Selected tags

Η ετικέτα θα αντικατασταθεί από ετικέτες όπως ίντερνετ, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, τεχνολογία, μηχανές, κλπ.

Further tags

Οι παλαιότεροι ίσως θυμούνται την κιτσάτη διαφήμιση του πάλαι ποτέ Prisunic Μαρινόπουλος με «μασκότ» τον «Πιμί με την δραχμή».

Στην μετά-Carrefour εποχή πιμί αποκαλούνται τα προσωπικά μηνύματα που ανταλλάσσουν οι χρήστες του διαδικτύου.

Είμαι ο, είμαι ο, είμαι ο Πιμί!
ο Πιμί! ο Πιμί! ο Πιμί με την Δραχμή!
Ψωνίζω πάντα στην πιο καλή τιμή!
(Διαφήμιση Prisunic Μαρινόπουλος από 70s και 80s, από μνήμη)

« ... έχεις υπ 'όψη σου κάποιον σωστό μάστορα σε νορμάλ τιμή;
αν δεν θες να πεις δημόσια, στείλε πιμί...» (Από φόρουμ)

«...με κολακεύεις με την ενέργεια σου ολόκληρο thread για πάρτυ μου ... Άμα έχεις κρατήσει κάνα ss στείλε μου πιμί να το δω! Είσαι γλυκούλης! Τώρα μπορείς να πεις και στην κολλητή μου ότι την βλέπω 'διαφορετικά'»;;;;
(από φόρουμ)

Ο Πιμι με την Δραχμή (από Vrastaman, 19/03/09)Αν αγαπάτε την δραχμή σας! (από Vrastaman, 20/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βιβλίο εκπαίδευσης του κάθε θνητού ημίθεου και θεού που κυκλοφόρησε στη γη. Η διαφορά του με το paybook είναι ότι δεν είναι απόρρητο.

Σύμφωνα με τις γραφές, θα έρθει κάποια στιγμή να πληρωθούμε ανάλογα με αυτό που γράφει τo πέιμπουκ μας. Λέγεται μάλιστα ότι ο κλειδοκράτορας των πυλών του παραδείσου έχει αντίγραφα απ' όλους και του τα έχει εμπιστευθεί ο παντοδύναμος, δίνοντάς του μάλιστα και την εξουσία να έχει και τον πρώτο λόγο για το ποια πόρτα θα σε αφήσει να διαβείς. Δεν γνωρίζω εάν ο κλειδοκράτορας έχει κάνει κονέ με τύπους Ευφραίμ και μπορείς να επηρεάσεις την κρίση του λαδώνοντάς τον με τενεκέ από το χωριό ή με κάνα φακελάκι, και αν ισχύει και εδώ το αν έχεις δόντι ή μαχαίρι. Οι Ιταλοί απ' ο,τι φαίνεται πρέπει να έχουν πολύ καλές σχέσεις, γιατί του έχουν φτιάξει καλό μέγαρο και το εκμεταλλεύονται δεόντως. Τό 'να χέρι νίβει τ' άλλο...

Το πέιμπουκ των θεών αφορά πιο πολύ σε ζητήματα σεξουαλικής εκπαίδευσης και λιγότερο σε άλλες εκπαιδεύσεις. Η Λίλιαν και η παρέα της φροντίζουν πάντα να εμπλουτίζουν τις σελίδες του πέιμπουκ του εκάστοτε μαθητευομένου ώστε αυτοί να μπορούν να δώσουν ποικιλία και χαρά στα σκέλια των παρθένων και άβγαλτων που με τη σειρά τους αυτοί θα μεταδώσουν τις γνώσεις σε άλλους. Η παρέα της Λίλιαν φροντίζει ακόμη να γίνεται γνωστό το περιεχόμενο του πέιμπουκ.

  1. Ήταν 3 φίλες οι οποίες πέθαναν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα. Φτάνουν στις πύλες του Παραδείσου και ο Άγιος Πέτρος ρωτάει την πρώτη:
    - Πόσες φορές έχεις απατήσει τον άντρα σου;
    - Μια-δυο.
    - Βάλτε τη στο ασημένιο δωμάτιο.
    Ρωτάει τη δεύτερη:
    - Εσύ πόσες φορές έχεις απατήσει τον άντρα σου;
    - Καμία.
    - Εύγε. Βάλτε τη στο χρυσό δωμάτιο.
    Ρωτάει και την τρίτη:
    - Εσύ πόσες φορές έχεις απατήσει τον άντρα σου;
    - Α! Εγώ όσες φορές μου ζητήθηκε, το έκανα.
    - Αυτή βάλτε τη στο δικό μου δωμάτιο.

  2. Στην πόρτα του Παράδεισου, ο κλειδοκράτορας Άγιος Πέτρος ρωτάει έναν που, φουριόζος, πάει να μπει μέσα:
    - Εσύ τι είσαι;
    - Γιατρός!
    - Εντάξει! Για τους προμηθευτές μας, η είσοδος είναι ελεύθερη!

(από vip, 21/03/09)(από vip, 21/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόπειρα μετακένωσης στην ελληνική σλανγκ του αγγλικού όρου flashmobbing.

Flashmobbing είναι μια μορφή κινητοποίησης πολιτικής, ακτιβιστικής, απλά χαβαλεδιάρικης ή και πειραματικής, η οποία χρησιμοποιεί νέες τεχνολογίες, όπως ιστιοσελίδες και βλόγια στα διαδίχτυα, καθώς και κινητούμπες με εσεμεσιάσεις, προκειμένου να συντονιστεί ταχύτατα ένα μεγάλο πλήθος διαδηλωτών για να μαζευτεί σε ορισμένο μέρος, (συχνά έναν εμπορικό τόπο, λ.χ. εμπορικό κέντρο ή κάποιο άλλο πιασάρικο μέρος) και να επιδοθεί σε μία φαινομενικώς ανόητη τιραμισουρεαλιστική πράξη, η οποία όμως κρύβει κάποια βαθύτερη πολιτική σημειολογία.

Ο όρος μαρτυρείται από το 2003 και η Βικούλα καταγράφει στον σύνδεσμο παραπάνω πολλές από τις μπαχαλοφλασιές που έχουν λάβει χώρα από τότε. Η ειδοποιός διαφορά της μπαχαλοφλασιάς από οποιαδήποτε άλλη διαδήλωση είναι η ιλιγγιώδης ταχύτητα με την οποία μπορεί να μαζευτούν τώρα οι μπαχαλάκηδες και το γεγονός ότι μπορεί να μαζευτούν ταυτόχρονα και σε διαφορετικές γωνίες του πλανήτη. Αυτό δίνει μια παραπάνω ευχέρεια στο να γίνεται διαδηλωτικός χαβαλές, που δεν θα ήταν δυνατό με τις παλαιές μεθόδους.

Η ελληνική μετάφραση του όρου που προέκρινα, κάνει χρήση των εξαιρετικά σλανγκικώς φορτισμένων όρων μπαχαλάκιας και φλασιά. Σημαίνει δηλαδή ότι έρχεται φλασιά σε έναν μπαχαλάκια να αντιδράσει και ταχύτατα μπορεί να συσπειρώσει όλους τους συμπαχαλάκηδες παγκοσμίως. Ορισμένες, πάντως, από τις μπαχαλοφλασιές ενδέχεται να οργανώνονται και από φορείς που θέλουν να τεστάρουν τις δυνατότητες του Διαδικτύου σε πραγματικές συνθήκες.

Σχετικό φαινόμενο είναι και ο χακτιβισμός (hacktivism < hacker & activism), όπου μπαχακερόνια (=χακερόνια μπαχαλάκηδες) χρησιμοποιούν υψηλή τεχνολογία ηλεκτρονικών υπολογιστών για να πραγματοποιήσουν online διαμαρτυρίες, να κάνουν απείθεια σε κανόνες του κυβερνοχώρου, και να πετύχουν να διακόψουν την ροή πληροφορίας επεμβαίνοντας εσκεμμένα στα δίκτυα του παγκόσμιου κεφαλαίου.

Στις 22 Μαρτίου 2008 ανακηρύχτηκε η Παγκόσμια Μέρα Μαξιλαρομαχίας. Οργανώθηκε μπαχαλοφλασιά σε 25 πόλεις σ' όλον τον κόσμο και οι μπαχαλάκηδες έκαναν κολοσσιαίες μαξιλαρομαχίες μεταξύ τους και με τους περαστικούς.Σύμφωνα με την Wall Street Journal, περίπου 5.000 μπαχαλοφλασάκηδες συμμετείχαν στη Νέα Υόρκη. Η μπαχαλοφλασία χρησιμοποίησε τα εξής μέσα: Facebook, Myspace, blogs, public forums, ιστοσελίδες, text messaging, email. Οι πόλεις που διεξήχθη η μπαχαλοφλασιά ήταν οι εξής: Basel, Beirut, Boston, Budapest, Chicago, Copenhagen, Dublin, Houston, Innsbruck, London, Los Angeles, Melbourne, Monterrey, New York City, Paris, Pécs, Shanghai, San Francisco, Stockholm, Sydney, Vancouver, Washington, D.C., Ζurich.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος κυβερνητική αποτελεί αντιδάνειο από το αγγλικό Cybernetics, που προέρχεται από την ελληνική λέξη κυβερνήτης= πηδαλιούχος, οιακιστής, κυβερνήτης, πιλότος. Η κυβερνητική είναι η θεωρία για τον έλεγχο και την επικοινωνία της κανονιστικής ανατροφοδότησης (feedback, σλανγκιστί= πισωτάισμα) σε ένα σύστημα βιολογικό, κοινωνιοτεχνολογικό ή κοινωνικό. Αν και η κυβερνητική αρχίζει περίπου στην εποχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι οι νέες τεχνολογίες, όπως το Διαδίκτυο, που έχουν απογειώσει την κυβερνητική και έχουν δημιουργήσει ένα είδος σχετικής κουλτούρας, την cyberculture, σλανγκιστί κυβερνοκουλτούρα.

Για να περιγραφούν τα νέα ιδιάζοντα φαινόμενα της κυβερνοκουλτούρας του Διαδικτύου έχουν χαλκευθεί στα αγγλικά πολλές λεξιπλασίες, τις οποίες θα επιχειρήσω να μεταφράσω στα ελληνικά σε σε δεύτερη παγκόσμια αποκλειστική μετάδοση. Εννοείται ότι πολλά χάνονται στην μετάφραση και είναι υποκείμενα βελτιώσεων, αν και επίσης πολλά είναι αντιδάνεια απ' την ελληνική. Πηγή μου για τους ορισμούς των αγγλικών όρων είναι το βιβλίο: BELL, David, Cyberculture Theorists. Routledge: London, 2007. Το χαρακτηριστικό πολλών από αυτές τις λεξιπλασίες είναι ότι αποδομούν τα διπολικά σχήματα του παρελθόντος με το να συμφύρουν πρώην αντιθετικές έννοιες στην ίδια λέξη. Λοιπόν:

- παντοπικοποίηση, η / glocalization (<globalization & localization): Το γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση έχει φέρει ταυτόχρονα μια έξαρση της τοπικότητας.

- παιδιασκέδαση, η / edutainment (<education & entertainment): To γεγονός ότι στο Ίντερνετ είναι συνυφασμένες η εκπαίδευση και η διασκέδαση, όπως λ.χ. στην Βικούλα ή στο slang.edu.

- παραγαναλωτής, ο / prosumer (<producer & consumer): Το γεγονός ότι ο «καταναλωτής» του Διαδικτύου είναι ταυτοχρόνως και παραγωγός μέσω ποικίλων μορφών διάδρασης, όπως τα βλόγια.

- πληροφοριφήμιση, η / infomercials (<information & commercials): Το γεγονός ότι συμφύρεται τι είναι εμπορική διαφήμιση και τι πληροφορία. Και για την απλή πληροφορία δίνεται μάχη, όπως για την ιδιοτελή διαφήμιση.

- τεχνοσταλγία, η / technostalgy (<technology & nostalgy): Η καλλιέργεια μέσω της τεχνολογίας μιας παράδοξης νοσταλγίας του μέλλοντος, μιας νοσταλγίας για ρομαντικές φουτουριστικές ουτοπίες, που ξέρουμε ότι δεν είναι ακριβώς έτσι που θα εξελιχθούν τα πράγματα. Ή, αντιστρόφως, το να νοσταλγούμε προβολές από το παρελθόν στο μέλλον, οι οποίες έχουν (εν μέρει ή ολικώς) διαψευστεί, λ.χ. να βλέπουμε νοσταλγικά την ταινία «2001» του Kubrick.

- τεχνουάρ, ο / τεχμελανός, ο / μελάντεχνος, ο / technoir (<technology & noir) Κάποιος που κάνει δυσοίωνες και καταστροφολογικές προβλέψεις για τις επιπτώσεις της τεχνολογίας στο μέλλον της ανθρωπότητας. Ή, μπορεί να είναι και ένα ολόκληρο genre ταινιών ωσεί θρίλερ με θέμα έναν εφιαλτικό φουτουρισμό, λ.χ. το Gattaca, που ονομάζονται έτσι κατά το film noir.

- δυστοπία, η / dystopia: Το αντίθετο της παραδεισιακής ουτοπίας. Μια τεχνουάρ κινδυνολογία για μελοντικές κολάσεις λόγω της τεχνολογίας.

- Χιμερική, η / Chimerica Από τα χίμαιρα και China και America: Η τελείως χιμαιρική αλληλεξάρτηση Κίνας και Η.Π.Α. στο πλαίσιο της τωρινής παγκοσμιοποίησης, από την οποία βολεύονται με τον τρόπο τους και οι δύο προς το παρόν, αλλά κάποτε μπορεί να σκάσει πως αποτελεί μια χίμαιρα, που δεν μπορεί να κρατά επ' αόριστον, και να τρέχουμε.

- κυβερνοπάνκ, ο / cyberpunk : Μεταξύ άλλων ένα genre ταινιών και βιβλίων, όπως το Blade Runner του Ridley Scott. Βλ. και την Βικούλα.

- Άλλοι όροι με α' συνθετικό το -cyber είναι τα: cyberspace, cyberprep, cybersex, cybercity, cyberpolicy, cyberfeminism, cyberpsychology, cyberquake, cyberlife, για τα οποία οι μεταφράσεις είναι εύκολες, όπως το ήδη σλανγκογραφηθέν κυβερνογαμήσι. Σημειωτέον, ότι οι όροι αυτοί μπορούν να σλανγκιστούν έτι περαιτέρω με το να συσχετιστούν με την ξεφτίλα της κυβέρνησης. Λ.χ. οι όροι κυβερνοκουλτούρα και κυβερνογαμήσι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για φαινόμενα Ζαχόπουλου.

- Επίσης, ο όρος navigating = πλοηγούμαι-πλοηγώ, θεωρείται πασέ, και πιο προχώ θεωρούνται οι όροι cycling through και windowing, που περιγράφουν το να τρέχεις πολλά παράθυρα ταυτόχρονα και να τα διασχίζεις και δουλεύεις όλα μαζί, ιδίως αν μπορείς να τα έχεις όλα παράλληλα σε μια οθόνη, όπως κάνουν ιδιαίτερα οι μακάκιες. Οι όροι θα μπορούσαν να αποδοθούν ως: Διακυκλίζω και διαπαραθυρίζομαι. Οπότε και το ρήμα εκπαραθυρώνομαι μπορεί να σλανγκιστεί αναλόγως.

Υπάρχουν και πολλοί άλλοι όροι, αλλά τέσπα, αρκετή οθονιά για σήμερα...

Από ένα κυβερνοκουλτούρα να φύγουμε άρθρο του in.gr.

Η κυβερνοκουλτούρα δεν είναι απλώς μια τάση ούτε ένα κίνημα, όπως απαίδευτα διαμηνύεται συχνά. Είναι η πολιτιστική μεταβολή της πραγματικότητας των ανθρώπων, οι οποίοι δέχονται ή παρασύρονται να δεχτούν την τεχνολογία ως ένα ακόμα στάδιο εξέλιξης.

Οι πολίτες του Διαδικτύου αποδεικνύονται δημιουργοί και εφευρέτες εφόσον κάθε αποτελεσματική χρησιμοποίηση μιας γνώσης αποτελεί αυτοφυώς μια ευρετική, μια δημιουργία. Στο Διαδίκτυο αναιρείται ο επίσημος κώδικας αναγνώρισης των γνώσεων ενώ οι πολίτες του μεταφέρουν και δυνητικά κυοφορούν μια γνώση της οποίας η διάδοση δεν την ευτελίζει και η ιδιοποίησή της δεν την καταστρέφει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πατάω ένα κουμπί στο ποντίκι του υπολογιστή μου. Μιμητικό, εκ του ήχου κλικ.

Γνωστό και ως ποντικιάζω ή, σε περίπτωση διπλού κλικαρίσματος, διπλοποντικιάζω.

  1. - Θα κλικάρω με το ποντικάκι μου και θα σε καταδώσω |…—…|
    (από εδώ)

  2. - Όταν κλικάρω σε ένα λινκ δε μου ζητάει λεφτά ή τίποτα... Με ρωτάει αμέσως αν θέλω να κατεβάσω το .wmv αρχείο.
    (από εδώ)

να εδώ, στην κλικορίδα! (από BuBis, 30/09/09)(από jesus, 28/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυματοδρομώ ή πλοηγούμαι στο διαδίκτυο, χωρίς απαραιτήτως να ψάχνω για κάτι το συγκεκριμένο.

Εκ του αγγλικού surfing, αβέβαιης ετυμολογίας.

  1. - Σερφάρω στο internet με ασφάλεια! Κάνεις surfing στην θάλασσα χωρίς να ξέρεις τους κανόνες ή χωρίς να ξέρεις κολύμπι; Το ίδιο ισχύει και για το internet. Δεν μπορείς να ξεκινήσεις να σερφάρεις χωρίς να ξέρεις τους κανόνες!
    (από εδώ)

  2. - Mπορώ να σερφάρω μεσω τις τοστιέρας μου στο Internet;
    (από εδώ)

Ώρα για σερφ! (από Vrastaman, 31/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Γόογλε ή γούγλε: το google.

Ρήμα: γουγλάρω/-εις/-ει/-ουμε/-ετε/-ουν.

  1. Πάτησα γόογλε διότι νόμιζα πως ήταν στα αγγλικά και με έβγαλε στο google!!!

  2. Γούγλαρέ το. (ψάχτο στο γούγλε... erm... hi hi hi, google!!!)

Google Search (από panos1962, 05/11/09)

Δες επίσης γκουγκλάρω, γούγλε γούγλε

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ρίζα είναι: zip = διαδικασία κωδικοποίησης δεδομένων + -άρω, -άρισμα, κ.λπ., που χρησιμοποιούνται ως κατάληξη για να δημιουργήσουν ένα ελληνικοποιημένο ρήμα, ή οποιοδήποτε άλλο μέρος του λόγου, ανάλογα με την περίπτωση.

Συνήθως υποδηλώνει τη διαδικασία πακεταρίσματος πολλών διαφορετικών αρχείων σε ένα αρχείο, με την συγκεκριμένη μορφοποίηση δεδομένων zip.

Ζίπαρέ τα ρε Θανάση και στείλ' τα επιτέλους... Θα χρονίσουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράλλαξη της έκφρασης «χέσε μέσα» για να χαρακτηρίσει το γραπτό μήνυμα κινητού τηλεφώνου (sms) που το περιεχόμενό του δεν μας είναι ευχάριστο.

- Η γκόμενα με έχει πρήξει με τα χεσεμές απο το πρωί!...

Το χεσεμες της χρονιάς (από GATZMAN, 27/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όταν αναφέρουμε τον όρο, αναφερόμαστε σε κάποιον που κατά τη γενική εκτίμηση ενός κοινωνικού συνόλου ανταποκρίνεται πως πληροί στο έπακρο τις προδιαγραφές του προτύπου βλακείας.

Όσο πιο ευρύ και αντιπροσωπευτικό είναι το σύνολο κι όσο πιο τεκμηριωμένες είναι οι γνώμες αναφορικά με την επιλογή του πρότυπου βλάκα, τόσο πιο αξιόπιστο θα είναι τα αποτέλεσμα της επιλογής.

Αυτός θα είναι κάποιος, του οποίου το όνομα θα μπορούσε άνετα να εισαχθεί ως λήμμα σε λεξικό. Λήμμα που θα έχει την έννοια του πρότυπου βλάκα.

Αυτό δεν είναι μια θεωρητική υπόθεση. Έχει συμβεί σε διάφορα άλλα θέματα. Π.χ.: όταν θέλουμε να αποκαλέσουμε κάποιον πολύ χοντρό, μπορούμε να τον αποκαλέσουμε τόφαλο, (εκ του Δημήτρη Τόφαλου).

Στην περίπτωση μας, αναφερόμαστε σε μια βλάκ άουτ περσόνα άνευ προηγουμένου. Κι όπως ένας χωριάτης θέλει δυο φορές χωριάτηγια να 'ρθει στα ίσα του, αντιστοίχως κι ένας βλάκας θα νικηθεί από έναν που είναι δυο φορές βλάκας. Άρα ψάχνουμε τον πρωταθλητή της λίστας των ηλιθίων. Τον πλέον ανίκητο βλάκα.

Αυτός ο πρότυπος βλάκας, ο εντελώς βλάκας δηλαδή, θα είναι κάποιος που είναι:
ο άνθρωπος εγκεφαλογράφημα ευθεία, ο πιο ζωντανός ζύθος, αυτός με το πιο ακατοίκητο ρετιρέ, το απόλυτο βλάκατρον, ο βλάκας με... πατέντα, ο βλάκας με... λοφίο και την... περικεφαλαία, ο άρχοντας των μαργαριταριών, ο πλανητάρχης της βλακείας (άρα ο Μπους θα μπορούσε να θεωρηθεί και διπλός πλανητάρχης).

Θα μπορούσε :

α) Το όνομα του πρότυπου βλάκα ή βλάκα αναφοράς (π.χ.: Μπους) να αποτελεί, μονάδα μέτρησης βλακείας. (π.χ.: 1 Βush).

β) Σε υποτιθέμενο όργανο μέτρησης βλακείας, η αποτιμώμενη τιμή της βλακείας κάποιου βλάκα, να αποτιμηθεί, συγκριτικά με την επίδοση του πρότυπου βλάκα (maximum τιμή του οργάνου, π.χ.: 1 Βush).

Για την περίπτωση αυτή, βλ. παρ. 1.

  1. Θα μπορούσαμε εμφατικά να αναφερθούμε σε κάποιον:

α) Πολύ κουτό, με φάτσα - έκφραση - διάνοια που φωνάζει από μίλια... μακρυά πως είναι το... κουτόχορτο, το... βλήτο. (βλ. παρ. 2).

β) Που δεν είναι κουτός, αλλά που ωστόσο έκανε τη... βλακεία. Τον αποκαλούμε έτσι, με στόχο να τον κοροϊδέψουμε, να τον ειρωνευτούμε, αλλά και να εκτονωθούμε (βλ. παρ. 3).

Κλείνοντας, αποτείνω τις ευχαριστίες μου στον άψογο acg.

  1. - Ο Μπους είναι το απόλυτο βλακόμετρο.
  1. - Κοίτα τι κάνει ρε μαλάκα το βλακόμετρο; Βρέχει καταρρακτωδώς κι ο παπάρας ποτίζει τον κήπο.
    - Μια ζωή βλάκας αυτό το παιδί.
  1. - Μόλις φάγαμε, πήγε ο Νώντας κι έκανε βουτιά στη θάλασσα. Παραλίγο να φουντάρειο πούστης. Μιλάμε για το... βλακόμετρο. Τίποτα άλλο δε λέω.
    - Καλά δεν το πιστεύω. Αυτός είναι πανέξυπνος.
    - Τι να πω;... Λέει πως του την καύλωσε ξαφνικά να ρίξει βουτιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified