Άρον άρον: λέγεται για κάτι που γίνεται πολύ γρήγορα, πολύ βιαστικά, πολύ εσπευσμένα και πολύ αγχωτικά. Λέγεται για κάτι που γίνεται στην τρεχάλα, πετάδην, σφαιράδην, με την ψυχή στο στόμα, βζιννν κ.λπ. Όπου φύγει φύγει, όποιος πρόλαβε τον Κύριο είδε (sic) κ.ο.κ.

Προέρχεται από το γνωστό ευαγγελικό «άρον άρον σταύρωσον αυτόν» το οποίο, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Ιωάννη, φώναζαν τα καλόπαιδα οι Ισραηλίτες στον Πιλάτο για τον Χριστό. Βεβαίως η έννοια έχει αλλάξει, δώστε βάση στο νόημα: Αίρω στα αρχαία πά' να πει σηκώνω (εξ ου και η «άρση βαρών»). Άρον αυτόν θα πει σήκωσέ τον και κατά μία έννοια πάρ' τον... Σο, οι Ισραηλίτες έλεγαν «πάρ' τον, πάρ' τον και σταύρωσέ τον» και όχι «γρήγορα, γρήγορα σταύρωσέ τον», αλλά φαίνεται τό 'λεγαν με μεγάλη φούρια και έμεινε αλλιώτικα.

  1. Εδώ:
    Άρον άρον ο νέος εκλογικός νόμος - Προωθείται με ρυθμούς-εξπρές, για να μην υπάρξουν αντιδράσεις.

  2. Και μου λέει χτες το μωρό «Έλα ρε Κώστα από το σπίτι μου απόψε, που να τρέχουμε στα ξενοδοχεία, αφού ο βλάκας λείπει». Και πάω σπίτι της. Και τα κατεβάζω. Και μένει το μωρό με το στόμα ανοιχτό και τα μάτια γουρλωμένα. Και χαίρομαι που με θαυμάζει, τον τεράστιο, και της λέω «γουστάρεις μωρό μου;». Και ξεροκαταπίνει. Και μου λέει «Εμ... ναι βρε Κώστα μου, αλλά βασικά... γκχμ γκχμ, μου φάνηκε ότι άκουσα την πόρτα του γκαράζ». Και μου πέφτει μπαμ. Και μαζεύω τα βρακιά μου άρον άρον και στο τσακ την έκανα από την μπαλκονόπορτα.

Μαίρη Αρόνη (από allivegp, 06/08/09)Μαίρη Αρόνη (από allivegp, 06/08/09)Δίκη τζίζα σε πίνακα του 1880 (από johnblack, 06/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλακίες, πίπες, αρλούμπες, ψέμματα (ενδεχομένως να υπάρχει κάποια διαστροφική σχέση με τα στρουμφάκια...).

Παραλλαγή: πούτσες μπλε κι αρχίδια κοτλέ.

— Μα μου 'πε πως τα φτιάξανε!
— Πούτσες μπλε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ας υποθέσουμε πως κάποιο μέρος, υπαίθριο, στεγασμένο ή ημιυπαίθριο, κατακλύζεται από κόσμο. Κοσμοσυρροή σα να λέμε. Μαζική προσέλευση. Κοσμοπλημμύρα. Και δημιουργείται το αδιαχώρητο. Γίνεται το έλα να δεις. Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα (όπως έλεγε κι η γιαγιά μου). Σα να μοιράζουν λεφτά ένα πράμα.

Τότε ακριβώς λέμε πως εδώ πέφτει ξύλο.

Προφάνουσλυ, το ξύλο δεν νοείται κατά κυριολεξία: η έκφραση αποδίδει με γλαφυρό τρόπο την αγωνία όλων αυτών των συγκεντρωθέντων να εισέλθουν σε κάποιο Ναό (με την ευρύτερη δυνατή σημασία του όρου), να εξαγνιστούν σε κάποια σύγχρονη Κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Η απλή είσοδος ενίοτε δεν είναι αρκετή, και η μάχη συνεχίζεται προς εξασφάλιση μιας ευνοϊκής θέσης εντός του συγκεκριμένου Ναού.

Η ατμόσφαιρα είναι συνήθως ηλεκτρισμένη, καθώς όλοι αλληλοϋποβλέπονται. Ο Άλλος εκλαμβάνεται ως απειλή, ως αυτός που πρόκειται ενδεχομένως να σου στερήσει ζωτικό χώρο. Η λέξη διαγκωνισμός αποκαθίσταται στις πραγματικές της διαστάσεις. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεδομένης της υψηλής συγκέντρωσης διπόδων ανά τ.μ., το ξύλο παίζει από μεταφορική έκφραση να μετατραπεί σε πραγματικότητα. Διότι στο φινάλε, όλες οι μεταφορές δεν είναι και τόσο μεταφορές, αν το ψαχουλέψεις κάπως το ζήτημα.

Και έρχομαι στα παραδειγματάκια που όλοι περιμένατε.

  • Ξύλο πέφτει σε έναν μεγάλο ποδοσφαιρικό αγώνα.
  • Ξύλο πέφτει σε μια σπουδαία καλοκαιρινή συναυλία.
  • Ξύλο πέφτει σε μια μεγάλη ανοικτή προεκλογική συγκέντρωση.
  • Ξύλο πέφτει εντός και εκτός ενός λίαν γκλαμουριάρικου νυχτερινού διασκεδάδικου.
  • Ξύλο πέφτει (αυτό συμβαίνει συνήθως στο Αμέρικα) όταν, εκτός ελέγχου λοβοτομημένοι καταναλωτές, περιμένουν αξημέρωτα να ανοίξουν οι πόρτες του αγαπημένου τους πολυκαταστήματος σε περίοδο προσφορών. Μια τέτοια επείσακτη αμερικλανιά έχουμε κι εδώ τα τελευταία χρόνια, κάθε φορά που σκάει το καινούριο βιβλίο του μαλακοπίτουρα του Χάρι Πότερ: άλλο ένα ψευδοσυμβάν (Baudrillard) που στήθηκε από τα Μέσα, καταναλώθηκε από τα Μέσα, υπάρχει μόνο για τα Μέσα.

Όπως θα ψυλλιαστήκατε, το πέφτει ξύλο έχει συνδεθεί άρρηκτα με την κατανάλωση. Κατανάλωση ήχων, κατανάλωση προκάτ πολιτικών συνθημάτων, κατανάλωση ψευτογκλαμουριάς και νοθευμένων ξιδιών, κατανάλωση «εκτόνωσης» και «ψυχαγωγίας», κατανάλωση στημένων παιχνιδιών και πουλημένων διαιτησιών, κατανάλωση άχρηστων πολυμίξερ και αποχυμωτών, κατανάλωση της κατανάλωσης σε τελική ανάλυση.

Έπεφτε ξύλο θα ακούσεις να λένε όσοι παρευρίσκονταν σ' αυτόν τον τεχνητό πανζουρλισμό, για να κομπάσουν σε στιλ «ήμουν κι εγώ εκεί, ήτανε γαμάουα, δεν ξέρεις τι έχασες». Θα το πουν επίσης όσοι κονομάνε αμέσως ή εμμέσως απ' αυτά τα σκηνικά, ως ένα είδος αυτοδιαφήμισης: ιδιοκτήτες νυχτερινών μαγαζιών («έπεφτε ξύλο χτες βράδυ, δεν ξέραμε που να τους βάλουμε, αρχίσαμε να διώχνουμε αβέρτα»), διευθυντές και στελέχη εμπορικών πολυκαταστημάτων («Με τις νέες προσφορές μας, βλέπω από Δευτέρα να πέφτει ξύλο, να γίνεται μάχη σώμα με σώμα ποιος θα πρωτοαρπάξει»), διοργανωτές και χορηγοί συναυλιών κ.ο.κ.

Το θλιβερό όμως είναι να το ακούς κι από κείνους που δεν έχουν τίποτα (ή ελάχιστα) να κερδίσουν απ' αυτό το καταναλωτικό όργιο: υπάλληλοι σε διασκεδάδικα / καταστήματα κλπ που από την πλύση εγκεφάλου τείνουν να ταυτιστούν με τον αιμορουφήχτρα τον αφεντικό τους, πειθήνια πρόβατα που αποθεώνουν τον και καλά χαρισματικό πολιτικό ηγέτη, γηπεδικά κοπάδια που αναζητούν στο οπαδιλίκι την δικαίωση για της ζωής τους τα ναυάγια, απελπισμένοι μικροαστοί που νομίζουν πως παίρνουν εκδίκηση για το πενθήμερο εργασιακό γαμήσι.

- Φίλε έπρεπε να ήσουνα στο opening party στο Ακρωτήρι... Έπεφτε ξύλο κανονικά... Όλος ο καλός ο κόσμος μαζεμένος σου λέω, μουνιά επιπέδου Τσάμπιονς Λιγκ, φοβερή μουσικούλα, τα Φεραρικά να σκάνε το 'να μετά το άλλο... Τέτοια σκηνικά δεν είναι για να τα χάνεις.
- Έλα, μη μου πεις... Κάτσε να το πω στ' αρχίδια μου να τοποθετηθούν κι αυτά περί του θέματος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσική ατάκα θείου, πατέρα, παππού και λοιπών ''καλοπροαίρετων'' συγγενών και άλλων που έχουν καβατζάρει πλέον τα 50.

Η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται για να μας τονίσουν πόσο αραχτοί και σάπιοι είμαστε σήμερα οι νέοι εν αντιθέσει με αυτές τις θρυλικές γενιές, που η δύναμή τους και η ζωντάνια ήταν ανεξέλεγκτες, σχεδόν υπερφυσικές σας λέω, εδώ σας λέω στην ηλικία μας έπιαναν την πέτρα και την έστιβαν!

Άλλες ατάκες του ίδιου βεληνεκούς και ύφους είναι ''Εγώ στη ηλικία σου έτρεχα μαγαζί'' καθώς και το άλλο θρυλικό ''Όταν δίναμε εμείς εξετάσεις λιώναμε τα παντελόνια στην καρέκλα από το διάβασμα''...!

-Τι μπυροκοιλιά ειναι αυτή ρε Χρηστάκη, εγω στη ηλικία σου έπιανα την πέτρα και την έστιβα, το καταλαβαίνεις;

Το μπαμπαδίστικο φαινόμενο σατιρίζεται απ\' τους Μόντι Πάιθον. (από Hank, 08/02/09)(από stathisbsg, 04/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερώτηση που γίνεται, συνήθως με αγανάκτηση, στον κάθε ηλίθιο που πήρε ενα κωλόχαρτο από την οποιαδήποτε σχολή (οδηγών, πανεπιστημίου, ξένης γλώσσας κ.λ.π.) αλλά η συμπεριφορά και η γνώσεις του πάνω στο αντικείμενο φανερώνουν ότι απλά δεν ξέρει την τύφλα του.

Πολλές φορές η φράση χρησιμοποιείται και ως συμπέρασμα για να τονίσουμε τον βαθμό αχρηστείας, ασχετοσύνης και επικινδυνότητας (όποιος δεν ξέρει και νομίζει ότι ξέρει είναι μάλλον επικίνδυνος) του συγκεκριμένου ατόμου (βλ. παρ. 2,3).

  1. - Καλά ρε καραγκιόζη δεν το βλεπεις το stop!!! - Ποιό stop; - Εκείνο το όμορφο κόκκινο και λευκό σηματάκι που γράφει stop με μεγάλα γράμματα ρε ηλίθιε!!! - Συγνώμη αδερφέ, νόμιζα ότι ήταν το σήμα του Ολυμπιακού!!! - Καλά ρε μαλάκα, νύχτα το πήρες;

  2. - Σου λέω, μην πας σε αυτόν τον γιατρό. - Γιατί ρε γιαννάκη; Αφού έχω ακούσει τα καλύτερα. - Τι λες ρε μπούφε; Ο Νίκος πήγε σε αυτόν με πόνο στις αμυγδαλές και ο ανίδεος ο γιατρός τον έστειλε σε οδοντίατρο. - Τόσο άσχετος; - Ρε, νύχτα το πήρε το δίπλωμα σου λέω...

  3. - Ο Όμηρος , ως γνωστόν, ήταν παιδικός φίλος του Ναπολέοντα ο οποίος τον σκότωσε για να πηδήξει την ωραία Ελένη. - Συγνώμη ρε φιλαράκι, με όλο το θάρρος. Εσύ δεν σπούδαζες ιστορία και αρχαιολογία; - Ναι, πέρισυ ορκίστηκα. - Κατάλαβα. Νύχτα το πήρες το πτυχίο. Αλλιώς δεν εξηγούνται τόσες μαλακίες μαζεμένες.

(από euripidisk, 11/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τούτη η παλαιά έκφραση, με την οποία οι ελληνόφωνοι εφιστούσαμε και εφιστούμε την προσοχή ο ένας στον άλλο εν όψει κινδύνων, τείνει πλέον να μετατραπεί σε απλό φιλικό αποχαιρετισμό, κι εν μέρει να αντικαταστήσει το τα λέμε προς φίλους, μιας και προς αυτούς αυτό το «τα λέμε» ακούγεται λίγο και περιττό («σιγά που δε θα τα ξαναλέγαμε») -αντισταθμιστικά, το «τα λέμε» ακούγεται όλο και περισσότερο ως κατακλείδα σε εφήμερες μη φιλικές γνωριμίες, αν και είναι σαφές ότι δεν θα ξαναϋπάρξει συνάντηση, μισή υποκρισία δική μου, μισή δική σου, δλδ. (στην Αγγλία λένε αυτό το φρέντλι «see you» έτσι χαζά, ακόμα και στα τηλεφωνικά κέντρα, και δε χρειάζεται να πω ότι αυτό το c u έχει συμβάλει και στην καθιέρωση της καθ΄ ημάς «τα λέμε»- culture ).

Επανερχόμενος στο λήμμα: οι χρήσεις στις οποίες εστιάζω είναι εκείνες κατά τις οποίες αυτό το «το νου σου» ακούγεται σκέτο στο τέλος ενός διαλόγου -αντικαθιστά, δηλαδή, ακόμα και τα «γεια σου», «άντε γεια» κ.τ.ο. καμιά φορά- και, κυρίως, ενώ δεν δικαιολογείται από την περίσταση (δεν έχει, δλδ, επισημανθεί, συζητηθεί κάποιος κίνδυνος, ενώ δεν συντρέχει κάποια άμεση εύλογη απειλή).

Κοινωνιοψυχοανθρωπολογικά αν το δει κανείς, το «το νου σου» αυτό δεν είναι παρά η σλανγκική έκφραση της Κοινωνίας του Ρίσκου, εσχάτως και του Πανικού, την οποία έχουν αναλύσει οι κοινωνιολόγοι και διανοητές της ύστερης κυρίως νεωτερικότητας. «Το νου σου» παναπεί κατά βάση «πρόσεχε», ο κίνδυνος είναι καταστατικό στοιχείο της ζωής (η οποία, βέβαια, ζωή ΣΟΥ είναι και πολύτιμη, αν έχεις γεννηθεί από τη σωστή πλευρά των εσωτερικών και εξωτερικών συνόρων). Παναπεί επίσης: πονηρέψου μη σε φάνε, μην επαναπαύεσαι γιατί την πούτσισες. Παναπεί τελικά κοινωνία = κίνδυνος, μην εμπιστεύεσαι κανέναν -α, και μαλακίες έλεγα, κοινωνία δεν υπάρχει.

Το «το νου σου» που περιγράφω, θεωρώ ότι έχει δυο ορίζουσες:

α) η μια είναι η ανάγκη να υπάρξει ένα αντίστοιχο του αγγλοσαξονικού αποχαιρετισμού take care = πρόσεξε τον εαυτό σου. Η τάση των αγγλοσαξόνων, ρεκτών καθετί χυδαίου τις τελευταίες δεκαετίες προς την κουλτούρα της ασφάλειας (safety, security), γιγαντώθηκε μετά τους δίδυμους πύργους, κι έτσι φτάσανε στα ντεκαβλέ have a safe trip και τους λοιπούς δολοφονικούς του ζην επικινδύνως και της χαράς της ζωής γλωσσικούς αυτοματισμούς. Ως γνωστόν η κουλτούρα μας είναι αμερικανοποιημένη ως ένα βαθμό...

β)... κι έτσι έχουμε κι εμείς πλέον αυτό το «το νου σου» που, ναι μεν είναι πιο λαϊκότροπο και μάγκικο ως προέλευση, καθώς μάλιστα προς το παρόν εκφέρεται από άτομα που είναι ή -κυρίως- φαντασιώνονται ότι είναι της πιάτσας, άρα και παίρνουν «ρίσκα», και αισθάνονται καθήκον να εφιστούν ο ένας στον άλλον την προσοχή.

Δεν είναι, λοιπόν, τόσο φλώρικο όσο το take care αυτό το «το νου σου», αλλά αυτά είναι προσχήματα, υφολογικοί φερετζέδες, φόβο εκφράζουν και τα δύο.

Πολιτισμικά θα έλεγα εν τέλει ότι, ως αποχαιρετισμός, χρησιμοποιείται είτε από κάγκουρες και ανακλά την πρόθεσή τους να φανούν σχετικά εκλεπτυσμένοι («το νου σου, κι εμένα που με βλέπεις έχω πολλές φορές μπλέξει, σκατοκοινωνία, αλλά μπορείς να επιβιώσεις, αν έχεις... το νου σου»), η οποία τάση του κάγκουρα αλληλεπικαλύπτεται με την εκμάγκευση του φλώρου που προσπαθεί να επιβιώσει υπό αντίξοες πλέον συνθήκες -ανταγωνισμός, κοινωνικοποίηση της εξαπάτησης, επισφάλεια κλπ («το νου, μην είσαι μαλάκας, θέλει κωλοπετσοσύνη και μυαλό για να επιβιώσεις»).

Τέλος, να επισημάνω ότι το «το νου σου» ως αποχαιρετισμός απευθύνεται σε ένα άτομο και εκφράζει αυτήν ακριβώς τη συνθήκη του ατομισμού. Το «το νου σας» χρησιμοποιείται ως ειλικρινής προειδοποίηση και συνδηλώνει συνήθως μια συλλογική μορφή αλληλεγγύης.

- Πού πας φίλος;
- Σπίτι δικέ μου...
- Εδώ μένεις;
- Ναι ρε συ, δυο στενά πιο κάτω...
- Άντε, το νου σου!

(από jesus, 05/03/10)(από xalikoutis, 11/05/14)

Βλέπε και το νου σ'.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνευ ουσίας ή σημασίας. «Τρέχα γύρευε». «Καλά, χαιρετίσματα». Χρησιμοποιείται κυρίως στη Βόρεια Ελλάδα.

  1. - Γιατί δεν πάς στο άλλο βενζινάδικο που την έχει πιο φθηνή;
    - Ε τώρα για 5 φράγκα... κλάιν μάιν...

  2. - Πώς ήταν το πάρτυ;
    - Εμείς κι εμείς ήμασταν. Κλάιν μάιν...

βλ. και πουτς μάιν κλάιν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άσε μας ήσυχους μπούλη, κάνε αυτό που ξέρεις να κάνεις, γιατί είσαι μωρό ακόμα και πρέπει να δυναμώσεις.

Το αυγό τρώγεται και ωμό (τουλάχιστον πριν της πτηνογρίπης, αν πιστεύουμε σε τέτοια) από μια τρυπούλα που ανοίγουμε στο πλάι του με καρφίτσα, καθώς και χτυπητό στο ποτήρι με ζάχαρη ή / και κακάο. Παλιά συνταγή για να δυναμώσουμε. Το κάνουν ακόμα και τώρα τα μπιλντέρια, ε μαυρόγιαννε;

Κλασική σκηνή παιδικών χρόνων με τις μαμάδες να κυνηγούν τα μούλικα στο σχολείο, στο σπίτι, στην παραλία, παντού, με το βραστό αυγουλλλάκι. Κλασική εικόνα των παιδικών μου χρόνων, συμμαθητές (προσοχή: νέβερ συμμαθήτριες...) στο δημοτικό που δεν είχαν καλοπλύνει -ή και καθόλου- τα μούτρα τους και έσκαγαν μύτη στην τάξη ή στο σχολικό με ξεραμένα αυγά στην άκρη των χειλιών... (να, τό 'πα πάλι το αηδιαστικό μου εϊσιτζίδη, εντάξει;)

(Παραδόξως όμως η υποφαινομένη γουστάρει τρελά τα αυγά, όπως.)

- Εγώ πάντως σου λέω πως δεν είναι και πολύ σώφρον να κανονίσετε να πα να τον πλακώσετε στο ξύλο.
- Καλά, εσύ ρούφα τ' αυγό σου τώρα και άσε μας να κάνουμε τη δουλειά μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν πειράζει, συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες, αλλά πρέπει να είσαι και λιγάκι μαλάκας.

Φιλοφρόνηση προς μίζερο νεοέλληνα, που έχει περιπέσει σε σφάλμα, για να του δείξουμε ότι έχει περιθώρια βελτίωσης. Σε αυτή τη χώρα με τους τελειομανείς πολίτες, που όλα δουλεύουν ρολόϊ, είναι πράγματι δύσκολο να βρίσκεσαι στην δυσάρεστη θέση να παραδεχθείς τη λάθος συμπεριφορά. Οπότε όλο και κάποιος βρίσκεται να σου θυμίσει ότι τα λάθη είναι συνυφασμένα με την ανθρώπινη φύση. Αυτά όσον αφορά την ορθή χρήση της παρόλας.

Στη σλανγκ χρήση της, η έκφρασή υπονοεί την πλήρη διαφωνία μας, μέσω της ειρωνείας. Δηλαδή λέμε τη φράση, εννοώντας ότι διαφωνούμε πλήρως με αυτά που λέει και υποστηρίζει με πάθος ο συνομιλητής μας, χαρακτηρίζοντας κάποια πράξη του σαν κουσούρι και ατέλεια. Η, την λέμε για τον εαυτό μας, όταν μας καταλογίζουν κάτι που εμείς δεν το θεωρούμε πολύ σοβαρό και άξιο λόγου.

1.- Εγώ νομίζω ότι ο Γιωργάκης θα γίνει καλός πρωθυπουργός.
- Για τι ορίζοντα μιλάμε δηλαδή; Σε τριάντα χρόνια για παράδειγμα;
- Αρχισες τις μαλακίες...
- Κανείς δεν είναι τέλειος!

  1. - Κοίταξε να δεις, νομίζω ότι το αφεντικό έχει λάθος να με βρίζει.
    - Καλά το πάς σύντροφε.
    - Επειδή άργησα δύο φορές. Κάτσε ρε φίλε! Είκοσι χρονών είμαι, δεν θα αλητέψω και λίγο;
    - Εχεις κι εσύ τα δίκια σου...
    - Πόσες φορές άργησα; Στα τρία χρόνια που είμαι εδώ, άντε να ναι καμιά δεκαριά φορές. Ελεος, σκλάβοι είμαστε;
    - Μην ακούς τίποτα. Κανείς δεν είναι τέλειος. Προτείνω να το καθιερώσουμε όλοι, να 'ρχόμαστε ένα μισαωράκι πιο αργά για συμπαράσταση....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση-κλισέ που κάθε άνθρωπος που έχει πατήσει σε σουβλατζίδικο έχει πει τουλάχιστον μια φορά στη ζωή του! (για σκεφτείτε το λίγο...)
Ειπώνεται συνήθως ως εξής:
1) Περιμένεις όρθιος στην ουρά να έρθει η σειρά σου να παραγγείλεις.
2) Η σειρά σου έρχεται και δεν έχεις αποφασίσει αν θα πάρεις σουβλάκι (καλαμάκι) ή πιτόγυρο.
3) Όταν έρχεται η σειρά σου αποφασίζεις να χτυπήσεις πιτόγυρο αλλά διατηρείς κάποιους ενδοιασμούς ακόμα.
4) Υπ' αυτό το καθεστώς δίνεις την παραγγελία περιγράφοντας τι υλικά θες να περιέχει το έδεσμα, με γραμματική και συντακτικό να έχουν πάει στο διάολο (είναι και η πείνα που θολώνει τον νου...)

Σημείωση: Συνήθως χρησιμοποιείται μαζί με τη φράση «απ' όλα», που βάζει και την ταφόπλακα αφαιρώντας κάθε λογική.

- Ναι καλησπέρα!
- Καλησπέρα.
- Ναι, εεε... θα ήθελα μια ... (παύση).. .διπλή πίτα γύρο χοιρινό απ' όλα, με χωρίς ντομάτα και κρεμμύδι! (αρχίζει την παρασκευή)
- Κέτσαπ- μουστάρδα να βάλω;
- Εεεε...όχι! (την στιγμή που πάει να βάλει κοκκινοπίπερο)
- Όχι! Δεν θέλω κοκκινοπίπερο! (το αφήνει και αρχίζει το τύλιγμα)
- Να στο τυλίξω ή θα το πάρεις πακέτο; (τι εννοεί άραγε ο ποιητής;;;)
- Όχι αφήστε, θα το πάρω μαζί! (τι εννοεί και αυτός ο ποιητής;;;)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified