Ας υποθέσουμε οτι δυο άνθρωποι τσακώνονται και λογοφέρνουν. Και πως κάπου εκεί κοντά βρίσκεται κι ένας τρίτος. Μπορεί να είναι φίλος ή γνωστός των δύο προηγούμενων, μπορεί να είναι κι άσχετος με την όλη φάση. Και σε κάποια δόση, ο ένας απ' τους δύο λογομαχούντες ζητά απ' αυτόν τον τρίτο να παρέμβει, να πει κι αυτός την άποψή του, να πει ποιος πιστεύει πως έχει δίκιο και τι θα έπρεπε κτγτ να γίνει. Να γίνει δλδ κάτι σαν διαιτητής ένα πράμα.

Όμως αυτός ο τρίτος δεν έχει καμιά όρεξη να ασχοληθεί. Είτε γιατί είναι γενικά ευθυνόφοβος, είτε γιατί πολύ απλά βαριέται και θεωρεί το όλο ζήτημα τρίχες. Συνήθως συμβαίνει το πρώτο. Σκέπτεται δλδ πως όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες. Προτίθεται να τηρήσει απαρέγκλιτα την ενδεκάτη εντολή, το γνωστό «Ού Μπλέξεις». Ή όπως λέει και μια κυπριακή παροιμία, «λείψε που τον ππελά να μη σε βρει το κρίμα» (=απόφυγε τον μπελά για να μη βρεθείς και χρεωμένος). Ή επίσης «από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί». Άσε τους να κουρεύονται λοιπόν κι ας βρουν την άκρη μόνοι τους.

Όλη λοιπόν αυτή η στάση επιφύλαξης, συνοψίζεται στην κορυφαία κττμγ ατάκα «εγώ για τα χαλιά ήρθα!». Με μια κουβέντα: «μη με ανακατεύετε με τα δικά σας, εγώ περαστικός είμαι». Ακριβώς όπως ο τύπος που σκάει σπίτι μας κάθε που σφίγγουν οι πρώτες ζέστες, για να πάρει τα χαλιά μας για φύλαξη και καθαρισμό και να μας τα ξαναφέρει με τα πρώτα κρύα, τον επόμενο χειμώνα. Έρχεται, πακετάρει και τιγκανάουα χωρίς πολλά λόγια.

Ανακεφαλαιώνοντας: «εγώ για τα χαλιά ήρθα!» είναι ένας εύσχημος και δροσερός τρόπος να πάρεις τις αποστάσεις σου από μια δυσάρεστη κατάσταση που παν να σε μπλέξουν. Να βγάλεις την ουρά σου απόξω. Να κάνεις την πάπια / τον κινέζο / τον γερμανό / τον αλέκο.

Απαντάται συνήθως υπό μια πληρέστερη μορφή, του τύπου: «παιδιά εγώ δεν ξέρω τίποτα, για τα χαλιά έχω έρθει..»

(στο γυμναστήριο)
- Φιλαράκι αν έχεις την καλοσύνη, παίζω εγώ σ' αυτό το μηχάνημα...
- Τι λες ρε φίλε, θα μας τρελάνεις; Τώρα μόλις δεν ήρθες;
- Είσαι λάθος. Είχα έρθει και πριν κι άφησα την πετσέτα μου απάνω για να το καβατζώσω.
- Και ποιος είσαι συ ρε φίλε που θα καβατζώνεις και τα μηχανήματα, ο γαμιάς της γειτονιάς; Σάμπως δικά σου είναι και δεν το ξέρουμε;
- Τι να σου πω τώρα... Να, και το παιδί εδώ δίπλα ήτανε και είδε τη φάση. Πες ρε Μητσάκο, εγώ δεν είχα έρθει πρώτος;
- Τι να σας πω παιδιά, εμένα μη με μπλέκετε, εγώ για τα χαλιά ήρθα...

Απ΄ τα καλύτερα του μακαρίτη! (από Khan, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αντί για πριτς, θα μπορούσε κανείς περιφραστικά να πει: Η πρότασή σου δε με συμφέρει και θα προτιμήσω να μην τη δεχτώ ή απλούστερα όχι. Τσαχπίνικα όμως λέμε πριτς!. Και πώς μπορεί να θυμώσει κανείς σε μια τόσο χαριτωμένη άρνηση!

Μην ξεχνάμε ότι το πριτς υπήρξε και η ιστορική απάντηση του Γκαούτσο Κώτσο σε ερώτημα του Αντρίκο ντε Πάσο σχετικά με υποθετική απαίτηση του λαού της Γκρέτσια Μορένα, στην ανεπανάληπτη Μονομαχία στις Σέρρες Μάντρες (βλέπε σχετικό μήδι).

Το πριτς είναι μια λέξη που ξυπνάει μνήμες από τα παιδικά μας χρόνια. Μια γλυκιά άρνηση με ταυτόχρονο κλείσιμο του ματιού. Μια αθώα έκφραση που σαν ήχος θυμίζει λίγο πορδίτσα. Ίσως το όχι όπως θα το πρόφερε ο ποπούλης ενός μικρού κοριτσιού στην ύστατη προσπάθειά του να μιλήσει...

Κωστάκης: «Αννούλα, θέλεις να σου δώσω το ροδάκινό μου;»
Αννούλα: «Ναί θέλω! Ευχαριστώ!!!»
Κωστάκης: «Εντάξει, αλλά κι εσύ θα μου δείξεις το κιλοτάκι σου...»
Αννούλα: «Πριτς!»

Το επίμαχο σημείο είναι στο 6ο λεπτό. Προτείνω όμως να το ακούσετε ολόκληρο! (από Jim Blondos, 14/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορικά σημαίνει την επερχόμενη βύθιση, το ναυάγιο όσον αφορά κυρίως στο οικονομικό.

Χρησιμοποιείται, βέβαια, και στον αισθηματικό τομέα, π.χ. όταν μια σχέση ή ένας γάμος οδεύει ολοταχώς προς διάλυση. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται κατά κόρον και στα δημοσιονομικά της Ελλάδας.

  1. Ο Χατζημήτσος βάρεσε κανόνι. Τα λεφτά που μας χρωστάει θα τα πάρουμε του αγίου πούτσου. Πάμε για φούντο!

  2. - Τα 'μαθες; Ο Απόστολος και η Γεωργία πάνε για φούντο.
    - Ε, τι περίμενες; Αυτός είναι πουτσοκέφαλος κι αυτή τον παίρνει απ' όλες τις μπάντες. Πώς θα κάναν προκοπή;

  3. - Πάλι μας βάλαν στην επιτήρηση οι Αλμούνηδες.
    - Τι περίμενες, αφού πάμε για φούντο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει είμαι υπερβολικά χαρωπός σε βαθμό που εκνευρίζω τους άλλους και μοιάζω με παραπληγικό, μόγγολο. H φράση μοιάζει να προέρχεται από τις κινήσεις παιδιών με ειδικές ανάγκες (σκεφτείτε το λίγο). Μπορούμε να πούμε σε κάποιον να κουνήσει αυτάκι άμα πει ένα ηλίθιο αστείο ή γελάει με κάτι που δε θα 'πρεπε. Είναι ψιλο-σκληρή έκφραση που συνοδεύεται από το κατάλληλο ύφος και το κούνημα του αυτιού μας για να δείξουμε στον άλλο πώς γίνεται.

  1. - Ο Μήτσος έσπασε το πόδι του...
    - ΧΑΧΑΧΑΧΑ! Α, τον μαλάκαααα! Καλά να πάθει! ΧΑΧΑ!
    - Ναι ρε ζώο, κούνα και αυτάκι βλάκα.

  2. - ...και λέει η ξανθιά, «μα εμένα δε μ αρέσει το πινγκ πονγκ» ΧΑΧΑΧΑ
    - Αστείο;
    - Πολύ!
    - Μπράβο. Κούνα και αυτάκι τώρα.

  3. ΚΟΥΝΑ Τ' ΑΥΤΑΚΙ από εδώ

  4. πολύ κούνημα βρε παιδιά

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Και μαλακίες.

Πολλές φορές στον προφορικό λόγο, πρέπει να μεταφέρουμε στον συνομιλητή μας κάτι που κάποιος άλλος είπε. Είναι ο γνωστός πλάγιος λόγος που μας μαθαίνανε στο σχολείο: «Ο Γιωργάκης (τυχαίο όνομα) είπε ότι...». Όταν θέλουμε όμως να μεταφέρουμε αυτά που είπε ο Γιωργάκης, δηλώνοντας ταυτοχρόνως ότι αυτά που είπε ο Γιωργάκης:

α) είναι μαλακίες ή/και

β)μας τα 'πανε πολλοί, πριν από αυτόν, είναι κοινοτοπίες, δεν μας είπε και τίποτα σπουδαίο, οπότε δεν αξίζει να τα μεταφέρουμε αυτούσια, παρά μόνο σε περίληψη ή/και

γ) είναι υποκρισία και ο Γιωργάκης είναι μέγιστος υποκριτής, καικαλάς ή/και

δ) ήταν κάπως πιο περίπλοκα από αυτά που εμείς μεταφέρουμε, αλλά το νόημα είναι αλλού και δεν αξίζει τώρα να είμαστε ακριβείς, πάρε μία γενική ιδέα, για να καταλάβεις και να προχωρήσουμε στο σημαντικό ή/και

ε) θέλουμε να πούμε συγχρόνως και πολύ απλά ότι ο Γιωργάκης είναι μαλάκας,

-τότε χρησιμοποιούμε εκφράσεις όπως αυτή του λήμματος. Με λίγα λόγια μεταφέρουμε πολύ περιληπτικά αυτό που ειπώθηκε και συγχρόνως το βάρος πέφτει στην ακαριαία απαξίωση αυτού που ειπώθηκε και αυτού που το ξεστόμισε.

Είναι ο σλανγκικός πλάγιος λόγος.

Σχετικές εκφράσεις :

(ότι) και καλά, κι έτσι, τάχαμου, ή διπλό τάχαμου-τάχαμου: δηλώνουν υποκρισία αυτού που μίλησε και του οποίου μεταφέρουμε τα λόγια.

σούπα - μούπες: υπεκφυγές και αοριστίες.

και τα ρέστα: μας λένε τις ίδιες γνωστές μαλακίες, μπλέξαμε με σπασαρχίδη.

σε στυλ, σε φάση, ντεμέκ, μα- μου, ή ακόμα πιο ελλειπτικά: α - ου, κουλουπού κουλουπού.

Και τέτοια. Αλλά κάποιος για όλα αυτά μπορεί κάλλιστα να πει και στα τέτοια μας.

  1. — Τι είπανε στο Υπουργικό Συμβούλιο;;;;
    — Ε, τα γνωστά του Γιωργάκη, πράσινη ανάπτυξη, προστασία του πολίτη και τέτοια (εδώ ο Γιωργάκης δεν είναι τυχαίο όνομα).

  2. Δεν μας φτάνανε τα μαρτύρια που περνούσαμε είχαμε και την ηλίθια καθοδήγα να μας ζαλίζει ότι ο σωστός κομμουνιστής δεν αυτοκτονεί, ότι πρέπει να τρώμε όλο το φαγητό μας και τα ρέστα. (Χρόνης Μίσσιος).

  3. Σενιάρω το ωραίο μου λήμμα και πετάγεται ο τύπος σε στυλ σλανγκαρχίδη και με αρχίζει ότι και καλά σεσινεπασλάνγκ κι έτσι. Μα αφού το έχω ακούσει το γαμολήμμα, δεν το έβγαλα από το νου μου.

  4. Είναι ψυχούλα σου λέω. Με πιάνει στη σκοπιά να κοιμάμαι και μ' αρχίζει α - ου, ετοιμότητα κι έτσι, αλλά δεν με έβγαλε στο τάκο, μου τη χάρισε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται, όμως λέγεται επιτατικά, με σκοπό και διάθεση υπερβολής και επίτασης αυτών που παραλείπουμε να αναφέρουμε.

Αυτό που προσπαθούμε να περιγράψουμε (π.χ. μία κατάσταση, ένας χαρακτήρας, ένα γεγονός), είναι υπερβολικό και ξεφεύγει από τα συνηθισμένα μέτρα, (είτε θετικά είτε πολύ συνηθέστερα αρνητικά), ώστε είναι αδύνατο να το περιγράψουμε με ακρίβεια σε όλη του την έκταση (ή απλώς βαριόμαστε). Για αυτό κολλάμε το – και δεν συμμαζεύεται - για να δείξουμε ότι για αυτά που μόλις είπαμε και περιγράψαμε, θα μπορούσαμε να πούμε και πολλά άλλα ακόμη, αλλά τα παραλείπουμε αφενός για λόγους συντομίας, αφεδύο επειδή με την ίδια την φράση αυτή λέμε και εννοούμε πολύ περισσότερα, τα οποία με την προσπάθεια ακριβούς περιγραφής μπορεί και να έχαναν.

Ό,τι υπονοείται, αποδεικνύεται πάντα ισχυρότερο από αυτό που λέγεται. Το ίδιο ισχύει και για τις γυναίκες που μας αποκαλύπτουν μικρά σε έκταση μέρη του σώματός τους, γάμπα, κοιλίτσα, ντεκολτέ, για να μας παρακινήσουν να φανταστούμε και να προσεγγίσουμε τα υπόλοιπα. Άσχετο, αλλά ο καλός ορισμός πρέπει να ‘χει και λίγο σεξ μέσα.

  1. Παράδειγμα λήμματος από εδώ: - Τι γίνεται ρε γαμώτο, τι πουστάκια τραγουδιστές είναι αυτά που βγαίνουνε συνέχεια τώρα τελευταία;!
    - Ε αφού τους προωθεί το αδελφάτο των ιπποτών, Ψινάκης και σία και δεν συμμαζεύεται....

  2. Παράδειγμα λήμματος από εδώ:
    -Ρε Μάνο, η Πολυξένη τελευταία πολύ στην πένα κυκλοφοράει ναούμ... Ρούχα πανάκριβα, mercedes compressor και δε συμμαζεύεται... Τι δουλειά είπαμε ότι κάνει;

  3. Παράδειγμα λήμματος από εδώ:
    -Ωραίες εποχές φίλε τα νάιντις... Trancemedia, Battery, Άλσος, Amorphia, μετά U-matic και δε συμμαζεύεται...

(καλή φάση να βρίσκεις έτοιμα παραδείγματα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για σλόγκαν που κυκλοφόρησε στην πολιτικά ταραγμένη χρονιά του 1965. Η κυβερνητική αστάθεια που προκλήθηκε από την αποχώρηση 40 βουλευτών της κυβερνητικής πλειοψηφίας της Ένωσης Κέντρου, η πτώση της Κυβέρνησης, οι έντονες πολιτικές διεργασίες που ακολούθησαν και οι κοινωνικές ταραχές που λάμβαναν χώρα παράλληλα, συνέπεσαν με τη γέννηση της πρωτότοκης κόρης Αλεξίας του τότε Βασιλικού ζεύγους Κων/νου και Άννας-Μαρίας. Φυσικά, εν μέσω σοβαρών κρίσεων κανείς δεν μπορεί να μείνει ουδέτερος, κι έτσι πρωτοσέλιδα εφημερίδων της εποχής και διαδηλωτές με πλακάτ καλούσαν σκωπτικά τη νεογέννητη πριγκίπισσα να τοποθετηθεί επί των τεκταινομένων με την ατάκα «Αλεξία, πάρε θέση», σε μια έμμεση φυσικά προτροπή προς τον άνακτα πατέρα της να μην κάνει τον Κινέζο και να δώσει διεξόδους στα οξυμένα πολιτικά προβλήματα, συμφώνες με το λαϊκό αίσθημα.

Φυσικά, η Αλεξία μπορεί να αντικατασταθεί από οποιοδήποτε άλλο όνομα, ανάλογα με το από ποιον περιμένουμε να τοποθετηθεί επί ενός ζητήματος.

Καλά, ολόκληρο σεντόνι σχόλια για το σαν ταμένο, και ο τζόνιμπλακ να μην εμφανιστεί; Τζόνι, πάρε θέση!

Πάρε θέση! (από allivegp, 17/10/09)Αλεξία σε πιο πρόσφατη φωτό. (από poniroskylo, 03/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση δυσπιστίας έναντι επικαλουμένων ιδιοτήτων κομπορρήμονα συνομιλητή. Δηλαδή, εννοείται «πού τα 'χεις δει αυτά που λες», «πού γίνονται αυτά» κ.λπ., αντικαθιστώντας την ανύπαρκτη χρονική διάσταση των εικαζομένων επιτευγμάτων «πότε;», το οποίον υφίσταται μόνον ως απάντηση (βλ. παλιά στο Τέξας κ.λπ.) με αναφορά σε τοπική αναρμοδιότητα. Συνήθως, χρησιμοποιείται με το πρόσφυμα «μωρέ», ενώ το «πού» μπορεί να επαναλαμβάνεται.

Χαρακτηριστικά, η επίθεση τόνου στην αντωνυμία «πού», την τρέπει από αναφορική σε ερωτηματική, αλλάζοντας εντελώς το νόημα της πρότασης. Π.χ. (Καββαδίας 7 Νάνοι στο S/S Cyrenia): «Ραμάν αλλήθωρε τρελέ, που λύνεις μάγια» σε «Ρε αμάν αλλήθωρε τρελέ, πού λύνεις μάγια;» (δηλαδή σιγά μη λύνεις και μάγια τρομάρα σου, δεν κοιτάς την τύφλα σου)...

  1. - Εγώ που λες αυτήν εκεί πέρα, την έχω γαμήσει!
    - Πού μωρέ σκουράτζο; Πού;

  2. - Όταν ήμουν λοιπόν σημαιοφόρος στο σχολείο...
    - Άσε ρε βίδα! Πού βρε; Σε σχολείο πυγμαίων πήγες;

εδώ Τσάρος (από johnblack, 06/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαγικό ξόρκι που χρησιμοποιούσαμε στο δημοτικό όταν παίζαμε κρυφτό και αμέσως ελευθερώνονταν όλοι οι φυλακισμένοι. Όταν έφτανες στο σημείου που φύλαγε ο αντίπαλος, έφτυνες δείχνοντας έτσι την αποστροφή σου στο πρόσωπό του και ο τελευταίος έπρεπε να πει «φτου ξελευθερία για όλους» ώστε να ελευθερώσει, σαν άλλη διάσωση του στρατιώτη Ράιαν, τους πιασμένους στο παιχνίδι.

Φτου ξελευθερία για όλουυυυυυυυυυς!!! Πάλι καλά που είμαι εγώ και σας ελευθέρωσα παιδιά! Νίκο.. ξαναφυλάς!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τούτη η παλαιά έκφραση, με την οποία οι ελληνόφωνοι εφιστούσαμε και εφιστούμε την προσοχή ο ένας στον άλλο εν όψει κινδύνων, τείνει πλέον να μετατραπεί σε απλό φιλικό αποχαιρετισμό, κι εν μέρει να αντικαταστήσει το τα λέμε προς φίλους, μιας και προς αυτούς αυτό το «τα λέμε» ακούγεται λίγο και περιττό («σιγά που δε θα τα ξαναλέγαμε») -αντισταθμιστικά, το «τα λέμε» ακούγεται όλο και περισσότερο ως κατακλείδα σε εφήμερες μη φιλικές γνωριμίες, αν και είναι σαφές ότι δεν θα ξαναϋπάρξει συνάντηση, μισή υποκρισία δική μου, μισή δική σου, δλδ. (στην Αγγλία λένε αυτό το φρέντλι «see you» έτσι χαζά, ακόμα και στα τηλεφωνικά κέντρα, και δε χρειάζεται να πω ότι αυτό το c u έχει συμβάλει και στην καθιέρωση της καθ΄ ημάς «τα λέμε»- culture ).

Επανερχόμενος στο λήμμα: οι χρήσεις στις οποίες εστιάζω είναι εκείνες κατά τις οποίες αυτό το «το νου σου» ακούγεται σκέτο στο τέλος ενός διαλόγου -αντικαθιστά, δηλαδή, ακόμα και τα «γεια σου», «άντε γεια» κ.τ.ο. καμιά φορά- και, κυρίως, ενώ δεν δικαιολογείται από την περίσταση (δεν έχει, δλδ, επισημανθεί, συζητηθεί κάποιος κίνδυνος, ενώ δεν συντρέχει κάποια άμεση εύλογη απειλή).

Κοινωνιοψυχοανθρωπολογικά αν το δει κανείς, το «το νου σου» αυτό δεν είναι παρά η σλανγκική έκφραση της Κοινωνίας του Ρίσκου, εσχάτως και του Πανικού, την οποία έχουν αναλύσει οι κοινωνιολόγοι και διανοητές της ύστερης κυρίως νεωτερικότητας. «Το νου σου» παναπεί κατά βάση «πρόσεχε», ο κίνδυνος είναι καταστατικό στοιχείο της ζωής (η οποία, βέβαια, ζωή ΣΟΥ είναι και πολύτιμη, αν έχεις γεννηθεί από τη σωστή πλευρά των εσωτερικών και εξωτερικών συνόρων). Παναπεί επίσης: πονηρέψου μη σε φάνε, μην επαναπαύεσαι γιατί την πούτσισες. Παναπεί τελικά κοινωνία = κίνδυνος, μην εμπιστεύεσαι κανέναν -α, και μαλακίες έλεγα, κοινωνία δεν υπάρχει.

Το «το νου σου» που περιγράφω, θεωρώ ότι έχει δυο ορίζουσες:

α) η μια είναι η ανάγκη να υπάρξει ένα αντίστοιχο του αγγλοσαξονικού αποχαιρετισμού take care = πρόσεξε τον εαυτό σου. Η τάση των αγγλοσαξόνων, ρεκτών καθετί χυδαίου τις τελευταίες δεκαετίες προς την κουλτούρα της ασφάλειας (safety, security), γιγαντώθηκε μετά τους δίδυμους πύργους, κι έτσι φτάσανε στα ντεκαβλέ have a safe trip και τους λοιπούς δολοφονικούς του ζην επικινδύνως και της χαράς της ζωής γλωσσικούς αυτοματισμούς. Ως γνωστόν η κουλτούρα μας είναι αμερικανοποιημένη ως ένα βαθμό...

β)... κι έτσι έχουμε κι εμείς πλέον αυτό το «το νου σου» που, ναι μεν είναι πιο λαϊκότροπο και μάγκικο ως προέλευση, καθώς μάλιστα προς το παρόν εκφέρεται από άτομα που είναι ή -κυρίως- φαντασιώνονται ότι είναι της πιάτσας, άρα και παίρνουν «ρίσκα», και αισθάνονται καθήκον να εφιστούν ο ένας στον άλλον την προσοχή.

Δεν είναι, λοιπόν, τόσο φλώρικο όσο το take care αυτό το «το νου σου», αλλά αυτά είναι προσχήματα, υφολογικοί φερετζέδες, φόβο εκφράζουν και τα δύο.

Πολιτισμικά θα έλεγα εν τέλει ότι, ως αποχαιρετισμός, χρησιμοποιείται είτε από κάγκουρες και ανακλά την πρόθεσή τους να φανούν σχετικά εκλεπτυσμένοι («το νου σου, κι εμένα που με βλέπεις έχω πολλές φορές μπλέξει, σκατοκοινωνία, αλλά μπορείς να επιβιώσεις, αν έχεις... το νου σου»), η οποία τάση του κάγκουρα αλληλεπικαλύπτεται με την εκμάγκευση του φλώρου που προσπαθεί να επιβιώσει υπό αντίξοες πλέον συνθήκες -ανταγωνισμός, κοινωνικοποίηση της εξαπάτησης, επισφάλεια κλπ («το νου, μην είσαι μαλάκας, θέλει κωλοπετσοσύνη και μυαλό για να επιβιώσεις»).

Τέλος, να επισημάνω ότι το «το νου σου» ως αποχαιρετισμός απευθύνεται σε ένα άτομο και εκφράζει αυτήν ακριβώς τη συνθήκη του ατομισμού. Το «το νου σας» χρησιμοποιείται ως ειλικρινής προειδοποίηση και συνδηλώνει συνήθως μια συλλογική μορφή αλληλεγγύης.

- Πού πας φίλος;
- Σπίτι δικέ μου...
- Εδώ μένεις;
- Ναι ρε συ, δυο στενά πιο κάτω...
- Άντε, το νου σου!

(από jesus, 05/03/10)(από xalikoutis, 11/05/14)

Βλέπε και το νου σ'.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified