Selected tags

Further tags

Νεολογισμός που σημαίνει το φαινόμενο μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας να ζουν και να συμπεριφέρονται όπως οι ετεροκανονικοί στρέιτ, φτιάχνοντας οικογένειες, επιμένοντας στην ατομική ιδιοκτησία, ησυχία, τάξη και ασφάλεια, ως queer Παντελήδες νοικοqueerαίοι.

Ομοκανονικότητα και Ετεροκανονικότητα. Όψεις του ίδιου νομίσματος. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Νεολογισμός που σημαίνει τα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας που αντιγράφουν την ετεροκανονικότητα των στρέιτ.

Ο ομοκανονικός τρόπος σκέψης, μερικές φορές, είναι ισάξια σπαστικός με τον ετεροκανονικό.(Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

O παθητικός ομοφυλόφιλος. Αναφέρεται στους ιμάντες της μηχανής των παλιών αυτοκινήτων που είχαν κίνηση στους πίσω τροχούς. Είναι δηλαδή αυτός που «δουλεύει» την πίσω μεριά του και όχι τη μπροστινή.

ΤΟ ΚΕΡΑΤΟ ΣΑΣ ΤΟ ΑΓΕΛΑΔΙΝΟ ΡΕ ΠΙΣΩΛΟΥΡΙΑΔΕΣ!!! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παθητικός ομοφυλόφιλος.

Οι κλανοκαποτες Άγγλοι γύρισαν πίσω στη δυστυχία τους ή έμειναν Βραζιλία να δουν την Ελλάδα και τις υπόλοιπες 15 καλύτερες ομάδες του κόσμου; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Ομοφοβικός μειωτικός χαρακτηρισμός για ανοικτά ομοφυλόφυλους υπερήρωες. Είναι ο εναλλακτικός Μπάτμαν που έχει ιδιαίτερες διαδράσεις με τον Ρόμπιν.

Τι Μπάτμαν της Αριστεράς δήλωσε ότι είναι στους Πρωκταγωνιστές; Να έλεγε buttman να το καταλάβω.(ΦΒ)

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού όρου μπουτς, σημαίνει τη λεσβία η οποία επιτελεί ρόλο με στερεοτυπικά ανδρικά χαρακτηριστικά. Ο αντίθετος ρόλος λέγεται φαμ.

  1. Φαμ, δηλαδή η άλλη φοράει τακούνια και μέικ απ και τέτοια που φοράνε οι στρέιτ. Ή ξερωγώ η άλλη είναι μπουτσαριό ή μπουτς. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 42).
  2. Ο όρος μπουτς σηματοδοτεί την υπερβολική και στερεοτυπική αρρενωπότητα, αν και κάποιες διεκδικούν τον "σεβασμό για τα μπουτσαριά", όπως είπε η Αιμιλία λίγο αργότερα, καθώς η ίδια τείνει να αυτοχαρακτηρίζεται ως μπουτσαριό (Ό.π., σ. 43).

Got a better definition? Add it!

Published

Μεταφορά στα ελληνικά του αγγλικού όρου μπουτς, σημαίνει τη λεσβία η οποία επιτελεί ρόλο με στερεοτυπικά αρρενωπά χαρακτηριστικά. Ο αντίθετος ρόλος λέγεται φαμ.

Μου λέει είσαι μπουτσάκι, επειδή είσαι αρρενωπή, αντροφέρνεις. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 42).

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτός/ή που αναλαμβάνει στο σεξ να ικανοποιεί τον άλλο, χωρίς οπωσδήποτε να διεκδικεί αμοιβαιότητα. Από το αγγλικό pleaser.

Οι μπουτς λεσβίες σεξουαλικά ήταν μόνο πλίζερς (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 43).

Got a better definition? Add it!

Published

Η λεσβία που δεν εναλλάσσει τους ρόλους μπουτς (στερεοτυπικά αρρενωπός) και φαμ (στερεοτυπικά θηλυκός) χωρίς να είναι αποκλειστικά το ένα από τα δύο. (Στα αγγλικά σημαίνει επίσης και το όργιο).

Οι γυναίκες που άλλαζαν έμφυλους ρόλους ονομάζονταν περιπαικτικά ki-ki. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 37).

Got a better definition? Add it!

Published

Απόδοση στα ελληνικά του αγγλικού όρου φαμ, σημαίνει τη λεσβία η οποία έχει στερεοτυπικά θηλυκά χαρακτηριστικά, όντας το αντίθετο της μπουτς ή νταλίκας.

Έβλεπες τη νταλίκα και τις άλλες που ήταν τα γυναικάκια, δηλαδή γυναίκα κανονική με το φουστανάκι της, το παπουτσάκι της, το ταγεράκι της, την μπλουζίτσα την ξώβυζη, που συνοδεύεται, που δεν έχει μάτια για άλλον, με το μαλλί κομμωτήριο. (Άννη Σιμάτη, Οι νταλίκες και τα γυναικάκια τους. Θηλυκοί ανδρισμοί και πολιτικές της γυναικείας ομοερωτικής επιθυμίας, Futura, Αθήνα 2022, σ. 44).

Got a better definition? Add it!

Published