Στην τραπεζική σλάγκ, αντώνης αποκαλείται ο κάτοχος επιπρόσθετης πιστωτικής κάρτας που εκδίδεται σε υφιστάμενο λογαριασμό κάποιου. Εκ του αγγλικού add-on cardholder.

- Τι έπαθες βρε Μήτσο και τραβάς τα ελάχιστα εναπομείναντα μαλλιά σου;
- Είχα την φαεινή ιδέα να κάνω την Ούρσουλα αντώνη. Αφού με φέσωσε κανονικά, την έκανε για Κίεβο και τώρα κοιμάμαι στα σανίδια.
- Οι μαλακίες πληρώνονται, γιατρέ μου...

Αντωνία εν δράσει (από Vrastaman, 27/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άρτι εισαχθείσα αμερικλανιά που σημαίνει «επειγόντως, γρήγορα». Εκ του αρκτικόλεξου A.S.A.P. (as soon as possible).

Χρησιμοποιείται από γιάπηδες, χιπχοπάκια, γκικ, τρέντουλα, σκεϊτάδες, κύκλους της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς κι άλλες αμερικανογενείς φυλές.

Αγγλιστί: ASAP.

- Φτιαξτε ασαπ 2 σαντουιτς απο αυτα , γρηγορα πειναω !!!!
(εδώ)

- Ωχ, αμα «μυριστεί» και τη μακαρονάδα, θα μου ρθει ασαπ!
(εκεί)

- Χασάπηηη!! Γράμματα!
- Ασααααααάπ!

...προέκυψε από γουγλάρισμα του "ΑΣΑΠ". Ν\'ν\' κακό. (από Vrastaman, 14/05/10)Ασάπ, συντρόφια! (από Vrastaman, 14/05/10)(από Vrastaman, 15/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ατάκες, διαφημίσεις, γιουτουμπάκια, γαμήδια, κ.ταλ. εξαπλώνονται αστραπιαία δίκην ιογενών μιμηδίωνε μέσω κοινωνικών δικτύων, μουμουέ, ή από στόμα σε στόμα.

Πρόκειται για συνηθισμένο μηχανισμό εξάπλωσης σλανγκικών νοσημάτων.

Αγγλιστί: to go viral. Βλ. επίσης, viral marketing.

- Το πολυσυζητημένο βιντεάκι της «I am Hellene» έγινε αυτή τη βδομάδα το πιο πρόσφατο ελληνικό βάιραλ με πάνω από 1.000.000 χτυπήματα...
(εδώ)

- ...ιιιι χωρίς πλάκα έχει γίνει βάιραλ!
(Galadriel, αναφερόμενη στην μουνίδα)

- Τράτζικ!
(Μπένι, φορέας σχετικού βάϊρους, προς παιδαριογέροντα Τσίπρα, εκεί)

Κάνε μου βάιραλ (από Vrastaman, 07/05/12)Βάϊραλ απάντηση στην ιογενή Hellene. (από Vrastaman, 07/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλούν οι γκίκουλες, οι μαοϊστές αλλά και ορισμένες γιαγιούμπες τα ασύρματα τοπικά δίκτυα.

Εκ του αγγλικάνικου WiFi.

Ασίστ: sarant.

- Μπήκα για λίγο από ένα κλεμμένο γουήφι, αλλά δεν νομίζω να ξαναμπώ ως το βραδάκι, να είστε φρόνιμοι!
(εδώ)

- Τεσταρίστηκε χθες και με το γουίφι έπιανα 1.8 Μ/ς απο φτπ ενώ το πάουερλάιν έπιανε 550 μαξ για το ίδιο
(εκεί)

(από Khan, 11/04/14)(από Khan, 08/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι αποκαλούν απαξιωτικά ορισμένοι αγγλοσάξονες δημοσιοκάφροι και οικονομολόγοι την νότια Ευρωζώνη. Eκ του αρκτικόλεξου «P.I.G.S.» (Portugal, Italy, Greece, Spain).

Στα μάτια των ανέραστων αυτών τεχνοκρατών, τα γουρούνια της Ευρώπης όχι μόνο γουρουνιάζουν στο βούρκο των ελλειμμάτων, της ανεργίας και της διαφθοράς αλλά απειλούν να παρασύρουν και την υπόλοιπη Ευρώπη στο βορβορώδες τους τέλμα. Ποια όμως είναι τα πραγματικά γουρούνια της Ευρώπης αποτελεί θέμα άλλης συζήτας.

Νταξ, ceci n'est pas ιδιαιτέρως slang. Αφορά όλως την χώρα μας και ωσεκτουτού αναρτήθηκε.

- Τα γουρούνια της Ευρώπης έχουν πρόβλημα. Το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών ειναι 10% στην Πορτογαλία και Ισπανία και 14% του ΑΕΠ στην Ελλάδα...
(εδώ)

- Η ισπανική ένωση διευθυντών μέσων ενημέρωσης εξέφρασε σήμερα έντονη διαμαρτυρία στη βρετανική εφημερίδα Φαϊνάνσιαλ Τάιμς για τη δημοσίευση μιας επιστολής στην οποία οι χώρες της νότιας Ευρώπης χαρακτηρίζονταν «χοίροι»...
(Ναυτεμπορική, 5/9/08)

- «PIGS»: c’est ainsi que les Anglo-saxons, indécrottablement perfides, désignent l’ensemble constitué par (...) quatre pays méditerranéens de la zone Euro, qui aujourd’hui traversent une bien mauvaise passe...
(Ici)

- Economists have a new theory as to why the porcine economies of Southern Europe are still so sluggish...
(Newsweek)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα αντίγραφα, πανομοιότυπα έγγραφα, εκ του αγγλικού copy, πληθ. copies. Στην κυριολεξία.

Σλανγκιστί ο όρος χρησιμοποιείται από τους καυλοτίμονους που ασχολούνται με το ευγενές άθλημα του στησίματος των διαφόρων κωλοφτιαγμένων αυτοκινήτων τους. Σημαίνει ότι η κόντρα έληξε ισοπαλία, 0-0, πήγαιναν εντελώς τελείως μαζί και δεν μπορεί κανείς να πει ότι υπήρχε διαφορά (εκτός αν είναι μουτζουξυλιάρης), όπως δύο κόπιες δηλαδή.

Συντάσσεται με το ρήμα «πάω», κυρίως στον παρατατικό.

- Πώς πήγε ρε Λάκη το χθεσινό στην Κερατέα; Το 'στησες το χρέπι σου με το EVO του Μητσάρα με τα 1500 άλογα;
- Ποιό χρέπι ρε άσχετε; Χρέπι το Ιμπιζάκι το Top Gun; Σε πληροφορώ ότι πηγαίναμε κόπιες μαλάκα...
- Ναι ε;... Εκείνος το ξέρει; Τσου ρε Λάκη...

(από acg, 26/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

κοπυπαστώνω, κοπυπάστωμα

Άθλια ελληνοποίηση του «κάνω copy-paste», όχι όμως πιο φρικτή από το «κάνω αντιγραφή κι επικόλληση».

Βλ. επίσης: σιπάρω, κοπυπαστατζής.

1.
Σκέφτηκα λοιπόν να ανεβάσω ένα από αυτά τα παλιά άρθρα και… βλέπουμε για τα υπόλοιπα. Πάντως, δεν κοπυπαστώνω: έχω χτενίσει το παλιό άρθρο, έχω προσθέσει μερικά, έχω ενσωματώσει κάμποσα πράγματα από τα (λιγοστά, τότε) σχόλιά σας.

2.
ΕΜΕΙΣ Δ Ε Ν ΕΦΑΡΜΟΖΟΥΜΕ Τ Ι Π Ο ΤΑ ΑΠΛΑ, ΠΑΠΑΓΑΛΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΗ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΣΑΜΕ ΜΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ…

3.
ΚΑΤΙ ΚΟΛΛΗΣΕ ΣΤΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ..Η ΚΑΤΙ ΞΕΧΑΣΑ ΣΤΟ ΚΟΠΥΠΑΣΤΩΜΑ...ΟΛΟΙ ΟΙ ΡΟΚΑΔΕΣ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΕΛΟΣΠΑΝΤΩΝ....:-)

4.
- κοπυπάστωμα -> copy/paste, copying and pasting
- Έκτρωμα δεν είναι ο όρος; Απορώ πώς το χρησιμοποιούν ορισμένοι...
- Αλήθεια, σε ρήμα πώς θα ήταν; Κοπυπαστώνω (με μπόλικο αλάτι;) ή κοπυπαστάρω; :Ρ
- Το «κοπυπαστώνω» θυμίζει παστά, το «κοπυπαστάρω» πάστες, ακόμα και το «κοπυπαστίζω» θυμίζει παστίτσιο. Δεν πεινάω, αλλά έτσι μου ακούγεται.
(διάλογος διερμηνέων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εφαρμόζω μετασχηματισμό Λαπλάς.

Για τη μεταβατική κατάσταση λαπλασίασε και –τσουπ!– σου βγήκε η κρουστική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ραπερόνια τση εκ Περάματος ορμώμενης χιπχοπικής φυλής των low bap.

Πρωτοπόροι λοουμπαπάδες οι Active Member, συγκρότημα που ίδρυσε ο εύχοντρος B.D. Foxmoor το 1992 μετά από θεία επιφοίτηση σε συναυλία των Public Enemy.

Σε πείσμα του επικούρειου υπογαστρίου του ιδρυτή τους, πρόκειται για απολλώνια έκφανση της εγχώριας χιπχοπικής σχολής: οι λοουμπαπάδες είναι οργισμένοι μαυροφορεμένοι βαρυψώληδες-σταυροφόροι που τα χώνουν σε κάθε κοινωνική αδικία με πάθος αλλά χωρίς ιδιαίτερο χιούμορ αλλά και σε μεϊνστριμικούς χιπχοπάδες δίκην εναλλακτικίλας. Πέραν των Active Member βλ. και La Bruja Muerta, Umicah, Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade καθώς και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.

Εκτός από ραπ, οι λοουμπαπάδες φέρονται να ασχολούνται και με έτερα εικαστικά (βιβλίο, κινηματογράφο) και ακτιβισμό στην ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη του Περάματος.

Ετυμολογικά, εικάζω ότι το low αναφέρεται στο πιο αργό τους τέμπο (σε σχέση με την χιπχόπ), το δε bap αναφέρεται στην κοιλιά τ. ζυμαρούλη του Foxmoor ή σε ωδή στη βυζόμπα (βλ. εδώ).

1.
- ...ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΛΑΚΕΣ..Μ - Α - Λ - Α - Κ - Ε - Σ ΔΕ ΜΑΣ ΦΤΑΝΑΝΕ ΟΙ ΛΟΟΥΜΠΑΠΑΔΕΣ, ΟΙ ΙΛΙ8ΙΕΣ ΑΝΤΙΠΑΛΩΤΙΤΕΣ ΤΟΥ ΣΤΥΛ ΟΠΟΥ ΔΩ ΜΠΛΟΥΖΑ ΦΡΙΣΤΑΙΛ ΑΡΧΙΖΩ ΚΑΙ ΒΑΡΑΩ, ΤΩΡΑ ΘΑΧΟΥΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΚΣΥ ΜΑΣ..

2.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες».

3.
- ….Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΑΥΡΟΝΤΥΜΕΝΟΣ ΛΟΟΥΜΠΑΠΑΔΕΣ….ΕΒΓΑΛΑ ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΜΙΑ ΑΙΔΩ ΤΟ ΤΕΤΡΑΧΡΟΝΟ ΚΟΥΝΗΤΟ ΜΟΥ ΚΑΙ ΠΗΡΑ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ …ΜΟΛΙΣ ΕΙΧΕ ΦΤΑΣΕΙ…ΒΡΕΘΗΚΑΜΕ ΠΗΡΑΜΕ ΑΠΟ ΜΙΑ ΜΠΥΡΑ ΚΑΙ ΤΣΟΥΠ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΣΥΝΑΥΛΙΑΣ….

4.
- ΚΟΙΤΑΞΑ ΓΥΡΩ ΜΟΥ ....Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΕΜΑΤΟΣ ΜΑΥΡΟΝΤΥΜΕΝΟΣ ΛΟΟΥΜΠΑΠΑΔΕΣ.

  1. - Σχεδόν ινσέψιο: οι λοουμπαπάδες που κάνουν παπάδες
    (στάτους από το φατσομπούκι)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό loop που σημαίνει βρόχος, θηλιά.

  1. Όρος που χρησιμοποιούν οι προγραμματιστές Η/Υ. Είναι μια επαναλαμβανόμενη σειρά από εντολές (ένας βρόχος επανάληψης) που εκτελείται όσο ισχύει μια λογική συνθήκη. Μόλις η συνθήκη πάψει να ισχύει, το πρόγραμμα συνεχίζει παρακάτω στις επόμενες εντολές. Αν ο κουμπιουτεράκιας έχει κάνει κάποιο λάθος στον κώδικα, τότε το πρόγραμμα δεν μπορεί να βγει από τον βρόχο επανάληψης εκτελώντας τις ίδιες εντολές ξανά και ξανά (κάνοντας δλδ συνέχεια τα ίδια και τα ίδια)ν μ΄αποτέλεσμα κάποια στιγμή να κολλήσει.

  2. Η κατάσταση λειτουργίας μιας οποιασδήποτε συσκευής που παίζει μουσική ή κάποια ταινία ή κάποια βίντεο όπου μόλις τελειώσει η σειρά π.χ. των τραγουδιών ξαναξεκινά αυτόματα να τα παίζει πάλι με την ίδια σειρά.

  3. Ανάποδη λούπα. Δύσκολος ελιγμός μαχητικών αεροπλάνων όπου διαγράφεται στον αέρα μια θηλιά. Το αεροπλάνο μοιάζει να κάνει ανάποδη τούμπα.

  4. Έπεσα σε λούπα. Σκατοκατάσταση από την οποία δεν μπορώ να ξεφύγω με τίποτα.

Ρίξτε και ένα βλέφαρο στην καλούτσικη ταινία Λούπα αυτοκτονίας.

  1. Γαμώ τα κοντρολομπρέκια μου γαμώ, ούτε μια λούπα δε μπορώ να στήσω σήμερα. Μήπως να με ξεματιάξεις;

  2. Ρε παίδες!! Ποιος έβαλε σε λούπα το κωλοσιντί; Τρίτη φορά ακούω τα άπαντα της Θώδη. Έλεος!! Υπάρχουν και πράγματα που πρήζονται εδώ χάμω.

  3. - Πωωω ρε πούστη μου πρήξιμο ο νέος. Αμάν μ' αυτήν την ανάποδη λούπα!! Ούτε ο Κρουζ στο Τοπ Γκαν να ήτανε.
    - Δε θυμάσαι τα δικά σου; Σαν νά 'χες πρωτογαμήσει έκανες.

  4. - Ψυχοσάββατο έχει ο Λάκης ή μου φαίνεται; - Σκάσε και κέρνα αβέρτα. Κάτι με τη δικιά του. Δε ξέρω λεπτομέρειες, αλλά μεγάλη λούπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified