Further tags

Μου έρχεται η διάθεση και συμπεριφέρομαι ανόητα, και κάνω πράγματα που σε κανονικές συνθήκες θα θεωρούσα ασόβαρα ή και ανάρμοστα. Κανονικά δεν είμαι έτσι, ξες, απλά κάτι παίχτηκε, κάποια περίεργη συναστρία ρε παιδί, και θέλω να κάνω καραγκιοζιλίκια ή να πετάω κρυάδες χωρίς να μπορώ να σταματήσω και χωρίς να δίνω λογαριασμό και σε κανέναν. Ξες... γιατι κανονικά, είμαι πολύ-πολύ σοβαρός άνθρωπος.

Συνώνυμα: με πιάνει η μαλακία, κουτουρντίζω, παρανοώ, συνήθως λέγεται για καταστάσεις γέλιου και χαβαλέ. Η σύνταξη θυμίζει τα με πιάνει βήχας / λόξιγκας / νευρικό γέλιο (όλα τους αθέλητα!), αλλά δέον να σημειωθεί ότι -παρά τη στάνταρ έκθλιψη στον προφορικό λόγο, με πιάν' η βλακεία- εδώ έχουμε οριστικό άρθρο: ή βλακεία, όχι οποιαδήποτε βλακεία -αν και συχνά λέγεται και με πιάνει μιά βλακεία για έμφαση, με το μια τονισμένο.

Μετά το "Hesame mucho" του μπαμπά μας, πέταξε ατάκα και η μαμά (εγώ δηλαδή): "Πώς λέγεται η πάνα που έχει πάνω χαρακτήρες του Sesame street? Hesame street!!!!" (Ναι, μας έχει πιάσει η βλακεία μας.)

από ιστολόι

χωρις να σκεφτεσαι, πως να καθησεις, τι θα πεις, πως θα το πεις, αν θα κλαψεις αν θα γελασεις, αν θα σε βλεπει τις ωρες που θα σε πιανει η βλακεια κ θα λες χαζομαρες ή οταν θα σερνεσαι στο πατωμα.

από το ζου τζι αρ

Τους έπιασε η βλακεία όταν μπήκα (ήδη άκουγα τα γέλια πριν χτυπήσω το κουδούνι) και άλλαζαν τα ονόματα εκείνη την στιγμή, ενώ ξεκίνησαν να λένε τα κανονικά τους.

από το μπουρδέλα κομ

- Τι ακραία μουσική ακούτε τώρα;
- Δε ξερω, ειμαι εδω με ενα φιλο και μας εχει πιασει η βλακεια και ακουμε Κατη ολη μερα

από φόρουμ

Έτυχε μια φορά στα σαράντα ενός συγγενικού προσώπου να ακούσω μια θεια μου να κλαίει και έπεσα κάτω από τα γέλια. Επίσης στο τέλος μιας πολύ κουραστικής ημέρας αν είμαι με κανένα συνάδελφο ή κανένα φίλο με πιάνει η μαλακία και αρχίζει το σπαστικό γέλιο με το παραμικρό και δεν τελειώνει με τίποτα, λες και έχω καπνίσει φούντα.

από φόρουμ

Συχνή η κρίση βλακείας στους έλληνες, θεμελιακό συστατικό του χιούμορ των οποίων φαίνεται να είναι ακριβώς η σάχλα, η εγνωσμένη κι εσκεμμένη ανοστιά ή και χοντράδα, και συχνά το ψυχαναγκαστικό λογοπαίγνιο επιπέδου αθλητικογραφίας / φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης / γυράδικων της Θεσσαλονίκης... Με άλλα λόγια, αυτά που απαρτίζουν τη λεγόμενη σεφερλίτιδα (εξού και άξιος ο Μάρκος). Όχι βέβαια ότι το ελληνικό χιούμορ δεν έχει και άλλα βασικά συστατικά -άλλη κουβέντα αυτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν μετά από (χοντρή) μακακία, αλλού πήγαινα κι αλλού αυτό με πήγε ένα πράμα, θα έχω μπλεξίματα, φασαρίες, μπελάδες με το να μου γυρεύουν τα ρέστα για το πως και το τι. Ύστερα, επισύρονται φωνές, επιπλήξεις, ειδικά αν αυτό το μεγαλεπήβολο που επιχείρησα το έκανα στα κρυφά και με πιάσουν στα πράσα, λίγο πιο δίπλα απ'τα λάχανα.

Η πλήρης έκφραση, που ακούγεται σπάνια πλέον, είναι συνώνυμη του "την έβαψα" (τη ρίζα;), δηλώνει πως όταν μια βάρκα δεν πάει καλά και μπάζει από παντού νερά, έτσι και μια κατάσταση από λανθασμένους χειρισμούς λόγω παρεμβολής ασταθμήτων παραγόντων, κινδυνεύει να πέσει έξω, να βουλιάξει.


1.- Κοίτα ρε μλκ, τί μου έβαλε το αφεντικό να μηχανογραφήσω μέχρι αύριο. Πιο χαρτούρα, πεθαίνεις, ρε φίλε. - Ωραία, θα κάτσω να σου κάνω παρέα, αλλά μέριασέ τα λίγο να βάλω τον καφέ μου... Ωωωωωχ!
- Όχι, ρε πούστη μου! Τί να σου πω τώρα; Την έκατσα! Τί θα κάνω; Δεν μπορώ να του τα επιστρέψω έτσι...Αχ, Θεέ μου!

2.- Έλα ρε, θα στρίψεις καμιά φορά; Θα τελειώσει το διάλειμμα κι ακόμα! Όλοι οι άλλοι τις κάνετε τις τζούρες σας.
- Τώρα, ρε πρήχτη! Ορίστε, έτοιμος! Θα πεθάνω απ' την αγωνία! Πως δε μας έχουν πιάσει ακόμη...
- Σκάσε ρε, κατσικοπόδαρε! Μονίμως ο νους σου στο κακό...
- Τεκέ το κάναμε δω μέσα, δε βλέπεις; Ντουμάνι!... άμα κάνει ντου καμιά αγγλικού... Και ξέρεις αυτή δε μασάει. Διήμερη, για πλάκα!
- Ρε χαμένοι, τί κάνετε μέσα στις τουαλέττες; Βγείτε όλοι αμέσως έξω! Ορίστε μας, αντράκια μια σταλιά, το τσιγάρο σας μάρανε!
- ΩΩΩΧ! Αυτή είναι! Την κάτσαμε!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σύνδρομο του ξερωγού. Χρησιμοποιείται κατά την ανάκυψη εγκεφαλικών βραχυκυκλωμάτων σε μία αφήγηση. Δε φέρει πλέον σημασία και λειτουργεί ως στολίδι του προφορικού λόγου για να μη λήγει ξερά κι αδιάφορα το εκφώνημα. Αντικαθιστά το πάλαι ποτέ ημι-λόγιο "φερ'ειπείν" (=μιας που το'φερε η κουβέντα) ή το παλαιομαγκίτικο "να'ούμ'".Αν και αυτά είχανε πιο πολύ κυριολεκτικά την έννοια του "παρεπιπτώντος" και οριστικοποιούσαν τα λεγόμενα, το "ξέρω 'γω" αν και θα μπορούσε να δηλώνει "με βάση αυτά που ξέρω εγώ" με την αναστροφή Υ - Ρ για έμφαση, παραπέμπει παρόλα αυτά σε αμηχανία, ασχετίλα, ενδεχόμενη και πολύ πιθανή ανατροπή των λεγομένων μου, έλλειψη αυτοπεποίθησης που προ(σ)καλεί για ανατροπή έστω κι αν είναι έγκυρα - έτσι για να ψαρώνουμε - και μορφολογικό clopyright από την εμφατική ερώτηση "ξέρω 'γω;". Καθίσταται μοναδική έκφραση νίλα που κινείται έντονα και κοντά στα εξωγλωσσικά δεδομένα (όπως πού - χού η αντίδραση με "Εεεεεε" όταν στακάρει το μυαλό και χάνει τον ειρμό του) και έχει μορφή (ψευδο)ερώτησης. Οι εμφατικές συντάξεις λόγω ύφους δύσκολα νιλοποιούνται, άρα η μορφή αυτή ως ερώτηση - κολιτσίδα ξεκίνησε ως χαριτωμενιά. Είναι αδελφή έκφραση της δεγκζερωγωτί με τη μορφή "και δεγκζερωγωτί" στο τέλος. Επίσης μπορεί να αντικαταστήσει την έκφραση "και τα λοιπά" του γραπτού λόγου που υπονοεί πως υπάρχουνε περισσότερα απ'όσα ξέρουμε, απλά εμείς αυτά εκθέτουμε χωρίς να αποκλείουμε τα άλλα έστω κι αν δεν τα αναφέρουμε. Πάντως, όσο πιο αγχωτική είναι η κατάσταση - επικοινωνιακή περίσταση, τόσο μεγαλύτερη είναι και η αμηχανία (πούχού μιλάω κι έχω όλα τα βλέμματα στραμμένα επάνω μου κι ανθρώπους να κρέμονται απ'τα χείλη μου) , το βραχυκύκλωμα και οι πιθανότητες να εμφανιστεί αυτή η πορδή της αλουπούς.


Σκηνικό - Σχολική τάξη.
Ι:[...] Ε, και τώρα με τους μετανάστες υπάρχουνε προβλήματα, ξέρω 'γω... Να, σήμερα το πρωί που ερχόμουνα σχολείο με σταμάτησε μια κοπελιά με μωρό στην αγκαλιά και μου ζήτησε να της πάρω κάτι να φάει το παιδί, ξέρω 'γω. Κι εντάξει... Θα της δώσεις, ξέρω 'γω κι αυτηνής να πάρει κάτι, αλλά έχουμε άλλους τόσους δικούς μας έξω που δεν έχουνε να φάνε ένα πιάτο φαΐ... Δεν το καταλαβαίνω αυτό με την ξενολαγνεία. Μόνο για τους πρόσφυγες και δεγκζερωγωτί άλλο πρέπει να πονάμε, να λυπόμαστε και να βοηθάμε, ξέρω 'γω;
Ν + Κ: (ψιθυριστά) έντεκα, δώδεκα, δεκατρία, δεκατέσσερα.
Κ: Πόσα μέτρησες;
Ν: Δεκατέσσερα όσα κι εσύ, αφού μαζί μετράγαμε.
Κ: Βάλε και δύο στην αρχή που δεν πρόλαβες στο "Κατά τη γνώση μου οι καιροί είναι δύσκολοι, κι όλοι πρέπει να βοηθάμε, ξέρω 'γω, αλλά πρέπει αυτό να μη μας εμποδίζει να σκεφτόμαστε καθαρά και να προσπαθούμε να οργανωθούμε καλύτερα σα κοινωνία, ξέρω 'γω", κάπως έτσι που έλεγε αυτή, δεκάξι.
Ν: Πω, ρε μας κούφανε πάλι, χιχι! Μα καλά, επίτηδες το κάνει; Έχει κολλήσει η βελόνα! Την επόμενη φορά, πάμε στοίχημα ότι θα μετρήσω περισσότερα;
Κ: Ναι, άμα το θυμηθείς... Αφού πάντα σε προλαβαίνω! Καθηγήτρια: Τί λέτε εσείς εκεί! Για σταματήστε αμέσως! Μόνο εσείς ακούγεστε! Μπλα, μπλα, μπλα...(συνέχιση ομιλίας μετά την παρατήρηση)
Ν + Κ:(ψιθυριστά) Ναι, σίγουρα, ξέρω 'γω...χαχαχα!
Ν: Πρόσεχε ρε μαλάκα μην κολλήσουμε κι εμείς... Είναι κολλητικό!
Κ: Ναι, ναι! Κι αυτό που το κοροϊδεύουμε, το λουστούμε!

Got a better definition? Add it!

Published

Παραθέτω αὐτούσιο τὸν ὁρισμὸ τοῦ Νικολάου Πολίτη:

Ἐπὶ προώρου ἀποτυχίας ἐπιχειρήσεως ἤ ἐπὶ ἀποστερήσεως τῶν προσδοκομένων κερδῶν. Ὑποτίθεται λέγων τὴν φράσιν οἰκοδεσπότης πρὸς ξενιζόμενον, παρακελεύων αὐτὸν νὰ νιφθῇ, ὡς περατωθέντος δῆθεν τοῦ δείπνου, ἐνῷ οὗτος οὐδὲν ἤ ὀλίγον ἔφαγεν.

ἐδῶ

Λέγεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η αποτυχία μιας ενέργειας μας είναι δεδομένη από την αρχή και επομένως πρέπει να σταματήσουμε κάθε σχετική προσπάθεια.

ἐδῶ

Θὲς νὰ ρίξουμε παραγάδια ἀπόψε κι οὔτε δόλωμα, οὔτε νεταρισμένα παραγάδια ἔχουμε! Νίψου κι ἀποφάγαμε!

Σχετικὸ καὶ τὸ φέξε μου και γλίστρησα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη που καρφώνει το τελευταίο καρφί στο φέρετρο μιας συζήτησης που έχει ψοφήσει κι έχει περάσει κάνα δεκάλεπτο αμήχανης σιωπής, όπου οι παρευρισκόμενοι κοιτάνε το ταβάνι, κροκοδειλιάζουν, θυμούνται κάποια παλιά τους πρώην, σκέφτονται ότι πρέπει να πάνε στην εφορία ή απλά εύχονται να βρίσκονταν οπουδήποτε αλλού.

Το "αυτάαα..." είναι το σφύριγμα που σηματοδοτεί και επίσημα τη λήξη της κουβέντας, οπότε και όλοι αρχίζουν να μαζεύουν κινητά-κλειδιά-τσιγάρα και να παίρνουν την άγουσα για τα αποδυτήρια.

Σε κάθε παρέα υπάρχει κι ένας τύπος που είναι ο πρώτος που θα πει "αυτάαα..." μετά από ένα ικανό διάστημα αμήχανης σιωπής. Είναι ο τύπος που συμπαθούν λιγότερο οι υπόλοιποι.

Περιττεύει.

Got a better definition? Add it!

Published

Εαν καθίσουμε λίγο και το σκεφτούμε θα συνειδητοποιήσουμε ότι κάθε σόι ευρύτερο ή και στενό, το δικό μας, αλλά και φίλων και γνωστών, έχει τουλάχιστον ένα άτομο το οποίο είναι απροσάρμοστο, εγωϊστικό, εριστικό και που για να μη το υπεραναλύσουμε εντάσσεται στη γενικότερη κατηγορία του μαλάκα. Ο σοφός λαός γνωρίζοντάς το αυτό, συνήθιζε να χρησιμοποιεί την έκφραση αυτή που έμεινε μέχρι τις μέρες μας, για να χαρακτηρίσει κάποιο τέτοιο άτομο το οποίο γνώριζε σε οικογενειακό πλαίσιο και πιθανώς για να τονίσει τη διαφορά με την υπόλοιπη οικογένεια του, η οποία είναι πιο συμπαθής. Όπως δηλαδή κάθε σπιτικό έχει αναγκαστικά και ένα χώρο στον οποίον οι άνθρωποι χέζουν, έτσι φυσιολογικά και αναπόφευκτα κάθε οικογένεια έχει και τον μαλάκα της. Τώρα, εάν στο δικό σας σόι δεν υπάρχει κανένας μαλάκας δε θέλω να σας βάλω σε σκέψεις αλλά...

-Τ' άκουσες για τον γιό του κύριου Δημήτρη του γείτονα? Τον πιάσανε για κάτι κομπίνες που έκανε στο μαγαζί του και τώρα τρέχει στα δικαστήρια

-Ε, κάθε σπίτι έχει και το αφοδευτήριο του

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι βαθειές υποκλίσεις προβάλλοντας τα οπίσθια, aka δίνω κώλο.

Άρχισες πάλι τις κωλορεβεράντζες μήπως σου σβήσουν το πρόστιμο ρε τελειωμένε?

Got a better definition? Add it!

Published