Άσχημη γυναίκα, πατσαβούρα.
- Και τη βλέπω χωρίς μακιγιάζ και παθαίνω! Η Πάτσα και η Βούρα μαζί σου λέω!
Άσχημη γυναίκα, πατσαβούρα.
- Και τη βλέπω χωρίς μακιγιάζ και παθαίνω! Η Πάτσα και η Βούρα μαζί σου λέω!
Got a better definition? Add it!
Ο χαοτικός (πάνκης) ή απλά χαοτικός, έχει το ίδιο νόημα με τον κατσαπάνκη: άτομο που ζει για μπύρες, βία και σεξ (αν τύχει).
Έχει την στερεότυπη εικόνα του πάνκη (μοϊκάνα, καρφιά, κ.λπ.) για να εδραιώνει καλύτερα την συμπεριφορά του. Τον συναντάς σε πανκ συναυλίες ή σε πλατείες. Κοινωνικός προβληματισμός του είναι η αστυνομία. Γενικά είναι άτομο αδιάφορο για τα πάντα, εκτός και αν κάποιος κάνει το λάθος και κριτικάρει τα αγαπημένα του πανκ συγκροτήματα.
Πλάκωσαν χαοτικοί κι άρχισαν να σπρώχνουν τον κόσμο, να σπάνε μπουκάλια και να βρίζουν.
Λέξεις του ντου: ανθρακωρύχος, αύρα, γηπεδικός, γκαζάκιας, θα περάσει κράνος, καπελάκιας, κνάιτ, ΚΝΑΤ, κνιτόμπατσο(ς), λίστα του ντου, λίτης, Λουκάνικος, ματατζής, μάχιμος, μπατσοθύελλα, μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι, μπατσόπτερο, μπάτσος, μπαχαλάκης / μπαχαλάκιας / μπάχαλος, μπάχαλο, μπλε / χακί, μπούκα, μπουκάλι, μπουκαλάκιας, ντου, σπασιματίας, συλλαλητήριος, φασιστικιά, φλιτάρω, φυσουνιά, χαοτικός.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είναι ο τύπος χτενίσματος που έχουν συνήθως οι Κηφισιώτισσες αλλά και άλλες κοπέλες που το παίζουν trendy. Το χαρακτηριστικό αυτού του χτενίσματος είναι το φουντωτό μαλλί στο κέντρο του κεφαλιού (μαζεμένα τα μαλλιά σε μπόγο) και η φράντζα στα μπροστινά μαλλιά στο μέτωπο. Μοιάζει με κουνουπίδι.
– Ρε φίλε, γιατί δεν κάνεις κάτι με αυτή την κοπέλα; Είναι πολύ όμορφη και είναι και καλό κορίτσι.
– Σου έχω ξαναπεί. Αν η άλλη δεν έχει μαλλί κουνουπίδι, δε λέει.
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα με πολύ μικρό στήθος.
- Ωραία αυτή η Μαρία που βγήκατε χτες; - Από πρόσωπο πολύ καλή, και σώμα αρκετά καλό αλλά κόντρα πλακέ ρε παιδάκι μου. Εγώ μεγαλύτερο στήθος έχω.
Βλ. και πλάκα, απλώστρα, κόντρα πλακέ, παντόφλα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο τελείως φαλάκρας. Ο γλόμπος. El globo στα λατινικά.
- Πώς έγινες έτσι ρε βλάκα;! Χαχαχ...
- Μου κόλλησαν τσίχλα στα μαλλιά και τα πήρα όλα γουλί. Δε γινόταν αλλιώς. Ελ γλόμπο!
Got a better definition? Add it!
Ο τυφλός, ο γκαβούλιακας.
(Γεωργίου): Η διαφορά είναι τόσο εμφανής που την βλέπει και ο Ανέστης Βλάχος με το προσελάνινο μάτι!!!
Got a better definition? Add it!
Φράση η οποία είναι ιδιαιτέρως εύχρηστη όταν κάποιος θέλει να δηλώσει το λιγοστό ή και ανύπαρκτο ύψος ενός άλλου, το οποίο παρομοιάζεται ποσοτικά ως 1 μέτρο και ένα μπουκάλι γνωστού σοκολατούχου ροφήματος.
- Μ' αρέσει που είπες στην Ελίνα να αλλάξει τη λάμπα που κάηκε. Αυτή είναι 1 και 1 milko!!!
Συνώνυμα: μισή μερίδα, μισοριξιά
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Φράση η οποία ενδείκνυται σε περιπτώσεις περιγραφής απίστευτης ασχήμιας.
Τι σου αρέσει στη Μαρία την άσχημη;; Σαν κινούμενη χλέπα είναι...!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Φράση που χρησιμοποιείται κυριολεκτικά και περιγράφει τα φουντωτά μαλλιά κάποιας κοπέλας. Εμπνευσμένη από το στυλ που κυριαρχεί αυτές τις μέρες ως trendy χτένισμα.
«Σε λένε το κορίτσι αφάνα, τα μαλλιά σου τα χτενίζεις με τσουγκράνα!» (μουσική:"Το κορίτσι του Μάη")
σ.σ. Σαν τη Βίκυ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η άσχημη, κοντή αλλά και χοντρή γκόμενα. Η φράση περιγράφει κυριολεκτικά το θέαμα!
-Πώς είναι έτσι αυτή ρε;; Σαν κεφτές με πόδια!!!!!
Βλ. και χουφτιάρα, μπράσκα, η, όρκα, πατοκαφρόλα, φακλάνα, φρι Γουίλι, free Willy, φώκια, χαβούζα, η, χαβούζα, η, μπουρέκλα, θωρηκτό Ποτέμκιν, μποχλάδα /-ω
Got a better definition? Add it!