Ο ερασιτέχνης κατασκευαστής ή χειριστής πομπού-δέκτη ραδιοφωνικού, τηλεοπτικού ή άλλου σήματος (WiFi/HF/VHF/UHF). Η λέξη προκύπτει απ' το ότι η εγκατάσταση του σχετικού εξοπλισμού, για ευνόητους τεχνικούς λόγους, γίνεται συνήθως σε ταράτσες.

Ο όρος ακουγόταν ήδη τη δεκαετία του Εβδομήντα με τη σημασία «ραδιοπειρατής» –γίνεται μάλιστα ακόμα λόγος για τη θρυλική φιγούρα του Σάκη του Ταρατσόβιου, που έδρασε στα τέλη της δεκαετίας του Εβδομήντα στην Πετρούπολη της Αθήνας.

Σήμερα, με αναπτυγμένη νομοθεσία γύρω από γουάι-φάι και γιου-έιτς-εφ, πρόκειται για νεολογισμό που είτε χρησιμοποιείται χαϊδευτικά ως αυτοπροσδιορισμός, είτε απαξιωτικά από ανθρώπους εκτός χώρου (η συνηθισμένη δισημία των αυτοπροσδιορισμών στην αργκό). Μάλιστα, έχει εδραιωθεί αρκετά στο χώρο ώστε να έχει ευνοήσει και άλλους σχηματισμούς - παράγωγα του ταράτσα, με ανάλογες σημασίες, όπως ταρατσοπισί και ταρατσάδα.

Δες και -όβιος.

  1. Χαζορομαντικό, αλλα το επαναλαμβάνω: Εγινα μέλος της κοινότητας για να ξαναγίνω ταρατσόβιος μετά από πολλά...πολλά χρόνια. Γιατί μου αρέσει (και για τους περισσότερους από εμάς, πιστεύω..) ο αέρας του ερασιτεχνισμού. Πιστεύω οτι η νοοτροπία «με το κλειδί στο χέρι» στερεί πολλά από αυτή τη χαρά. Ακόμα νοσταλγώ την εποχή που φτιάχναμε κυκλώματα με πύλες TTL αντί να χρησιμοποιούμε μαύρα κουτιά εταιρειών. (από εδώ)

  2. Ο δέκτης εγκαταστάθηκε στο γραφείο του ιδιοκτήτη του με κεραία ένα καλώδιο μήκους περίπου 12 μέτρων πάνω στα κεραμίδια (ο ξάδερφός μου είναι... ταρατσόβιος σαν και εμένα) και γείωση στο σωλήνα του καλοριφέρ. Η λήψη είναι πολύ καλή, με ελάχιστο βόμβο στο μεγάφωνο λόγω απλής ανόρθωσης. Με ένα εξωτερικό μεγάφωνο ο ήχος βελτιώνεται πολύ διότι η θέση του εσωτερικού μεγαφώνου καθώς και το μεταλλικό σασί δεν ευνοούν την απόκριση συχνότητας (σχηματίζουν κακό αντηχείο). Έγινε λήψη μεσαίων και βραχέων κυμάτων χωρίς θορύβους και προβλήματα και στα βραχέα η σταθερότητα συχνότητας ήταν πολύ καλή (ακούσαμε την Αυστριακή Ραδιοφωνία στους 13,9MHz περίπου χωρίς να ολισθαίνει ο δέκτης. Άντε και καλές ακροάσεις... (από εδώ)

  3. Αλήθεια εσύ γιατί βγάζεις άδεια και δεν παραμένεις «ταρατσόβιος» όπως μας διατυμπανίζεις πιο πάνω. Προφανώς δεν είσε ο ατρόμητος πειρα(ματισ)της που αναφέρεις πιο πάνω αλλα τρέμεις στην ιδέα να σου εμφανιστεί κανα βανάκι της ΕΕΤΤ. (από φόρουμ)

  4. ΑΝΤΙ ΝΑ ΚΥΝΗΓΑΤΕ ΤΟΥΣ ΣΤΑΘΜΟΥΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΝΑ ΚΥΝΗΓΗΣΕΤΕ ΤΟΥΣ ΤΑΡΑΤΣΟΒΙΟΥΣ. (από εδώ)

~~~

  1. Σ.ς.: Ακολουθεί αναπόληση-μακρινάρι, σωσμένη απ' το Σχέσεις τζι άρ (έχει σβηστεί για κάποιο λόγο), που παρότι βγάζει μάτια δέ μου πήγε η καρδιά να την πετάξω.

Αλλα το προβλημα δεν ηταν το πώς και με τι υλικα θα στηθει ο «σταθμος» αλλα που θα στηθει και από που θα εκπεμπει.
Τοτε οι «σταθμοι» εξεπεμπαν στα μεσαια από τους 1150 εως 1400 ΚΗΖ.
Ηταν μεγαλη επιτυχια να κατεβεις παρακατω εκτος πια αν εβγαζες εκει καποια «αρμονικη».
Η εμβελεια ηταν καπου 4-5 χιλιομετρα στην καλυτερη περιπτωση.
Μετρηση με τρανζιστορακι και ποληλατο μπακαλιστικο και δρομο.
Και δωστου ορθοπεταλια να δουμε «μεχρι που βγαιναμε».
Και βεβαια αυτό που μας ενοιαζε ηταν να ακουγομαστε μεχρι το σπιτι του «αισθηματος»!
Χρειαζοταν και μεγαλη κεραια καπου 25-30 μετρα χαλκινο συρμα που απλωνοταν από ταρατσα σε ταρατσα και ηταν σκετο καρφωμα.
Εχουν καταγραφει ηρωϊκες εκπομπες από ταρατσες,πλυσταρια, εγκαταλελειμμενα κοτετσια και σε ζορικες μερες από παταρι τουαλεττας και να διψαμε κατακαλοκαιρο και με ολη τη ζεστη που εξεπεμπαν τα «μηχανηματα» και να πινουμε νερο από το καζανακι.
Και η μανα του Γιωργου να φωναζει –«Βγητε οξω βρεεε!Θα σκασετε σαν τσι ποντικοι».
Και στο «ντου» της ασφαλειας να βαζουμε εξαφανιζολ ο σωζων εαυτον σωθητω γιατι ειχε εισαγγελεα ανηλικων και δικαστηριο και μετα κάθε βδομαδα ή κάθε 15 μερες «παρων» στην κοινωνικη λειτουργο για κατηχηση και «φυλλο ποιοτητας».
Και δε μας ενοιαζε τοσο για τον «σταθμο» και το πικαπ που ετρωγαν κατασχεση οσο για τους δισκους που τοτε ηταν εκτος από πανακριβοι οι «ξενοι» ηταν και δυσευρετοι.
Μετα από 30 χρονια ακομα κλαιμε σπανια κομματια που κατασχεθηκαν σαν «πειστηρια του εγκληματος» και καταστραφηκαν ή τα βουτηξαν οι ασφαλιτες και τα πουλησαν στο Μοναστηρακι.
Ηταν γνωστο ότι επιαναν ολοκληρη δισκοθηκη μπορει και 60 -70 δισκους και παρουσιαζαν καμμια 10ρια στο δικαστηριο.Βρεθηκαν πολλοι κατασχεμενοι δισκοι να πουλιουνται στα παλιατζιδικα.
Καποιοι θαραλλεοι εδιναν και τηλεφωνο «για παρατηρησεις και αφιερωσεις» αλλα ηταν καρμανιολα!(Τι τραβαγε ο κοσμος τοτε για να βγαλει κανενα γκομενακι….)
Υπηρξαν ραδιοπειρατες με σταθμους που εγιναν θρυλοι.
Ο «Σακης ο ταρατσοβιος» ,ο «Τζερωνυμο»,το «Χρυσο αστερι» κ.α.
Μεγαλη πλακα ειχε ο πειρατικος του Λεωνιδα που διαφημιζε τις «ψησταριες ο Λεωνιδας» και αντι για μουσικη εβαζε Καραγκιοζη για αρκετη ωρα!
Τα ομορφοτερα ξενα κομματια αμεσως μολις κυκλοφορουσαν τα ακουγαμε από τον σταθμο της Αμερικανικης Βασης που λειτουργουσε όμως νομιμα.
Υπηρχαν και δισκογραφικες εταιρειες της πλακας που προσπαθουσαν να αναδειξουν κανενα ταλεντο-ψαρι και εστηναν ένα σταθμο και μας γανωναν μερα νυχτα το κεφαλι με τις τσιριδες του «καλλιτεχνη» και πραγμα παραξενο δεν τους μαγκωνε ποτε το ραδιογωνιομετρο αυτους να ησυχασουμε κι εμεις .
Εκεινη την εποχη ακουγοταν τα παντα .Απο καψουροτραγουδα και ροκιες μεχρι λουμπεν του στυλ «Την μπετονιερα μην κατηγορας αυτή σου δινει για να φας»!
Καποιες στιγμες σαν φαντασμα στις μπαντες εμφανιζοταν κι ενας ανωνυμος πειρατικος που επαιζε τραγουδια απαγορευμενα τοτε (Θεοδωρακη κλπ) για 15-20 λεπτα και χανοταν μετα για να εμφανιστει μετα από 2-3 μερες σε άλλη συχνοτητα για κανενα 20λεπτο παλι Κανεις ποτε δεν εμαθε ποιος ηταν παρ ολο το κυνηγητο που ειχε εξαπολυσει η ασφαλεια.
Επισης στους «πειρατικους» σταθμους συμπεριλαμβανεται και ο σταθμος του Πολυτεχνειου που στηθηκε αμεσως σχεδον μετα την καταληψη και σιγησε την ωρα της εισβολης .
Νοσταλγικα χρονια με μουσικη…..πολυ μουσικη από ανθρωπους με μερακι και παθος για επικοινωνια. Αλησμονητα…

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παππουδο-μπαμπαδισμός που σημαίνει ξεκουράζομαι και αποκτώ εφεδρείες προκειμένου να ανταποκριθώ σε αυξημένες απαιτήσεις στο μέλλον, σαν μια άδεια μπαταρία που έχει πλέον φορτίσει.

Στην σεξοσλάνγκ- αρχιδοσλάνγκ (που προωθείται τελευταία), με μπαταρίες παρομοιάζονται οι όρχεις, οπότε το άδειασμα των μπαταριών είναι η εκσπερμάτιση, ενώ το γέμισμα των μπαταριών επισυμβαίνει στο διάστημα από την μία εκσπερμάτιση στην άλλη.

Πάσα: Στέφανος, Γκάτζμαν.

  1. - Κι έτσι πήγαμε μια βδομάδα στην Λούτσα και γεμίσαμε μπαταρίες.
    - Σώθηκες!...

  2. Στην ηλικία που είμαι θέλω χρόνο για να γεμίσω μπαταρίες και μου είναι δυστυχώς δύσκολο να ρίξω δεύτερο μπαλάκι.

Προσοχή, κατά την φόρτιση απομακρύνατε τους εξυπνάκηδες. (από patsis, 12/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το κρεβάτι > το γαμήσι > το βρακί/μουνί της εν λόγω γκόμενας.

  2. Όταν ακόμη δεν κυκλοφορούσαν εκτυπωτές ink-jet ή laser και οι μόνοι διαθέσιμοι ήταν οι θορυβώδεις κρουστικοί με τη μελανοταινία, το χαρτί για εκτυπώσεις ήταν σελίδες κολλημένες η μια με την άλλη. Όταν λοιπόν κάποιος τύπωνε μεγάλο κείμενο ή πρόγραμμα, η ατελείωτη σειρά από κόλλες εκτύπωσης αποκαλούνταν σεντόνι. Ακούγονταν τα: «Πάλι την Πειραϊκή-Πατραϊκή τυπώνει/ράβει /κεντάει;» Πιστεύω πως, αν και προέρχεται από τον ορισμό που δίνει η ironick (που αφορά στον έντυπο τύπο), είναι ακόμη πιο πετυχημένος τουλάχιστον οπτικά.

  3. Το τεράστιο κυκλικό πανό που εικονίζει μια ποδοσφαιρική μπάλα και έχει φτάσει να είναι συνώνυμο του Champions League. Έτσι προκύπτουν τα:

  • Ώρα για σεντόνι = Άντε ν' αρχίσει το/Ώρα για Chamnions League
  • Ο Γκέκας βλέπει σεντόνι = Η ομάδα του θα προκριθεί κι αυτός θα παίξει στο Champions League
  • Κουνώ το σεντόνι = Συμμετέχω στο Champions League
  1. - Μεγάλε, έχουμε να σε δούμε από τότε που σε τύλιξε στα σεντόνια της ή μου φαίνεται;
    - Εμ της Πόπης σέρνει καράβι. Ο Κώτσος θα γλίτωνε;

  2. - Ξέρεις πόσα δέντρα σφάζεις με τα σεντόνια σου κάθε μέρα;
    - Άσε που μας παίρνεις και τ' αυτιά.
    - Σόργια! Δε γίνεται αλλιώς και το ξέρετε. Γι' αυτό μόκο!!

  3. - Σεντόνι έεε; Ναααα!!
    - Σκάσε ρε μαλάκα και θα σε γαμήσουν δίχως σάλιο!!

το σεντόνι στο γήπεδο την ώρα που το κουνάνε (από sstteffannoss, 09/11/10)το σεντόνι στο γήπεδο την ώρα που το κουνάνε (από sstteffannoss, 09/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το air-condition, λόγω περαιτέρω ολίσθησης του σλανγκοσημαίνοντος αρκουδίσιον. Ίσως και λόγω του ότι εν μέσω καύσωνος ευελπιστούμε να βρεθούμε σε περιβάλλον με πολικές, και, -γιατί όχι;-, με βολικές αρκούδες.

Επίσης, το ψέμα, η αρκουδιά, βλ. και αρκούδες.

Και τρίτη αρκούδα αναγκάστηκα να πάρω, μία για την κρεβατοκάμαρα, μία για το σαλόνι, και μία για την κουζίνα να μαγειρεύει η Σούλα, γαμώ την τρύπα του όζοντος, γαμώ!

.. (από MXΣ, 18/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φούσκα που βλέπουμε στα κόμιξ πάνω από τον χαρακτήρα που μιλάει, μέσα στην οποία καταγράφονται τα λόγια ή οι σκέψεις αυτού. Συννεφάκι σκάει και στους υπολογιστές, όταν το σύστημα σε ειδοποιεί για κάτι που μόλις έγινε, ή που πρέπει να γίνει κλπ.

Λέγεται συννεφάκι γιατί είναι λευκό το φόντο και γιατί συνήθως έχει σχήμα σύννεφου, δηλ. δεν είναι γραμμικό. Υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ συννεφακίου σκέψης, λόγου, κραυγής κλπ, βλ. εδώ.

Δεν ξέρω αν ανήκει πια στην αργκό αυτή η λέξη (άρα και στο παρόν λεξικό). Σαφώς όμως πρωτοεμφανίστηκε αδόκιμα (γι' αυτό και την καταχωρίζω) και, όπως πιστεύω, ελλείψει άλλου όρου πέρασε τελικά στη ζαργκόν της τυπογραφίας. Αν έχει ο λαός σοβαρές ενστάσεις, θα το ξουτάρω.

Ο ΗΡ ολοκλήρωσε τον έλεγχο κατάστασης. κάντε κλικ σε αυτό το συννεφάκι για να δείτε τα αποτελέσματα.

Γεια σου Ιρονικ Συννεφουλα (από perkins, 17/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιά έκφρασις, (μάλλον ακόμα εν ισχύι), που σημαίνει σπαταλώ μανιωδώς (δηλ. μαλακωδώς) το υστέρημά μου στα μηχανάκια (βλ. Μένης Κουμανταρέας) / φλιπεράκια / ούφο (βλ. και «ουφάδικο») / μπιμπλίκια (ηχοποίητον) / φρουτάκια (ενήλικος τηλε-αυνανισμός δίκην τζόγου βλ. γνωστόν σκάνδαλον με πατρινόν πασόκον βουλευτήν) κ.ά.

Το ρήμα «ταΐζω», προκειμένου δια χρηματοδότησιν-θρέψιν της χίμαιρας του τζόγου δεν είναι άγνωστον και εις έτερα τυχηρά παίγνια (π.χ. οι αλογομούρηδες λένε: «Πάμε να ταΐσουμε τ' αλόγατα» βλ. και Κ. Μπουγάς «Το άλογο το φαβορί»), ενώ παλαιά εις το μπαρμπούτι, οι κουμαρτζήδες έλεγον «πάμε να τον χώσουμε» = ν' ακουμπήσουμε / στάξουμε / πέσουμε το παραδάκι).

Εις τα συνοικιακά μπιλιαρδάδικα / φλιπεράδικα και λοιπά κρίμα-κι-άδικα (προ ίντερνετ και πλέι-στέισον), όπου η πάλαι ποτέ μητρική ιαχή «Τάκηηηηηη! Μακριά απ' τον κηπουρόοοοο!», απηχούσεν αλήστου μνήμης εποχάς ανησυχίας περί του ανιούλου απηθυσμένου, δεδομένου ότι οι μετ' εφήβων συγχρωτιζόμενοι επαγγελματίαι (π.χ. ψιλικατζείς, πλανόδιοι πωληταί ερίου γραίας, κηπουροί, καραγκιοζοπαίκται, στραγαλάδαι, επιδιορθωταί ποδηλάτων κλπ), αρέσκοντο εις την λακέρδαν και οι πιτσιρίκοι έβγαιναν με τον κώλο φινιστρίνι, συνηγελάζοντο λαϊκοί νεανίαι, οίτινες σκορπούσανε το πενιχρόν χαρτζηλίκι των στα μηχανήματα του διαόλου, ίνα ξεκαβλώσωσιν, ελλείψει ετέρων ενδιαφερόντων (π.χ. ποιος έγραφε τον γιο του ωδείον; = Τί; Πούστης θα γίνει;) ή γκόμινας (για να γαμήσεις έπρεπε να πας στα μπουρδέλα ή να παντρευτείς)...

Εις τον αυτόν χώρον, ενδημούσεν υπό τα αδιάφορα όμματα των κερδοσκόπων τέως καφετζήδων, κάθε καρυδιάς δικοτυλήδονον: Παπατζήδες, μικροκλέφτες, πρεζάκηδες, χασικλήδες, βαραόντα, όλα τα μαχαιρώνω, λόμπες, άνεργοι, αργόσχολοι, μπανιστηριτζήδες, βαπόρια και άλλαι συμπαθείς κοινωνικαί τάξεις, ώστε άν το μειράκιον εξέμενε από ψιλή και είχεν αποκτήσει την έξιν του παιγνίου, δεν είχε παρά να διαλέξη...

Ούτω πως, μεταξύ άλλων αγορίστικων συγκριτικών διακριτικών ισχύος, προσετέθη (ήδη από της πουτάνας δεκαετίας του '50) και η ικανότης τερματίσεως-μηδενισμού του φλιπερακίου, με τον ολιγώτερον κατά τον δυνατόν οβολόν.

Άλλωστε, η ποικιλία και η εναλλαγή των εικόνων και των άθλων που καλείτο να καταγάγη ο παίκτης εις έκαστον επίπεδον («πίσταν»), εξήπτεν την φαντασίαν των παρισταμένων και συνεπώς, ο δυνατός παίκτης ήτο εκείνος «που τους πήγαινε μακρύτερα»...

Μάλιστα, παλαιά ηδύνατο ο τερματίσας το παίγνιον να ξαναπαίξη αυτομάτως από την αρχήν δίχως αντίτιμον ή προσφυγήν εις τα μεγάλα μέσα: Π.χ. Στράβωμα κέρματος ή Ρίψιν του αυτού νομίσματος δεμένου με πετονιά ώστε να ξανατραβιέται επ' άπειρον ή ακόμα και (από τους τολμηρότερους) αναποδογύρισμα του μηχανήματος προς άγραν ψιλών(!)

Τότε, παρενέβαινε αντίζηλος τις, (ιδίως οσάκις παρίσταντο έκθαμβαι κορασίδες αμφιβόλων ηθικών φραγμών), ίνα μετριάση τον θρίαμβον του ικανού παίκτου και έλεγεν δηλητηριωδώς: «Το 'χεις ταΐσει καλά βλέπω!» ήτοι, έχεις σπαταλήσει μια περιουσίαν, ώστε να δύνασαι να γνωρίζης όλα τα κόλπα του συγκεκριμένου παιγνίου και να φθάνεις αλωβήτως εις το τέλος = Δεν είσαι μάγκας, αλλά τα χώνεις γερά... Δηλαδή, ακόμη και το άψυχον τηλε-παίγνιον είχε κοινωνικόν τινά χαρακτήρα, αφού παρίσταντο κι άλλοι και συμμετείχον παντοιοτρόπως εις αυτό, πλησίον του παίκτου ιστάμενοι, ενώ σήμερον προτιμάται η κατά μόνας αποβλάκωσις ανηλίκων τε και ενηλίκων(!)

Αλλά ήδη το νοσταλγικόν «μάμε» (Multiple Arcade Machine Emulator) σηματοδοτεί ότι η ανωτέρω εποχή μας έχει αφήσει γεια, βγάζοντας την γλώσσαν τρόπον τινά εις τους παλαιοτέρους με το ηχητικόν σήμα των (δωρεάν πλέον) credit, ωσάν να πίπτωσιν αι μετρημέναι δραχμαί μας...

Μαλάκα, μου 'δωσε κανονάκι! Τελευταία πίστα και το μηδενίζω!
— Εμ, αφού κάθε μέρα εδώ είσαι! Το 'χεις ταΐσει το μηχάνημα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κομπιουτεράς, ο πληροφορικάντης.

Ο επίσημος όρος είναι πληροφορικός, αλλά κανένας δεν τον χρησιμοποιεί.

Εκ των πληροφορική και της κατάληξης -άριος (π.χ. σφουγγοκωλάριος).

Ήταν ένας πληροφορικάριος και ένας κολλητός του, αλλά ούτε αυτός είχε γκόμενα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Κόλπο», δόλιο τέχνασμα, τερτίπι, βρομοδουλειά, κατεργαριά, απατεωνιά, μπαμπεσιά, μπαγαποντιά, παπατζιλίκι, παραπλάνηση, εξαπάτηση, ανέντιμη ή παράνομη δραστηριότητα για προσπορισμό κέρδους, αισχροκέρδεια, «εκμετάλλευση», νοθεία, «μαγείρεμα» με την κακή την έννοια (λογαριασμών, αποτελεσμάτων κ.λπ.), «μηχανή».

(Bαθιά ανάσα - συνεχίζουμε:).

Αναφέρεται κυρίως σε οικονομικές δραστηριότητες, παίζει όμως και σε ποδοσφαιρικά γήπεδα με την μορφή του τεχνάσματος παραπλάνησης του αντιπάλου και του διαιτητή ενδεχομένως, αν είναι πολύ πετυχημένη (π.χ. πάει ο άλλος να βαρέσει το φάουλ και πηδάει πάνω από την μπαλίτσα χωρίς να την αγγίξει και σκάει από το πουθενά ο δεύτερος που το βαράει κανονικά και τους αφήνει όλους κάγκελα, γιατί δεν το περιμένανε δεν τον περιμένανε α- α, γκολ).

«Κομπιναδόρος» είναι αυτός που κάνει την κομπίνα. «e-κομπίνα» είναι η κομπίνα που γίνεται με ηλεκτρονικά μέσα, μέσω διαδικτύου κ.λπ. «Κομπίνα από μέσα» (το λεγόμενον inside job) είναι μια κομπίνα με συνεργασία ανθρώπων του περιβάλλοντος του θύματος.

Ο όρος «κομπινεζόν» χλωμό να έχει ετυμολογική σχέση, αλλά πάλι δεν είναι να παίρνει και όρκο κανείς (μεταγενέστερη διόρθωση: έχει, έχει σχέση, το λέει ο χάνκυ στα σχόλια, το κομπινεζόν είναι βρακί και σουτιέν μαζί και αυτό από μόνο του είναι μια κομπίνα ως συνδυασμός). Σίγουρα έχει εννοιολογική σχέση όταν το κομπινεζόν κρύβει την κοιλάρα ή το πεσμένο βυζί εντέχνως, όσο να 'ναι είναι κι αυτό μια κομπίνα, αλλά είναι θεμιτή γιατί στον πόλεμο και στον έρωτα όλα επιτρέπονται.

Ο όρος κομπίνα εμφανίζεται και στην τέχνη, εφόσον άσμα ηρωικό και πένθιμο του Γιώργου Ζαμπέτα φέρει στίχο «Ελληνας χωρίς κομπίνα, πεθαμένος από την πείνα» κι αυτό αν το καλοσκεφτεί κανείς είναι πολύ τραγικό για την φυλή μας, αφού δείχνει πόσο κομπιναδόροι είμαστε. Και καλά να είσαι εσύ αυτό που τα τρως από τους άλλους - αν είσαι αυτός που στα τρώνε έχουμε θέμα. Έχουμε θύμα. Έχουμε πίκρα.

Από σχόλιο της ιρονίκ (16/6) εδώ:
Με την έκφραση αυτή κορόιδευε ο Κλυν αυτούς που το παίζανε ακόμα λαντέρνα φτώχεια και φιλότιμο ενώ ήταν πια μεσ' στην κομπίνα και απολαμβάνανε ακριβά υλικά αγαθά και γενικά έναν τρόπο ζωής που σαφώς δεν ανήκε στα λαϊκά πρότυπα που πρέσβευε, υποτίθεται, το πασοκ.

Από το μπλογκσυσλαγκιστή:
Αν θέλουν λιγότερη αθλιότητα στο χρηματιστήριο [...] Να βάλουν επιτέλους στην φυλακή τους υπεύθυνους της μεγάλης κομπίνας. Κι άμα δεν τους χωράνε οι φυλακές να σκοτώσουν και μερικούς από αυτούς τους ξεκωλιάρηδες.

Από το e-αρχείο της εφημερίδος:
«Το κάνουμε πάντα στην προπόνηση. Είναι κομπίνα!» έλεγε μετά το παιχνίδι ο Λουτσιάνο για να δικαιολογήσει το διαιτητή, αλλά στην ουσία προκάλεσε τη νοημοσύνη μας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση από την τιμημένη εποχή που τα σημερινά σιντί ήταν μαύρα, πιο μεγάλα, φτιάχνονταν από βινύλιο και, αν έχεις το Θεό σου, δεν μπορούσες να τα κάνεις mp3 στο πισί γιατί, αν έχεις ακόμη το Θεό σου, δεν υπήρχαν πισί! Το μόνο που μπορούσες να κάνεις ήταν να τα τοποθετήσεις σε ένα «μηχάνημα» και να ακουμπήσεις πάνω τους μια βελόνα, η πρωταγωνίστρια του λήμματος, ώστε να αρχίσει να ακούγεται ανάμεσα από τα ενοχλητικά «σπασίματα» και κάποιας υποτυπώδους μορφής μουσική. Είτε το μηχάνημα λεγόταν γραμμόφωνο, είτε «πικ-άπ» (οι κεκαλάδες το ξέρουν μόνο όπως το λέγανε στο χωριό τους: τερντέιμπλ) το αποτέλεσμα ήταν διασκέδαση στο φουλ και ανοιχτά στόματα μιας και δεν πίστευαν ότι αυτό το θαύμα έπαιζε μουσική από το μηδέν και χωρίς να χρειάζεται τύπους με πεντοχίλιαρα στο κούτελο, μπροστά τους!

Αλλά, φυσικά, κάτι πήγαινε στραβά. Συνήθως η βελόνα που ακουμπούσε στο δίσκο και μετέτρεπε αυτά που ήταν γραμμένα σε ταλαντώσεις οι οποίες θα παρήγαγαν ήχο (και με κάποιες άλλες διεργασίες που μάλλον δεν θα καταλάβετε) κολλούσε σε συγκεκριμένα σημεία με αποτέλεσμα η μελωδική φωνή του/της αοιδού να επαναλαμβάνεται σε στυλ: Μαραμένα τα γιούλια κι οι βιόλες (χρουτσουμπλουτζουμπλού) -βιόλες, -βιόλες, -βιόλες κτλ.

Ωσεκτουτού, από τότε χρησιμοποιείται για οποιονδήποτε επαναλαμβάνει ό, τι κι αν λέει σε βαθμό ενοχλητικό. Η έκφραση ανήκει στην ιστορική αλλά αναντικατάστατη σλανγκ. Δεν έχει νόημα να πεις π.χ. Χάλασε το ματάκι που διαβάζει το σιντι εκτός κι αν το λες στον τεχνικό που θα στο φτιάξει.

- Άσε Μάκη, άσχημα νέα. Έμαθα ότι είσαι σχεδόν τάρανδος. Μόνο το κομμάτι κάτω από τα κέρατα σου λείπει.
- Για κάτσε ρε Λάκη, τι εννοείς;
- Εννοώ ότι το Λιτσάκι κάθε μέρα πάει μ' άλλον, μ' άλλον, μ' άλλον, μ' άλλον...
- Ε, κάτσε ρε! Τι έπαθες, κόλλησε η βελόνα;
- Όχι ρε καημένε Ρούντολφ! Απλά με τόσους πάει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι παλαιότεροι ίσως θυμούνται την κιτσάτη διαφήμιση του πάλαι ποτέ Prisunic Μαρινόπουλος με «μασκότ» τον «Πιμί με την δραχμή».

Στην μετά-Carrefour εποχή πιμί αποκαλούνται τα προσωπικά μηνύματα που ανταλλάσσουν οι χρήστες του διαδικτύου.

Είμαι ο, είμαι ο, είμαι ο Πιμί!
ο Πιμί! ο Πιμί! ο Πιμί με την Δραχμή!
Ψωνίζω πάντα στην πιο καλή τιμή!
(Διαφήμιση Prisunic Μαρινόπουλος από 70s και 80s, από μνήμη)

« ... έχεις υπ 'όψη σου κάποιον σωστό μάστορα σε νορμάλ τιμή;
αν δεν θες να πεις δημόσια, στείλε πιμί...» (Από φόρουμ)

«...με κολακεύεις με την ενέργεια σου ολόκληρο thread για πάρτυ μου ... Άμα έχεις κρατήσει κάνα ss στείλε μου πιμί να το δω! Είσαι γλυκούλης! Τώρα μπορείς να πεις και στην κολλητή μου ότι την βλέπω 'διαφορετικά'»;;;;
(από φόρουμ)

Ο Πιμι με την Δραχμή (από Vrastaman, 19/03/09)Αν αγαπάτε την δραχμή σας! (από Vrastaman, 20/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified