Κοπέλα που φαίνεται χάλια παρουσιαστικά (βασισμένο στο ότι μόλις τη βλέπεις κλείνεις τα παντζούρια - για να μη τη βλέπεις ντε!).
- Καλό γκομενάκι.
- Παντζούρω ρε σαβουρογάμη...
Κοπέλα που φαίνεται χάλια παρουσιαστικά (βασισμένο στο ότι μόλις τη βλέπεις κλείνεις τα παντζούρια - για να μη τη βλέπεις ντε!).
- Καλό γκομενάκι.
- Παντζούρω ρε σαβουρογάμη...
Got a better definition? Add it!
Η μεταλλάδικη / βλαχοαμερικάνικη / 80's χαίτη, το μουλέτι.
Κοίτα ένα χαιτικό ο τύπος! Κλάνει μαλλί στην κυριολεξία!
Λέξεις για τη χαίτη: (μαλλί-)λασπωτήρας, μάλετ, μουλέτι, χαιτικό, δες και χαιταίος
Σε άλλες γλώσσες: mullet (αγγλικά), nuque longue (γαλλικά), Vokuhila (γερμανικά), svenskerhår (δανέζικα), czeski piłkarz (πολωνικά), hockeyfrilla (σουηδικά), takatukka (φινλανδικά)
Got a better definition? Add it!
Τα άτομα που είναι πολύ ποζάρες, με γουστέλλειψη και κάνουν τα πάντα για να τραβήξουν την προσοχή των άλλων, κυρίως με έξαλλη εξωτερική εμφάνιση, χρησιμοποιείται συχνότερα για τις Barbie.
-Είδες τι φοράει πάλι σήμερα; Το μίνι δε φτάνει ούτε στον αφαλό!
-Αφού είναι σουργελέισον ρε!
Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Το σούργελο που προσκυνά.
- Πολύ σουργελέισον είναι αυτός σήμερα.
- Σίγουρα.
Δες και -έισον, -έισιον.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Οι ψαγμένοι κουλτουριάρηδες που ακούνε μουσική και γενικότερα έχουν κουλτούρα «ethnic», δηλαδή με έμφαση στις εθνικές - πολιτισμικές ιδιαιτερότητες. Προφάνουσλυ, είναι το αντίθετο από τα εθνίκια με την κυρίως έννοια, οπότε ο όρος χρησιμοποιείται ειρωνικά από τους κουλτουροφοβικούς.
Στην νυχτερινή συνάντηση του μενάζ:
Μένιος: Πώς πέρασες σήμερα Λίλιαν;
Λίλιαν: Να, με πήγε ο Πέρι σ' ένα μαροκινό εστιατόριο, μετά πήγαμε σ' ένα ινδικό για επιδόρπιο και το βράδι πήγαμε στην συναυλία του Ross Daley.
Μένιος: Πρόσεξε, Λίλιαν , έχεις μπλέξει με εθνίκια!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Κατά το «αιμοσταγής», αυτός,-ή που έχει βάψει τα χέρια του στο σπέρμα, αυτός που στάζει σπέρμα.
Γλεντζέδικο μεγεθυντικό: Σπερμοσταγής τύραννος.
Ο Πέρι έχει αναδειχθεί σε σπερμοσταγή (λευκό, αποικιοκράτη) τύραννο του μελαψού Γαλάτη Πιερ.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μειωτικός και χλευαστικός χαρακτηρισμός που αναφέρεται:
Κοίτα ρε τον αλβανιάρη ζάντα που έβαλε στο Range...
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Δάνειο εκ του γαλλικού επιθέτου petit (μικρός, μικροκαμωμένος), που χρησιμοποιείται για να δηλώσει τα εξής:
Τις μικροκαμωμένες και λεπτές (πάντα στα πλαίσια της κομψότητας και όχι της ανορεξίας) κοπέλες ή γυναίκες. Ο χαρακτηρισμός πετίτ για άντρες είναι μάλλον σαρκαστικός, εκτός κι αν υποδηλώνει άλλα προτερήματα (πετίτ στο μάτι...).
Τα μικρά (αλλά όχι απαραίτητα μικροσκοπικά) σε μέγεθος αντικείμενα ή πράγματα πάσης φύσεως, ή ακόμη και τους χαμηλών διαστάσεων χώρους.
Η χρήση του πετίτ πιο γενικά χρησιμοποιείται για να δηλώσει -ενίοτε με ειρωνική διάθεση εκ μέρους του ομιλητή, ενώ άλλες φορές με έκδηλη χαριτωμενιά- τον μινιμαλισμό και την ομορφιά και χάρη που υποτίθεται πως υπάρχει στα μικρά πράγματα, με άλλα λόγια το άκρως αντίθετο του think big, δηλαδή τις διδαχές της τάσης που δηλώνει πως η ευτυχία βρίσκεται στην υπερβολή.
2.αλλα η απορια μου ειναι γιατι τα θελεις ολα με μπρασελε και μαλιστα τοσο λεπτο; κατι σε λουρακι δε σου αρεσει; εισαι λεπτοκαμωμενη, αλλα αυτο δε σημαινει οτι και τα πραγματα πανω σου θα πρεπει να ειναι petit. (Εκεί)
Τι άλλο να κάνετε στο Ηράκλειο; Να πάτε στο Ιστορικό Μουσείο που είναι πετίτ και συμπαθέστατο και κεντρικό και είχα ξεχάσει ότι είχα πάει μέχρι που το είδα και κάπως μου 'ρθαν ένα ένα χρόνια δοξασμένα. (Παραπέρα)
Μιας και τα ηχειακια ειναι petit κατασταση...σχετικα με ενισχυτη εχετε καμια προταση σε κατι πιο slim, compact και designατο;(το ξερω δεν ζητω τιποτα) (Παρακεί)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο σούπερ γλίτσας, ο υπεργλοιώδης άνθρωπος.
- Πω, ρε συ, τι αφεντικό είναι αυτό; Καδένα, βραχιόλι; Γλίτζουρας σκέτος!
Got a better definition? Add it!