Η ψυχολόγος, η ψυχαναλύτρια, η ψυχίατρος, η σύμβουλος κλπ.
Τά 'μαθες; Η Αλίκη χώρισε και τρέχει τώρα σε μια ψυχού να το ξεπεράσει.
Η ψυχολόγος, η ψυχαναλύτρια, η ψυχίατρος, η σύμβουλος κλπ.
Τά 'μαθες; Η Αλίκη χώρισε και τρέχει τώρα σε μια ψυχού να το ξεπεράσει.
Got a better definition? Add it!
Γενικά, μεταλλικό σφαιρίδιο.
Κουρσούμια λέγονται, μεταξύ άλλων, οι μπίλιες των ρουλεμάν, τα σκάγια για τις σφεντόνες και οι μεταλλικές γκαζές. Έχουν και μια εφαρμογή στους ναργιλέδες.
Μεταφορικά, κουρσούμι είναι κάτι βαρύ, συμπαγές, δυσκίνητο, ακόμη και δύσπεπτο. Μπορεί να σημαίνει και κάποιον χαζό, που δεν παίρνει πολλές στροφές.
Σ' αυτο το παιχνίδι παίζαμε και με "κουρσούμια", δηλαδή μπίλιες σιδερένιες από ρολιμάν. Υπήρχαν και απο αυτές πολλές στο εργοστάσιο της Αμπραβανέλ που έκανε οβίδες. (Από το διαδίκτυο).
- Αμάν αυτό το τηγάνι για τις ομελέτες ... ασήκωτο είναι ... κουρσούμι σκέτο.
PS: Το gothic 3 τζαμάτο παιχνίδι αλλά κουρσούμι από απαιτήσεις, θέλει πάνω από 1.5gb ram για να μην lagαρει... (από διαδικτυακό forum).
- Πολύ σκορδαλιά έφαγα το μεσημέρι ... κουρσούμι μού 'κατσε ... βαρυστομάχιασα άσχημα ... πιάσε μια Σουρωτή.
Καλά, τι κουρσούμι ειν' αυτός ο αδερφός σου, ρε ... μία ώρα του εξηγούσα, τίποτα δεν κατάλαβε ...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χασάπης στην περίπτωση αυτή είναι ο άγαρμπος τεχνικός οπτικοακουστικού υλικού (τεχνικός προβολής, μοντέρ κττ) που δεν δίνει δεκάρα για τη δουλειά του και την εκτελεί ορθά-κοφτά με την τεχνική με την οποία οι χασάπηδες δίνουν μια στη σπάλα, πχ, και την κάνουν δέκα κομμάτια. Συνώνυμο του σκιτζής.
Ως επιφώνημα, ακουγόταν τον παλιό (καλό;) καιρό στους σινεμάδες όταν ο τεχνικός προβολής ξεχνιόταν (κοιμόταν; γαμούσε;) και κοβόταν ο ήχος της ταινίας ή κόλλαγε κάποιο πλάνο. Το κοινό τότε είτε χειροκροτούσε για να διαμαρτυρηθεί, ή φώναζε «χασάπηηηη!» μπας και ξυπνήσει το παλικάρι και δει ο κόσμος την ταινία. Αυτά βέβαια προ ντιβιντί και νεότερης τεχνολογιάς.
Χασάπης είναι και ο μοντέρ ο οποίος πετσοκόβει το υλικό του, με αποτέλεσμα να «πηδάνε» τα κατ, να μπαινοβγαίνουν άτσαλα οι σκηνές γενικώς.
- Μάκη, εδώ πρέπει να προσέξεις να βάλεις τον λόγο να ξεκινάει λίγο νωρίτερα, να μην ακουστεί «ατάκα».
- Έλα ρε Αντώνη, λες και δε με ξέρεις... για καναν χασάπη με πέρασες;
Got a better definition? Add it!
(πληθ.) Τα πολύ μικρά γράμματα μιας γραμματοσειράς ή ενός γραφικού χαρακτήρα.
Ο υπερβολικά τακτικός και οργανωτικός άνθρωπος. Στην περίπτωση αυτή το ουσιαστικό γίνεται επίθετο: «ψείρας» (αρσ. και για τα δύο φύλα)
Το πολύ μικρού μεγέθους μικρόφωνο που τοποθετείται μέσα από το ρούχο ενός συνεντευξιαζόμενου και πιάνεται στον γιακά, ώστε να μην φαίνεται αλλά αυτός να ακούγεται καλά.
(πληθ.) Τα ψιλά χριστουγεννιάτικα λαμπάκια, πολλά μαζί (συνήθως καμιά 60αριά) ώστε να σχηματίζουν γιρλάντα.
- Ποιον έχουν καλεσμένο στο πάνελ σήμερα;
- Δεν τον ξέρω.
- Δεν έγραφε;
- Και πού θες να διαβάσω εγώ αυτές τις ψείρες χωρίς γυαλιά;
Ωραίος γκόμενος ο Αποστόλης αλλά πολύ ψείρας βρε παιδάκι μου, όλα πρέπει να είναι στην εντέλεια για να μπορέσει να λειτουργήσει. Και άμα του το λες, απαντά «α, όλα κι όλα, είμαι τελειομανής, το ξέρετε». Ένας υποχόνδριος μαλάκας και μισός είναι.
Χθες στα γυρίσματα έγινε μια κόμπλα άλλο πράμα. Πέθανα στα γέλια. Η κυρία Τομπαίζογλου φορούσε φουστάνι και για να περάσει την ψείρα έπρεπε να την βάλει από κάτω. Της είπε ο Τάκης να το κάνει μόνη της καλύτερα κι αυτή απάντησε «Όχι μωρό μου, βάλτο μου εσύ».
Πάλι αγόρασες ψείρες γαμώ την οικονομική μου κρίση μέσα; Κάθε Χριστούγεννα αυτό το βιολί θα έχουμε;
βλ. και τον ορισμό του χρήστη perkins για συμπλήρωμα στο 4 του παρόντος ορισμού
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δύο μεγάλες κατηγορίες από κατσαβιδάκιες, με ένα και μόνο κοινό στοιχείο: το βίδωμα με το κατσαβίδι τους.
Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες
Ο μαστροχαλαστής κατσαβιδάκιας αγαπάει να πειράζει κάθε είδους εξοπλισμό, ξεκοιλιάζοντάς τον και παίζοντας με τα σωθικά του. Συνήθως δεν έχει σχετικές σπουδές ή θεωρητικό υπόβαθρο και προσεγγίζει κάθε «τεχνική βελτιώση» εμπυροτεχνικά.
Υπάρχουν μύριες υποκουλτούρες: μηχανόβιοι auto-moto κατσαβιδάκιες, *σχιζο-hardwareάδες *κατσαβιδάκιες με αλυσοπρίονα, ***ΑV** *κατσαβιδάκιες που μπορούν να κάνουν παπάδες με το στερεοφωνικό σου σύστημα.
Όλες οι υποκατηγορίες περιλαμβάνουν τόσο επαγγελματίες όσο και ερασιτέχνες. Στη τελική, όλα εξαρτώνται από το εάν το χέρι του κατσαβιδάκια πιάνει ή όχι.
Να σημειωθεί ότι η γκόμενα ενός κατσαβιδάκια αποκαλείται κατσαβιδού, και σύμφωνα με μια μελέτη είναι η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου (βλ. παράδειγμα).
Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες
Πρόκειται για θρασύδειλους εγκληματίες οι οποίοι, οπλισμένοι με ένα κατσαβίδι, ληστεύουν και βιάζουν (κυρίως γριούλες και ανήλικα) κατά συρροή. Σιχαίνομαι και να γράφω για αυτά τα αποβράσματα (βλ. παράδειγμα).
Α. Οι μαστροχαλαστές κατσαβιδάκιες
Είναι γνωστό ότι ο Φίνος είχε ως παρατσούκλι το «κατσαβιδάκιας», επειδή κουβάλαγε πάντα μαζί του αυτό το εργαλείο, σήμα κατατεθέν. Από το 1935 που ξεκίνησε την καριέρα του, ασχολείτο συχνά με την επιδιόρθωση, τις τεχνικές βελτιώσεις, αλλά και τις επινοήσεις σε επίπεδο κινηματογραφικού εξοπλισμού. (Από ιστιοσελίδα)
> ΞΕΡΕΙΣ ΚΑΝΕΙΣ ΠΩΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ DISABLE TO ABS ΣΤΟ SANTA FE;
> Αν είσαι μανιαμούνιας και κατσαβιδάκιας βρες τη γραμμή που ταίζει το ABS , βάλε ένα διακοπτάκι και κόβε την παροχή όποτε θες εσύ από την καμπίνα του αυτοκινήτου (από forum)
- ΔΕΝ είναι το κατσαβίδι προέκταση του σώματος και του μυαλού του κατσαβιδάκια. Το αντίθετο ακριβώς! Το σώμα του και το μυαλό του, το είναι και το μη είναι του, αποτελούν απλή (και αμελητέα θα έλεγα) προέκταση του κατσαβιδιού του. ΕΧΕΙ μυαλό κατσαβίδι. Ψυχολογία πένσας, συμπεριφορά τανάλιας και λογική μπλακεντέκερ. (από ιστιοσελίδα)
- ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΑ και την κατσαβιδού. Την γκόμενα του κατσαβιδάκια. Μου φάνηκε η πιο ισορροπημένη γκόμενα του κόσμου. Χωμένη μες στα γρανάζια, το μόνο που πρέπει να την απασχολεί είναι τι μάρκα λάδι να βάλει στη μηχανή και πώς, με γράσο, να περιποιηθεί τα πιστόνια και τις βαλβίδες της, από δω και από κει. Τι συζητάει ο κατσαβιδάκιας με την κατσαβιδού; Τίποτα! Ο κατσαβιδάκιας μιλάει και η κατσαβιδού τον ακούει με ανοιχτό το στόμα. Τον θαυμάζει απεριόριστα. Η καλύτερή της είναι όταν ξαπλώνουν με το τρόλεϊ ανάσκελα, κάτω απ' το αμάξι και σφίγγουν τα μπουζιά. Μόνο εκεί μπορεί να κάνει έρωτα μαζί του και να 'ρθει σε πολλαπλούς οργασμούς, με τελική 0-100 σε 0,5''. ΔΥΣΚΟΛΑ βρίσκει γκόμενα ο κατσαβιδάκιας. Αλλά άμα τη βρει, μένει μαζί της μια ζωή. (από ιστιοσελίδα)
Β. Οι παρεκκλίνοντες κατσαβιδάκιες
- Άλλες δύο απόπειρες βιασμού διαπιστώθηκε ότι είχε διαπράξει ο «κατσαβιδάκιας» ο 28χρονος που συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα για το βιασμό της 35χρονης μητέρας και της 12χρονης κόρης της, σε νεοαναγειρόμενη πολυκατοικία, στην περιοχή Γαλατσίου, στις 8 Νοεμβρίου 2004 (αστυνομικό ρεπορτάζ)
- Συνελήφθη προχθές το πρωί ο γνωστός ληστής ως “κατσαβιδάκιας” που είχε γίνει το φόβητρο των γυναικών στις περιοχές Ζωγράφου, Χολαργού, Καλλιθέας, Νέου Κόσμου, Χαλανδρίου, Αμπελοκήπων και Παγκρατίου μπαίνοντας στα διαμερίσματα που έμεναν μόνες τους και με την απειλή κατσαβιδιού ή μαχαιριού τις λήστευε και στη συνέχεια ασελγούσε πάνω τους. (αστυνομικό ρεπορτάζ)
- Παραβίαζε αυτοκίνητα με ειδικό κατσαβίδι. Είχε πολλά χρόνια στην «πιάτσα» και παρά τα 51 του χρόνια συνέχιζε να βγάζει το παντεσπάνι του με τον τρόπο που ήξερε καλύτερα. Στόχος του Ι.Χ. στα νότια προάστια Ούτε ένα, ούτε δύο. Τριαντατρία αυτοκίνητα διέρρηξε ο «κατσαβιδάκιας» σύμφωνα με την αστυνομία. (...) Η μέθοδος του ήταν συγκεκριμένη. Χρησιμοποιούσε ένα αυτοσχέδιο κατσαβίδι σε σχήμα «Τ». Με αυτό κατάφερνε μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα να παραβιάζει τις πόρτες των αυτοκινήτων, χωρίς μάλιστα να αφήνει εμφανή σημάδια. Στη συνέχεια έπαιρνε από το εσωτερικό τους χρήματα, κινητά τηλέφωνα, προσωπικά είδη και όποιο άλλο αντικείμενο έκρινε ότι είχε αξία. (αστυνομικό ρεπορτάζ)
Got a better definition? Add it!
Το χαϊδευτικό της Λίλιαν. Λίλιαν- Λιλιανάρα- (μουνάρα)- νάρα.
-Και ποιοι θα είναι στο μπαράκι;
-Ο Μήτσος, ο Κίτσος, ο Λάκης, ο Μάκης, ο Τάκης, ο Σάκης και η Νάρα.
-Ποια Νάρα;
-Η Λιλιανάρα!
-Α, κατάλαβα! Θα είναι πάλι η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα!
Η Λίλιαν συστήνεται σε νέο ψαρωμένο θαυμαστή: Με λένε Λίλιαν. Οι φίλοι με φωνάζουν Νάρα. Εσύ μπορείς να με λες δεσποινίδα Ευαγγελία Μηνιάτη.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Από το τούρκικο bölük που σημαίνει στρατιωτικό τμήμα, άγημα - όχι απαραίτητα ατάκτων.
Η λέξη έχει ενσωματωθεί στα Ελληνικά προ αιώνων και έχει προσλάβει πολλές σημασίες. Κοινός παρονομαστής είναι η έννοια του πλήθους, και ειδικότερα του ασύντακτου πλήθους. Αλλά υπάρχουν και διαφορές στη χρήση της λέξης, συχνά λεπτές. Έτσι, μπουλούκι μπορεί να είναι:
Κοινή είναι και η έκφραση μπουλούκια-μπουλούκια - σημαίνει κατά κύματα (Παρ.12).
Το 1811 πέφτει με προδοσία στα χέρια του Αλή πασά ο Κατσαντώνης, ο αετός των βουνών και της κλεφτουριάς. Και λίγα χρόνια αργότερα δολοφονείται και ο αδερφός του Λεπενιώτης και τα κλέφτικα μπουλούκια αναγκάζονται να προσκυνήσουν τον Αλή. (από το www.dimitrisvlachopanos.gr)
Οι μάστορες κτίστες και πελεκάνοι συγκροτούνταν σε συντεχνίες, τα ονομαζόμενα «μπουλούκια», το τελος των οποίων σημειώνεται στη δεκαετία του '30. (από το http://www.vithos-voiou.org.gr)
Δωδεκὰς λέμβων ἵστατο πλησίον τῆς ἀποβάθρας. Αὗται περιεῖχον τὸ πλήρωμα τῶν δυὸ μπουλουκιῶν, διότι ὁ Φτίκας καὶ ὁ Σοροκᾶς εἶχαν μπουλούκια, σχεδὸν πολεμάρχαι. (από το διήγημα του Αλ. Παπαδιαμάντη 'Ο Σημαδιακός')
Οσοι γνωρίζουν, στοιχειωδώς έστω, την ιστορία του ελληνικού θεάτρου γνωρίζουν την τεράστια συνεισφορά που είχαν στην εξέλιξή του τα μπουλούκια. Θεατρικές ομάδες που όργωναν τις εσχατιές της επαρχίας, φέρνοντας σε επαφή με το θέατρο τους απομονωμένους από τις εξελιγμένες μορφές τέχνης κατοίκους της ...
Τα μπουλούκια έχουν πια πεθάνει και μαζί τους έχει πεθάνει μια αυθεντική σχέση των κατοίκων της επαρχίας με το λαϊκό θέατρο. (από το http://www.eksegersi.gr)
(Το μπουλούκι - στίχοι και μουσική: Δ. Σαββόπουλος)
Με δύο δίφραγκα-δίφραγκα για τους μεγάλους
και δίφραγκο-δίφραγκο για τους φαντάρους
και τα παιδιά φτάσανε σήμερα-σήμερα, φτάσανε
λυγίζουν σίδερα-σίδερα τρώνε καρφιά.
Το μπουλούκι φεύγει
κι άρχισε να πέφτει η βροχή
ο δικός σου πόνος
στο κατώφλι μόνος
σαν σκυλί.
Ετοίμαζαν τις φορεσιές τους με μεγάλη προσοχή και φροντίδα. Ηταν το μόνο μέλημα τους και περιμένανε πως και πως τις Αποκριές.. Μάζευαν πολλά ασήμια, σιρίτια, στολίδια, κιουτσέκια (διπλές, τριπλές ασημένιες αλυσίδες) για να τα βάλουν στο στήθος. Την Κυριακή της Αποκριάς τα μπουλούκια αφού ντύνονταν με ευλάβεια στα σπίτια τους συναντιόντουσαν στην πλατεία Ωρολογίου μετά το σχόλασμα της εκκλησίας και αρχίζανε τις πατινάδες στους μαχαλάδες της πόλης όπου χόρευαν σε κάθε μαχαλά ο καθένας τον δικό του χορό με την σειρά. (από το http://www.dwdekatheon.org)
Τα μπουλούκια των αιγοπροβάτων της κοπαδιάρικης κτηνοτροφίας με την μελωδική αρματωσιά τους ήταν ένα είδος ποιμενικής συμφωνικής ορχήστρας. Το ετερόκλητο μπουλούκι των ζώων της οικιακής κτηνοτροφίας (γελάδες, κατσίκες, φορτιάρικα, μανάρια, σκύλοι) που κάθε πρωί ξεχυνόταν στα χωράφια του Ευρυτάνα νοικοκύρη, ήταν μια εικόνα βουκολικής κομπανίας, η οποία τώρα μπήκε για καλά στο μουσείο. (από το http://www.evrytanika.gr)
ΠΑΝΤΑ στα μέσα αυγούστου αποφεύγουμε τις εξής τρεις περιοχές:
1) Μύκονο
2) Μάλια Κρήτης
3) Ρόδο
Θα πέσετε σε όλο το μπουλούκι των βρωμοάγγλων που κάνουν ό,τι χειρότερο μπορείτε να φανταστείτε... (από το http://www.ischool.gr)
Ατελείωτα… μπουλούκια σχηματίστηκαν τις τελευταίες μέρες στο ισόγειο του νομαρχιακού μεγάρου με τους ασφαλισμένους να προσπαθούν να θεωρήσουν τα βιβλιάρια Υγείας για τη νέα χρονιά. (από το www.epirotikosagon.gr)
Ανεγκέφαλο ποδόσφαιρο. Πολλές σέντρες για το κεφάλι του Κωνσταντίνου και οι περισσότερες επιθέσεις μας συγκεντρώνονταν στο ημικύκλιο της μεγάλης περιοχής. Ένα μπουλούκι ήταν όλοι. Κλωτσούσαμε την μπάλα όπου να ‘ναι, και εάν μπει γκολ, μπήκε. Σαν τον Ολυμπιακό προ πολλών ετών, προ Μπάγεβιτς. 9από το http://gavros.blogspot.com)
Το μυώδες ύφος, ο γραβατωμένος λόγος, οι μεγαλοστομίες, μπορούν να ξεγελάσουν πολλούς, ιδιαίτερα αν η φερόμενη ως εναλλακτική λύση δεν έχει ακόμη καταφέρει να βρει το βηματισμό της. Με λίγη βοήθεια από πρόθυμους δημοσκόπους, και οι ρυτίδες της παρακμής θα κρυφτούν. Ωστόσο, το ερώτημα είναι ώς πότε μια κυβέρνηση-μπουλούκι και ένας πρωθυπουργός άβουλος, ψοφοδεής, χωρίς σχέδιο και με περιορισμένη αίσθηση καθήκοντος, θα ασελγούν επί της σοβαρότητος. (άρθρο με τίτλο Κυβέρνηση μπουλούκι, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 22/04/07)
... κάποια λεωφορεία είχανε έρθει για να φέρουνε τους εργαζόμενους στο κέντρο τη Αθήνας και μπουλούκια-μπουλούκια έβγαιναν από τα λεωφορεία, ανέβαιναν την Πειραιώς προς την Ομόνοια. Οπότε χώθηκα εγώ ανάμεσά τους λέω εργάτες είναι, ευκαιρία να φωνάξουμε κάτω η χούντα, αντίσταση ... (από συνέντευξη του δημοσιογράφου Γ.Βότση στην εκπομπή Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα: Η Άγνωστη Αντίσταση κατά της Δικτατορίας)
Got a better definition? Add it!
Published
Ο διανομέας πίτσας.
Ο όρος ανήκει στο ρεπερτόριο αστειάτορα που επιχειρεί να γοητεύσει με φτηνά σεξουαλικά υπονοούμενα την κάθε δύσπιτση.
Βλ. επίσης: πιτσαφέρτας, πιτσαράς, πιτσαφέρνης.
«Τα πιτσοπαίδια είναι κάτι σαν τα σπυριά! Βγαίνουν την πιο ακατάλληλη στιγμή, στο πιο ακατάλληλο σημείο και σε αιφνιδιάζουν! Αν τους ρωτήσεις τι γνωρίζουν από κοκ έχουν μία απάντηση.. το στρογγυλό γλυκό σάντουιτς με σοκολάτα απ’ έξω και κρέμα μέσα! Το κακό είναι ότι για τα σπυριά υπάρχει λύση, για τα πιτσοπαίδια όχι!» Από εδώ
«Πλοτ: Το πιτσοπαίδι (δυο μέτρα, πολλά κιλά, ντιπ ληγμένος) γουστάρει, ρε γκαρντάση, να ζήσει ένα αποφοιτητικό όνειρο με την Κιμ, δηλαδή, ήμαρτον, ΚΑΛΑ ΚΑΝΕΙ, αλλά οι σλατς (όλες οι σλατς λέγονται Κιμ στο μυαλό του) δεν του κάθουνται, ή (για να το θέσω αλλέως) δεν παίζουν το παιχνίδι: μ@λακία τους), οπότε πιάνει δουλειά με το πριγιόνι και τα λοιπά […]. Η αποδέλοιπη το σκάει κακήν-κακώς, και αναλαμβάνουν δράση οι δικοί της. Κι επειδής si vis pacem para bellum, η φαμίγια εξοπλίζεται με όλα τα κουζινικά κι όλα τ’ άλλα τα καλούδια που κρύβουν και κρεμάν στους τοίχοι στ’ αμερικάνικα τα σπίτια και τα γκαράζζζ, και μπουκάρει στου ψυχακίου το σπίτι και το κάνει π@υτάνα. Και όχι μόνο το σπίτι.» Film review από εδώ
Got a better definition? Add it!
Ο κομπιουτεράς, ο πληροφορικάντης.
Ο επίσημος όρος είναι πληροφορικός, αλλά κανένας δεν τον χρησιμοποιεί.
Εκ των πληροφορική και της κατάληξης -άριος (π.χ. σφουγγοκωλάριος).
Ήταν ένας πληροφορικάριος και ένας κολλητός του, αλλά ούτε αυτός είχε γκόμενα....
Got a better definition? Add it!
Ο εκτρέφων περιστέρια για διασκέδαση, πέταγμα, ψήλωμα κτλ. Το περιστέρι, πουλί της Αφροδίτης, Πιράχ-Ιστάρ (Τσιφόρος), από πολύ παλιά έγινε οικόσιτο. Χάρη στον καλό προσανατολισμό του, έγινε αγγελιοφόρος (ταχυδρομικό περιστέρι), ενώ περισσότερο εκτρεφότανε για τροφή. Γνωστή και η πιατέλα «ασπίδα της Αθηνάς», όπου μεταξύ άλλων το πιάτο που απολάμβανε ο Λούκουλλος και η παρέα του περιελάμβανε και γλώσσες περιστεριών. Ίσως και ο Λεονάρντο να μελετούσε το πέταγμά τους κτλ κτλ.
Όλα αυτά μέχρι να εμφανιστούν οι περιστεράδες, οι οποίοι από προσωπική και μόνο γκάβλα, διατηρούν αυτοσχέδια κουμάσια, για να ψηλώνουν τις ηλιόλουστες μέρες τα πουλιά τους. Μετά τον χειμώνα ακολουθεί μια περίοδος εκγύμνασης γιατί τα πουλιά είναι βαριά από το κατσιό και τη μάσα. Υπάρχουν διαφορετικά είδη, μερικά από τα οποία αναλύονται παρακάτω:
Γενικά η φάρα των περιστεράδων, έχει το στίγμα της αλητείας. Η διακίνηση παράνομων ουσιών με ταχυδρομικά περιστέρια είναι σύνηθης κι εξάλλου τα κουμάσια πάντα είναι καλές κρυψώνες (λόγω μυρωδιάς). Γνωστή και η περίπτωση μεταφορέα ο οποίος είχε σκαρφιστεί το εξής: στο πορτ-μπαγκάζ μετέφερε περιστέρια με μικροποσότητες κοκαΐνης, δεμένες στα πόδια των πτηνών. Σε περίπτωση ελέγχου τα περιστέρια διέφευγαν κι άντε βρες αποδεικτικά μετά. Οι δε κλοπές και τα πιασίματα αλλοκούμασων περιστεριών δίνει και παίρνει. Ειδικά αν το περιστέρι είναι ράτσας. Υπάρχουν όμως και νοικοκυραίοι περιστεράδες για να λέμε και του στραβού το δίκιο.
- Για πού ρε Στελλάκη;
- Πάω στον Τέο να ψηλώσουμε τα περιστέρια, καμιά φράπα κι έτσι.
- Πού ρε, σ΄αυτόν τον χασικλή; Καλό κουμάσι είσαι και του λόγου σου, με τους περιστεράδες φτιάνς παρέα.
- Κι εγώ σ΄αγαπάω, αμίγκο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified