Further tags

Ο όρος έρχεται από την αθλητική ορολογία (συναντάται σε μπάσκετ, ποδόσφαιρο, κλπ). Που αναφερόμαστε;

Μιλάμε για έναν προπονητή που ξέρει πως έχει καβάτζα από άξια και αρκετά άτομα στον πάγκο των αναπληρωματικών, για όλους τους απαιτούμενους ρόλους (π.χ. επιθετικούς, αμυντικούς, κλπ) και συνεπώς έχει τη δυνατότητα να ανταποκριθεί στις προκύπτουσες συγκυρίες κατά τη διάρκεια ενός ματς (π.χ. ένας παίκτης χτύπησε, ή δεν αποδίδει όπως θα αναμενόταν, κουράστηκε, κλπ. Θα μπορούσε ακόμη ο προπονητής να θέλει να αλλάξει μορφή στο παιχνίδι, ή να θέλει να ανταποκριθεί επιτυχώς στην αλλαγή της μορφής του παιχνιδιού που επέφερε ο αντίπαλος, κλπ). Στόχος του είναι να διατηρεί συνεχώς σε υψηλά στάνταρ την απόδοση της ομάδας του κατά τη διάρκεια ενός ματς ώστε να μπορέσει η ομάδα του να αναδειχθεί νικήτρια (βλ. παρ. 1).

Διευρύνοντας την παραπάνω έννοια, μιλάμε για την αξιοποίηση του στελεχιακού δυναμικού του κατάλληλου πάγκου (επάρκεια καταρτισμένων και έμπειρων στελεχών) για όλους τους τομείς δράσης ενός οργανωμένου συνόλου (π.χ. κράτους, εκκλησίας, εργοστασίου, τράπεζας, κλπ) από κάποιον που έχει την ευθύνη για την εύρυθμη λειτουργία του συνόλου αυτού.

Αυτός θα πρέπει στο κατάλληλο timing να μπορεί να χειριστεί επάξια τις προκύπτουσες αντιξοότητες και τις προκύπτουσες ευκαιρίες ώστε το αναφερόμενο οργανωμένο σύνολο να καταφέρει να επιτύχει τους στόχους του κατά τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο.

Αν βέβαια ο τύπος αποδειχτεί κατώτερος των περιστάσεων (κακός σχεδιασμός δράσης, κακή οργάνωση, πυροσβεστική ή ανεπίκαιρη προσπάθεια για αντιμετώπιση μιας δυσμενούς κατάστασης, κλπ.) τότε ότι πάγκο κι αν έχει το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο βλ. παρ.2).

  1. Μα κυρίως φταίει κι ο τρομερός πάγκος! Δεν είναι δυνατόν να βγάζεις με την ίδια ενδεκάδα όλο το πρωτάθλημα... Κι αυτό γιατί δεν έχεις πάγκο! Δες

  2. Ψηφίστε μας είμαστε άχρηστοι. Ποιος το λέει; Οι νεοδημοκράτες βεβαίως. Δηλαδή δεν το λένε ακριβώς έτσι αλλά όποιον νεοδημοκράτη ρωτήσεις γιατί τα σκάτωσε ο Καραμανλής θα σου απαντήσει, ότι ο ίδιος είναι καλός, αλλά δεν είχε πάγκο. Δεν έχω πάγκο σημαίνει δεν βρίσκω άξιους να ρίξω στο παιγνίδι. Είναι δηλαδή όλοι άχρηστοι στον πάγκο. Και αυτό το δηλώνουν υπερήφανα οι ψηφοφόροι του κουρασμένου. Δες

(από GATZMAN, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάφλας λέγεται ο τσίγκος, ένα μεγάλο κομμάτι από τσίγκο που καλύπτει διάφορα μέρη από κατασκευές, μπαλώματα στα παλιά σπίτια, διότι φθηνό και βολικό.

— Έχεις κανένα κομμάτι πάφλα να καλύψω το γκαράζ γιατί γέμισε νερά;
— Φίλε ό,τι θες, μόνο κάρφωσέ το καλά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει τον αρχηγό, το συντονιστή μιας ομάδας ή ενός project. Κυριολεκτικά σημαίνει τον προπονητή αθλητικής ομάδας. Σε κάθε περίπτωση είναι αυτός που έχει το γενικό πρόσταγμα και αυτός ο οποίος θα ακούσει τα μπινελίκια σε περίπτωση αποτυχίας ή ακόμη και ατυχίας.

Στην αργκό μπορεί να συναντήσετε και τα πιο σοφιστικέ «κότσης» και «κότσας», που έχουν και μια δόση «κότσια» (guts, αρχίδια). Πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να συγχέεται με το «κώτσος», που έχει τελείως διαφορετική σημασία. Γενικά ο όρος θεωρείται επαινετικός και φανερώνει την αποδοχή του υποκειμένου από την ομάδα.

  1. Γεια σου ρε κόουτς!

  2. Κόουτς, έχουμε πρόβλημα! Οι πολυπλέκτες τα 'παιξαν. Μόνο εσύ μπορείς να σώσεις την κατάσταση. Θα 'ρθεις λίγο;

  3. - Το κάνω με τον παλιό τρόπο και δε γαμιέται, βαρέθηκα!
    - Αν σε πιάσει ο κόουτς θα σε σκίσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος έλκει την καταγωγή από την αργκό των Η/Υ. Πρόκειται για το ακριβώς αντίθετο του γκουρού που σημαίνει ειδήμων, βαθύς γνώστης θεμάτων των Η/Υ και της Hi Texh γενικότερα. Το λέμε συνήθως για άσχετους που το παίζουν επαΐοντες. Στην κυριολεξία, κουρού είναι είδος τυροπιτακίου χωρίς σφολιάτα (βλέπε σχετικό μήδι).

  1. -Άκουσα ότι αυτός ο καινούριος είναι γκουρού.
    -Κουρού είναι! Χθες μου γάμησε το registry και δεν μπορώ να το συνεφέρω.

  2. Ήρθε απ' την εταιρεία ένας κουρού και τα έκανε κουλουβάχατα. Όλοι οι servers αλλάξαν IP. Τι να σου πω, χαμός. Μπλέχτηκαν τα σώβρακα με τις φανέλεςμ!

Τυροπιτάκια κουρού (από panos1962, 06/11/09)Εργασίες αποκατάστασης μετά από παρέμβαση κουρού (από panos1962, 06/11/09)Richard Stallman (από panos1962, 06/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεταφερσιμότητα (portability) προγραμμάτων στους Η/Υ. Ο όρος προέρχεται από γαλλοποίηση και συνακόλουθη παραφθορά της λέξης portability -> πορταμπιλιτέ -> πορταμπιντέ. Η χρήση του όρου κρίνεται απαραίτητη, καθώς ο αγγλικός όρος, αλλά και ο ελληνικός είναι γλωσσοσπάστες.

  1. - Ρε μεγάλε, το 'χεις ρίξει στη Java. Γιατί έτσι;
    - Γιατί έχει και γαμώ τα πορταμπιντέ· κάνω πρόγραμμα και μου τρέχει από Cray μέχρι κινητό τηλέφωνο!

  2. - Πήραμε το καινούριο Compiz. Είναι κατσεκαλάν!
    - Κατσεκαλάν μπορεί να είναι. Δες όμως και το πορταμπιντέ μην πάθεις καμιά κασκαρίκα.

  3. Πολύ καλό το καινούριο GUI. Έχει και πορταμπιντέ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά την συγκομιδή των καπνών ακολουθεί μια ειδική επεξεργασία τους που ονομάζεται παστάλιασμα. Τα φύλλα του καπνού, ένα προς ένα ξεχωρίζονται και τοποθετούνται πάνω σε ντάνες, συνήθως αφού τρυπηθούν από μια βέργα. Η λέξη χρησιμοποιείται για τους ανθρώπους που μαζεύουν μετά μανίας φράγκα, χωρίς να τα ξοδεύουν, με άλλα λόγια είναι τσιγκούνηδες

- Πόσα λεφτά βγάζει αυτός ρε;
- Πάρα πολλά, αλλά ζει σαν καρμίρης, δεν ξοδεύει τίποτα. Μόνο να τα πασταλιάζει ξέρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στους Η/Υ σημαίνει τα άλλ' αντ' άλλων αποτελέσματα που οφείλονται, συνήθως, σε λανθασμένο λογισμικό (βλ. software). Χρησιμοποιείται ενίοτε και ο συγγενής όρος «αρκούδες», που όμως σημαίνει κυριολεκτικά τα τερατώδη ψέμματα, τις ανακρίβειες.

  1. Ρε Μήτσο, έκανα τις ρυθμίσεις τού KDE όπως μου είπες και μου βγάζει αρκούδια. Δε γαμιέται, παλιά μου τέχνη κόσκινο, ξαναγυρνάω σε Gnome.

  2. Μετά την αλλαγή που έκανες στα εκτυπωτικά, η μισθοδοσία βγάζει αρκούδες.

  3. Το σλανγκρ μου έβγαζε αρκούδια χθες, αλλά ήταν το character set. Το γύρισα σε UTF-8 και συνήλθε.

Αρκούδια (από panos1962, 09/11/09)Μετά τις τελευταίες ρυθμίσεις στο Adobe Photoshop (από panos1962, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει: Εξ υπαρχής, χωρίς περιθώριο αντίδρασης, ακαριαία, πρωθύστερα, κατ’ ευθείαν, αιφνιδιαστικά.

Συνώνυμο του γκολ απ' τα αποδυτήρια, αφού προέρχεται απο την ποδοσφαιρική αργκό, δηλαδή στην πλήρη μορφή της, η έκφραση έχει ως γκόλ απ’ τα μπετά, το’ βαλε απ’ τα μπετά κλπ, δηλαδή αιφνίδια επίθεση απο τις τσιμεντένιες βάσεις-κολώνες-κερκίδες του σταδίου, πριν καν αρχίσει το ματς.

Σημείωση: Μπετά=εξελληνισμένος πληθυντικός του γαλλικού μπετόν (όπως το μαγιώ-τα μαγιά, το ζαμπόν-τα ζαμπά, το καρμπόν-τα καρμπά, το ταμπόν-τα ταμπά, το ταμπλώ-τα ταμπλά, το βιτρώ-τα βιτρά κ.ο.κ.). Αντίστροφα δεν πολυσυνηθίζεται εκτός ολίγων περιπτώσεων π.χ. τα μπανιερά-το μπανιερό, τα μήντια/μύδια-το μήντι/μύδι, ενώ τα κρασιά Καμπά παραμένουν ως έχουν στον ενικό.

Αφιερωμένο στον (παροδικώς ελπίζω) αποχωρούντα Μπούμπη και στον Μπετατζή λόγω συναφείας...

- Πότε δίνεις για δίπλωμα οδήγησης;
- Λέω σε κανα-δυο μήνες.
- Έχεις ταΐσει τους εξεταστές;
- Μπααα... Αφού οδηγώ απ’ τα δεκάξι μου, τί τώρα;
- Καλά αγόρι μου, αν δε λαδώσεις σε κόβουνε απ’ τα μπετά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Επιδίδομαι σε ταπεινωτική εργασία, χαμαλοδουλειά, χαμαλίκι, αγγαρεία, κοπιαστική δουλειά μικρής σημασίας.

Απαντάται στην υποτιμητική έκφραση: άντε να ξύνεις πατσές, (βλ. παράδειγμα 1).

  1. Τεμπελιάζω (βλ. παράδειγμα 2).

1α. Πατσές είναι οι κοιλιές. Για να μαγειρευτούν οι κοιλιές, πρέπει πρώτα να καθαριστούν από τα σκατά, που τα ξύνουν με μαχαίρι, μία κοπιαστική και όχι και τόσο ευχάριστη διαδικασία, η αλήθεια είναι.

Το άτομο στο οποίο αναφερόμαστε δεν είναι άξιο για τίποτα καλύτερο να κάνει στην ζωή του.

Αυτή είναι η αρχική και ορθή χρήση της φράσης.

2α. Η δεύτερη καθιερωμένη πλέον σημασία της (τεμπελιάζω), προέκυψε από την χρήση της φράσης χωρίς την γνώση της πρωταρχικής μαγειρικής προέλευσής της. Στην περίπτωση αυτή αναφερόμαστε σε άτομο το οποίο ξύνει τις ίδιες τις δικές του πατσές, δηλαδή κάτι ανάλογο με το ξύνω τ΄αρχίδια μου.

Απαντάται στην φράση «ξύνει τις πατσές του μέχρι να λειώσουνε τα ξύγκια», με την έννοια ότι ο εν λόγω κωλοβαράει ασύστολα.

  1. «Αν το θέλω με πίτα ζητάω πίτα με σουβλάκι. Αν αυτός που το πουλάει δεν ξέρει ότι σουβλάκι=μικρή σούβλα, άρα σουβλάκι=το κρέας περασμένο σε «καλαμάκι» ας αλλάξει επάγγελμα, ας ξύνει πατσές πχ :p» .

(καλά το καταλάβατε, είναι από φόρουμ για την αιώνια διαμάχη, σουβλάκι, μπουγάτσα, λεμονίτα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, να ζει κανείς ή να μη ζει κτλ).

  1. «Το μοναδικό νταραβέρι που έχει η Super League είναι με τον ΟΠΑΠ. Αν δεν υπήρχαν τα κρατικά λεφτά, το μαγαζί θα είχε χρεοκοπήσει. Από την ελεύθερη αγορά δεν παίρνουν ούτε σέντζι. Και με πουλημένα τα τηλεοπτικά δικαιώματα για τα επόμενα τρία χρόνια τι έχει να κάνει η Super League για τα επόμενα τρία χρόνια μέχρι το 2012; Για τέτοιες περιπτώσεις λέγεται ότι «ξύνουν πατσές». (σχόλιο αθλητικογράφου)

(από spydel, 09/11/09)Patsa (από allivegp, 09/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δικηγορίστικη αργκό για τον χασοδίκη που σεργιανάει στους διαδρόμους των δικαστικών κτηρίων, που αποτελεί την ενσωμάτωση του δικαιώματος εκπροσωπήσεως του (φτωχού) κατηγορουμένου, α λα Ελληνικά.

Μη διαθέτων δικό του γραφείο ή διαθέτων μεν (μια τρούπα) αλλά σπανίως πατών δε, φορεί φόρμα εργασίας (ένα κοστούμι τριμμένο και κακοβαλμένο σα σακκί), έχει δυνατά βουβαλίσια πόδια και κώλο Βραζιλιάνας (απ’ το ανεβοκατέβασμα στις σκάλες και την ορθοστασία) και εξαχρειωμένη φάτσα.

Το κακομοιρίστικο σουλούπι του δεν εξαπατά τους μεμυημένους: Ταλαιπωρείται, αλλά κονομάει τρελλά (κάνει 5-6 δίκες την ημέρα)!

Στήνει αυτί στα «πηγαδάκια» και παρεμβαίνει στις κουβέντες των διαδίκων, έχει κονέ με την αστυνομία και φθάνει πρώτος στις αυτόφωρες συλλήψεις, ξέρει το ταράφι των αλλοδαπών, των πορνών, των πρεζάκηδων, των διερμηνέων, των δικαστικών γραμματέων κλπ και τσιμπάει υποθέσεις δώθε-κείθε.

Κυρίως όμως, γνωρίζει άριστα την (πρακτική) ποινική δικονομία και αναλαμβάνει την υπεράσπιση όλων της γής των κολασμένων που δεν έχουν δικό τους δικηγόρο και δε μπανίζουν τί διαμείβεται, έναντι αλμυρού αντιτίμου.

Τα αδικήματα γνωστά σ’ αυτόν και μη εξαιρετέα (μικρο-κλοπές, ναρκωτικά, πορνεία, παράνομη είσοδος στη χώρα, σωματική βλάβη, πλαστογραφία μετά χρήσεως νομιμοποιητικών αδείας παραμονής και πλέον ου).

Η υπερασπιστική του γραμμή, συνήθως κατόπιν συνοπτικότατης προεργασίας (κάνει πεντ-έξι ερωτήσεις στον αλυσοδεμένο κατηγορούμενο ή κοιτάζει στα κλεφτά τη δικογραφία λίγο πριν την εκφώνηση υπό το άγριο ή θύμηδες βλέμμα του εισαγγελέα), περιορίζεται στο να λέει κοινοτοπίες «είναι καλό παιδί κύριε πρόεδρε», «δεν το’ θελε», «ο πρότερος έντιμος βίος», «δεν έχει ξαναδικαστεί» (αφού σπανίως φθάνει εγκληματικό δελτίο ή ποινικό μητρώο στη δικογραφία ως τη δικάσιμο) κλπ.

Ο κατηγορούμενος άλλοτε την τρώει, άλλοτε απαλλάσσεται «λόγω αμφιβολιών» ένεκα benevolentiae των δικαστών, που ελάχιστα προκάλεσε ο συνήγορος... Βέβαια, μπορεί (αν έχει κέφι) να σκαρφιστεί ευφάνταστα τρυκ, ώστε να κλονίσει (;) την πεποίθηση των δικαστών περί ενοχής του κατηγορουμένου.

Π.χ., σε δίκη περί προκλητικά ασέμνων χειρονομιών πόρνης προς άγραν υποψηφίων πελατών, η εκπάγλου καλλονής και μπουρδελέ ντυμένη Ρωσίδα, έβγαλε στην αίθουσα ένα μικροσκοπικό σπρέι, διότι «είχε άσθμα» (δηλαδή δεν έκανε κωλοδάχτυλο στο στόμα της και παρεξήγησε ο αστυφύλακας που την συνέλαβε) κι άρχισε να ψεκάζεται για να το αποδείξει (!) κι έτσι αθωώθηκε μέσα σε τρανταχτά γέλια...

Άλλωστε, γνωστός δικηγόρος σε αθλητική δίκη περί άσεμνης χειρονομίας ποδοσφαιριστή (δυο αμερικάνικα κωλοδάχτυλα προς τα πάνω), είχε διατυπώσει το αμίμητο: «Έδειχνε το σκόρ κύριε πρόεδρε» (1-1)...

Παλαιότερα, στα κακουργιοδικεία, όπου το stake είναι 5-20 έτη κάθειρξη και ο συνήγορος υπερασπίσεως είναι υποχρεωτικός, ο διορισμός συνηγόρου (πληρώνεται απο το Κράτος) αυτεπαγγέλτως απο το δικαστήριο, γινόταν ως εξής:

[i]- Έχετε δικηγόρο;
- Όχι...
- Θέλετε να σας διορίσει συνήγορο το δικαστήριο;
- Θέλω...
- Υπάρχει κανένας δικηγόρος διαθέσιμος;
- Πα-ρών! (ο διαδρομιστής μας)[/i]

Καιροφυλακτούσε όλη μέρα στους διαδρόμους κι έπινε καφέδες. Αφού μελετούσε τον ο-γκω-δέ-στα-το φάκελο της δικογραφίας μέχρι το πέρας της ίδιας δικασίμου (θέλει μέρες) και χωρίς να ζητήσει διακοπή της δίκης για άλλη δικάσιμο ώστε να προετοιμαστεί καταλλήλως (σιγά τώρα), έλεγε μέσες-άκρες όσα και παραπάνω.

Ούτως ή άλλως, ο εξαθλιωμένος (για να μην έχει να δώσει σε δικό του δικηγόρο) κατηγορούμενος (αλλοδαπός, φτωχοπουτάνα, πρεζάκιας, τσιγγάνος) δεν παίρνει πρέφα τί παίχτηκε, φράγκο δεν δίνει, η υπόθεση ήταν μάλλον χαμένη από χέρι και χειρότερα δεν γινόταν...

Εξάλλου, οι φυλακωμένοι κάνουν κάθε τόσο αιτήσεις αναστολής εκτέλεσης της ποινής τους (τσάμπα είναι), γνωρίζοντας οτι είναι εκ προοιμίου χαμένες, προκειμένου να μεταχθούν σε δικαστήριο και να αλλάξουν παραστάσεις απ’ την κλεισούρα της φυλακής, ιδίως δε να πάρουνε «θέμα» (δικαστίνες, δικηγορίνες κλπ) και να τον παίξουνε μετά...

Σήμερα διορίζονται συνήγοροι υπερασπίσεως απο ειδικό κατάλογο (κυλιόμενα) και οι διαδρομιστές των κακουργημάτων τείνουν να εκλείψουν, αλλά το αποτέλεσμα είναι πάνω-κάτω το ίδιο...

- Τον είδες το διαδρομιστή;
- Πού;
- Εκεί στα αυτόφωρα. Έχει γίνει «σκούπα», μαζέψανε τα τραβέλια πάλι και τις ψήνει στο μπίρι-μπίρι ο πούστης!
- Χαρά στο κουράγιο του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified