Η φράση αυτή προήλθε από απάντηση-ανέκδοτο στο ρητορικό ερώτημα «Τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια;». Υπονοεί ότι ο σουβλατζής με την απόχη κάνει νιάου νιάου προκειμένου να προσελκύσει γάτες, από τις οποίες θα φτιάξει γατόγυρο.

Ειρωνική απάντηση σε κάποιον ο οποίος μας έθεσε την παραπάνω ερώτηση, προκειμένου να μας υποδείξει ότι κάτι είναι προφανές.

- Που λες Κώστα, τις προάλλες η Μαρία με ρώταγε για σένα...
- Από ευγένεια φαντάζομαι.
- Ρε συ, με ρώταγε επίσης πότε θα ξαναβγούμε όλοι μας... [κλείνει μάτι]
- Μάλλον επειδή της άρεσε η παρέα...
- Ρε βλάκα, δεν καταλαβαίνεις; Τι κάνει νιάου-νιάου στα κεραμίδια;
- Ξέρω γω; Ο Σουβλατζής με την απόχη; [μούντζα κατευθυνόμενη στον Κώστα].

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στου χαντάκ είναι η απλή νεοελληνική λύση σε ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, το οποίο θα έκανε τον κάθε κουτόφραγκο να βασανίζεται για ώρες. Είναι η δική μας απάντηση στο παρώ «αβγό του Κολόμβου» και αποτελεί σίκουελ της αρχαιοβλαχουρόλυσης του Γόρδιου Δεσμού.

Προέρχεται από το γνωστό ανέκδοτο όπου ένας κλασικής μόρφωσης τροχομπάτσος καλείται να συμπληρώσει το δελτίο συμβάντος ενός θανατηφόρου δυστυχήματος σε κάποιον εθνικό κατσικόδρομο: - Το μοτοσακό είναι τούμπα στου χαντάκ.
- Τα ποδάρια του νεκρού είναι παραπέρα, μέσα στου χαντάκ.
- Το κεφάλι του είναι {στην αφσαλ... (μουτζούρα) αλφσασ... (μουτζούρα) αλφσα... (μουτζούρα) ασφλα... (μουτζούρα, γρήγορη ματιά γύρω, κλωτσιά)...} στου χαντάκ.

Χρησιμοποιείται όταν κάποιος βαριέται ή δεν μπορεί να πολυψάξει ένα θέμα και εφόσον είναι σίγουρος ότι κανείς δεν θα του ζητήσει ευθύνες, το γράφει εκεί που πιάνει μόνο κραγιόν.

Στο συνεργείο:
Φτου ρε γαμώτο! Με το κωλοκατσάβιδο έσκισα κατά λάθος τη φούσκα του ακρόμπαρου. Τώρα για να την αλλάξω πρέπει να βγάλω αμορτισέρ, μουαγέν, δισκόφρενο, τιμόνι, κάθισμα, ντεπόζιτο.
Γαμώ τα Σιντροέν!
Να πάει να γαμηθεί!
Στου χαντάκ!

(από baznr, 06/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ενδέχεται να έπεται του τέρμα το διάλειμμα, αλλά παίζει και έξω αριστερά χωρίς περιορισμούς. Όταν, δε, το τέρμα το διάλειμμα παίζει κατενάτσιο, ακούγεται κι αυτό μόνο του. Σούμα, τρέχα γύρευε.

Προέρχεται από κλασσικότατο ανέκδοτο και σηματοδοτεί την λήξη περιόδου ξυσταρχιδιάς και την έναρξη περιόδου εργασίας.

Για την προέλευση δεν είμαι και τίνγκα σίγουρος, θα μπορούσε να προϋπάρχει, αλλά ας μιλήσει το κοινό. Άλλωστε παίζει και σε ρεμπετοειδέστατον άσμα:

[i]Τέρμα το διάλειμμα, τα κεφάλια μέσα,
Πίσσα και πούπουλα για σένανε μπαμπέσα.[/i]

Αλλά στην τελική γιατί να μην είναι αντιστοίχως παλιό το ανέκδοτο;

  1. (το ανέκδοτο)
    Τύπος ψοφάει, πάει στην κόλαση, χεσμένος τέζα για τα βασανιστήρια που τον περιμένουν. Τον παραλαμβάνει το τριβόλι, τον ξεναγεί στους διάφορους θαλάμους για να διαλέξει τι τον περιμένει. Εδώ βράσιμο, εκεί ψήσιμο, αλλού μαστίγωμα, πιο κει δεγκζέρωγώτι, προφ ο τύπος δε γουστάρει και πολύ. Όπως συνεχίζουν τον περίπατο βλέπουν έναν σωρό με σκατά, κάτι τύπους θαμμένους μέχρι το λαιμό και να καπνίζουν. Ε, λέει, απ' τ' άλλα, τι να λέμε, εδώ είναι κομπλέ. Και τσιγαράκι έχει, χαλαρά. Τον χώνουνε μέχρι το λαιμό τα διαόλια, του κοτσάρουνε κι έναν άσσο άφιλτρο στο στόμα και με το που παίρνει την πρώτη τζούρα ο τυπάς ακούγεται παράγγελμα μετά σαλπίσματος:
    - Τέρμα το διάλειμμα, τα κεφάλια μέσα.

  2. - Πάνε και φέτος οι διακοπές ρε πστ μου...
    - Τα κεφάλια μέσα τώρα, βαριέμαι προκαταβολικά...

πισσα και πουπουλα... (από Abas, 16/02/10)

Βλέπε και σφίγγουν οι κώλοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλη μια φράση αποκομμένη - αυτονομημένη από ανέκδοτο.

Χρησιμοποιείται για να δηλώσουμε ότι έχουμε φτάσει στο έσχατο όριο της ανοχής μας με τη συμπεριφορά κάποιου ή με κάποια κατάσταση.

(Η φράση αναφέρεται και ως «τη γαμάς κύριε Πρόεδρε, ή δεν τη γαμάς» ανάλογα την εκδοχή του ρήματος στην οποία αρέσκεται ο λέγων τη φράση).

Ασίστ: vip (από σχόλιο στο λήμμα κουλούρι, το - στον ορισμό Νο 2).

Το ανέκδοτο (από την Ελληνική Λίστα Ανεκδότων):

-Γιατί κατηγορούμενε βίασες την κοπέλα;
-Δεν φταίω εγώ κύριε πρόεδρε
-Αλλά ποιος φταίει;
-Αυτή
-Αυτή;
-Μάλιστα κύριε πρόεδρε Ακούστε. Προχωράμε στον δρόμο και βλέπουμε έναν κουλουρά. Της λέω θέλεις κουλούρι μου λέει όχι. Φτάνουμε στην προβλήτα όπου και εκεί έχει κουλουρά. Της λέω θέλεις κουλούρι, μου λέει όχι. Προτού μπούμε στη βάρκα την ξαναρωτάω, θέλεις κουλούρι, μου λέει όχι. όταν πια ανοιγόμαστε στο πελαγος, εκεί που καθόμασταν τι μου λέει κύριε πρόεδρε; -Τι; -Θέλω κουλούρι. Ε! τη γαμείς κύριε πρόεδρε ή δεν τη γαμείς;

  1. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, η φίλη σου η Άννα, ούτε τιμωρήθηκε ούτε και συγκινήθηκε. Την ξαδέρφη του Άλουγκούφη (υπουργού παραοικονομίας) σύμφωνα με το ρεπορτάζ, της έκλασαν τα αρχίδια. .... Τη γαμείς κύριε πρόεδρε ή δε τη γαμείς μετά; απ' εδώ

  2. Την αγνοείς και τρως τον κρύο λαπαδιασμένο τραχανά. Κάνεις κι ένα τσιγαράκι. Στανιάρεις. Αυτή εκεί. Βελέτζα και άγιος ο θεός. «Τη γαμείς ή δε την γαμείς κύριε Πρόεδρε;». Λογικά, τη γαμείς. Το ερώτημα όμως παραμένει. απ' εκεί

  3. Ο κ. Ματσάκης υποστηρίζει ότι η απλοποίηση της Ελληνικής γραφής «καθίσταται αναγκαία μέσα στα πλαίσια μιας τάσης ενωτικής πορείας των γλωσσών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον, μια τέτοια αλλαγή θα καταστήσει την Ελληνική γραφή πιο απλή και πολύ πιο εύχρηστη. Ιδιαίτερα όσον αφορά την χρήση ηλεκτρονικού υπολογιστή και σε σχέση με μεγάλο αριθμό ατόμων που έχουν διάφορες μορφές δυσλεξίας. και ερωτώ! τον γαμείς κύριε πρόεδρε ή δεν τον γαμείς το γάϊδαρο τον κύπριο; και μη μου πείτε ποιος τον γαμεί, διότι ο άνθρωπος ξέρει τι λέει. είναι σε εντεταλμένη υπηρεσία. από παραπέρα

  4. ε μου λες ρε παπάρα, τους το γαμει ή δεν τους το γαμει το σπιτι μετα ο διαφωτισμος; Τον σκοτωνει ή δεν τον σκοτωνει τον θεο, το Ευρωπαϊκο πνευμα; απ`ακόμα παραπέρα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσία άχρωμος, πλην, όμως, έχουσα χαρακτηριστική οσμή.

Ανακαλύφθηκε ταυτόχρονα από τέσσερα (4) άτομα το 1987, λίγο πριν ο Αργύρης (καλά, ντε, δε σε είπαμε και καμπούρη) βαρέσει τις βολές που έστειλαν άπειρους πιτσιρικάδες να σπάνε ταμπλό και να κακοποιούν στεφάνια στις μπασκέτες των σχολείων.

Εκλύεται όταν επίκειται σημαντικό γεγονός, καλό ή κακό, και συνήθως γίνεται αντιληπτή κοντά στο θέατρο του γεγονότος και μόνο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Πληροφορίες θέλουν την ομάδα BAN να διαθέτει ανιχνευτές τιρινίνης που διασκορπίζει ανά την επικράτεια.

  1. (Το ανέκδοτο)
    Ο Καμπούρης βρίσκεται στη βολή, τέσσερα δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη. Ο Γιαννάκης του χτυπάει τον κώλο και του λέει:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Ξεσκότα μας ρε μαλάκα Γιαννάκη να βάλω καμία βολή να πούμε!
    Ίδια ιστορία και ο Φασούλας:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Ξεσκότα μας κ συ ρε μπας και πάρουμε καμιά κούπα εδώ μέσα...
    Βαράει την πρώτη βολή, μέσα. Ιαχές εξέδρας κτλ.
    Παίρνει την μπάλα για τη δεύτερη βολή, τον πλησιάζει ο Γκάλης:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Τι πάθατε όλοι σήμερα να πούμε, δε μπορώ να συγκεντρωθώ...
    Βάζει και τη δεύτερη βολή και ακούγεται απ' το υπερπέραν και το επέκεινα η μελωδία του Final Countdown:
    - Τιρινίνιιιι τιρινίνινιιι τιρινίνιιιι τιρινίνινίνινιιιιι!

  2. (καθηγητής μαθηματικών 1ης λυκείου, με το καλημέρα)
    - Βγάλτε μια κόλλα χαρτί να γράψετε πρόχειρο.
    (αλάνι μαθητής, χαμηλόφωνα)
    - Μου μυρίζει τιρινίνι.

  3. - Βλέπεις το γκομενάκι απέναντι πώς σε κοζάρει;
    - Μου μυρίζει τιρινίνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική ερώτηση σε κάποιον που δεν έχει τρόπους, δεν ξέρει να σταθεί σε ένα χώρο με τους υπόλοιπους της παρέας.

Παρμένο από παλιό ανέκδοτο της δεκαετίας του ογδόντα.

Λάκης (που τον έχει φέρει ο Βιόλης στην παρέα) μέσα στο ρεστοράν, μεγαλοφώνως, ρωτάει τους υπολοίπους:

- Ρε μαλάκες, δε πιστεύω το μαγαζί να είναι πιασέκωλο...

Σήφης ρωτάει το Βιόλη:

- Θα' τρωγες μια μπανάνα τώρα;

Bιόλης:

- Μπα, όχι με τίποτα!

Σήφης:

- Καλά εσύ δε θες, το μαϊμού δε θέλει μπανάνα;

smile (από georgegreek, 28/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

...μη σε πετύχω.

Αυτονόητο το τι θα γίνει αν σε πετύχει, όσο αυτονόητο το ότι πας τοίχο-τοίχο με την πλάτη στον τοίχο. Λύση ανάγκης όταν δεν υπάρχει τσίγκινο σωβρακάκι σε ακτίνα βολής, αλλά υπάρχει μερακλής σε ακτίνα ψωλής. Έτσι πηγαίνει ο κόσμος όταν κυκλοφορεί ο τζο ο κωλογαμιάς στη γειτονιά (ελπίζω να ξέρετε το ανέκδοτο, αν όχι το κανονίζουμε).

Έχω την εντύπωση ότι η ορίτζιναλ και μη εκφυλισμένη σημασία ήταν ότι φυλάς τα νώτα σου μη σε φάνε μπαμπέσικα και βρεθείς με καμιά σφαίρα φυτεμένη πισώπλατα, αλλά πλέον ο κόσμος δεν κουβαλάει κουμπούρια τόσο όσο άλλοτε, αλλά συνεχίζει να οπλοφορεί, ίσως όσο ποτέ άλλοτε.

Βλέπε και το λιγότερο ποιητικό με τον κώλο στον τοίχο.

- Βρέθηκα κατά λάθος στο μπλου όυστερ προχτές.
- Και;;
- Τι και...τοίχο-τοίχο μη σε πετύχω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση φού και φού συναντάται αρχικά σε ανέκδοτο όπως φαίνεται ξεκάθαρα και στο παράδειγμα.

Παραπέμπει στην έκφραση «πού και πού», η οποία σημαίνει «κάποιες φορές», επισημαίνοντας την όχι και τόσο συχνή επανάληψη κάποιας πράξης και η οποία έκφραση γίνεται «φού και φού» όταν εκφέρεται από κάποιον γηραιό/γραία ιδίως φαφούτη/α, οπότε και τα χειλικά κοφτά «Π», γίνονται δασέα «Φ».

Το ανέκδοτο: Ήταν δύο γριές φαφούτες και λέει η πρώτη στην δεύτερη: «μωρή κάνεις καμιά φίφα;» Και η δεύτερη της απαντάει: «φού και φού!»

η αναφορά και από τον Γεωργίου Γιώργο (από Malinowsky, 08/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια έκφραση από Χίο.

Μετάφραση: τι κι αν αφρίζεις, εγώ σε πλήρωσα, οπότε θα σε φάω.

Χρήση: χρησιμοποιείται όταν μας την φέρνουν οι έμποροι, και μας πασάρουν κάτι σκάρτο. Και ενώ κανονικά είναι για πέταμα, εμείς, επειδή λυπόμαστε τα λεφτά που δώσαμε, το χρησιμοποιούμε.

Η έκφραση προήλθε από ένα ανέκδοτο (ίσως και συμβάν του παρελθόντος) που έχει ως εξής :
Κατέβηκε από το χωριό ο περί ου ο λόγος, να αγοράσει φέτα. Ο μπακάλης για να τον πειράξει τον χωριάτη, αντί για φέτα του έδωσε σαπούνι (τότε το σαπούνι ήταν σε πλάκες, κάτι σαν μισό κιλό φέτα). Το παίρνει ο χωρικός, και το μεσημέρι στο σπίτι πάει να το φάει. Με το σάλιο το σαπούνι αρχίζει να βγάζει αφρούς, οπότε εκείνος μονολογεί: φρίτζεις ξαφρίτζεις, τον παρά μου έδωκα, να σε φάω θω!

- Ρε μάνα, έχει φρούτο;
- Έχει καρπούζι παγωμένο.
- Ποιο; το χτεσινό; αυτό δεν τρώγεται με τίποτα...
- Φρίτζει ξαφρίτζει, το πληρώσαμε, θα το φάμε αυτό, και μετά θα πάρουμε άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified