Το μπουρδέλο αλλά και ο κάθε άτυπος τόπος συνδιαλλαγής αγοραίου έρωτα (γραφεία συνοικεσίων, κωλόμπαρα, ιεροί ναοί, πεζοδρόμια, κ.α.).

Ο όρος βιζιτάδικο χρησιμοποιείσαι ευρύτατα για πιάτσες όπου τα ΛΟΑΤ κάνουν ψωνιστήρι (βλ. τρίτο παράδειγμα).

Εκ της βίζιτας.

  1. ... είχε σπιτώσει μια Ουκρανή που την γνώρισε σε βιζιτάδικο, πρόσωπο πονηρούλικο και στρογγυλό με φακίδες και καστανά σγουρά μαλλιά ... (από εδώ)

  2. Τα περισσότερα τρακτέρ στα μπλόκα είναι κλιματιζόμενα. Φτώχεια!!! Όσο για τις επιδοτήσεις τόσα χρόνια ξέρετε που τις έχουν καταθέσει; στα βιζιτάδικα!! Όπου κάμπος ξεφυτρώνουν κι αυτά. (από εδώ)

  3. Ο κατά παραδοχή του στο ακροατήριο ομοφυλόφιλος μάρτυρας, που γνωρίζει καλά, όπως είπε, «τα βιζιτάδικα ου κέντρου της Αθήνας», αφού πληρώνει και ο ίδιος αγόρια για να πηγαίνει μαζί τους, με έντονο ύφος την ώρα που κατέθετε ξεδίπλωσε εικόνες και διαλόγους, και ουσιαστικά συνέθεσε την ανατομία ενός ειδεχθούς εγκλήματος (…) «Στα βιζιτάδικα όλοι είναι πεινασμένοι άνθρωποι. (…) Τον Νίκο (Σεργιανόπουλο) τον είδα πρώτα στο αυτοκίνητο. Ήταν σταθμευμένος. Πήγα και του μίλησα. Μετά είδα τον Γεωργιανό να τον πλησιάζει και να μπαίνει στο αυτοκίνητο, στη γωνία Χέυδεν και Αριστοτέλους…» (από εδώ)

Είναι άδικο. R.I.P. (από Vrastaman, 30/09/09)Εποχούμενο βιζιτάδικο στις ΗΠΑ (από Vrastaman, 30/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καψουρεμένος έρωτας πελάτη για πουτάνα. Καλύπτει βέβαια όλο το φάσμα των πληρωμένων σεξουαλικών δραστηριοτήτων, από μπορντέλο μέχρι στριπτητζάδικο, περνώντας από βιζιτούδες, κωλ-γκερλ, «τουρίστριες» κ.ο.κ.). Ο πουτανοκαψούρης εμφανίζει αποκλίνουσα συμπεριφορά σε σχέση με τους υπόλοιπους μπουρδελιάρηδες, καθώς εστιάζει σε μια πουτάνα, θεωρεί ότι έχει κάτι ιδιαίτερο μαζί της, ότι τα αισθήματα είναι αμοιβαία, κι ότι κι αυτή αισθάνεται κάτι γι' αυτόν, αλλά δεν το δείχνει περισσότερο επειδή δεν μπορεί να διαφέρει απ' τις άλλες κορασίδες.

Για τις ίδιες τις εργάτριες του σεξ ο πουτανοκαψούρης ενίοτε είναι θελκτικός, γιατί αποτελεί εύκολο χρήμα. Ή και γιατί όντως είναι ευχάριστη η συντροφιά του ή τις κάνει να αισθάνονται λιγότερο απάνθρωπα. Ενίοτε είναι ενοχλητικός και φορτικός για την επιμονή του και τις «αντιεπαγγελματικές» καταστάσεις που προκαλεί. Για τους λοιπούς μπουρδελιάρηδες, ο πουτανοκαψούρης αποτελεί persona non grata, γιατί καλομαθαίνει τις πουτάνες και χαλάει την πιάτσα. Τον αποκαλούνε σκωπτικώς και «αγαπούλη».

Ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρύτερα για άνδρα που αναπτύσσει σύμπλεγμα «Πυγμαλίωνα» (βλ. θεατρικό του G.B. Shaw) και θέλει να μορφώσει / διαπλάσει πνευματικά γυναίκα λαϊκής καταγωγής. Με ακόμη πιο ευρεία έννοια, ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για οποιονδήποτε ρομαντικό επιμένει δονκιχωτικά να αποδίδει αξία σε καταστάσεις / θεσμούς/ ιδεολογίες, που δεν την έχουν αφ' εαυτών.

Οι πουτανοκαψούρηδες αποτελούν ένα ελάχιστο δείγμα του συνολικού μπουρδελιάρικου πληρώματος. Και εστιάζονται κυρίως σε πολύ νεαρές ηλικίες, λ.χ. εφήβους που έχουν χάσει μόλις την παρθενιά τους από πουτάνα, ή σε γέροντες, λ.χ. πορνόγερους που μια συγκεκριμένη επαγγελματίας είχε γι' αυτούς πιο ευεργετικά αποτελέσματα κι από το βιάγκρα. Οπότε μιλάμε για συνδυασμό πουτανοκαψούρας και γεροντοκαψούρας. Παραδόξως, ενώ οι πουτανοκαψούρηδες αποτελούν μια ισχνή μειοψηφία μεταξύ των μπουρδελιάρηδων, αποτελούν την πλειοψηφία στην λογοτεχνία, σινεμά και άλλες τέχνες. Πρβλ. Pretty Woman. Υπάρχει το στερεότυπο του γέρου πουτανοκαψούρη που πληρώνει μια όμορφη νέα μόνο για να κάθεται / ξαπλώνει δίπλα της χωρίς σεξ, βλ. λ.χ. το Οι Θλιμμένες Πουτάνες της Ζωής μου του Gabriel Garcia Marquez. Συναφές στερεότυπο είναι ο συγγραφέας που πληρώνει την πουτάνα όχι για σεξ, αλλά για να του διηγηθεί την ιστορία της ζωής της, από τη οποία μετά εμπνέεται για βιβλίο (μεταξύ μας, μελό).

  1. Την έχει περικυκλώσει την Τζέσικα και δεν την αφήνει σε χλωρό κλαρί. Μεγάλος πουτανοκαψούρης! Την έχει δει Ρίτσαρντ Γκηρ και νομίζει πως η Τζέσικα είναι η Τζούλια Ρόμπερτς!

  2. «Όσο για τους αγαπούληδες, τους αξίζει δημόσια διαπόμπευση. Και μετά να τους κρεμάσουμε στην Πλατεία Συντάγματος! Αυτοί μας τις χαλάνε!». (Αγανακτισμένος μπουρδελιάρης σε φόρουμ σχετικό με πληρωμένο έρωτα).

  3. Πουτανοκαψούρης ο Επαμεινώνδας. Πάει κάθε βράδυ το Φροσάκι στο Μέγαρο και μετά για σούσι στο Κολωνάκι. Ξέρεις την Φρόσω την μπουζουκομούνα! Το καημένο το κορίτσι έχει να δει μπουζούκια απ' του Αγίου Πούτσου.

  4. Είναι αθεράπευτος πουτανοκαψούρης! Ξέρεις, ο τύπος που πιστεύει στην δημόσια και δωρεάν εκπαίδευση, ότι μπορεί να πετύχει τα πάντα με το σπαθί του. Όποτε δεν του αρέσει κάτι συμπληρώνει παράπονο και το ταχυδρομεί. Και νομίζει ότι έτσι θα αλλάξει η υπηρεσία. Πιστεύει και στην Αστυνομία, στις ένοπλες δυνάμεις. Το καημένο το παιδί του! Δεν ήθελε ο πατέρας του να βάλει μέσο κι έτσι υπηρέτησε ανοικτά της Ιφκίνθου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνηθίζεται σε οίκους ανοχής, όπου ο εορτάζων από τους επισκέπτες μπουρδελοτσαρκαριστές, ή περατζαδαριστές, είθισται να κερνάει τις ερωτικές υπηρεσίες της κοπέλας που θέλει ο καθείς, από τα φιλαράκια του.

Η εορταστική αυτή λοιπόν προσφορά λέγεται κερατζάδα.

- Πω-πω κοσμοσυρροή έξω από το πορτέλο της Λόλας, έπιασε φωτιά και κινδυνεύει η Λόλα, του Αη Μιχαλιού ανήμερα;
- Όχι μωρέ, γιορτάζει ο Μιχαλάκης σήμερα κι έφερε τους κολλητούς του κερατζάδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και ξερόπουτσα. Πρόκειται για τη συνουσία -συνήθως σύντομη- που περιλαμβάνει μόνο πούτσα σε μουνί (άντε και σε κώλο, σπανιότερα), χωρίς προκαταρκτικά. Ούτε πίπες, ούτε γλειφομούνια, ούτε δαγκωνιές, ούτε τίποτα... Για τους βιτρινιάρηδες, το κλασικό γαμησάκι του μπουρδέλου.

Εγώ, φίλε, δεν γουστάρω ξερόπουτσες. Θέλω το γλειφομούνι μου, θέλω πρόστυχα λογάκια στ' αφτάκι κ.λπ. Κατάλαβες, μανάρι μου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνικός όρος στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, για τις δύο βασικές υπηρεσίες που προσφέρει μια κορασίς σε ένα στριπτητζάδικο. Το θέμα έχει περιγραφεί επαρκώς στο λήμμα «χορός, ο». Απλώς, να πω ότι ο τεχνικός όρος του φαινομένου είναι «πουτό-χουρός», όπως το προφέρουν με βαριά ανατολική προφορά οι κορασίδες. Και πως υπάρχει ένα δίλημμα ποια από τις δύο υπηρεσίες θα προτιμήσει ο στριπτητζόφιλος, αν και τις δύο, με ποια σειρά κ.ο.κ. Με λίγα λόγια το «πουτό-χουρός» υπήρξε το μεγάλο δίλημμα του Νεοέλληνα στα '90ς και '00ς, όπως το «Κιθαρίστας ή ντράμερ;» του Γιοκαρίνη το μεγάλο δίλημμα των '80ς.

Γενικά, είναι αξιοσημείωτο ότι ο χουρός είναι πιο φτηνός, και με κάτι εξτρά περιλαμβάνει και το περίφημο φραπέ. Ενώ το πουτό είναι γενικά πολυέξοδο και άχρηστο. Οπότε δεν θα έπρεπε να υπάρχει δίλημμα. Πλην πολλοί το σκέφτονται σύμφωνα με την αρχή του Αριστοτέλους ότι ο σκοπός κάθε όντος είναι η ειδοποιός διαφορά του. Και το πουτό είναι ακριβώς η ειδοποιός διαφορά του στρηπτιτζάδικου απ' το μπορντέλο (που θα μπορούσες εξαρχής να είχες πάει). Οπότε γενικά το δίλημμα παραμένει, ή μπορεί να λυθεί πραγματώνοντας και τα δύο σκέλη, εις βάρος βέβαια της τσέπης.

Συνώνυμα: «Κεράσει πουτό καυλιάρη;» (εντάξει, λέγεται μόνο από τις πλέον χυδαίες και ανένταχτες των κορασίδων, απλώς έχει μείνει ως πάγια έκφραση).

Τα κορίτσια όμορφα αλλά λίγο με υφάκι και σπασαρχίδες για να τις πάρει κάποιος με το ζόρι για χουρό ή πουτό.
(από το γνωστό bourdela.tv)

Λίλιαν! (από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βόλτα ο οποία έχει ως σκοπό την επίσκεψη σε πληθώρα οίκων ανοχής.

- Πάμε καμιά μπουρδελότσαρκα;
- Γιατί θες να γαμήσεις;
- Όχι μωρέ, για την πλάκα μας μόνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified