι συνετό να αποκαλυφθεί. Χρησιμοποιείται ευρέως μεταξύ χασικλήδων είτε αναρχικών. Από τους πρώτους, για την πράξη κάποιου η οποία βάζει σε κίνδυνο την αγάπη τους για το ..εχμ.. βότανο, για τους δεύτερους την ελευθερία τους από την αστυνομία.

  1. Ρε μαλάκα κράτα τον φοσμπά σαν άνθρωπος, χρεώνεσαι σε όλο το πάρκο!

  2. Ρε συ φόρα μαύρα όταν θα πάμε να σπάσουμε την τράπεζα, μη χρεωθείς μετά!

  3. Μα πες μου, κυκλοφορείς με τα χρεωμένα χαρτάκια (σ.ς. που λείπει το πάνω μέρος για την δημιουργία τζιβάνας);

Βλέπε και χου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψέμα στην διάλεκτο των gamers, ή αλλιώς κατά κόσμο γνωστούς ως πωρωμένα, είναι κάτι το απρόσμενο, που δεν βασίζεται στην λογική του παιχνιδιού, ή δεν υπολογίζεις στο να γίνει. Μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και στην καθημερινή μας γλώσσα για να υποδείξει κάτι το οποίο συμβαίνει με πιθανότητες 1 στις 100 και μας εκπλήσσει δυσάρεστα. Χρησιμοποιείται και στον πληθυντικό.

Χρησιμοποιείται ως εξής:
1) Τι ψέμα είναι αυτό;
2) Πού γίνονται αυτά τα ψέματα;

  1. Εδώ κοίτα, χάλασε το αυτοκίνητο και τελείωσε και η μπαταρία από το κινητό, και εσύ δεν έχεις σήμα. Τι ψέματα είναι αυτά...

  2. Δεύτερη φορά κολλάει στο ίδιο σημείο και δεν μπορώ να κάνω save... Πού γίνονται αυτά τα ψέματα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτυπη ειδικότητα οπλίτη στον Ε.Σ, ο εικονικά νοσηλευόμενος φαντάρος που εκτελεί χρέη βοηθού σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Πρόκειται είτε για στρατιώτες που εισήχθησαν στο νοσοκομείο για κάποιο υπαρκτό πρόβλημα υγείας και παρέμειναν εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την ανάρρωσή τους, είτε για στρατιώτες που εισήχθησαν εξαρχής εκεί για προσχηματικούς λόγους. Ο γάτος μένει στο νοσοκομείο γλιτώνοντας από σκοπιές, αγγαρείες, εμπλοκές και πήξιμο, συνήθως σε νοσοκομείο κοντά στον τόπο διαμονής του και σε αντάλλαγμα εκτελεί διάφορες μικρο-εργασίες για το προσωπικό του νοσοκομείου.

- Ρε συ, είναι καλά ο Παπαδόπουλος; 2 μήνες λείπει στο νοσοκομείο.
- Ναι ρε, γι' αυτόν είναι η ζωή, τον έχουν κάνει γάτο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκτός φυσικά από το προσφιλές και γνωστό σε όλους τους Έλληνες εκ Θήρας έδεσμα, στον μικρόκοσμο του συνοικιακού μπιλιαρδάδικου μεταφορικώς δηλώνει την τυχαία καραμπόλα ή τρίσποντη στο Γαλλικό μπιλιάρδο ή οποία αλλιώς θα ήταν αδύνατον να επιτευχθεί είτε για λόγους δυσκολίας, είτε για λόγους μη επαρκούς εμπειρίας/επιπέδου του παίκτη που την εξετέλεσε κτλ.
Η φάβα στο μπιλιάρδο άλλοτε είναι αποτέλεσμα καθαρής τύχης από λάθος ή στεκιάς αρχάριου παίκτη στυλ «χτυπάω την μπάλα κι όποιον πάρει ο Χάρος» αλλά μπορεί να βγει και από προφέσορα που υπολόγιζε να τις παίξει αλλιώς αλλά τελικά βγήκε η καραμπόλα ή η τρίσποντη με άλλο τρόπο.
Στις μέρες μας χρησιμοποιείται επίσης και στο Αμερικ(λ)άνικο οκτάμπαλο ή εννιάμπαλο στις αίθουσες μπιλιάρδου σαν αστεϊσμός ανάμεσα στους παίκτες. Εδώ βέβαια μιας και οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν μπορεί να βγει φάβα όταν θα μπει κατά τύχη μια μπάλα ή θα μπει άλλη από εκείνη που υπολόγιζε ο παίκτης να μπει, θα μπει η μαύρη ή η «9» με φάβα δίνοντας μια νίκη κτλ.
Όταν η φάβα ξεπροβάλλει σε μεγάλου ειδικού βάρους αναμέτρηση τιτανοκολοσσιαίων συνοικιακών προφεσόρων είθισται να ζητεί εκείνος που την καρπώθηκε(και άρα συνεχίζει να παίζει) συγνώμη λιτά μεν, με σοβαρότητα δε από τον συμπαίκτη του λέγοντας: «συγνώμη για την φάβα».
Εξαιρετικά εκνευριστικό είναι να βγαίνουν σε μια αναμέτρηση φάβες κατ' εξακολούθησην ή πραγματικά απίθανες/διαστημικές φάβες που ούτε οι κανόνες της Φυσικής θα μπορούσαν να επιτρέψουν να συμβούν στο τραπέζι. Η τελευταία είναι η λεγόμενη «σπέσιαλ» ή «με ολίγο κρεμμυδάκι».

-Πάω τουαλέτα, μην ακουμπήσεις το τραπέζι.
-Όταν πηγαίνει ο άλλος τουαλέτα ξέρεις όμως σε τί είμαι καλός.
-Σε τι;
-Βγάζω καλές φάβες!
-Χαχαχα

*(από προσωπική εμπειρία).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέσιμο, το γλίστρημα, η σαβούρδα. Την τρώμε και συνήθως προκαλούμε τον γέλωτα των γύρω...

Την είδα που με κοίταγε από τις εξέδρες και λέω μέσα μου «παιχταρά μου, τώρα πρέπει να κάνεις την κίνηση να την εντυπωσιάσεις». Και με το που πάω να σουτάρω το ανάποδο ψαλίδι, τρώω μια σούπα, όλη δική μου! Ε, κι άρχισε να γελάει με τις φίλες της και την έκανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή αποκατάστα, μια κατάσταση που δεν είναι καλή.

Χάλια το πάρτυ, αποκατάστα σου λέω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified