Further tags

Πόλη στο Μεξικό... όπου όλοι γελάνε πολύ.

Το πιάσατε, έτσι;

- Πάμε διακοπές στο el oel;
- Χάχαχαχα. Μέσα. Με χίλια.

Αν δέν το πιάσατε, δείτε και lol, λολ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανθρώπου που βάζει like σε κάθε post στο facebook, από διαφήμιση ψαροταβέρνας μέχρι site υπέρ της ευθανασίας, ενίοτε με απώτερους σκοπούς, αν γίνεται στο προφίλ γκόμενας. Κάνει like σε κάθε τραγούδι που ποστάρει, από Ημισκούμπρια μέχρι Κάρμινα Μπουράνα και από Τερλέγκα έως στρουμφάκια.

Το παρωχημένο μοντέλο λαϊκισμού της «Αυριανής» των 80's συναντάται σήμερα ως like-ισμός με ακραία μορφή του τον επονείδιστο εις εμέ αυτο-like-ισμό, ο οποίος είναι η υπέρτατη μορφή βλακείας. Για να ποστάρεις κάτι ρε μάστορα σημαίνει ότι σου αρέσει. Τί το βάζεις το like; Είναι σαν αυτοϊκανοποίηση σε ντο ματζόρε συνοδεία κουαρτέτου από τρόμπες ποδηλάτου.

Ρε συ ο Μάκης γουστάρει την Ντιάνα!
— Έλα ρε, πού το ξέρεις;
— Όλη μέρα κάνει like στα ποσταρίσματά της! Έκανε μέχρι και σε γκρουπ απολέπισης δέρματος με σαγόνια καρχαρία!
— Like-ιστής παιδί μου... τί περιμένεις;

(από σφυρίζων, 01/08/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς, το συνεχές, νευρικό γέλιο που εχει την τάση να μεταδίδεται αστραπιαία στους γύρω μας, προκαλώντας εν τέλει πανδαιμόνιο.

Από το δημοφιλές ξενικό «LOL» (Laughing Out Loud) και το «ολοκαύτωμα».

- Σοβαρή εκπομπή, τι να σου πω... ριάλιτι σου λέει... αρκεί ένας να πετάξει μια μαλακία και γίνεται lol-οκαύτωμα εκεί μέσα...

Οι υπεύθυνοι του λολοκαυτώματος (από Khan, 12/11/14)

Βλ. και λολ / λωλ, lol, λολ, lol-some, Loles, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen, λολάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τελικά η ελληνική γλώσσα είναι ανεξάντλητη.

Τα windows vrista είναι το ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα 1. στα windows vista και
2. στα windows svista (κατά την γκατζμάνειο εκδοχή).

- Τι λειτουργικό δουλεύεις τώρα;
- Γκρρρ, vista-vrista -svista!!!
- Α, ΧΡ στο ντέσκτοπ και Λίνουξ στο νετμπούκ παναπεί.
- α!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα windows vista κατά γενική ομολογία ήταν η χειρότερη έκδοση των windows που κυκλοφόρησε η καλή μας Microsoft. Αυτό αποδεικνύεται από το ότι δεν κατάφεραν να αντικαταστήσουν την υπάρχουσα βάση εγκατεστημένων λειτουργικών συστημάτων Windows XP, ενώ μέχρι και σε μηχανήματα με προεγκατεστημένο το εν λόγω λειτουργικό σύστημα, υπήρχε η δυνατότητα downgrade σε Windows XP.

Έτσι στο χώρο της πληροφορικής, εμφανίστηκε ο όρος «Windows svista» ή «Windows σβήστα».

Παρόλο που, στην αρχή, η χρήση του όρου αφορούσε μόνο τη συγκεκριμένη έκδοση του λειτουργικού συστήματος, σιγά-σιγά επεκτάθηκε και ως χαρακτηρισμός άλλων αποτυχημένων προϊόντων ή υπηρεσιών που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μας -και ειδικά προϊόντων λογισμικού.

Μια εναλλακτική χρήση του λήμματος είναι και αυτή που υποδηλώνει την επανεγκατάσταση του λειτουργικού συστήματος σε κάποιον Η.Υ. λόγω διαφόρων προβλημάτων.

  1. Ρε, είσαι σοβαρός; Πήρες notebook με Windows svista;

  2. - Μήτσο, θα το τελειώσεις ποτέ εκείνο το πρόγραμμα;
    - Χέσε με. Με τόσες αλλαγές που κάναμε, έγινε windows σβήστα.

  3. - Παιδιά τι γίνεται με το server; Γιατί βγάζει λάθη; - Γιατί θέλει Windows σβήστα boss.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που διακρίνεται για την εκρηκτική παρουσία της και την υπερσεξουαλικότητα της.

- Πω πω πω. Κοίτα ρε μαλάκα τι κόμματος περνάει μέρα μεσημέρι.
- Τι κόμματος και κουραφέξαλα. Αιδοιεσέλ κανονικό. Θα μας τρελάνει η τύπισσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα το ακούσεις ως απάντηση στο «Γεια» από άτομα που είναι νέα στον προγραμματισμό. Συνήθως τρίτη λυκείου.

Μια μορφή επανάληψης σε έναν αλγόριθμο είναι έτσι:

[i]Για i από x μέχρι y επανάλαβε
...
Τέλος_επανάληψης[/i]

Έτσι όταν κάποιος τους πει «γεια», ρωτάνε αστειευόμενοι τι χαρακτήρες να χρησιμοποιήσουν σαν να τους υπαγορεύουν άσκηση και να λένε «για...».

- Γεια.
- Από; Μέχρι;
- Χαχαχα. Έχεις καεί με τον προγραμματισμό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η «Αποστολή» μηνύματος, χεσεμές, μέιλ, κλπ ηλεκτρονικών ντεβίτσιων. Χαριτολογώντας πάντα.

- Και πώς το στέλνω;
- Πατάς Αποστόλη κι έφυγε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαιγνιώδης παραφθορά του κλιματιστικού air-condition. Πιο συνηθισμένο είναι το αρκουδίσιον ή και απλούστερα αρκούδι με τη λογική ότι αν το βάλεις κάνει κρύο σαν να είσαι στο δάσος με τις αρκούδες ή στον Αρκτικό Κύκλο με πολικές αρκούδες ξερωγώ. Το αρχοντίσιον από την άλλη μάλλον πρέπει να κατανοηθεί στη συνάφεια της ένδοξης εϊτίλας περίπου, ή όποτε τέσπα εισήχθησαν κάπως πιο μαζικά τα κλιματιστικά στην Ελλάδα, όπου το να έχεις κλιματιστικό ήταν σημάδι ότι είσαι κάπως πιο ευκατάστατος και μπορείς να προσφέρεις στον εαυτό σου και τους γύρω σου κάποιες περισσότερες ανέσεις. Ή, σε κάθε περίπτωση, το λολοπαίγνιο δηλώνει ότι όταν γύρω γύρω έχει καύσωνα και στη μέση κλιματισμό, γιατί μπορείς, ε τότε είσαι Άρχοντας με όλες τις συνδηλώσεις του όρου, και δεν χρειάζεται να χολοσκάς για την έξω κατάσταση και μπορείς να έχεις και την αρχοντομούνα σου δίπλα χωρίς να δυσανασχετεί. Εβέντσουαλι βεβαίως πήρε και ο κάθε αρχοντόβλαχος αρχοντοχωριάτης αρχοντόγυφτος κι από ένα αρχοντίσιον και μπήκαμε σε έναν καύλο κύκλο ψυχραναγκασμού που επιδεινώνει το κλίμα του άστεως και καταστρέφει και το όζον.

Δέον τέλος να σημειωθεί ότι σαν έκφραση έχει ένα βυζαντινοτέτοιο ζενεσεκουά, και με το τελικό νι, και με την κατάληξη εις -ίσιον (θα μπορούσε να γραφτεί και αρχοντήσιον ακόμη πιο βυζαντινοπρεπώς), αλλά και το ίδιο το άρχοντας, που παραπέμπει ξερωγώ σε Άρχοντες του Οικουμενικού Θρόνου ή σε αρχονταρίκι μοναστηριού. (Ινσέψιο: Το αρχονταρίκι Μονής με αρχοντήσιον). Προσφάτως το αρχοντήσιον εντάχθηκε και στο εικονογραφικό πρόγραμμα ιερού ναού, δίνοντας αφορμή να γίνει λόγος για τον Άγιον Αρχοντήσιον σε κοινωνικά μέσα δικτύωσης.

Άγιον Αρχοντήσιον

  1. για την ημέρα του περιβάλλοντος : ανάψτε όλοι τα αρχοντίσιον. Τα φώτα του σπιτιού και οι θερμοσίφωνες στο φουλ, κάντε παντού σκουπίδια, ναι σε πλαστικά σε θάλασσες και ακτές, ρίξτε ό,τι παλιά λάδια και χημικά έχετε στο έδαφος , σπάστε της ΑΦΗΣ τις στήλες με τις μπαταρίες, λερώστε -χέστε - φτύστε παντού, όλα τα τσιγάρα έξω απ'το παράθυρο, ότι σπρέι έχετε που γαμούνε το όζον καταλύστε τα... (Εδώ).
  2. Άρχοντας με αρχοντίσιον πλέον! (Εκτός κι αν τουρτουρίζεις σε ψύχος πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, οπότε πράγματι αρκουδίσιον!). (Στου κυρ-Σαράντ).
  3. έχει κρυώσει και το δωμάτιο από το αρχοντίσιον, κρύωσαν και τα υποσυστήματα εν τω μεταξύ, καθάρισα και ό,τι σκόνη υπήρχε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όταν αναφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε σε κάποιον που κατά τη γενική εκτίμηση ενός κοινωνικού συνόλου ανταποκρίνεται πως πληροί στο έπακρο τις προδιαγραφές του προτύπου βλακείας.

Όσο πιο ευρύ και αντιπροσωπευτικό είναι το σύνολο κι όσο πιο τεκμηριωμένες είναι οι γνώμες αναφορικά με την επιλογή του πρότυπου βλάκα, τόσο πιο αξιόπιστο θα είναι τα αποτέλεσμα της επιλογής.

Αυτός θα είναι κάποιος, του οποίου το όνομα θα μπορούσε άνετα να εισαχθεί ως λήμμα σε λεξικό. Λήμμα που θα έχει την έννοια του πρότυπου βλάκα.

Αυτό δεν είναι μια θεωρητική υπόθεση. Έχει συμβεί σε διάφορα άλλα θέματα. Π.χ.: όταν θέλουμε να αποκαλέσουμε κάποιον πολύ χοντρό, μπορούμε να τον αποκαλέσουμε τόφαλο, (εκ του Δημήτρη Τόφαλου).

Στην περίπτωση μας, αναφερόμαστε σε μια βλάκ άουτ περσόνα άνευ προηγουμένου. Κι όπως ένας χωριάτης θέλει δυο φορές χωριάτηγια να 'ρθει στα ίσα του, αντιστοίχως κι ένας βλάκας θα νικηθεί από έναν που είναι δυο φορές βλάκας. Άρα ψάχνουμε τον πρωταθλητή της λίστας των ηλιθίων. Τον πλέον ανίκητο βλάκα.

Αυτός ο πρότυπος βλάκας, ο εντελώς βλάκας δηλαδή, θα είναι κάποιος που είναι:
ο άνθρωπος εγκεφαλογράφημα ευθεία, ο πιο ζωντανός ζύθος, αυτός με το πιο ακατοίκητο ρετιρέ, το απόλυτο βλάκατρον, ο βλάκας με... πατέντα, ο βλάκας με... λοφίο και την... περικεφαλαία, ο άρχοντας των μαργαριταριών, ο πλανητάρχης της βλακείας (άρα ο Μπους θα μπορούσε να θεωρηθεί και διπλός πλανητάρχης).

Θα μπορούσε :

α) Το όνομα του πρότυπου βλάκα ή βλάκα αναφοράς (π.χ.: Μπους) να αποτελεί, μονάδα μέτρησης βλακείας. (π.χ.: 1 Βush).

β) Σε υποτιθέμενο όργανο μέτρησης βλακείας, η αποτιμώμενη τιμή της βλακείας κάποιου βλάκα, να αποτιμηθεί, συγκριτικά με την επίδοση του πρότυπου βλάκα (maximum τιμή του οργάνου, π.χ.: 1 Βush).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 1.

  1. Θα μπορούσαμε εμφατικά να αναφερθούμε σε κάποιον:

α) Πολύ κουτό, με φάτσα - έκφραση - διάνοια που φωνάζει από μίλια... μακρυά πως είναι το... κουτόχορτο, το... βλήτο. (βλ. παρ. 2).

β) Που δεν είναι κουτός, αλλά που ωστόσο έκανε τη... βλακεία. Τον αποκαλούμε έτσι, με στόχο να τον κοροϊδέψουμε, να τον ειρωνευτούμε, αλλά και να εκτονωθούμε (βλ. παρ. 3).

Κλείνοντας, αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον άψογο acg.

  1. - Ο Μπους είναι το απόλυτο βλακόμετρο.
  1. - Κοίτα τι κάνει ρε μαλάκα το βλακόμετρο; Βρέχει καταρρακτωδώς κι ο παπάρας ποτίζει τον κήπο.
    - Μια ζωή βλάκας αυτό το παιδί.
  1. - Μόλις φάγαμε, πήγε ο Νώντας κι έκανε βουτιά στη θάλασσα. Παραλίγο να φουντάρειο πούστης. Μιλάμε για το... βλακόμετρο. Τίποτα άλλο δε λέω.
    - Καλά δεν το πιστεύω. Αυτός είναι πανέξυπνος.
    - Τι να πω;... Λέει πως του την καύλωσε ξαφνικά να ρίξει βουτιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified