Selected tags

Further tags

Δεν την παλεύεις με τίποτα, έχεις ξεφύγει.

- Θα την πάρω τηλέφωνο να δω τι κάνει.
- Α, εσύ δεν τρώγεσα με την καμία. Ξεκόλλα ρε μαλάκα. Της τον κάρφωνε ο Στάθης πίσω απ' την πλάτη σου τρεις μήνες και θα συνεχίσεις να ασχολείσαι με την πάρτη της;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οποιοσδήποτε κωλόφαρδος καταφέρει να σκοράρει σε γκόμενα, η οποία υπό κανονικές συνθήκες ούτε καν θα γυρνούσε να τον κοιτάξει. Η παρομοίωση προέρχεται από το ποδόσφαιρο εκεί όπου το γκολ σε περίπτωση οφ-σάιντ είναι αντικανονικό.

- Ρε μαλάκα ο Στέλιος δεν είναι αυτός απέναντι που φασώνεται με το ξανθό με τις βυζάρες;
- Ωχ, ναι!
- Τον πούστη, τι γκολ-οφσάιντ πήγε κι έβαλε;

(από HardcoreGR, 09/12/11)(από HardcoreGR, 09/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Αυτοεκπληρούμενος πόθος να ζήσει το άτομο που τον εκφράζει περισσότερο από κάποιον άλλο. Να ζήσει δηλαδή αρκετά, ώστε να παραβρίσκεται στην κηδεία του άλλου, και να φάει από τα προσφερόμενα κόλυβα (στάρι).

Μερικές φορές εκτοξεύεται και ως απειλή: «Θα του φάω το στάρι».

  1. Ασ' τον να χαίρεται... στο τέλος θα του φάμε το στάρι κι αυτουνού.

  2. Αν δεν σταματήσει να ψαρεύει από τους πελάτες μου, θα του φάω το στάρι.

(από Vrastaman, 10/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για κάποιον που, αν και θεωρείται άμεσα υποψήφιος για να εγκαταλείψει τον μάταιο τούτο κόσμο (βλ. λ. απογείωση) λόγω ιδιαίτερα προχωρημένης ηλικίας ή εύθραυστης υγείας, εντούτοις, εκείνος αρνείται να παραδώσει πινακίδες και ζει περισσότερο (outlives) έναντι άλλων ατόμων με φαινομενικά περισσότερα ψωμιά.

Παράδειγμα πολιτικού ανδρός που έχει φάει το στάρι πολλών νεότερων συναδέλφων του, είναι ο Μητσοτάκουλας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ένας άνθρωπος είναι της πόλης, μορφωμένος κοινωνικά και με λέγειν και έχει άποψη για όλα είναι πιο επιτηδευμένος και ζει μια άχαρη ζωή.

Αντιθέτως ένας χωριάτης είναι πραγματικά άρχοντας, διότι ζει με λιγότερο άγχος, είναι πιο ήρεμος και έχει μια πιο ανθρώπινη ζωή, είναι πιο ζεστός με τους γύρω του, και με κατανόηση και προσφορά για τον συνάνθρωπο του.

-Τι είπες τώρα ρε ξάδερφε, έχεις δυόμιση χιλιάδες φίλους; Εδώ στη μεγαλόνησο, αδιανόητο...
-Έτσι είναι! Η πόλη βγάζει άρχοντες και το χωριό χωριάτες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βάζω κάποιον σε μπελάδες, σε έγνοιες. Καμία σχέση με το ανοιχτά τα μαγαζιά. Η λέξη μαγαζί εδώ σημαίνει τραβάγια.

Το να ανοίξεις ένα κατάστημα είναι μπελάς, πόσο μάλλον την σήμερον ημέρα με την κρίση, τα ενοίκια, τις εφορίες και ταλιμπάν. Έγινε λοιπόν πάλι επίκαιρη η έκφραση.

Μη μου ανοίγεις μαγαζάκια τώρα τελευταία στιγμή, πες της ένα αντίο και πάμε σπίτι..

Got a better definition? Add it!

Published

Το λέμε για να υπερασπιστούμε μια συμπεριφορά μας απρεπή, λάθος, αντιδεοντολογική, απαράδεκτη, ανάρμοστη, επιρρίπτοντας μέρος της ευθύνης μας και σ’ εκείνον που την υφίσταται. Εκείνος άρχισε, ή μας προκάλεσε, ή μας έφερε στη δυσάρεστη θέση, ή βρέθηκε εκεί που δεν έπρεπε, ή είμαστε αναγκασμένοι να το κάνουμε ενώ ο άλλος μπορεί να μας αποφύγει κλπ. κλπ.

Τελικά αποδεχόμαστε μεν το λάθος μας, κατά το ήμισυ όμως, ενώ κατά το έτερον ήμισυ φταίει ο άλλος, οπότε πατσίζουμε. Έτσι και δε χρειάζεται να δικαιολογούμε τ’ αδικαιολόγητα (να επιμένουμε ότι είμαστε σωστοί ενώ δεν είμαστε), και δε χρωστάμε σε κανέναν.

  1. - Κι αφού έχω βγάλει μια κουράδα βδέλλα διαπιστώνω ότι δεν υπάρχει κωλόχαρτο. Ε, τι να κάνω μετά; Πήρα ό,τι μπορούσα με το χέρι και το σκούπισα στον τοίχο. - Μα είσαι τελείως σίχαμα ρε πούστη μου! - Και τι να’κανα δηλαδή; Εγώ φταίω που δεν είχαν ένα κωλόχαρτο στην τουαλέτα; Μισή ντροπή δική μου μισή ντροπή δική τους.

  2. - Πελαγία, κράτα την πετσέτα να βγάλω το μαγιό.
    - Μα Περικλή μου, μας βλέπει όλη η παραλία! - Αν θέλουνε να βλέπουν, μισή ντροπή δική μου μισή ντροπή δική τους.

  3. - Μας έχουνε φάει τ’ αφτιά ότι κακώς μπήκαμε στην ΟΝΕ και τους γελάσαμε με τα γκρικ στατίστικς. Και καλά, εμείς είμαστε οι πονηροί, η Γιούροστατ τόσο βλάκες είναι; Αυτοί κάνανε τα στραβά μάτια γιατί μας ήθελαν. Μισή ντροπή δική μας μισή ντροπή δική τους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση προερχόμενη εκ του Pop/R&B ακούσματος «Αν μου φτάναν τα λεφτά» του Stan (Στράτου Αντιπαριώτη).

Η ιστορία έχει ως εξής:
- Νεαρός κοζάρει ξανθό νέτο στη σχολή.
- Νέτο κολλημένο με γκόμενο, ο νεαρός έχει φάει φλας με την πάρτη της. Πιστεύει ότι το να ρίξει τέτοιο θεόμουνο έχει τις ίδιες πιθανότητες με το να του κάτσει το Λόττο.
- Νέτο βλέπει τον γκόμενό της να φασώνεται με άλλη, τον παρατάει κι αρχίζει να τρέχει.
- Ο νεαρός ξαφνικά πέφτει πάνω στο νέτο, αυτή του χαμογελάει και το όνειρό του γίνεται πραγματικότητα.

Η φράση χρησιμοποιείται για περιπτώσεις γκόμενας η οποία αποτελεί υπόδειγμα τέλειας γυναίκας, σε εμφάνιση, σε χαμόγελο, σε χαρακτήρα και γενικά ακριβώς σε ότι γουστάρει ο ενδιαφερόμενος. Απλά όπως συμβαίνει πάντα, έχει γαμηθεί ο Δίας και έχει προλάβει άλλος πριν από εμάς. Γι' αυτό και το να σου κάτσει τέτοια γκόμενα και να την πετύχεις σε ελεύθερη φάση, είναι πιο δύσκολο κι απ' το να σου κάτσει το Λόττο.

- Αυτή η Μαίρη που κάθεται πίσω γαλαρία τι λέει; Απίστευτος μούναρος και δείχνει πολύ καλό κορίτσι, ε;
- Είναι δεύτερο εξάμηνο και...μη χαίρεσαι. Έχει γκόμενο απ' το Λύκειο.
- Όχι ρε φίλε, ε αυτές άμα τις βρεις πρέπει να τις γαμάς από μικρές. Μακάρι να 'χα βρει το Λόττο.

(από HardcoreGR, 07/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του έφαγα φλασιά, δηλαδή θυμήθηκα κάτι. Ο συγκεκριμένος όρος χρησιμοποιείται όμως και στην περίπτωση που γουστάρουμε πολύ κάποιο άτομο.

  1. - Ρε μαλάκα που είχα κάνει γενέθλια πέρυσι; Θυμάσαι;
    - Που να θυμάμαι ρε, αφού έλειπα φαντάρος, δεν ήμουνα εκεί.
    - Άσε έφαγα φλας και μου 'ρθε. Είχαμε πάει στο Mike's Irish Bar για καραόκε. Πολύ μούφα η φάση.

  2. - Τι θέλεις τέτοια ώρα έξω απ' το σπίτι μου;
    - Ξέρεις πολύ καλά τι θέλω. Έχω φάει φλας με την πάρτη σου και δεν την παλεύω άλλο.

(από HardcoreGR, 07/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «IMO» είναι ακρωνύμιο του «in my opinion» που σημαίνει «κατά τη γνώμη μου».

Με το IMHO λες «in my humble/honest/holly opinion» δηλαδή «κατά την ταπεινή μου γνώμη».

Τα συναντάμε και με ελληνικούς χαρακτήρες και με μικρά γράμματα.

  1. Τα μελομακάρονα είναι πιο νόστιμα απ' τους κουραμπιέδες ιμχο.

  2. IMO πρέπει να πας να του πεις τι νιώθεις.

(από Khan, 08/12/11)Imhotep (από Khan, 08/12/11)

βλ. και κττμγ / κουτουτουμουγού

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified