Further tags

Το καράτε επί το ελληνικότερον. Όταν κάποιος λέει «ξέρω βαράτε» σημαίνει ότι πολύ απλά δεν ξέρει καμία πολεμική τεχνική, απλά κάνει ντου από παντού με κινήσεις βουρ στον πατσά, κι όποιον πάρει ο Χάρος! Ιδίως άμα ο βαρατέκας είναι και γομάρι. Η έκφραση ήταν πολύ της μόδας στα έητιζ.

(Διάλογος στα 80ς, 70ς και πάει λέγοντας...)

- Τι θα μου κάνεις ρε φίλε; Ξέρεις καράτε;
- Όχι, αλλά ξέρω βαράτε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα, τα οποία γνωρίζουν τους πάντες, είναι δικτυωμένα, έχουν όλα τα κονέ και υπόσχονται ότι μπορούν να εξυπηρετήσουν οποιοδήποτε αίτημα.

Η λέξη προέρχεται από το χαρακτηριστικό των υποψηφίων της επαρχίας, όπου βασική προϋπόθεση νίκης είναι η προσωπική, εις βάθος γνωριμία με το σύνολο του εκλογικού σώματος και κυριότερα, η αποδεδειγμένη ικανότητα ικανοποίησης κάθε αιτήματος.

Χρησιμοποιείται η λέξη «-δήμαρχος», καθώς υφίσταται η εξής αλληλεπίδραση:
α. στην επαρχία υπάρχει πολύ πιο άμεση σχέση των κατοίκων με τους τοπικούς άρχοντες.
β. οι τοπικοί άρχοντες στην επαρχία έχουν πολύ μεγαλύτερη επιρροή απ' ότι στα αστικά κέντρα.

Ωσεκτουτού, ο Βλαχοδήμαρχος γνωρίζει τους πάντες και πιο σημαντικά, γνωρίζει τι χρειάζεται και ταυτόχρονα, τι μπορεί να του προσφέρει ο καθένας. Με τον τρόπο αυτό, μπορεί να πιέζει ή/και να εξυπηρετεί διάφορα αιτήματα και έτσι να εξασφαλίζει περαιτέρω υποστήριξη.

Στην καθομιλουμένη, η λέξη χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άτομα τα οποία έχουν έναν ευρύ κύκλο γνωριμιών και μπορούν να εξυπηρετήσουν διάφορες δουλειές, οι οποίες υπό Κ.Σ. είναι αδύνατον ή εξαιρετικά χρονοβόρο/κοστοβόρο να ολοκληρωθούν.
Ο σωστός Βλαχοδήμαρχος, δεν θα δεχτεί χρήματα για τις υπηρεσίες του, αντιθέτως θα αρνηθεί σθεναρά οποιαδήποτε προσπάθεια άμεσης αποζημίωσης. Αντ' αυτού, ο εξυπηρετούμενος εντάσσεται στη «λίστα» γνωριμιών και κάποια στιγμή, μπορεί να κληθεί να εξυπηρετήσει με τη σειρά του, κάποιο αίτημα.

Στην κατηγορία των Βλαχοδήμαρχων, εντάσσονται επίσης και άτομα τα οποία λόγω της δημοσιότητας τους (π.χ. αθλητές, ηθοποιοί, τραγουδιάρηδες, κλπ.), απολαμβάνουν ταχύτερης, καλύτερης και αποτελεσματικότερης εξυπηρέτησης στην καθημερινή τους ζωή, ειδικά σε δημόσιες υπηρεσίες. Ομοίως, αλλά σε σαφώς μικρότερη κλίμακα, λειτουργεί και η «ιδιαίτερη πατρίδα» (π.χ. οι κύκλοι γνωριμιών που δημιουργούν οι Κρητικοί εκτός Κρήτης).

Παραδόξως, ο όρος δεν χρησιμοποιείται για τους «μεγάλους» πολιτικάντηδες (βουλευτές, υπουργούς), αλλά συχνά για τους «παρά τω» αυτούς (γραμματείς και παρατρεχάμενους), οι οποίοι ως γνωστόν, αποτελούν την πραγματική ραχοκοκαλιά αυτού που ονομάζουμε «κράτος».

Παρόλο που ο χαρακτηρισμός είναι σχετικά ειρωνικός λόγω του πρώτου συνθετικού, συνήθως χρησιμοποιείται ως εκδήλωση θαυμασμού ή αξιοσύνης του φέροντα τον τίτλο.

Παρόμοια έκφραση είναι και ο Γυφτοπρόξενος.

- Τι πράγμα είναι αυτός ο Κώστας;
- Γιατί τι έκανε;
- Δύο μήνες τραβιόμουνα στη Νομαρχία και την Πολεοδομία με κείνες τις άδειες και δεν έβγαζα άκρη. Το είπα στον Κώστα, έκανε μερικά τηλέφωνα, μου έδωσε δύο ονόματα και μέσα σε δύο ημέρες τα κανόνισα όλα.
- Αφού είναι μεγάλος Βλαχοδήμαρχος ρε συ...

(από Desperado, 29/12/08)Βλαχοδήμαρχος Δημητσάνας Αναστάσιος Βλάχος. Κύριο μέλημά του η αποδόμηση του έργου του προκατόχου του. (από Vrastaman, 29/12/08)(από MXΣ, 06/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μετροπόντικας είναι ο ειδικός εκσκαφέας που χρησιμεύει για τη διάνοιξη σήραγγας στην κατασκευή του μετρό. Όπως λέει άλλωστε και το Σιδηρό Προσωνύμιο, η λέξη μετροπόντιικας προέρχεται από παράφραση της λέξης τυφλοπόντικας, αφού η υπόγεια κίνηση του παρομοιάζεται με την κίνηση του τυφλοπόντικα που σκαλίζει προκειμένου να κινηθεί. Εδώ λοιπόν αναδεικνύεται η ιδιότητα κλειδί για το συγκεκριμένο ορισμό που είναι η φράση «χαμηλό επίπεδο».

Στη συγκεκριμένη λοιπόν περίπτωση, η φράση του λήμματος, έχει απαξιωτικό χαρακτήρα και εκφράζει το συμπέρασμα κάποιου σχετικά με το επίπεδο κάποιου άλλου (βλ. παραδείγματα 1,2), ή κάποιας ομάδας ατόμων (βλ. παράδειγμα 3) που, κατά τη γνώμη του, είναι χαμηλό. Προκειμένου δε, να δώσει έμφαση στην άποψη του, βρίσκει και καλά... το επίπεδο του θεωρούμενου ατόμου ή της θεωρούμενης ομάδας, χαμηλότερο από το υπόγειο επίπεδο εκσκαφής του μετροπόντικα.

Σημείωση
α) Ως επίπεδο μπορούμε ανάλογα με την περίπτωση να μιλάμε: για νοητικό επίπεδο παραπέμποντας σε άτομο με άι κιού ραδικιού (βλ. παράδειγμα 1), για επίπεδο πνευματικής καλλιέργειας (βλ.παράδειγμα 2), για επίπεδο ευθύνης (βλ. παράδειγμα 3) κ.λπ.
β) Πολλές φορές, μετά τη λέξη «χαμηλότερο», ακολουθεί μικρή παύση για να προετοιμάσει τον άλλον για τη συνέχεια της φράσης (επίπεδο μετροπόντικα).
γ) Στο λήμμα η λέξη «χαμηλότερο» μπορεί να αντικατασταθεί και με τη λέξη «χειρότερο».
δ) πολλές φορές σε μια τέτοια συμπερασματική φράση μπορεί να γενικεύονται κρίσεις ατεκμηρίωτα (βλ.παράδειγμα 1)

  1. - Καλά ρε μαλάκα, πώς σφουγγαρίζεις έτσι; Αχρηστος είσαι. Σκατά! τα 'κανες. Κοίτα να μαθαίνεις (του δείχνει).
    - Α έτσι έπρεπε; Δεν ήξερα.
    - Καλά... Απ' ό,τι φαίνεται... έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Παραδέξου το.
    - Κάτσε ρε... Αυτό δεν το 'ξερα... Οκ. Μη γενικεύεις όμως.

  2. - Είσαι μαλάκας, είσαι μουνόπανο, είσαι αρχίδι, δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο είσαι.
    - Βρίσε, βρίσε, βρίσε. Όσο βρίζεις, τόσο θα ενισχύεις τη γνώμη μου για το επίπεδο σου.
    - Τι εννοείς;
    - Εννοώ πως έχεις επίπεδο χαμηλότερο κι από επίπεδο μετροπόντικα. Αατα

  3. - Εκεί στη δημόσια υπηρεσία που δουλεύουμε, προκειμένου να 'χουμε λούφεν_ τούφεν, στέλνουμε που και που, δουλειά που μπορούμε να την κάνουμε, σε υποκατασκευάστριες εταιρείες. Δεν υπάρχει άλλος λόγος πέρα απ' τη λούφα μας. Κάτι οι επιδοτήσεις, κάτι οι κρατικές ενισχύσεις, τη βγάζουμε κοτσάνι.
    - Και μπορείτε;
    - E... Λες να μην έχουμε βρει τρόπους;Σαράντα χρόνια...
    Του εξηγεί: μπλα... μπλα... μπλα...
    - Ε, πάει και τελείωσε. Έχετε επίπεδο χαμηλότερο... κι από επίπεδο μετροπόντικα.Νισάφι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταριφικός (ταξιτζίδικος) ως επί το πλείστον ορισμός και όχι μόνο, για τους μη πολυσύχναστους στενούς δρόμους που επιλέγουν οι γνώστες οδηγοί ώστε να αποφεύγουν το μποτιλιάρισμα των κεντρικών οδών.

Ο όρος πηγάζει από την κοπάνα με την έννοια του σκασιαρχείου, στο στυλ του την κάνω, αποφεύγω, την κίνηση στην προκειμένη!

- Ρε Μήτσο πως ήρθες σφαιράτος με τόση κίνηση;
- Άμα δεν έπαιρνα τις κοπάνες αύριο θα έφτανα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι γεγονός πως η λήξη ενός ποδοσφαιρικού ματς, δίνεται με το σχετικό σφύριγμα του διαιτητή του ματς.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση το ματς παρομοιάζεται με το εργασιακό ωράριο και η λήξη του με τη λήξη του εργασιακού ωραρίου. Διαιτητής δεν είναι άλλος από το ρολόι που θα σημάνει την αναμενόμενη ώρα λήξης της εργασίας.

Ο όρος εκφράζει την αναμονή των εργαζομένων για την πολυπόθητη αναμενόμενη ώρα λήξης του ωραρίου τους, ώρα που θα τερματιστεί η κούραση για την πληθώρα των ιδιωτικών υπαλλήλων και η δράση των σπαζαρχίδικων αφεντικών τους πάνω τους, παρά τη γραψαρχιδίνη που παίρνουν ορισμένοι εξ αυτών. Αυτή η ώρα δε, θα σημάνει τον τερματισμό της πλήξης που αισθάνεται η μάζα του δημοσίου τομέα απ' τον παρατεινόμενο σταρχιδισμό.

Συναφείς φράσεις: Σε πόση ώρα το σφυρίζει; Το σφύριξε;

Σημείωση:
Ο όρος δεν έχει τόσο νόημα στις περιπτώσεις που δεν μπορεί να εκτιμηθεί η ώρα λήξης ωραρίου (λόγω ανάγκης διεκπεραιώσεως ανειλημμένων ημερήσιων υποχρεώσεων). Αυτό μπορεί να συμβεί σε ιδιοκτήτες ατομικών επιχειρήσεων, σε προϊστάμενους - διευθυντές εταιρειών του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα καθώς και σε ειδικό προσωπικό που είναι επιφορτισμένο με συγκεκριμένες ημερήσιες υποχρεώσεις.

Σε δημόσια υπηρεσία, λίγο πριν τη λήξη του ωραρίου, οι τσουγκράνες και οι κασμάδες έχουν πάρει φωτιά απ' το υπερβολικό ξύσιμο. Άλλοι ασχολούνται με τη δημιουργία λημμάτων στο slang (αλλά πού... έμπνευση;), άλλοι κοιτούν τα mail με τσόντες που μόλις παρέλαβαν, άλλοι σερφάρουν (αλλά το δίκτυο αργό), κάποιες υπάλληλοι κουβεντιάζουν για επείγουσα χοντοθεραπεία, κλπ. Η πλήξη και η βαριεμάρα στο ζενίθ. Τα γαμημένα λεπτά δεν περνάνε.

Κάποιος πελάτης πλησιάζει έναν υπάλληλο με τον οποίο έχει συχνές συναλλαγές και που η όψη του δείχνει, πως βαριέται τη ζωή του. Με το θάρρος που έχει απέναντι του, του λέει:

- Τι έγινε ρε Νώντα; Γιατί είσαι έτσι;
- Άστα. Περιμένω να το σφυρίξει, να σηκωθούμε να φύγουμε, αλλά η γαμημένη η ώρα δε λέει να περάσει με τίποτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των γυμναστηρίων. Το στήθος και οι δικέφαλοι είναι οι δύο πιο εμφανείς μυικές ομάδες κι έτσι χαρακτηρίζονται ως «μυς εντυπωσιασμού». Η φράση αυτή χρησιμοποιείται λοιπόν για να χλευάσει κάποιον ο οποίος δεν κάνει πλήρη εκγύμναση του κορμιού του.

- Έμαθα ότι ο Θάνος έχει ανέβει πολύ στο gym.
- Ποιος ρε μαλάκα; Αυτός κάνει μόνο στήθος - δικέφαλα.

- Πού ήσουν ρε Alex;
- Gym.
- Και τι έκανες; Στήθος - δικέφαλα πάλι;

(στο 5x5)
- Ρε μαλάκα, γύμνασε και λίγο πόδια εκτός από στήθος - δικέφαλα. Όλο κάτω πέφτεις.

(από agou, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που το κουράζει υπερβολικά. Αυτός που πρέπει να σκεφτεί πάρα μα πάρα πολύ για να κάνει κάτι.

Από το γνωστό πρωταθλητή του σκάκι. Ο όρος χρησιμοποιείται και στην πόκα όταν κάποιος αργεί πάρα πολύ να παίξει.

- Άντε ρε Κασπάρωφ Θοδωρή, κέντα-χρώμα είναι το παιχνίδι τι το σκέφτεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το αφεντικό.

Ο όρος προκύπτει εκ του γεγονότος ότι στα Ρουμάνικα, boss (boş) σημαίνει αρχίδι.

- Είσαι για κάνα καφεδάκι το Σαββάτο;
- Άσε ρε φίλε ο ρουμάνος και πάλι με μπιφτέκωσε. Όλο το σουκού θα το βγάλω στο γραφείο...
- Τι να κάνουμε, he is the boss!

(από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το εργαλείο που φυσάει και κάνει περήφανο τον κάτοχο του. Αυτός το θεωρεί ως επέκταση της ματαιοδοξίας του. Η τεχνολογία όμως προχωρά και κάποια στιγμή θα απομυθοποιηθεί το όνειρο, και θα του μείνει αμανάτι το κάρο και ο χαρακτήρας του. Αυτός θα προσπαθεί να βρει συνεχώς ένα τρόπο για να το ξεφορτωθεί για να πάρει ένα άλλο, για το οποίο οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν λουστράρει κατάλληλα την εικόνα του. Και η ζωή συνεχίζεται (τίτλος παλιού ελληνικού σήριαλ). Έτσι στα μάτια του,το μηχάνημα αυτό, ξεκινά με προσωπικότητα, μετά είναι κοινός θνητός και μετά καταλήγει για τα μπάζα. Μιλάμε δηλαδή για απαξίωση της προσωπικότητας συναρτήσει του χρόνου. Σε τομείς της τεχνολογίας, όπου η τεχνολογία εξελίσσεται αστραπιαία, η περίοδος απο το μπουσούλησμα έως το γαλλικό σίγμα συρρικνώνεται απίστευτα.

2.Κάποιες φορές όταν κάποιος γκουρού σε θέματα τεχνολογίας, ή κάποιος που καταγίνεται με το να συναρμολογήσει ή να επισκευάσει ένα μηχάνημα (π.χ., ένα pc), και κατά τη συναρμολόγηση και το τεστάρισμα του, πάει κάτι στραβά και παρόλο που αυτός είναι ερτιεφμίστας και έχει κάνει φύλλο φτερό το μάνιουαλ δε βγαίνει τίποτε, τότε τσαντίζεται, αστράφτει βροντά. Μερικές φορές στο θυμό του πάνω σβουρίζει εξαρτήματα με μανία. Κάποια στιγμή μετά από διάφορα ψαξίματα, το λάθος βρίσκεται και το μηχάνημα δουλεύει ρολόι. Τα ίδια προβλήματα φυσικά μπορεί να συναντήσει κι ένας τεχνικός σε μια εταιρεία, ωστόσο εκεί οι αντιδράσεις συνήθως είναι πιο ήπιες. Ωστόσο, ενώ περιστασιακά βρίζει το μηχάνημα, κατά περιόδους το αποκαλεί, ως μηχάνημα με προσωπικότητα, επειδή το μηχάνημα κάνει τα δικά του και επειδή ο τυπάς στο ενδόμυχο μπίρι μπίριμε την πάρτη του λέει: αφού έχω εγώ προσωπικότητα, τι πιο φυσικό από το να έχει και το μηχάνημα μου. Σε λίγο βέβαια πολώνεται ανάστροφα και του ψέλνει τον εξάψαλμο.

  1. -Αυτό είναι το μηχάνημα σου; Με συγχωρείς που θα στο πω αλλά αυτό είναι του πεταματού.
    -Δεν είναι αυτό το δικό μου. Τι με πέρασες για να 'χω τέτοια σαβούρα; Πούτσα από λαγό; Να το δικό μου. Νάτο. Μιλάμε για μηχάνημα με προσωπικότητα, όχι για αρχιδομηχανήκαι μαλακίες.

  2. -Γαμημένο παλιομηχάνημα. Μου 'σπασες τα νεύρα.
    -Έχει προβλήματα ε; Γι' αυτό το βρίζεις.
    -Εμ... μηχάνημα με προσωπικότητα βλέπεις. Γι' αυτό με ταλαιπωρεί.
    -Το θαυμάζεις ε; Αμ θες τη γιαλομιά σου.
    -Και γιαλοδυό και γιαλοτρείς μη σου πω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση προέρχεται από εργασιακό χώρο και είναι φυσικά αυτοαναιρετική: κάποιος σου ζητάει μια χάρη ή βοήθεια πάνω στη δουλειά (ημι-φιλικό χώσιμο). Εσύ προσποιείσαι αρχικά τον ικανότερο, συναδελφικότερο και σεμνότερο των υπαλλήλων, τον υπερανθρώπινο πόρο Γουίνστον Γουλφ, λέγοντάς του αυτό το δωρικά ανακουφιστικό και απέριττα μεγαλοπρεπές «Άσ' το!».

Μετά έρχεται η σκληρή αναίρεση-προσγείωση με το «κάν' το συ»... και τέλος! ολωνών έχει πήξελιάσει το μουνί. Άντε να 'ούμε, έχετε βρει το μαλάκα μου φαίνεται...

Περικλής: - Ρε Βαγγέλα, να σου πω ρε φίλε δυο λεπτά, πάμε στην κουζίνα...(Κουζίνα)... Λοιπόν, ρε συ, δε με φτάνανε όλα τα άλλα, μ' έβαλε να φτιάξω και το μπάτζετ για την Μποτάκης - Κορδόνη
Βαγγέλας: - Ε;
Π: - Ε, ναι ρε συ, ξέρεις ότι εγώ με τα μπάτζετ δεν το 'χω, όχι τίποτ' άλλο ρε φίλε, αλλά άμα δε φύγει το ρηπόρτ θα πάρουμε φράγκα όλοι στο αγελαδοκούρεμα... Εσύ τώρα είσαι πιο χαλαρός σ' άκουσα που τό 'λεγες ρε συ, και το 'χεις με τα οικονομικά... ξέρω γω να 'ούμε...;;;
Β: - ... Άστο...
Π: - ... Λες ρε φίλε... δηλαδή, τό' χεις;... τι άσ' το;
Β: - Άσ' το λέμε... κάν' το συ!
- ...
Π: - Έ, α γαμήσου ρε μαλάκα, εγώ φταίω που σου μιλάω, αφού όλη μέρα ρε τρόμπα στο σλάνγν τζηαρ είσαι, μαλάκα...
Β: - χμμμμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified