Η σε-πραγματικό-χρόνο γραπτή ή οπτικοακουστική κουβεντούλα που άλλαξε εκ βάθρων τον τρόπο που μιλάει, κοινωνεί και ζευγαρώνει ο νεοελληνέζος σλάνγκος. Ας πανηγυρήσουμε την μετατόπιση παραδείγματος που πυροδότησε το τσατ στο σύγχρονο σλανγκάζ και στην ζωή μας με μια σύντομη υστερική αναδρομή:

A. Από τα χρόνια του Πυρός μέχρι τα μέσα του XIXου Αιώνα

Όταν οι βάρβαροι βαυαροί επιδίδονταν σε αυτοκοπροφαγίες, εμείς οι Έλληνες τσατάταμε με πυρσούς. Η ιστορία καταγράφει πλείστους αρχαίους τσαταδόρους: βλ. πιχί το e-καυλάντισμα της Μήδειας με τους Αργοναύτες και το ομηρικό τηλετσάτ του Αγαμέμνωνα με τις ναυτικές δυνάμεις έξω από την Τροία.

Στην τότε σλανγκ το τσατάρω λεγόταν «φρυκτωρεύω», τα δε λάϊκ «φίλιος φρύκτος». ΠΑραλλαγές της πρώιμης αυτής πλατφόρμας τσατ διήρκεσε μέχρι τα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα (!!!). Περισσότερα εδώ.

Β. Από την Αυγή του Ηλεκτρισμού μέχρι και τα 80αζ

Πρόκειται για την περίοδο του ενσύρματου τσατ μέσω κοινού τηλεφώνου και (σε περιορισμένη κλίμακα) του ασύρματου τσατ μέσω σιμπί άκα μοτορόλας. Κάπου στα ογδόνταζ, οι πρώιμοι τηλεγαμιάδες με βαθιές τσέπες ανακάλυψαν το πληρωμένο τηλετσάτ.

Οι επαγγελματίες τσαταδόροι στηρίχτηκαν στον τηλέτυπο (τέλεξ) και στην ραδιοφωνική εκπομπή κωδικών τύπου Μορς. Πέον να σημειωθεί ότι οι τηλετυπάνθρωποι ανέπτυξαν μια απίθανη ζαργκόν, που σύμφωνα με την Ironick τα sms και τα ιντερετικά δεν πιάνουν μία μπροστά τους.

Γ. Από τα πρώιμα 90αζ μέχρι τα σιλικονάτα τέλη των 90αζ

Το ιντερνέτι μπήκε στα σπίτια μας με το ηχηρό σσσκρτσοσσσς! των μόντεμ κάπου στα μέσα των 90αζ. Κι εμείς μπήκαμε σε αυτό με τον ζήλο του νεοφώτιστου σεξομανούς. Όσοι δεν έκαναν αριστερό ποντίκωμα αναζητώντας «amazing tits» στο www.lycos.com μπούκαραν σωρηδόν στα δίαφορα κουβεντοδωμάτια του IRC με πρώτο το #hellas.

Για πρώτη φορά οι τσαταδόροι επιδοθήκαν σε e-καμάκι, ανακάλυψαν την κρυφή γοητεία του τρολάρειν, του σπαμαρειν και του χάιτζακ. Σημειώθηκαν οι πρώτες φλογομαχίες και έπεσαν τα πρώτα αλληλοσφαλιαρίσματα με πέστροφες. Υπερφίαλοι ρουμάρχες γνώρισαν την ηδονjή του να κίκαρουν και να μπάναρουν και αυνανίστηκαν πρωκτικά με την δύναμη που τους δίνει η ηλεκτρονική τους εξουσία. Το ΜIRC πρόσφερε δυνατότητα πριβέ τσατ, κι έτσι γεννήθηκε το σάιμπερ. Για πρώτη φορά στη ζωή τους σπυριάρηδες λούζερ έκαναν διθυραμβικό πέφτινγκ σε e-πούτανους, καταλήγοντας συνήθως να κυβερνογαμάνε κάποιον δασύτριχο γκίκουλα e-Παναή.

Γρήγορα ξεφύτρωσαν τσατορούμια για κάθε γούστο: αθλητικά, πολιτικά, παραφιλικά, οπατζίδικα. Μοιραίο επακόλουθο και οι πρώτες συνάντες αγνώστων με κάποια κοινά ενδιαφέροντα που συχνά απετέλεσαν ντεκαβλέ φεϊλούρες καθώς τα εξιδανικευμένα στις φαντασιώσεις του γκίκουλα τσαταλάκια οφλάιν έμοιαζαν σαν εμένα κι εσένα. Έκατσαν πάντως ουκ ολίγα πηδύλλια, ενώ μερικές τότε σχέσεις και φιλίες φτούρησαν, μετεξελισσόμενες σήμερα σε φιλίες τριαντάρηδων-πλας στο φέισμπουκ.

Η επιρροή του τσατ στη σλανγκ υπήρξε βαθύτατη:

Δ. Από την Γέννηση του Κουνητού μέχρι την Ανατολή του Εξυπνοφώνου

Κάπου στα τέλη των 90αζ, τα νέα προγράμματα των Panafon και Telestet μας επέτρεψαν να εσεμεσιαζόμαστε και να μηνυματιζόμαστε με τις κινητούμπες μας μέσω χεσεμές. Για πρώτη φορά έβερ άνθρωπες θεάθηκαν να περιπλανώνται στους δρόμους πληκτρολογώντας αποχαυνωμένοι δίκην ζόμπι.

Την ίδια περίοδο οι παλαιότερες πλατφόρμες ιντερνετικού τσατ (MIRC, ICQ, κ.ταλ.) έδωσαν τόσο στα νιάτα με την εμφάνιση του μουσουνού κι άλλων προγραμμάτων ανταλλαγής άμεσων μηνυμάτων.

E. Από το Εξυπνόφωνο και Παπαραπέρα!

Η διάδοση φορητών συσκευών με συνδεσιμότητα γουίφι (τάμπλετς κλπ) και η επικράτηση του εξυπνοφώνου κατέστησαν το τσατ περισσότερο οπτικοακουστικό από ποτέ. Η σκαϊπιά και τα βιντεοτσάτρουμ επιτρέπουν πλέον στους τσαταδόρους να e-πουτσίζουν και να τσαταυνίζονται όπως αρμόζει σε αυνάνες του εικοστού πρώτου αιώνα.

Πέον να σημειωθεί ότι το φατσομπούκι κι άλλα νεόκοπα κοινωνικά δίκτυα (τ. Ιστανγκράμι, Τσίου, Vine, κ.ά.) μπρεί να μην θεωρούνται τσατ per se, λειτουργούν ωστόσο συνεργιστικά με το τσατ χωρίς να το απειλούν. Στην πράξη επιτρέπουν στους σύγχρονους λαϊκιστές, φρίκουλες, φεϊσμπουκλούδες και τοιούτους να κάνουν (και να ξεκάνουν) φίλους, να γιολάρουν κατά βούληση και να e-καβλαντίζουν με όλη την υφήλιο...

Ζεν έσει παγαδείγματα αράπη μου.

(από Khan, 21/10/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο για το ο Θεός να τον/την/το κάνει που χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο στον γραπτό διαδικτυακό λόγο, όταν μια αποδιδόμενη (επισήμως συνήθως) ιδιότητα θεωρείται ότι δεν ισχύει, αλλά χρειάζεται να επιστρατευτεί ο Θεούλης και να κάνει ένα θαύμα για να ισχύσει.

1. Χτες το πρωί, ο Υπουργός Υγείας (οΘντκ) Άδωνης Γεωργιάδης παρουσίασε, σε ανώτατα στελέχη του κλάδου της υγείας, το σχέδιο “Δημοκίδης” (τρεις οκάδες sic εδώ), το οποίο αφορά την κινητικότητα (διάβαζε: περικοπές θέσεων) στον τομέα της υγείας.

2. 2ο ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΜΠΟΣΙΟ (οθντκ) για τον ΕΛΛΗΝΙΣΜΟ

3. Εκπληκτος ο πωλητής (οΘντκ) μου απάντησε. Μα το AppleTV έχει έρθει εδώ και πολύ καιρό!! :jester: «Ξέρετε» του ανταπάντησα, «η Apple το κυκλοφόρησε πριν 4-5 μέρες με καθυστέρηση ενός μήνα περίπου»
- Αααα, εμάς μας έχουν πει πως ό,τι υπάρχει στο ελληνικό site είναι ετοιμοπαράδοτο.
-Καλά δεν πειράζει, το ότι «σέρνεται» το applestore.gr το ξέρετε;
- Ναι, μου απάντησε ενοχλημένος σα να του έλεγα το πιο φυσικό πράγμα στον κόσμο.
Καλυνήχτα σας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τη λέξη τρολ ή τρολλ ή troll: εκείνος ο τύπος χρήστη του Internet που μονίμως διαφωνεί, συχνά διαστρεβλώνει το θέμα, είτε με χιούμορ που σπάει κόκαλα, είτε με προκλητικές ή άσχετες με το θέμα κουβέντες... αυτό λοιπόν είναι το λεγόμενο Trolling.

Ουσιαστικά ο σκοπός του φίλου μας του τρολλά, είναι από το πιο απλό, να σου σπάσει τα νεύρα μέχρι να... θα σου δώσω παράδειγμα παρακάτω...

Το πιο κλασικό παράδειγμα τρολιάς ήταν αυτό με τον Πατέρα Παϊσιο...
Ο τολμηρός τρολάς συνέταξε μια... ας πούμε ανακοίνωση / ανάρτηση σε site της εκκλησίας. Στην ανάρτηση έγραφε, μεταξύ άλλων, ότι έπαιρνε ναρκωτικά και άλλα διάφορα και ότι του «έδειξε» τον δρόμο.

Εεε αυτό, εντέλει, πήρε τεράστιες διαστάσεις, μιας και αργότερα αποκάλυψε ο ίδιος, μέσω της διάδοσης της τρολιάς αυτής στο Facebook και αλλού..

(από Khan, 28/01/13)Νομίζω ότι ο εν λόγω γέρων ήταν που υποστήριξε ότι το πρώτο τρολ είναι ο Θεός. (από Khan, 28/01/13)

βλ. και τρολ, τρολάρω, τρολιάζω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό bot, συντομογραφία του robot. Λέγεται φυσικά και μποτ, χωρίς χαϊδευτικά.

Μποτάκια είναι οι εικονικοί παίκτες σε ένα παιχνίδι, κυρίως FPS, τους οποίους χειρίζεται ο υπολογιστής. Ο σκοπός τους είναι να γεμίζουν έναν σέρβερ με «κόσμο» ώστε να μη διστάζει κάποιος πραγματικός παίκτης να μπει και να παίξει. Μποτάκια χρησιμοποιούνται π.χ. στο Counter-Strike, στο Quake, στο Unreal Tournament.

Πρόκειται για λύση ανάγκης, ιδίως παλαιότερα που οι ταχύτητες του ίντερνετ δεν ήταν καλές και το παιχνίδι online σήμαινε ένα μεγάλο ρίσκο για την ψυχική σου υγεία (τον έχεις στο σκόπευτρο για ένα απολαυστικό kill και κολλάει η γραμμή - επανέρχεται και ανακαλύπτεις ότι είσαι ήδη νεκρός). Το πρόβλημα έγκειται στην τεχνητή νοημοσύνη του μποτ που είναι, συνήθως, σκατά. Βλέπεις δηλαδή τους δήθεν παίκτες να κουτουλάνε πάνω σε τοίχους, να σκαλώνουν σε πόρτες και άλλα εκνευριστικά. Ή, ακόμα χειρότερα, βλέπεις να κοιτάνε αλλού, ότι ντεμέκ και καλά δεν σε είδανε και, μόλις φάνε την πρώτη σφαίρα, γυρίζουν 180 μοίρες σε μισό κλικ του δευτερολέπτου και σε πετυχαίνουν με την πρώτη σφαίρα στο κεφάλι.

Μποτάκια επίσης υπάρχουν σε ιστοτόπους με τη μορφή εικονικών χρηστών. Είναι το αποτέλεσμα λογισμικού που «καταλαβαίνει» το πώς γίνεται το sign in και εγγράφει αυτόματα χρήστες με τυχαία ονόματα και απώτερο σκοπό είτε να καταχωρεί διαφημιστικά σχόλια τ. «Για δωρεάν ταινίες που μόλις βγήκαν σε κινηματογράφους επισκεφθείτε εδώ», είτε απλώς να σπαμάρει.

Αυτός ο εκνευριστικός, μη ανθρώπινος συνδυασμός μηχανιστικής ηλιθιότητας και ανέμπνευστης σκέψης με εκλάμψεις απροσδόκητα καταστροφικής δράσης είναι που οδήγησε το μποτάκι να ενσωματωθεί και σε μη gaming περιβάλλοντα. Μποτ ή μποτάκι λοιπόν, όταν αναφέρεται σε ανθρώπους, είναι ο άκυρος, ο ανεκδιήγητος, ο οφ. Ο τραγικός, ο πειραγμένος, ο αλέν ντελόν, ο γεια σου.

  1. - Άντε μπείτε στην dust!
    - Τι να μπούμε ρε μαλάκα, με μποτάκια θα παίζουμε τώρα; Πάμε σε καμιά άλλη να γουστάρουμε σφαγή.

  2. - Άνοιξε κάνα παράθυρο ρε φίλε, ντουμανιάσαμε εδώ μέσα.
    - Πώς ανοίγει το γαμίδι... κρατς! μπαμ! ντουπ!
    - Σιγά! Σιγά ρε μποτάκι, γύρνα πρώτα το χερούλι και μετά τράβα, για όνομα να πούμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεξία: είμαι ιντερνετικώς πώς συνδεδεμένος με τον άλλον (σε παιχνίδι, σε τσατ, σε μπλογκ, σε ό,τι).

Μεταφορικά: η σκέψη μου συμπίπτει με του άλλου ως δια μαγείας, σα να λέμε τηλεπάθεια ένα πράμα. Είμαι «στο ίδιο μήκος κύματος» με αυτόν, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συνεννόηση, απολύτως τυχαία.

Αντίθετο: είμαι είμαι οφλάιν, οφ (σημασία 1δ).

Από το αγγλικό on line.

  1. - Ρε φίλο, όλη μέρα σε έβλεπα ονλάιν, γιατί δεν απαντούσες;

  2. - Δε μπάμε να χτυπήσουμε κανα μπυρόνι λέω γω;
    - Καλά ε, είμαστε ονλάιν, αυτό ακριβώς πήγα να σου πω και γω τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από τα ιντερνετικά omg και λολ, αντίδραση που έχει περάσει και στον προφορικό λόγο και χρησιμοποιείται κυρίως από τύπους που λιώνουν στις ντότες και δείχνει έκπληξη (το ομιτζί) μπροστά σε κάτι μάλλον αστείο (τα τρία λολ).

Ο αριθμός των απαιτούμενων λολ ποικίλλει, αρκεί να στέκει μετρικά η πρόταση, αλλά το ομιτζί δεν μπορεί να αντικατασταθεί από το ομιφιτζί.

Όταν το λολ αντικατασταθεί από το εφεφές (ffs, σύντμηση του for fuck's sake), η αντίδραση περιέχει και μια εσάνς αγανάχτησης, αλλά όχι και με πολλά χι. Σε αυτήν την περίπτωση η ποσότητα των εφεφές είναι αδιευκρίνιστη, ίσως γιατί, σε αντίθεση με τα λολ, τα εφεφές (πίλσεν) είναι μη μετρήσιμη ποσότητα.

Βλέπε και lol theory.

  1. - Είδα το Μήτσο το μεταλά σε πανηγύρι να ακούει Χριστοδουλόπουλο.
    - Ομιτζί και δεκαεφτάμισι χιλιάδες λολ!

  2. - Κόπηκες Υδροπνευματικούς Δονητές ΙΙ.
    - Ομιτζί και εφεφές. Πότε θα γίνω μάνα;;

  3. (τραγουδιέται κατά το οκέι γιες του Γιάννη στους Απαράδεκτους)
    Ομιτζί και εφεφές,
    Σ' είδα στο Σύνταγμα εχτές.
    Ομιτζί και τρία λολ,
    Πλακώθηκα στα παναντόλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μάκια μάκια - όπα όπα.
Μετάφραση: «Γειά σας παιδιά, σας φιλώ και συμμετέχω στα γλέντια σας».

Συναντάται και ως «makia makia - opa opa». Πρόκειται κατά κύριο λόγο για τσατικό (εκ του «chat») χαιρετισμό. Συνήθως είναι το πρώτο πράγμα (ή και το τελευταίο κατ' αντιστοιχία με το «γεια - αντίο» της πραγματικής ζωής) που γράφει κάποιος στο text όταν τον καλωσορίζει ο αδμινιστράτορας-οικοδεσπότης κάποιου chat room μουσικού ενδιαφέροντος, του λεγόμενου «οπατζίδικου» (στους σχετικά αδαείς συνιστάται μια βόλτα από το λήμμα αυτό για να πάρετε μυρωδιά για το τί πράμα μιλάμε).

Σλαγκιστί (που λένε και κάτι σλαγκογνωστοί), μπορεί να χρησιμοποιηθεί κάλλιστα σε μέρη όπου διασκεδάζουν με ακρόαση μουσικής ομάδες ανθρώπων, όπως πάρτι, μπουζουκτζίδικα [sic], συναυλίες κ.λπ. (Να το δω κι αυτό και μετά να έρθουν οι κύριοι με τις άσπρες μπλούζες να με πάνε στον όμορφο κήπο. Δηλαδή προσπαθώ να σκεφτώ την σκηνή: έχει πάρτι, χτυπάς την πόρτα, η πόρτα ανοίγει, μπαίνεις μέσα με τα χέρια ανοιχτά και φωνάζεις «μάκια μάκια - όπα όπα»... κάτι σαν «προσκυνείστε το είδωλο»... τί αντιδράσεις θα έχεις, μουααχαχαχαχα φακ! Ας περιοριστούμε λοιπόν στην παραδοσιακή χρήση σε chat rooms).

Παρόλα αυτά μπορεί να χρησιμοποιείται έτσι στο άσχετο, είτε δικτυακά είτε και στην πραγματική ζωή όπου οι άνθρωποι αναπνέουν αέρα, γιατί είναι μια ανώδυνη χαζοχαρούμενη φράση που, παρόλο που το νόημά της δεν είναι εντελώς αντιληπτό σε όσους δεν μπαίνουν στα τσατ ή στο σλανγκρ, δίνει μια ευχάριστη νότα στον λόγο και μια ανεμελιά ένα πράμα. Γενικώς είναι ένας τρόπος να σε περάσουν για ξανθιά όταν γράφεις σε φόρουμ, σο, όποιος μουστακαλής θέλει να κάνει αλλαγή περσόνας, ας το προτιμήσει.

Αατα.

(7:38 PM) WRAIOS-ELLHN: Welcome -KALWS HR8ATE STHN PAREA MAS•(-• baby70 •-)•-KALH AKROASH!! laika monopatia kai oxi mono - Voice Room
(7:39 PM) baby70: kalispera se olous!!! makia makia opa opa :) :)

(7:42 PM) DJ Mixalis: baby70 kalhmera kalos hthes sthn pareoula mas
(7:44 PM) baby70: kalispera se olous!!! makia makia opa opa :) :)
(7:45 PM) ogamaoua: baby thelo na se gamiso
(7:45 PM) o
gamaoua has been bounced from the room by DJ Mixalis
(7:47 PM) baby70: ax euxaristo dj poy me apalakses apo ton vlaka, kalispera se olous!!! makia makia opa opa :) :)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι παλαιότεροι ίσως θυμούνται την κιτσάτη διαφήμιση του πάλαι ποτέ Prisunic Μαρινόπουλος με «μασκότ» τον «Πιμί με την δραχμή».

Στην μετά-Carrefour εποχή πιμί αποκαλούνται τα προσωπικά μηνύματα που ανταλλάσσουν οι χρήστες του διαδικτύου.

Είμαι ο, είμαι ο, είμαι ο Πιμί!
ο Πιμί! ο Πιμί! ο Πιμί με την Δραχμή!
Ψωνίζω πάντα στην πιο καλή τιμή!
(Διαφήμιση Prisunic Μαρινόπουλος από 70s και 80s, από μνήμη)

« ... έχεις υπ 'όψη σου κάποιον σωστό μάστορα σε νορμάλ τιμή;
αν δεν θες να πεις δημόσια, στείλε πιμί...» (Από φόρουμ)

«...με κολακεύεις με την ενέργεια σου ολόκληρο thread για πάρτυ μου ... Άμα έχεις κρατήσει κάνα ss στείλε μου πιμί να το δω! Είσαι γλυκούλης! Τώρα μπορείς να πεις και στην κολλητή μου ότι την βλέπω 'διαφορετικά'»;;;;
(από φόρουμ)

Ο Πιμι με την Δραχμή (από Vrastaman, 19/03/09)Αν αγαπάτε την δραχμή σας! (από Vrastaman, 20/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ban (μόνιμη απαγόρευση εισόδου) που τρώει κάποιος από ένα chatroom, site κλπ. επειδή δε συμμορφώθηκε με τους κανόνες, ή απλά επειδή ο admin δε γουστάρει τη φάτσα του και θέλει να τον πετάξει εκτός.

Επίσης, υπάρχει και το συνώνυμο «μπάνιο» (ή banιο).

– Τι λέει, μπήκες καθόλου τελευταία στο www.superwowtsonta.com?
– Άσε πίκρα... Άφηνα το pc βράδια ολόκληρα να κατεβάζει από κει συνέχεια και τελικά έφαγα μπανάνα... Αυτά παθαίνει όποιος δε διαβάζει πρώτα τους κανόνες.

Φάε τη μπανάνα! (από Cunning Linguist, 23/04/09)Έφαγα μπανάνα! (από panos1962, 19/11/09)

Σχετικά: μπανάκι, μπανιστάν. Βλ. και μπαν-άνα, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιντερνετικός όρος από το αγγλογενές ρήμα μπανάρω, δηλαδή απαγορεύω. «Κάνω μπανάκι» σημαίνει τρώω πόρτα από ένα διαδικτυακό forum ή άλλη παρόμοια μορφή ιντερνετικής επικοινωνίας, επειδή έχω υπερβεί κατάφωρα τους κανόνες λειτουργίας του κι ο mod ή admin με πετάει όξω. Η πρόσκληση «πάμε για μπανάκι;» λέγεται σε μια σπάνια στιγμή ευγενούς διαδικτυακής ανδρείας, όταν ο γράφων σε forum αποφασίσει να γράψει τον αντμιν στην πούτσα του, επειδή νιώθει ότι πρέπει οπωσδήποτε να πει αυτό που θέλει να πει. Η έκφραση «πάμε για μπανάκι» είναι ένα σύγχρονο «Μολών λαβέ!».

- Ρε φίλε, η παροιμία που καταχώρισες στο slang.gr υπάρχει απ' την Τουρκοκρατία, και την ξέρει κι η κουτσή Μαρία! Ο Τριανταφυλλίδης έχει πέντε σελίδες για πάρτη της! Άσε που δεν έχει κανένα στοιχείο αργκό! Τι το πέρασες εδώ; Μπαμπινιώτη; Ή σου αρέσει να κάνεις μπανάκι;

(από Vrastaman, 10/09/10)

Σχετικά: μπανάνα / banάνα, μπάνιο, μπανιστάν

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified