Further tags

Η RAM (Random Access Memory) είναι η προσωρινή μνήμη ενός Η/Υ, μέρος ζωτικότατο όσο και απολύτως απαραίτητο για την άρτια λειτουργία του. Όταν χρησιμοποιούμε μεταφορικά την έκφραση «ο τάδε έχει κάψει RAM», θέλουμε να δείξουμε ότι έχει πολύ αδύνατη μνήμη, δεν θυμάται Χριστό, βρίσκεται σε αρχή Αλτσχάιμερ.

- Ρε Μητσάρα, σου έδωκε τελικά ο Ιεροκλής εκείνα τα εκατό που σου χρώσταγε;
- Ποια εκατό ρε Τεό, είκοσι μου χρώσταγε...
- Καλά, έχεις κάψει RAM μου φαίνεται...

(από GATZMAN, 28/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω αυτό που θέλω παραβλέποντας τις γνώμες των υπολοίπων (μπαμπαδίστικη κατά κύριο λόγο έκφραση).

Η φράση χρησιμοποιείται και όταν κάποια αντικείμενα / μηχανήματα δεν λειτουργούν ως οφείλουν προσπαθώντας να μας αποδείξουν ότι διαθέτουν προσωπικότητα.

Μάνα προς το πιτσιρίκι που έχει επιστρέψει κάθιδρο από το παιχνίδι:
Σου είπα να προσέχεις να μην ιδρώσεις γιατί θα κρυώσεις αλλά εσύ κάνεις του κεφαλιού σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με χρήση λογοπαίγνιου, ταυτίζουμε και καλά τη λέξη ιος με τη λέξη υιός.

Στην παρούσα φάση, υπονοείται και καλά ως πολύτεκνος κάποιος, του οποίου ο Η/Υ, (ως επέκταση του εαυτού του) έχει γεμίσει...ιούς.

Η εκφορά του όρου μπορεί να γίνει είτε από τον ίδιο τον παθόντα, είτε από κάποιον γνωστό του πρός αυτόν ή πρός άλλους (π.χ: στα πλαίσια κουτσομπολιού).

Η δε εκφορά του όρου μπορεί να λεχθεί είτε με χιουμοριστική, είτε με ειρωνική διάθεση για την αμέλεια του παθόντα, για επαρκή προστασία του υπολογιστή του από ιούς (μέσω καλού και πάντα ενημερωμένου αντιϊκού προγράμματος).

- Άσε ρε! Γέμισε με ιούς ο υπολογιστής μου.
- Ώπα ρε! Πολύτεκνος, ε; Ποιος σε πιάνει τώρα ρε με το επίδομα πολυτέκνου που θα πάρεις;
- Κοροϊδεύεις;

(από GATZMAN, 19/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το «απορία ψάλτου βηξ», η απορία του χρήστη του Διαδικτύου λύνεται με το να ανατρέξει στα λυγξ, δηλαδή στους συνδέσμους που παρατίθενται.

Πηγή: GATZMAN.

Νιούμπης στο slang.gr: - Καλά ρε παιδιά αυτή η Λίλιαν ποια είναι;

Γενική αγανάκτηση των υπόλοιπων: - Απορία χρήστου λυγξ. Ψάξτο στραβάδι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά το Λεξικό Μπαμπινιώτη στις εκφράσεις «βγάζω στη φόρα» και «βγαίνω στην φόρα», δεν έχουμε την γνωστή φόρα, όπως στο «ήτανε και κατηφόρα, έβαλα και λίγη φόρα» της Δόμνας Σαμίου (φόρα < φορά < φέρω), αλλά πρόκειται για επιβίωση του λατινικού forum πληθ. fora, δηλαδή της αγοράς (μπορεί κι η λατινική λέξη να είναι κι αυτή βέβαια απ' το fero ή φέρω). Οπότε η σημασία της έκφρασης «βγάζω στην φόρα», σημαίνει «βγάζω στην αγορά», δηλαδή δημοσιεύω. «Παρτίδα » είναι στα εμπορεύματα το μέρος ενός συνόλου.

Οπότε νομίζω ότι, ετυμολογικώς, το «τα βγάζω όλα φόρα παρτίδα» σημαίνει «απλώνω την πραμάτεια μου σε δημόσια αγορά».

Κι έρχομαι τώρα στις σλανγκικές τροπές:
Ως «πραμάτεια» μπορεί να εννοηθούν τα οποιαδήποτε «προσόντα», οπότε αν μιλάμε για κορασίδα, τα μπαλκόνια, οι εξώστες κ.ο.κ. Δηλαδή λέγεται συχνά για κορασίδα που εκχωρεί τα περιουσιακά της στοιχεία στο Δημόσιο. Ή και για άντρα που κάνει το ίδιο, είτε από αμέλεια, είτε από φουστιά με αηδιαστικά σε κάθε περίπτωση αποτελέσματα.

Έχει όμως κρατήσει και την έννοια ότι, κοινοποιώ μυστικά χωρίς διάκριση. Εδώ η έκφραση έλαβε νέα τροπή με την άνθηση της επικοινωνίας στο ιντερνέτι στα λεγόμενα φόρα, φόρουμς ή φόρουμ (βλ. εδώ). Υπάρχουν εκεί διάφοροι αγοραίοι τύποι που επιμένουν να βγάζουν τα σώψυχα και τα σώβρακά τους στην φόρα, ή μάλλον στα φόρα, χωρίς να τους ρωτήσει κανείς. Οπότε λέμε ότι τα «βγάζουν όλα φόρα παρτίδα» με το «φόρα» να εννοεί εδώ τα φόρα του Διαδικτύου.

Έτσι βλέπουμε συχνά Αχιλλείς απ' το Κάιρο να βγαίνουν από την ντουλάπα σε φόρα του Διαδικτύου, χωρίς να τους έχει ζητήσει κανείς από τους συνομιλητές τον λόγο για το γκεϊλίκι τους. Σε ακραίες περιπτώσεις έχουν συμβεί ακόμη και αυτοκτονίες σε ζωντανό διαδικτυακό χρόνο!

- Κοίτα εκεί το πιπίνι πως τα έβγαλε όλα φόρα παρτίδα, κι έχει μείνει μόνο με τον κορδονούρη της!

- Άσε ρε, ήμουν χτες σε ένα φόρουμ κι ένας άγνωστος άρχισε να βγάζει τα σώψυχα και σώβρακά του όλα φόρα παρτίδα! Χωρίς να τον ρωτήσει κανείς!
- Και τι έλεγε, δηλαδή;
- Ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει πια σεξουαλικά, ότι αρχίζει να φοβάται μήπως είναι γκέι ή έστω στρέι...
- Έλα ρε! Έβγαινε απ' την ντουλάπα;
- Δεν ξέρω. Πάντως το απέδιδε στο ότι δεν είναι με την σωστή γυναίκα. Έχει φορτωθεί μια καυλωτική γκόμενα, αλλά του κάνει κούκου μόνο για την φίλη της!
- Σαν κάτι να μου θυμίζει αυτό! Λες να ήταν ο Μένιος;

"Φόρα παρτίδα": Not to be confused with "ήτανε και κατηφόρα, έβαλα και λίγη φόρα".  (από Hank, 12/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το εργαλείο που φυσάει και κάνει περήφανο τον κάτοχο του. Αυτός το θεωρεί ως επέκταση της ματαιοδοξίας του. Η τεχνολογία όμως προχωρά και κάποια στιγμή θα απομυθοποιηθεί το όνειρο, και θα του μείνει αμανάτι το κάρο και ο χαρακτήρας του. Αυτός θα προσπαθεί να βρει συνεχώς ένα τρόπο για να το ξεφορτωθεί για να πάρει ένα άλλο, για το οποίο οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν λουστράρει κατάλληλα την εικόνα του. Και η ζωή συνεχίζεται (τίτλος παλιού ελληνικού σήριαλ). Έτσι στα μάτια του,το μηχάνημα αυτό, ξεκινά με προσωπικότητα, μετά είναι κοινός θνητός και μετά καταλήγει για τα μπάζα. Μιλάμε δηλαδή για απαξίωση της προσωπικότητας συναρτήσει του χρόνου. Σε τομείς της τεχνολογίας, όπου η τεχνολογία εξελίσσεται αστραπιαία, η περίοδος απο το μπουσούλησμα έως το γαλλικό σίγμα συρρικνώνεται απίστευτα.

2.Κάποιες φορές όταν κάποιος γκουρού σε θέματα τεχνολογίας, ή κάποιος που καταγίνεται με το να συναρμολογήσει ή να επισκευάσει ένα μηχάνημα (π.χ., ένα pc), και κατά τη συναρμολόγηση και το τεστάρισμα του, πάει κάτι στραβά και παρόλο που αυτός είναι ερτιεφμίστας και έχει κάνει φύλλο φτερό το μάνιουαλ δε βγαίνει τίποτε, τότε τσαντίζεται, αστράφτει βροντά. Μερικές φορές στο θυμό του πάνω σβουρίζει εξαρτήματα με μανία. Κάποια στιγμή μετά από διάφορα ψαξίματα, το λάθος βρίσκεται και το μηχάνημα δουλεύει ρολόι. Τα ίδια προβλήματα φυσικά μπορεί να συναντήσει κι ένας τεχνικός σε μια εταιρεία, ωστόσο εκεί οι αντιδράσεις συνήθως είναι πιο ήπιες. Ωστόσο, ενώ περιστασιακά βρίζει το μηχάνημα, κατά περιόδους το αποκαλεί, ως μηχάνημα με προσωπικότητα, επειδή το μηχάνημα κάνει τα δικά του και επειδή ο τυπάς στο ενδόμυχο μπίρι μπίριμε την πάρτη του λέει: αφού έχω εγώ προσωπικότητα, τι πιο φυσικό από το να έχει και το μηχάνημα μου. Σε λίγο βέβαια πολώνεται ανάστροφα και του ψέλνει τον εξάψαλμο.

  1. -Αυτό είναι το μηχάνημα σου; Με συγχωρείς που θα στο πω αλλά αυτό είναι του πεταματού.
    -Δεν είναι αυτό το δικό μου. Τι με πέρασες για να 'χω τέτοια σαβούρα; Πούτσα από λαγό; Να το δικό μου. Νάτο. Μιλάμε για μηχάνημα με προσωπικότητα, όχι για αρχιδομηχανήκαι μαλακίες.

  2. -Γαμημένο παλιομηχάνημα. Μου 'σπασες τα νεύρα.
    -Έχει προβλήματα ε; Γι' αυτό το βρίζεις.
    -Εμ... μηχάνημα με προσωπικότητα βλέπεις. Γι' αυτό με ταλαιπωρεί.
    -Το θαυμάζεις ε; Αμ θες τη γιαλομιά σου.
    -Και γιαλοδυό και γιαλοτρείς μη σου πω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πίπα-κώλο.

- Δεν είναι εύκολα τα θέματα μάγκα.
- Θα μας πάνε (=8 Β=8!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού «cheat»: εξαπατώ, απατώ, παραβαίνω τους κανόνες παιχνιδιού, απατεώνας.

Ανάλογα με την περίσταση λοιπόν, μπορεί να σημαίνει:

  • Πως κάτι (ή κάποιος) τα σπάει, είναι σούπερ γουάου!!, γαμάτο, και γαμώ, άπαιχτο, αμαρτία σκέτη.

  • Το κλου μιας ιστορίας, το χάιλαϊτ ενός θεάματος.

  • (Στο σύμπαν των γκέιμερ) Το σπαστήρι, το κρακ, το προγραμματάκι που χρησιμοποιεί κάποιος για να πάρει λέβελ ή να νικήσει τους αντίπαλους ιντερνετικούς συμπαίχτες ξεγελώντας το παιχνίδι με το να αποκτήσει κάποιο πλεονέκτημα που θα κάνει τη διαφορά (περισσότερα εφόδια, όπλα, ζωές κλπ). Συντάσσεται συχνά με τα «κάνω», «μπαίνει», «βάζω».
    Σ’ αυτό το σύμπαν, χρησιμοποιείται και σαν πρώτο συνθετικό σε σχεδόν οτιδήποτε μπορεί να εκτελέσει την απατεωνιά.

  • Σε διαλέκτους (π.χ. Ποντιακά, Πλωμαριανά), χρησιμοποιείται με την ίδια ακριβώς έννοια με το καταγεγραμμένο «τσίτι»: το βαμβακερό ύφασμα με τυπωμένα εμπριμέ σχέδια (αυτό εκ του τούρκικου «çit» με περσική καταγωγή) σαν μέρος συνήθως της γυναικείας φορεσιάς.

  • Τα τσιτ-μιλ / τσιτ-μηλ (εκ του αγγλικού «cheat meal»), παίζουν πολύ μεταξύ όσων κάνουν δίαιτα ή, όπως π.χ. στα μποντιμπλιντεράδικα σινάφια, διατροφή.
    Σημαίνουν το προβλεπόμενο εκείνο γεύμα, που λαμβάνει χώρα μια στις τόσες και όπου ο εν διαίτη την καταστρατηγεί προκειμένου να μην κρασάρει ψυχολογικά και την εγκαταλείψει, τρώγοντας ό,τι απαγορευμένο ποθεί κολασμένα, σε ελεγχόμενη ποσότητα βεβαίως-βεβαίως.

  1. Kι εγώ στο save μου το 2015 είμαι, αλλά ρε φίλε ο Κυριάκος Παπαδόπουλος πολύ ΤΣΙΤ!!

  2. - Γιατί ρεε;;;; Εμένα o fierro με έχει κάνει πολύ δουλειά.
    - Κι εμένα ο Sanogo!!!!!!! Σεντερφοράρα!!!!!!!!
    - Εννοείται για αυτό έγραψα ότι είναι τσιτ.

  3. …Tο λεγόμενο τσιτοσούτ, που να δεις τα knuckle εν κινήσει που είναι επίσημα δεν είναι τσιτ, τις ακυρωμένες ντρίπλες που και αυτό θέλει να είσαι γρήγορος και να έχεις βάλει αυτόματη άμυνα, αλλά και το απίστευτο το τσιτοφουλ που η μπάλα λόγω glitch είχε προωθηθεί (στο online δεν γίνεται και στο offline θέλει άπειρη προσπάθεια) ...ρε σου λέω ξέρω τι παίζω γι αυτό είχα ξενερώσει το καλοκαίρι με το προ και το έβριζα, απλά δεν μπορώ να μου βρίζουν το προ και να λέμε το φίφα ότι δεν έχει προβλήματα ...εκεί σπάζομαι φέτος το φίφα πέρα από τα αρνητικά που γράφω (κυρίως για να τα προσέξετε οι fan) εμένα μου άρεσε αρκετά δλδ αν δεν ήταν τόσο φτιαγμένο το προ, φίφα θα έπαιρνα χαλαρά.
    …..
    ΥΓ3. Το τσιτοσούτ το 'ξέραν όλοι οι έλληνες. Οι ξένοι επειδή έπαιζα online μένανε βλάκες.

  4. Οι πλούσιοι και οι άρχοντες φορούσαν ακόμα ποτούρ από σαγιάκι (αμπάν) και τσόχα από το ίδιο ύφασμα, σκέπαζαν δε το κεφάλι τους με κουκούλα από δέρμα αρνιού και αργότερα φέσι, που το περιτύλιγαν με μαύρο τσίτι.
    Πολύ απλή ήταν και η φορεσιά των γυναικών αποτελείτο από ζουπούναν, τσόχαν , σπαλέρ και τσιτ.

  5. - Κατερίνα έχουν πει οι κοπέλες πως η σφολιάτα ανεξαρτήτως υλικών έχει 1 μονάδα τα 3 κομμάτια.
    - Με ποια λογική; Δεν κοιτάμε τα συστατικά για να μετρήσουμε μονάδες; Εγώ αυτές τις συνταγές με σφολιάτα τις βρίσκω κοροϊδία. Καλυτέρα φάε ένα κανονικό γλυκό και πες ότι έκανες ένα τσιτ μιλ, όχι να θεωρείς ότι είναι σωστό κομμάτι υγιεινής διατροφής. Γνώμη μου.

στο 14:12\' (από sstteffannoss, 19/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ουσιαστικού μπουρδέλο συν την κατάληξη -άζω, το ρήμα μπουρδελιάζω λαμβάνει τις εξής σημασίες:

  1. Την κυριολεκτική σημασία: Μπουρδελιάζω ίσον πηγαίνω μπουρδελότσαρκα, είτε αυτό σημαίνει ότι περνάω απ' έξω χαζεύοντας τα αξιοθέατα, είτε ότι εισέρχομαι εις τα ενδότερα των ιδρυμάτων αυτών δια την σύναψη γνωριμιών με τη βιβλική έννοια του όρου.

  2. Την μεταφορική σημασία, η οποία χωρίζεται στα εξής σκέλη:

α) Μπουρδελιάζω ίσον ρεμαλιάζω, με την έννοια του γλεντάω μέχρι τελικής πτώσεως και εξαντλήσεως (σωματικής ή / και οικονομικής), το ρίχνω στις κάθε είδους καταχρήσεις.

β) Χαλάω ή καταστρέφω κάτι, το κάνω πουτάνα ή μπουρδέλο, του γαμάω τη μάνα κλπ συναφείς εκφράσεις. Συνήθως χρησιμοποιείται αναφορικά με υλικά πράγματα (κτίρια, μηχανήματα, εξοπλισμός κλπ).

γ) Στον διαδικτυακό λόγο, μπουρδελιάζω ενίοτε σημαίνει ότι αναρτώ οφ-τόπικ μηνύματα και σχόλια με αποτέλεσμα να καταστρέφω τη ροή του νήματος και να εκτρέπω το λόγο. Χρησιμοποιείται δηλαδή ως συνώνυμο του τρολάρω και του σπαμάρω.

Συνώνυμο: ξεμπουρδελεύομαι, ξεμπουρδελιάζω.

  1. Το αγαπημένο μου είναι να μπουρδελιάζω Κυριακή πρωί είναι τόσο ήρεμα κ ήσυχα τα μπουρδέλα υπολειτουργούν οι κοπέλες είναι πιο χαλαρά κτλ. Ότι φάτσα συναντάς στο βαρδάρη ξέρεις για τι δουλεία έχει έρθει. (Από εδώ, ακατάλληλο κάτω των 18)

2α. Ξυπνάς. Και διψάς ..Νιώθεις το κεφάλι σου πιο βαρύ και από την Φρύνη Αρβανίτη , το κορμί σου σαν 80χρόνου που τον «γλέντησαν» ματατζήδες επειδή κατέβηκε σε πορεία για το συνταξιοδοτικό, ανάσα χαλυβουργική από τα τσιγάρα και τα ξίδια, στόμα που αντί για σάλιο έχει σιδηρόστοκο και το μόνο πράγμα που θες είναι μια λεκάνη με νερό να πετάξεις μέσα το αφυδατωμένο συκώτι σου.. καταφέρνεις να καθίσεις στο κρεβάτι και να ψελλίσεις ..
-..Μπουρδέλιασα.. (Από εδώ)

2β. ΑΝ λοιπόν τα φέρει η ζωή και ο Μπιτσαξής μείνει χωρίς δουλειά, μπορεί να στείλει το βιογραφικό του στη FIFA και να κάνει αίτηση πρόσληψης. Σαν ειδικός περί της βίας. Και για να πούμε και του στραβού το δίκιο, πολύ καλά έκανε και απαγόρευσε τις μετακινήσεις των οπαδών. Κι ας φωνάζει σήμερα ο Μαρινάκης κι αύριο ο Πατέρας. Πήγανε οι Παναθηναϊκοί στην Καβάλα, τα μπουρδελιάσανε. Πήγανε οι Ολυμπιακοί στις Σέρρες τα κάνανε μαντάρα. Στο επόμενο εκτός έδρας ματς λοιπόν δεν πάει κανείς. (Από εδώ)

2γ. Πωπω εντάξει το μπουρδελιάσαμε το τόπικ. Δυστυχώς. Απλά όταν ο dr. red φωνάζει «κοπρίτες, κοπρίτες» κτλ. για εργαζόμενους ανθρώπους διαβάζοντας τα πρωτοσέλιδα φυλλάδων σαν τον πρώτο θέμα που κάνουν ανακαλύψεις σαν την «κληρονομική τρομοκρατία», λογικό είναι να υπάρχουν αντιδράσεις. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

To αλαλάζουν με σαδιστική ικανοποίηση μπροστά σε μεσμερίζουσες οθόνες ορμονόπληκτοι και μετέφηβοι εξολοθρεύοντας με το τζόιστικ ανά χείρας εικονικούς τυπωμένους κακούργους που αραβοφέρνουν ή μεταναστοφέρνουν (ή μετανάστες που κακουργοφέρνουν), σαρκοβόρα τέρατα που ποτέ δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της καρέτα - καρέτα, ή και οχήματα παντός είδους, καταναλώνοντας τα γνωστά τοξικά πολιτιστικά προϊόντα της σήμερον με μόνο κέρδος τη ματαιόδοξη εγγραφή ενός ευφάνταστου νικάβαταρ σε λίστες φήμης.

Αλλά έχει ξεφύγει, όπως κι αρκετοί που το χρησιμοποιούν.
Τώρα παίζει, όλο και συχνότερα, και για δίποδα σαρκοβόρα, κάθε άλλο παρά εικονικά, μερικά εκ των οποίων αποφεύγουν να πολυκυκλοφορούν εκτός οθόνης, γιατί είναι αλλεργικά σε γαλακτοκομικά, μούντζες, κατάρες και σοδομισμό του ίματζ τους.

Ή έμμεση πλην σαφής καταγγελία του ανυπόφορα κιτσάτου θεάματος που δεν πείθει κανέναν για τις σωτήριες προθέσεις του, η ενσωματωμένη αγανάκτηση, η άτυπη υπόσχεση του επερχόμενου game – over, αλλά και η μυρωδιά από καναπέ, υπόσχονται ένα μέλλον που μπορεί και να είναι ανάλογα επικό.

Άσε που εμπεριέχει και κάτι από Alain Badiou ο οποίος, μάλλον, δεν έχει ιδέα από LoL.

1.
ΠΟΥΤΑΝΑΣ ΓΙΕ Π..Ε ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ,ΨΟΦΑ
(Από σχόλιο στο εδώ βιντεάκι).

2.
- Η Βουγιουκλάκη κατέστρεψε τη νοοτροπία της Ελληνίδας γυναίκας και το συνεχίζει το Sex and the City.
- Ελπίζω να μη βλέπεις.
-Γιατί εσύ βλέπεις;
- Φυσικά! - Και εγώ προσπαθώ να πετάω τα αρνητικά κύματα. Λέω ψόφα, ψόφα, ψόφα συνέχεια. Συνεχίζουν το καταστρεπτικό έργο της Αλίκης Βουγιουκλάκη.

3.
Έλα βρε ρουφιάνε ματατζή όπα όπα όπα όπα, ψόφα, ψόφα, ψόφα, ψόφα!!!
(Από σχόλιο στο εδώ βιντεάκι).

4.
Το νόημα της συγκεκριμένης λέξης, έτσι όπως τη χρησιμοποιεί η αμερικανική κυβέρνηση, εξακολουθεί να μου διαφεύγει. Απελπισμένος την κατατάσσω πλέον δίπλα στα άλλα μυστήρια του σύμπαντος. «Μπαμπά τι σημαίνει αυτοσυγκράτηση;». Ίσως τελικά αυτοσυγκράτηση σημαίνει να είναι υποκριτής και να υποκρίνεσαι ότι δεν είσαι. Αυτοσυγκράτηση σημαίνει να δολοφονείς καθημερινά με συνταγή γιατρού. Και ίσως εν κατακλείδι αυτοσυγκράτηση είναι ένας εύσχημος τρόπος για να πεις: Ψόφα επιτέλους! ψόφα, ψόφα, ψόφα.

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified