Further tags

ή και "χασάπη κάρβουνο". Η προτροπή-προσταγή απευθύνονταν από αρκετούς θεατές παλαιών κινηματογραφικών αιθουσών προς τον μηχανικό προβολής του σινεμά, όταν σκοτείνιαζε η εικόνα στην οθόνη προβολής, ελλείψει ισχυρού φωτισμού και αποτελούσε κυριολεξία. Η μηχανή προβολής της κινηματογραφικής ταινίας λειτουργούσε με ισχυρό φως που παράγονταν από το ηλεκτρικό τόξο δύο ηλεκτροδίων άνθρακα μαζί με έντονη θερμότητα, που συχνά προκαλούσε εμφανές λιώσιμο και διακοπή της ταινίας και που ο μηχανικός έπρεπε να αποκαταστήσει με ειδικό εξοπλισμό που διέθετε. Προϊούσης της προβολής τα ηλεκτρόδια φθείρονταν και ο μηχανικός έπρεπε να φροντίζει για την σωστή απόσταση τους η την αντικατάστασή τους. Συχνά όμως δεν το αντιλαμβάνονταν και του το υπενθύμιζαν οι θεατές με σκαιό τρόπο. Είναι βέβαιο ότι ελάχιστοι θεατές είχαν γνώση του τρόπου λειτουργίας της μηχανής προβολής, μολονότι χρησιμοποιούσαν την έκφραση. Η προσφώνηση "χασάπη" προήλθε κυρίως από κινηματογράφους β' προβολής, με φθηνότερο εισιτήριο και πιο λαϊκό κοινό, όπου οι celluloid ταινίες ήταν ήδη "ταλαιπωρημένες" από τα πολλά κοψίματα (εξ ου και χασάπης) και κολλήματα λόγω του ήδη μεγάλου αριθμού προβολών, ενώ συχνά απουσίαζαν μεγάλα τμήματα της ταινίας και η ασυνέχεια της σεκάνς ήταν πολύ εμφανής και ενοχλητική.

στο σινεμά οι θεατές όταν σκοτείνιαζε η προβολή: -χασάπη βάλε κάρβουνοοοο!!!

Got a better definition? Add it!

Published

Τεχνική ανάκρισης. Ο Ε και ο Φ ανακρίνουν τον Χ· ο Ε υιοθετεί εχθρική στάση απέναντι στον Χ ενώ ο Φ φιλική, με απώτερο στόχο ο Χ να εμπιστευθεί τον Φ αντιδρώντας στην πίεση του Ε. Ευνόητα, ο Φ είναι ο Καλογιάννης και ο Ε ο Κακογιάννης.

Η τεχνική είναι ψιλοπασίγνωστη χάρη στην αστυνομική λογοτεχνία και, κυρίως, φιλμογραφία. Δε γνωρίζω αν η κουβέντα όντως ακούγεται στην πιάτσα, ή αν πρόκειται απλώς για ευφάνταστη επινόηση του Πέτρου Μάρκαρη (βλέπε παράδειγμα)· με μία πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο συμπεραίνουμε μάλλον το δεύτερο, αλλά όποιος ξέρει θετικά ας μας πει. Πρόκειται πάντως για μία εκδοχή του καλός μπάτσος - κακός μπάτσος που ακούγεται ενδεχομένως ομαλότερα στο αφτί ως απόδοση του αντίστοιχου αγγλικού και είπα να το θέσω υπόψιν των υποτιτλιστών ανάμεσά μας.

«[...] δέν κρατούσε λεφτά στα χέρια του. Δέν κρατούσε τίποτα. Τώρα, άν υπήρχαν λεφτά μέσα στο αυτοκίνητο, τί να σας πώ. Μπορεί και να υπήρχαν, αλλα θα τα πήραν οι δικοί σας, της Αντιτρομοκρατικής.»

«Τί λές ρε κάθαρμα;» φωνάζει ο Βλασόπουλος και πετάγεται πάνω. «Λές οτι τα παιδιά της Αντιτρομοκρατικής πήραν τα λεφτά και τα φορτώνουμε τώρα σ' εσένα, για να τους ξελασπώσουμε

«Ήρεμα, Σωτήρη.» Πιάνω τον Βλασόπουλο απο το μπράτσο και τον καθίζω πάλι στη θέση του. «Μήν τον πιέζεις. Θα μας τα πεί με την ησυχία του, το παλικάρι.»

Το παλιό κόλπο των μπάτσων. Ο Καλογιάννης και ο Κακογιάννης.

(Πέτρος Μάρκαρης, «Άμυνα ζώνης», Γαβριηλίδης 2001)

Σε άλλες γλώσσες: good cop/bad cop (αγγλικά)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράφραση του αγγλικού Troy Story (απόδοση του Τρωικού Πολέμου) στα Ελληνικά δεδομένα της μάσας και της ρεμούλας.

Ο όρος μάλλον είναι εφεύρεση Σεφερλή, καθώς είχε ανεβάσει ομώνυμη επιθεώρηση το 2012.

- Τελικά τα πήρε ο Άκης απο τα TOR-M1;
- Άσε φίλε....μεγάλο τρώει στόρυ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφορά στην εικαστική αισθητική των κινηματογραφικών οδοιπορικών εκδίκησης του ωτέρ Κουέντιν Ταραντίνο.

Οι εμμονές και επιρροές του Ταραντίνο περιλαμβάνουν το γαλλικό νέο κύμα, τα σπαγγέτι γουέστερν του Λεόνε, σπλατεριές τ. grindhouse, τζαπανάκια του Κουροσάβα, ταινίες blaxploitation και πάσης φύσεως περιθωριακές καλτιές των εξήνταζ και εβδομήνταζ. Το αίμα πάντα ρέει άφθονο, το χιούμορ είναι μαύρο, οι διάλογοι μένουν διαχρονικοί και οι μουσικές επιλογές προσεγγίζουν σε εκλεκτισμό εκείνες του Κιούμπρικ.

Μερικές εκσλανγκευμένες ταραντινιές: γουίνστον γουλφ, γουόκ δη ερθ, η αράχνη έπιασε δυο μύγες, κιλ μπιλ, να συνεχίσουμε εδώ ή στη στενή;

χ. Το Django είναι μια Ταραντινιά. Εχει τους γνωστούς χαοτικούς διαλόγους, τη γνωστή θεαματική βία, τη γνωστή πίστη στο κινηματογραφικό είδος που αντιγράφεται ή αναλύεται - ανάλογα πως το βλέπει κανείς. Εχει τις γνωστές ερμηνείες, την γνωστή κατακρεούργηση των κλισέ, τη γνωστή αποθέωση της παιδικής μνήμης.

χ. αδοξοι μπασταρδοι ταραντινια η τη λατρευεισ η τη μισεισ χωρισ κανενα βαθυτερο νοημα αλλα εχει γελιο η υποθεση: το 40 ενασ αμερικανοσ εχει μια ομαδα εβραιων και προσπαθει να σκοτωσει οσο περισσοτερουσ γερμανουσ γινεται το σεναριο ειναι καταπληκτικο εχει δραση και σημεια που βγαζει γελιο

χ. Ο Gaslamp επέστρεψε με έναν full ταραντινιά electro psychedelic prog δίσκο καλό σε γενικές γραμμές αλλά ελαφρώς φλύαρο σε σημεία, ενώ ο Lotus, κουστουμάρετε, γίνεται πιο σοφιστικέ και δημιουργεί έναν πιο εκλεπτυσμένο ας πούμε ήχο.

Δες και -ιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι κάποιες στιγμές που το συλλογικό ασυνείδητο είναι σε φάση Rec. (Πώς και γιατί συμβαίνει αυτό· το αγνοώ). Σε μια τέτοια, η τραγική ηθοποιάρα Κατερίνα Χέλμη σαν Μαρίνα στα «Κόκκινα Φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη, εν έτει 1963, απειλεί εις μάτην τον προφανέστατα γάιδαρο νταβατζή της... Ντόρη (Κώστα Κούρτη): «Μη φύγεις Ντόρη μου, μη φύγεις! Θα φαρμακωθώ Ντόρη...» σε μια σκηνή που άνετα την λες κλασική. Δεν ήμουν τότε εκεί - δεν ξέρω.

Σαν απειλή βέβαια, και δη για γκομενικά, κυκλοφορούσε παλαιόθεν. Το βεβαιώνει π.χ. ο Ρούκουνας στο άσμα «Ξενιτιά Μαγκούφα» του 1935.
Αλλά σήμερα το κόβω κάταχλωμο αυτό το «Θα φαρμακωθώ» να το πάρουν περισσότεροι στα... τραγικά, απ’ όσοι στην πλάκα.

Έτσι, σαν ήπια σλανγκιά, κυκλοφορεί σαφώς κοροϊδευτικά παρέα με τα συνοδευτικά «μη φεύγεις», «γύρνα» και λοιπά ομοειδή, σε έντυπα και νέτι, αλλά και προφορικά (με ύφος επιτηδευμένα Αλμοδοβαρικό ή εμφατικά σταρχιδικό), για να τονίσει την πελώρια απόσταση της σύγχρονης (ξανα-ματα-)παρατημένης κι ενίοτε χειραφετημένης Ελληνίδας, από την τότε.

Και όχι μόνο. Απηχεί χαριτωμενίστικα τον πόνο της εγκαταλελειμμένης Χέλμη-Μαρίνας κι από οτιδήποτε εξαρτησιογόνο που μπορεί να παίζει σε μια καταναλωτική κοινωνία που πλέον καταπίνει μεν πολλά και διάφορα φαρμάκια, αλλά αν ενίοτε εκτοξεύει βιτριόλι ή συχνότερα πηδά απ’ το μπαλκόνι, δεν το κάνει πλέον από προδομένη καψούρα.

  1. Φρουζάκη μου, Πες μου τι θέλεις από μένα; Να φαρμακωθώ; Να κόψω τις φλέβες μου; Να αυτοκτονήσω; Πες μου τι. Δεν μπορώ άλλο μακριά σου λέμεεεεεεεεεεεεεεεεεεεε

  2. Όμως, μεγαλώνοντας, ξεκαθάρισα τα πράγματα στο μυαλό μου. Άλλο ο έρωτας κι άλλο η σεξουαλική σχέση. Στην πρώτη περίπτωση δεν μπορείς να ζήσεις χωρίς τον άλλο. Αρκετές φορές αφήνεις τη δουλειά και τα ενδιαφέροντά σου για εκείνον. Λες ψέματα για να μη ζηλέψει και τον χάσεις. Είσαι χαρούμενη μόνο και μόνο που αναπνέει δίπλα σου. O έρωτας είναι σπάνιος, γι’ αυτό και υπερεκτιμημένος. Στη δεύτερη περίπτωση, πάλι, απλώς δεν μπορείς να μην κάνεις σεξ με τον άλλο; γιατί απλώς δεν μπορείς να μην κάνεις σεξ. Κι αν εκείνος φύγει στην άλλη άκρη της γης, δε χρειάζεται να βάλεις τα κλάματα και να ωρύεσαι «Τάσο, μη φύγεις, θα φαρμακωθώ», εφόσον κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Κι όσο για τα οne-night stands, παρά τους κινδύνους που περιέχουν, πιστεύω ότι είναι η πιο τίμια σχέση που μπορεί να υπάρξει μεταξύ ενός άντρα και μιας γυναίκας, η μόνη στιγμή όπου και οι δυο είναι απόλυτα ειλικρινείς.

  3. Σάιπρους, μη φεύγεις. Γύρνα πίσω. Θα φαρμακωθώ!! Μάλιστα, αποκλειστήκαμεν. Που τον Νιόβρη, με ΡάιανΈαρ, με Σάιπρους, με τίποτες. Καμία κατευθείαν πτήση Βρυξέλλες-Κύπρος, μόνον ενδιάμεσες με κάτι στάσεις των 6 ωρών. Πως τα γέριμα θα έρτουμεν έσσω μας λαλείτε μου;; Προς το παρόν για τα Χριστούγεννα έκλεισα εισιτήρια να έρτω που Λονδίνον. 600 ευρώ !!!!! 600 ευρώ σαν το κουττούτζιν!!!! 600 ευρώ πάω στον Καναδά τζαι έρκουμαι που δαμέ!!!!

(Όλα απ’ το δίχτυ)

All time classic (Στο 1’:37”) (από sstteffannoss, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξεχασμένη (και ουχί αδίκως) εϊτίλα, παρόμοια με το «χύσε Μήτσο να φτιάξουμε παστίτσ(ι)ο», καθώς και με το περίφημο παρεμφερές στιχάκι «φύσα αγέρα φύσα, να στεγνώσουνε τα χύσ(ι)α» ή «φύσα αγέρα φύσα, για να στάξουνε τα χύσ(ι)α» (το οποίο, κατ' εμέ, δεν βγάζει νόημα), κλπ.

Από αυτά που λέγονταν κάποτε είτε στα τσοντάδικα ή, πιο διαδεδομένα, για να δείξουμε και καλά ότι τολμάμε να μιλάμε πρόστυχα.

  1. Στα τσοντάδικα είκοσι χρόνια πριν και βάλε. {ΑΛΑΣΚΑ,ΟΜΟΝΟΙΑ,ΑΡΙΩΝ,ΛΑΟΥ, ΟΛΥΜΠΙΑ κτλ...} εν μέσω κάπνας, σκοτάδι, και τα πουσταριά να περιφέρονται και «Κοκ τοστ,εκλέρ, σάμαλι στο διάλειμα!»
    Εκτός από το βάλε ΦΩΣ ρε μαλάκα.....κάρβουνο! ακούγονταν και τα εξής.
    Χύσε Μήτσο να φτιάξουμε παστίτσιο!
    Χύσε Κώστα να φτιάξουμε κομπόστα!
    Χύσε Σωκράτη να πλημηυρήσει το Παγκράτι!
    Παλιές ωραίες καταστάσεις! ;D

  2. Με λένε Κώστα.
    Όσοι είναι συνονόματοι σίγουρα θα έχουν ακούσει εκατοντάδες φορές την κρυάδα “Χύσε Κώστα Να Κάνουμε Κομπόστα”. (για λόγους που δεν έχω καταλάβει, η παραπάνω ρίμα σε κάποιους φαίνεται αστεία και την επαναλαμβάνουν συχνά).

(αμφοτεροτερότερα από το νέτι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απίστευτος τίτλος ελληνικής ερωτικής ταινίας. Η ευρηματικότητα του «τιτλάκια» (αυτός που ονοματίζει τις τσόντες), χτυπάει χαλαρά κόφτη σε Evo !!.... Υποκλινόμαστε στο μεγαλείο του και το χρησιμοποιούμε και σαν mantra για να (χαμο)γελάμε στις δύσκολες στιγμές μας!!!

«Η Ξαδέρφη μου απ' το Μπόστον και ο Φίλος μου ο Χώστον» !!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για λέξη-έκφραση που χρησιμοποιείται στην περίπτωση που κάποιος βρίσκεται ενώπιον μουνοθύελλας, κάτι που έχει ως συνέπεια την ασταμάτητη περιστροφή του κεφαλιού με μεγάλη ταχύτητα και προς διάφορες κατευθύνσεις όπου εδράζονται αιδοία κατ' εικόνα και ομοίωση του δαιμονισμένου κοριτσιού της ταινίας «ο Εξορκιστής».

- Καλά μιλάμε χθες κατέβηκα για ποτό. Τι να σου λέω! Εξορκιστής έγινα με αυτά που έβλεπα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άτομο που εκφράζεται με πληθωρικά μελοδραματικούς μανιερισμούς προκειμένου να στρέψει όλα τα λέιζερ πάνω του.

Αντίθετα με την επικρατούσα άποψη, οι ντραμακουινισμοί δεν είναι προνόμιο των γυναικών και των ΛΟΑΤ.

Εκ του αγγλικανικού drama queen.

- Καλή συνέχεια!
(αποχώρηση του Pavlea χωρίς ντραμακουινισμούς από το σλανγκρρ, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που μας έμεινε από την εποχή (εβδομήνταζ-ογδόνταζ) κατά την οποία οι σινεμάδες (όλοι, όχι μόνο οι τσοντοσινεμάδες) έπαιζαν από το πρωί. Κάποιοι από τους πρωινούς θεατές ξεμέναν μέσα στην αίθουσα γιατί τους έπαιρνε ο ύπνος ή γιατί ήθελαν να δούνε την ταινία ξανά και ξανά. Τους αφήνανε, αλλά όταν έφτανε η ώρα των απογευματινών παραστάσεων και γέμιζε ο σινεμάς, έπρεπε να τους διώξουν για να χωρέσει ο κόσμος. Και ο προβολατζής φώναζε: «Να φεύγουν οι πρωινοί...».

Σήμερα πια το λέμε όταν θέλουμε να διώξουμε κάποιον από κάπου γενικά, ώστε να ελευθερωθεί ο «χώρος» και για άλλους.

  1. Να φεύγουν οι πρωινοί Oι τίτλοι τέλους «έπεσαν» για τρεις παίκτες της Manchester City, πριν από λίγο με ανακοίνωση της ομάδας μέσω της επίσημης ιστοσελίδας της. Ο λόγος για τους Martin Petrov, Sylvinho και Benjani, οι οποίοι είναι πλέον ελεύθεροι να διαπραγματευθούν τις μεταγραφές τους σε ομάδες της αρεσκείας τους.

  2. γαμωτο μου ειναι δυνατον ο Δαβαρης να περιμενει να αγορασει καποιος το Tuscon, για να ξεστοκαρει το μοντελο; ουτε με παρακαλετα σε εταιρειες leasing δεν προκειτε να τα δωσει!! αντε να φευγουν οι... πρωινοι!! (τα 2λιτρα δηλαδη)

  3. Άλλη φυσιογνωμία «ουφάδικου» ήταν ο «ανυπόμονος». Συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας , έσκαγε μετά τη δουλειά και φώναζε «άντε να φεύγουν οι πρωινοί», απ'το κατειλημμένο μηχάνημα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified