Further tags

Ο αγγλικός όρος butch χρησιμοποιείται και από Έλληνες στο πλαίσιο του ιδιώματος της γκέι και λεσβιακής κοινότητας ή των αναφερόμενων σε γκέι και λεσβιακά θέματα. Στον γραπτό διαδικτυακό λόγο γράφεται συχνά και με ελληνικούς χαρακτήρες (μπουτς).

Μπουτς είναι όχι μόνο η λεσβία- αντρούτσος, αλλά γενικότερα όποια λεσβία, ομοφυλόφιλος, αμφιφυλόφιλος, τραβεστί ή τρανσέξουαλ αναλάβει τα στερεοτυπικά ανδρικά χαρακτηριστικά σύμφωνα με την παραδοσιακή πατριαρχική αντίληψη. Ενώ αντίστοιχα φαμ (femme) είναι όποιος/α αναλάβει τα γυναικεία χαρακτηριστικά.

Από εδώ αρχίζουν και τα προβλήματα και οι διερωτήσεις. Θεωρείται ενίοτε ότι το να προσπαθούμε να περιγράψουμε σχέσεις γκέι και λεσβιακές με όρους πατριαρχικού/ ετεροσεξουαλικού φις - πρίζα αποτελεί συντηρητικό και καταστροφικό αναγωγισμό που δεν αποδίδει δικαιοσύνη στην ιδιαιτερότητα αυτών των σχέσεων. Οπότε είναι προβληματικό να περιγράφεται ως μπουτς ένας πάγιος ρόλος που ένας γκέι ή λεσβία έχει δομικώς στην σχέση. Ωστόσο, μάλλον δεν υπάρχει πρόβλημα να χαρακτηριστεί ως μπουτς ένας περιστατικός ρόλος που αναλαμβάνει ένας γκέι ή λεσβία στο πλαίσιο παιγνίου ρόλων, και ο οποίος μπορεί να αλλάξει/ μετατοπιστεί/ αντιστραφεί ανά πάσα στιγμή.

Εξ ου και η αγγλική έκφραση «butch in the streets, femme in the sheets», (θα μπορούσε να υπάρξει και το αντίστροφο), που περιγράφει τις ανατροπές μεταξύ εξωτερικής συμπεριφοράς και κρεβατιού (θυμίζει αλλά και διαφέρει από τα φαλλογοκεντρικά «μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεββάτι», «κυρία στο σαλόνι, πουτάνα στο κρεβάτι» κ.τ.ό.). Βλέπε και τις διερωτήσεις στα παραδείγματα: Άλλοτε θίγεται ότι ένας στρέιτ περιμένει όλες οι λεσβιακές (ή και γκέι) σχέσεις να είναι μπουτς- φαμ, με αποτέλεσμα να βρίσκεται προ εκπλήξεως, όταν αυτό δεν συμβαίνει. Μπορεί, μάλιστα, και να ασκηθεί αυτοκριτική από μια λεσβία λ.χ. γιατί της αρέσουν οι μπουτς τύποι και δεν μπορεί να ξεκολλήσει (μήπως πρόκειται για συντηρητική καύλα με την εξουσία, όπως συμβαίνει με στρέιτ γυναίκες και φροντίζουν να αναπαράγουν στρέιτ άνδρες- γουρούνια;). Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, οι μπουτς και οι φαμ (είτε ως ρόλοι, είτε ακόμη και ως πάγιες ταυτότητες) θεωρούνται ότι ανήκουν ισότιμα στην γκέι και λεσβιακή κοινότητα, και δίνουν από κοινού τις μάχες τους για έναν πιο προχώ κόσμο, χωρίς να τους αποπαίρνει ή κατηγορεί κανείς.

Υπάρχει βέβαια και μια άλλη διερώτηση, στην οποία αναφέρεται η Βικούλα εδώ ότι μπορεί να υπάρξουν και γκέι και λεσβιακά ζευγάρια, όπου να είναι και οι δύο του ζευγαριού μπουτς, ή και οι δυο φαμ, ή να εναλλάσσονται, ή να είναι εν γένει αχαρτογράφητοι. Τα ζευγάρια αυτά σε ένα ενδιάμεσο στάδιο συντηρητισμού κατά τις προηγούμενες δεκαετίες δέχονταν μεγαλύτερες διακρίσεις από ό,τι τα μπουτς- φαμ ζευγάρια, καθώς ενέπιπταν λιγότερο στις νόρμες. Μια τέτοια νοοτροπία μπορεί να υπάρχει και σήμερα, όπου κάποιοι θα ήταν πρόθυμοι να αποδεχτούν γκέι και λεσβιακά ζευγάρια, αρκεί να είναι ευκόλως χαρτογραφήσιμα ως μπουτς- φαμ, οπότε οι μη μπουτς- φαμ ενδέχεται να στιγματίζονται περισσότερο. Το οποίο, βεβαίως, δεν αναιρεί την εσωτερική αλληλεγγύη μεταξύ μπουτς-φαμ και μη μπουτς-φαμ.

  1. Για όποιους λόγους κι αν βρέθηκε ο Μητσάρας ο άντρακλας εκείνη τη νύχτα στο Γκαγκάριν, έπαθε σίγουρα την πλακίτσα του αφού:
    - για πρώτη φορά στη ζωή του «οι γκόμενες που έπαιζαν μεταξύ τους» δεν το έκαναν για 1-2 λεπτά μέχρι να έρθει ο… από μηχανής αρσενικός και να αρχίσει «το πραγματικό σεξ». Μητσάρα σόρρυ, αλλά δεν είσαι απαραίτητος. [...]
    - για πρώτη φορά επίσης ο φιλαράκος μας είδε πως η κορυφαία στιγμή στο κρεβάτι δεν είναι «όταν ο περήφανος ανδρισμός του εκτοξεύει το υγρόν του πυρ» (μη γελάτε, σε ανδρικό περιοδικό το έχω διαβάσει αυτό).
    - και, τέλος, για πρώτη φορά ο Μητσάρας αναγκάστηκε να δει πως οι λεσβίες γυναίκες δεν είναι μόνο μπουτς, μόνο φαμ, μόνο όμορφες, μόνο άσχημες. Όπως δηλαδή όλες οι γυναίκες… (Εδώ).

  2. Και το μυαλο μου πηγαινει στις μπουτς και τις φαμ και αναρωτιεμαι μηπως η αρρενοπωτητα, ακομα και αποδεσμευμενη απο τα σωματα στα οποια εχουν συνηθισει οι περισσοτεροι γυρω μας να την συναντουν, συνεχιζει να ειναι ενας κεντρικος τροπος ασκησης εξουσιας και προκλησης φαντασιωσεων. Αναρωτιεμαι, δεν λεω οτι συμβαινει απαραιτητα. Για να αναρωτιεμαι ομως ολο και καποιο λογο θα εχω. Και ισως μιλαω για αυτο διστακτικα γιατι φοβαμαι ακομα και να ξεστομισω πως σε χωρους που θελουν να λεγονται queer η πρωτοκαθεδρια της αρρενωποτητας βρισκεται βαθια ριζωμενη στα μυαλα και στις πραξεις μας...Και αυτα τα λεω εγω, κατεξοχην butch lover. (Αυτοκριτικές διερωτήσεις εδώ).

  3. Βασίζονται σ' ένα νέο, εκτεταμένο πεδίο έρευνας, που δείχνει ότι οι περισσότεροι από μας, είτε ενεργητικοί είτε παθητικοί, είτε ανδροπρεπείς είτε θηλυπρεπείς, είτε μπουτς είτε φαμ, είτε κάπου ανάμεσα, μοιραζόμαστε κάποιες σωματικές διαφορές που μας καθιστούν ειδική υποκατηγορία του κοινωνικού φύλου. Όποιες κι αν είναι αυτές οι διαφορές, φαίνεται πως πηγάζουν από κάπου βαθιά μέσα μας και δεν κρύβονται όσο κι αν προσπαθήσουμε. Τελικά το γκέινταρ, το ραντάρ που έχουμε για να αντιλαμβανόμαστε τον σεξουαλικό προσανατολισμό ενός ανθρώπου, δεν έχει τόσο σχέση με τις ικανότητες αντίληψης του θεατή όσο με τα αποκαλυπτικά σημάδια που οι περισσότεροι γκέι άνθρωποι προβάλλουν, ένα σύνολο χαρακτηριστικών που μας κάνουν να φαινόμαστε ότι ανήκουμε σε αυτή την ομάδα. (Υπάρχει γκέινταρ;)

  4. Αναδυόμαστε, λοιπόν, όλες εμείς οι όμορφες λεσβίες γυναίκες, μπουτς, φαμ, αμφιφυλόφιλες... (Η νταλίκα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φέρνω, ομοιάζω σε γκέι, αδερφοφέρνω, πουστοφέρνω, τοιουτίζω. Εφόσον συκιά είναι ο γκέι, βλ. και σύκα.

Επίσης βλ. εδώ ενδιαφέρον άρθρο του Ν. Σαραντάκου περί σύκου, που σήμαινε στην αρχαιότητα το αιδοίο. (Οπότε με κάποια σλανγκική προέκταση πιθανόν και το κωλόμουνο).

Πάσα: Gatzman.

  1. Παντως ο πεσιμιστης με το κοκκινο που αμφισβητει την Αναρχια, συκοφερνει καπως δεν βρισκεις; (Κάπου εδώ).

  2. Apla nomizo oti sikoferni ligo.;!!!  Ala den pirazei. Etsi ine sinithos i soufres!!! Ego ton agapao. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξενικός όρος που προέρχεται εκ της γαλλικής λέξης femme για την γυναίκα (για να ανακαλύψουμε και τον πύργο του Άιφελ άμα λάχει) και στα αγγλικά χρησιμοποιείται σε αντιδιαστολή προς τον όρο butch. Αυτή η αγγλική ορολογία έχει πλέον μεταφερθεί και στα ελληνικά στο ιδίωμα των γκέι και λεσβιών και όχι μόνο.

Φαμ, λοιπόν, είναι κυρίως η λεσβία, αλλά και ευρύτερα ο/η ομοφυλόφιλος-η, αμφιφυλόφιλος-η, τραβεστί, τρανσέξουαλ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις που αναλαμβάνει τα στερεοτυπικά γυναικεία χαρακτηριστικά σύμφωνα με την παραδοσιακή πατριαρχική αντίληψη. Αυτό μπορεί να γίνει είτε στο πλαίσιο μιας δομής της σχέσης (το οποίο θεωρείται πλέον παρωχημένο και αποπροσανατολιστικό), είτε, περισσότερο, ενός παιγνίου ρόλων που αναλαμβάνεται από τους/ις ερωμένους/ες. Περισσότερα στα «άρτια» λήμματά μου μπουτς και αντρούτσος.

Κάτι ενδιαφέρον με τον όρο φαμ είναι ότι μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο προχώ σημασία της έκφρασης σερσέ λα φαμ, όπου πλέον μπορεί να χρησιμοποιηθεί για λεσβιακά ή άλλα ομοφυλόφιλα ζευγάρια, όπου είναι δυσδιάκριτο ποιος/α έχει τον ρόλο της φαμ, και αν τον έχει παγίως ή αν έχουμε χαρακτηριστικά τύπου butch in the streets, femme in the sheets.

  1. Η καθιστή γυναίκα ντυμένη πιο χαρούμενα, στα κόκκινα, (μήπως είναι η «φαμ»; δύσκολο να το πούμε) αλλά με ρούχα καθόλου θηλυπρεπή, μάλλον ρούχα καθημερινής δουλειάς, κρατάει στο χέρι χάρακα ή μπαγκέτα. Δίπλα της στο τραπέζι εργαλεία (υποδεκάμετρο, σφυρί, διαβήτης) όχι βελόνες βελονάκι κλωστές και κεντήματα - αντικείμενα παραδοσιακά γυναικεία.

Η γυναίκα πίσω της με αυστηρό μαύρο σακάκι (θα ήταν η «μπουτς»;) το ένα χέρι ακουμπισμένο στέρεα, με δύναμη στο τραπέζι, το άλλο χέρι απλωμένο πίσω από τη φίλη της. Δεν την αγκαλιάζει. Δεν δείχνει φανερά αγάπη ή προστασία. Φανερώνει όμως κτήση και βεβαιότητα. Οι γυναίκες αυτές έχουν πίστη συνωμοσία - συντροφικότητα μεταξύ τους. (Ανάλυση πίνακα του Γιάννη Μόραλη εδώ).

  1. Φυσικά οι ταμπέλες μας καταπιέζουν: ενεργητικός, παθητικός, γκέι, μπάι, μπουτς, φαμ, τρανς, τραβεστί. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εκθηλυμένος ομοφυλόφιλος.

Τα ξέχασε που έβαζε τα κολλητά και έβγαινε τούλι στην Πατησίων; Βρε άντε από κει παλιολούγκρα του κερατά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλογυμνασμένος, άρτι αποτριχωθείς κι ετοιμογαμητέος ομοφυλόφιλος του Γκαζίου.

- Δεν το πιστεύω μωρή, μούνα έγινες! Palestra;
- Holmes αγάπη! Πήγαν τη συνδρομή στα 50 ευρώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενεργητικός ομοφυλόφιλος, συνήθως φερόμενος ως ανδροπρεπής, σε αντιδιαστολή με τον bottom (παθητικό), που αποτελεί και το δέκτη της ομοερωτικής πράξης. Σε ενδιάμεση κατάσταση βρίσκεται ο ενεργοπαθητικός (versatile) και ο bi-curious.

(Το παράδειγμα που ακολουθεί προσομοιάζει τυπικό διάλογο σε chatroom)

- Hi file
- Hi
- perioxi sou;
- Patisia. u;
- N. Kosmo
- ti psaxnis;
- real now ehw gavles
- stats sou
- 1.78/ 80kg/ melaxrinos/ arrenopos/ top. u;
- foto paizei; steile sto agoristatessera@gmail.com
- ok stelnw
................................................................................................

- mori Zozo esy eisai; ti TOP mori tarantela;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που υποδεικνύει τις ιδιαίτερες προτιμήσεις των ονομαζόμενων ομοφυλόφιλων. Η παραπάνω πράξη είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη στους κυνηγούς λαγών. Εξ ου και ''το πνίγει το κουνέλι''. Εννοείται το Αρσενικό.

π.χ.- Παιδιά μιλάμε ότι ο τυπάς το καβαλάει το τουφέκι!

Βλ. και την τρίζει την όπισθεν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από το παππούς + πούστης. Υποδηλώνει τον πούστη που σε βάθος χρόνου παρέμεινε αναλλοίωτος στα πιστεύω και στα γούστα του! Ομάδες ευσεβών παππούστηδων μπορούν να βρεθούν ολημερίς στο Κολωνάκι κυρίως την Ελληνική πόλη της μόδας. Συζητούν θέματα αδιάφορης κοινωνικοπολιτισμικής αξίας στο Perro's, στο da Capo και στα στενά του Κολωνακίου γενικότερα, έτσι για να περνάει απλά η ώρα μέχρι να πλησιάσει ο υποψήφιος νεαρός επιβήτορας που θα του γίνει αργά ή γρήγορα αν δείξει ενδιαφέρον, πρόταση από τον παππούστη. Κυρίως σεξουαλικής φύσεως.

- Ρε αυτός δεν ήταν ο Φιλήμονας που πέρασε;
- Καλός παππούστης είναι κι αυτός!

Φιλήμονας (από Remedios Varo, 03/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ή και στυλιαροκαταπότης. Εκείνη/-ος που καταπίνει το στυλιάρι (πέος). Τίτλος που τον αποδίδουμε σε λάτρεις του deepthroating, γυναίκες ή ομοφυλόφιλους με ιδιαίτερη έφεση στο να καταπίνουν με σχετική ευκολία το αντρικό μόριο.

Μαλάκα μου το πήρε κάτω όλο για πλάκα! Μου το εξαφάνισε! Τι στυλιαροκαταπότρα είν' αυτή;

(από gaidouragathos, 05/04/12)My one desire, my only wish is to be eaten... (από Mr. Cadmus, 05/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπαρ στο οποίο συχνάζουν λεσβίες. Όχι μόνο φιλικό προς αυτό το κοινό, αλλά προσανατολισμένο κυρίως γι' αυτές. Περαιτέρω, απ' ό,τι διαβάζω, το λεσβιακό φλερτ και οι γνωριμίες για σεξ στο χώρο αυτό είναι μάλλον κοινό φαινόμενο και μέρος της εμπειρίας.

  1. Από εδώ:

νομίζω πως απλά δεν μπορείς να ξεχωρίσεις τις out λεσβίες. Έχεις πάει σε μαγαζί λεσβιάδικο;; Αν πάς, θα δείς πως λίγες πλέον λεσβίες αντιπροσωπεύονται σε επίπεδο εμφάνισης και συμπεριφοράς από το πολύ αντρουά στύλ που κάποτε τους έδινε τον χαρακτηρισμό «νταλίκες». Οπότε ίσως έχεις συναντήσει πολλές και απλά δεν το ξέρεις. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν και ντουλαπίστριες και καταπιεσμένες λεσβίες.

  1. Από εδώ:

Γιατί, άλλωστε, να δηλώσει καθαρά lesbian το μαγαζί της η κάθε ιδιοκτήτρια και να μπει στην διαδικασία να εξηγεί στην μαμά, τον μπαμπά και την κουτσομπόλα γειτόνισσα πως απευθύνεται σε οικείο της κοινό~ Αμ κουκλίτσα μου, τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους. Ας μην άνοιγες λεσβιάδικο τότε, ας άνοιγες σουβλατζίδικο, πιο φτηνά θα σου 'ρχόταν!!!

Κυριολεκτικό λεσβιάδικο. (από Khan, 02/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified