Selected tags

Further tags

Έκφραση των κοντράκηδων αλλά και γενικότερα των φαν της οδήγησης. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει ότι το σασμάν (κιβώτιο ταχυτήτων) λειτουργεί ιδανικά, τα γρανάζια οπλίζουν και γατζώνουν στον κινητήρα χωρίς αντίσταση, γλιστράνε σα βούτυρο.

Όλοι μου 'λεγαν θα φάω πακέτο με την επισκευή σασμάν και ότι έπρεπε να πάω για αντικατάσταση. Τσέκαρε τι δουλειά μου 'κανε το μαστόρι όμως! Εδώ δες, χαϊδεύω το λεβιέ και κουμπώνουν βούτυρο μαλάκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περιγράφει μια ακραία κατάσταση χαράς ή λύπης όπου ο χαρούμενος/λυπημένος εκφράζεται τόσο έντονα ώστε το σώμα του δεν αντέχει άλλο και «σπάει».
Εναλλακτικά εμφανίζεται ως συντομογραφία: "σπάω"

Συνώνυμα: λύθηκα στα γέλια , έκλασα στα γέλια / πλάνταξα στο κλάμα

-Πες μου ρε ξανά τι σου απάντησε όταν την ρώτησες με τι ισούται η μέση τιμή της ορμής;
-Mε 3i
-Aχααχχαχαχαχαα έχω σπάσει ρε Λαχανά!
-Μη γελάς ρε, όταν της είπα ότι κόπηκε έσπασε στο κλάμα, μια ώρα κάναμε να τη συνεφέρουμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω τον αδιάφορο για κάτι που με αφορά. Έχω αλλού την προσοχή μου.

Πρωτοαναφέρθηκε πιθανότατα από τον Αρχιδάσκαλο της μαγκιάς, Θέμη Μάνεση στην ταινία-διαμάντι «Φυλακές Ανηλίκων» (1982).

- Τι έγινε ρε Στέφανε, εμείς μιλάμε να πούμε κι εσύ, κοιτάξτε με γειτόνισσες, ψαράκια τηγανίζω;
- Πολύ με κόβει ο έτσι.
- Τον είδα, κωλόμπα είναι ο κύριος.
- Μάλλον αδερφή είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξύλινο παραθυρόφυλλο, η περσίδα, το πέτασμα. Η λέξη προέρχεται από το τουρκικό kanat που σημαίνει φτερό, φτερούγα. Το pencere kanat στα τούρκικα είναι το παραθυρόφυλλο του παντζουριού.

Αντιγράφοντας 2 ετυμολογίες από το el.wiktionary.org :

1 κανάτι < μεσαιωνική ελληνική κανάτι < κανάτα < μεσαιωνική λατινική cannata < λατινική canna < αρχαία ελληνική κάννα (καλάμι) (αντιδάνειο) < ακκαδική (qanû: καλάμι) < σουμεριακή (gi.na)

2 κανάτι < τουρκική kanat < παλαιοτουρκικά kanat (φτερό) < πρωτοτουρκική **Kājnat*

Όχι τόσο συνηθισμένη, όμως χρησιμοποιείται η έκφραση στη Βόρειο Ελλάδα.

Πολύ σκοτείνιασε εδώ μέσα ρε παιδάκι μου, άνοιξε κάνα κανάτι να μπει λίγο φως.

κατασκευαστική λεπτομέρεια από σύγχρονα τούρκικα κανάτια αλουμινίου

φτερούγα κοτόπουλου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να περιγράψει βιοπορισμό, περιορισμένη επαγγελματική δραστηριότητα, διαχείριση κατάστασης η χειραγώγηση προσώπου.

1) -ΕΡΩΤΗΣΗ:-και πως τα φέρνεις βόλτα?
ΑΠΑΝΤΗΣΗ:-πουλάω μαλλί της γριάς στα πανηγύρια.

2) -Πάλι τον έφερε βόλτα τον προϊστάμενο και κατάφερε να πάρει 2 φορές αύξηση στον ίδιο χρόνο.

3) -Μου 'πέσαν δέκα προβλήματα μαζεμένα στο κεφάλι και δεν ξέρω πώς θα τα φέρω βόλτα.

4) -Πρώτο καμάκι ο Ντίνος, την έφερε βόλτα τη Σουηδέζα.

Got a better definition? Add it!

Published

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα άτομο που κατορθώνει και επιβιώνει η βιοπορίζεται η μεγαλουργεί νόμιμα και αξιοπρεπώς με θεμιτά μέσα, ευστροφία, ικανότητα αλλά και με πονηριά, χωρίς να χρειάζεται να κοπιάσει σωματικά ιδιαίτερα.

Στη παρέα

ΕΡΩΤΗΣΗ:-Καλά ρε συ, για πες μας το μυστικό?! Πως τα καταφέρνεις? Εμείς δουλεύουμε απ το πρωί μέχρι το βράδυ και δεν μπορούμε να σταυρώσουμε δραχμή.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:- Α παιδιά όλα κι όλα, ο βλάχος κρασί πίνει, αλλά αμπέλι δεν σκάβει.

Got a better definition? Add it!

Published

Η έκφραση χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να τονίσουμε με έκπληξη ή θαυμασμό ή απορία κάτι το σπάνιο, το εξαιρετικό, το παράταιρο, το μοναδικό, το αξιοθαύμαστο. Συνοδεύεται απαρέγκλιτα στη συνεχεία με το "δεν είδα" το οποίο αναφέρεται στο περί ου ο λόγος γεγονός, αντικείμενο η κατάσταση. Παρόμοιες εκφράσεις: "τόσα χρόνια βαρελάς ...τέτοιο πάτο δεν ξανάδα" επίσης "Σαράντα χρόνια φούρναρης ...έχω ψήσει"

(από παροιμία) : "είδα κι είδα, γύφτο παπά δεν είδα"

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηρισμός μιας κατάστασης έκρυθμης, η μάχης, η καυγά, αλλιώς η αναταραχή, η αναμπουμπούλα, ο πανικός, η σύγχυση, η φασαρία με φωνές, ποδοβολητά, κραυγές, οιμωγές.

Μέσ στον πανικό και την αντάρα δεν πήρα χαμπάρι για πότε μου ξάφρισε κάποιος το πορτοφόλι.

Got a better definition? Add it!

Published

Αδόκιμες χρήσεις της λέξεως για:

α. για το διαζευκτικόν.

Τί θα πάρετε για πρωϊνό; Καφέ για γάλα;

β. για το προτρεπτικόν:

Για περάστε!

Ενίοτε χρησιμοποιείται και μόνο του, συνήθως από παιδιά μικρής ηλικίας.

Ένας μαθητής δείχνει κάτι σ' έναν άλλον. Ένας τρίτος, θέλοντας κι αυτός να δει, παρεισφρύει λέγοντας: -Για!

γ. για το αιτιολογικόν. Συντάσσεται με μέλλοντα.

-Γιατί φόρεσες το παλτό σου;
-Για θα φύγω.

δ. για το ερωτηματικόν. Συντάσσεται με άρνηση.

-Ρε παιδιά, πείνασα!
-Για δεν το λες τόσην ώρα;

ε. για το απειλητικόν. Συντάσσεται με την υποτακτική του ρήματος "κάνω" + την λέξη "πως".

Για να κάνει πως περνάει από δω και θα του δείξω εγώ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το δόλωμα. Παραπλανητικό τέχνασμα, συνήθως παροχή ασήμαντη σε σχέση με το πραγματικό διακύβευμα.

  1. Το τυράκι των σημαιοφόρων. (Πηγή)
  2. Το είδατε το τυράκι; (Πηγή)

Got a better definition? Add it!

Published