Θα σου τηλεφωνήσω.
Δεν πρόκειται απλώς περί συντομογραφίας, αλλά λέγεται πλέον έτσι ακριβώς και προφορικά (παίζει 2-3 χρόνια τώρα σίγουρα, μπορεί και παραπάνω).
-Θα μου πεις όταν είναι η ώρα;
-Ναι ρε, κουλ. Θα σου τηλ.
Θα σου τηλεφωνήσω.
Δεν πρόκειται απλώς περί συντομογραφίας, αλλά λέγεται πλέον έτσι ακριβώς και προφορικά (παίζει 2-3 χρόνια τώρα σίγουρα, μπορεί και παραπάνω).
-Θα μου πεις όταν είναι η ώρα;
-Ναι ρε, κουλ. Θα σου τηλ.
Got a better definition? Add it!
Πάρα πολλοί Έλληνες, όταν χρησιμοποιούν λέξεις που καταλήγουν σε -ήσεις, -ίσεις, κάμουν το πρώτο σίγμα silent (tres chic). Αυτό συμβαίνει καθότι απλοποιείται και διευκολύνεται πολύ η προφορά της λέξης, καθώς τα δύο σίγμα απαιτούν καθαρότερη άρθρωση και μεγαλύτερη προσπάθεια από τον ομιλών.
Οι ερευνητές κατέληξαν ότι δεν προέρχεται από κάποιο μέρος της Ελλάδας ως ιδιωματισμός, αλλά μάλλον εμπίπτει στην κατηγορία Κό'α Κόλα , σε ένα τέ'αρτο, καθώς έχουν παρατηρηθεί από Καταυλακιώτες αλλά και Καρδιτσιώται.
- Νjίκο, Νjίκο!
- Έλα Γιώργο!
- Έλα ήρθε ο κόσμος! Έλα να με βοηθή'εις! Μάζεψε και τις αιτή'εις από τις αυξή'εις από τις επιδοτή'εις μην τα πάρει κανένας!
(Σε κατάστημα ειδών τεχνολογίας)
- Και νά σε ρωτήσω, τι απαιτήσεις έχει αυτό το μηχανάκι;
- Απαιτή'εις, απαιτή'εις, πρόσεχε μην την πατή'εις.... Καρ καρ καρ καρ!
- Καλά...Μπορώ να απευθυνθώ σε κάποιο άλλο τμήμα;
- Ναι, καλέστε τις πωλή'εις.
- Έλα μωρό μου, θα έρθεις αύριο κατά τις 8 και τέ'αρτο να με ξυπνή'εις;
- Να σε πάρω τηλέφωνο καλύτερα;
- Όχι έλα να μου χτυπή'εις... Μπας και κάνουμε και τίποτα γυμναστικές ασκή'εις... Πρωινές...
πρβλ και -άειζ, -ήειζ, -ίειζ, -ώειζ, αύξη, ζγκατάψυξ
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
...as in λες ρίλες.
Βγαίνει απ' την έκφραση «ψωλές απο γορίλες».
Παρόμοια με το πούτσες μπλε και παπάρια με λουλούδια.
- Πώς ήταν η ταινία ρε μαλάκα;
- Ρίλες, ρε φίλε, σκατά!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει: «Ελένη ονομάζομαι, σου λένε!»
Από τις βορειοελλαδίτικες διαλέκτους που δεν χορταίνουν φωνήεντα (να πώς να περιγράψεις κάποιον που μιλά έτς).
Μια θεία με περήφανα αφτιά ρωτά ένα περαστικό κοριτσόπουλο:
- Πώς σι λεν;
- Ελέν(η), απαντά η μικρή.
- Πώωωως;
- Ελέν, ξαναλέει η τσούπα.
Στην τρίτη ερώτηση απαντά το: Ελέν(η) με λέν(ε) σε λέν(ε), τονίζοντας το πρώτο λε με νεύρο και απελπισία.
Χρησιμοποιείται για να σχολιάσει κάποιος τη μειωμένη ακοή κάποιου άλλου ή/και την αντιληπτική του βραδύτητα. Τέλος, για να σχολιάσει εμμέσως πλην σαφώς το δυσνόητο αξάν.
- Ρε φίλε, βάζεις ένα χέρι να βγω! λέει κάποιος που του κόλλησε το
όχημα.
- Αμέ. Πώς έγινε;
- Ααα; (του ξεφεύγει του παθόντος).
- Λέω, πώς κόλλησες;
- Ιγώ λαμώνω κι στο ισάδ(ι).
- Ελέν με λεν σε λεν (ή Ελενμελενσελέν).
Got a better definition? Add it!
Εκτός από το σάντουιτς των ΜακΝτόναλντ, δηλώνει και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών. Αποτελεί ταυτοχρόνως μεγεθυντικό, αλλά και σύντμηση του «Μακαριώτατος», που είναι ο ειδικός θεσμικός τρόπος απεύθυνσης στον Αρχιεπίσκοπο.
Χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως περιπαικτικός όρος για να δηλώσει τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο (Θεός σχωρέστον!) από αντι-χριστοδουλική μερίδα του Τύπου (λ.χ. «Ελευθεροτυπία») και κυρίως να περιγράψει τον πληθωρικό χαρακτήρα του.
Τώρα που ο νέος Αρχιεπίσκοπος έχει κάπως ισορροπήσει τις συμπάθειες, μένει στους λεξικογράφους να διαπιστώσουν αν το «Μπιγκ Μακ» ήταν τελικά χαρακτηρισμός θεσμού, όπως ας πούμε το «φαραώ», ή το «Μίνωας», ή χαρακτηρισμός προσώπου, όπως λ.χ. το «Φύρερ» (τυχαία τα παραδείγματα).
Αντώνυμο: Και πάσης Ελλάδος (χρησιμοποιείται από τους φίλα προσκείμενους)
- Τα 'μαθες; Πάλι σήκωσε τα λάβαρα της επανάστασης ο Μπιγκ Μακ!
- Έλα ρε, γουστάρω! Λοιπόν, πολύ τον πάω τον Μπιγκ Μακ!
- Εγώ πάλι, προτιμώ το ΜακΜπέικον...
Got a better definition? Add it!
Σύντμηση του μαλάκας για την χρήση του ως φιλική προσφώνηση, ή για να αποσπάσει την προσοχή, έτσι ώστε να ξεκινήσει μία συζήτηση. Χρησιμοποιείται επίσης ως επιφώνημα θαυμασμού ή και έκπληξης.
- Ε μαλά, τι ώρα είναι;
- Μαλά, τι έκανε ρε το παλληκάρι;
- Μαλά, έχασες χθες που δεν ήρθες, περάσαμε γαμάτα.
Got a better definition? Add it!
Είναι σύντμηση της φράσης θα σε σκίσω ή μη σου σκίσω. Σε κάθε περίπτωση δηλώνει απειλή προς κάποιον πως θα τον δείρεις, είτε προς φίλους για να υποδηλώσει θυμό κτλ.
Εναλλακτικά, δηλώνει επιθυμία για ερωτική επαφή με κάποιον, ειδικά όταν το αντικείμενο πόθου είναι προκλητικό.
- Φύγε από δω κωλόζωο μη σ'σκις τίποτα!
- Καλά ντε, χαλάρωσε...
Got a better definition? Add it!
Χωρίς να το καταλαβάινει, λες στον άλλο ότι είναι για το πέος / πούτσο.
Ο «Αχιλλέας» βγαίνει από το ονοματεπώνυμο ενός παλιού πρόεδρου του πανιωνίου, τον Αχιλλέα Μπέο...
Οπότε... Αχιλλέας Μπέος > Πέος > Πούτσος
- Ρε συ, τι λάθος έκανες πάλι... Είσαι για τον Αχιλλέα.
Got a better definition? Add it!
Φεύγουμε αμέσως, την κάνουμε. Ξεκίνησε ώς την κανά (απο το την κάνουμε) και εξελίχθηκε σε τη Μελίνα (από την τραγουδίστρια Μελίνα Κανά).
- Πώ πω... Πέρασε η ώρα!
- Άντε, τη Μελίνα!
Got a better definition? Add it!
Συντομογραφία της έκφρασης τέλος πάντων.
- Η παρτίδα σκακιού που παίξαμε χτες ήταν κερδισμένη για σένα αλλά φέραμε στο τέλος ισοπαλία.
- Τέσπα. Φιλική ήταν.
Got a better definition? Add it!