Further tags

σελφίς, σελφίδα

Είδος σύγχρονης νεράιδας με μορφολογικά χαρακτηριστικά πάπιας που γυρνοβολάει με όχι και τόσο αέρινο βηματισμό στα δάση και στις πόλεις με ένα σμαρτόφωνο ανά χείρας, ανεβάζοντας σέλφικες ποζεριές, σουργελιές και ντακφεϊσιές στα φατσομπούκια, στα ινσταγκράμια και στα σναπτσάτια εις άγραν likeιστικής αυτοεπιβεβαίωσης.

- Η ιδανική σελφίδα έχει δείκτη Ναρκισσισμού Ν ≥ 50, όπου Ν = σελφιές ανά ώρα.
(Πυγή: "Ἡ Τεράστια Κοινωνικὴ Σημασία τῶν Σελφίδων ἐν τῷ Συγχρόνῳ Βίῳ" εκδόσεις "Παγκόσμιος Μιναρόταυρος", τόμος ΙΙΙ, σ. 975)

Άθλιο λολοπαίγνιο < σέλφι & συλφίς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που αξίζει να του πούμε, "τσίμπα 5 λάϊκ!!!"
Δεν χρειάζεται να είσαι μαλάϊκας ή ξεπερασμανιακός like-ιστής για να καραλάικ κάποιον στα διαδίχτυα. Αρκεί να γουστάρεις τα μάλα, και ... πού 'σαι, μπορεί μέχρι και να το λήξεις με ουάν λάικ σταντ, άμα λάχει ναούμ'.

Συνώνυμα (κάπως): όλα τα λάϊκ!, πόσα λάϊκ, χίλια λάϊκ, καραλάικα, etc.

Σημείωση: Κτγμ, η λεξούλα γουαναμπεί υποψήφια μαζί με το λάικ, ή το ουγκ, στην ευκταία περίπτωση που υπάρξει δυνατότητα θετικής αξιολόγησης στο σάη.

  1. - Τα οπίσθια της Λιζ Χάρλεϊ τρέλαναν το Instagram! (Photos) http://fb.me/3obdtxr3m
    - Πενταλάικη η Λιζ αλλά μιλφάρα παρά τα χρονάκια της
    - το Photoshop να είναι καλά...

    - PS κανουν κ οι 18ρες, μη λες κουλά! (εδώ)

    1. - βλέπω εκείνες τις γυναίκες με το λαμπερό πρόσωπο κι αναρωτιέμαι .. πώς το κάνουν;; είναι καμιά εδώ να μας πει;;
      -Απολεπιση, καθαρισμος κλπ δεν είναι δύσκολο, εγώ άντρας είμαι και κανω
      -να τος και ο πενταλάικος. εδώ

    2. Πενταλαϊκο συλλαλητήριο (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας ακόμη νεολογισμός γιά το facebook, λογοπαικτικός και μάλλον απαξιωτικού χαρακτήρος, όπως υπαινίσσεται το δεύτερο συνθετικό του.

Μ' έχει φάει η κόρη μου να μπώ στο φατσιμπούκι. Εγώ όμως βράχος. Προτιμώ να συναγελάζομαι διαδικτυακώς με ανθρώπους «της ημετέρας Κ.Α.Β.Λ.Α.ς μετέχοντας», ήγουν με λεξίκαυλους. Όχι να βγάζω τα σώψυχά μου στον πάσα ένα, έτσι τουρλού και ως έτυχε.

O tempora o mores (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν πηγαίνεις κάπου και δεν το ξέρει κανείς, (αφού κανείς δεν ασχολείται μαζί σου), φροντίζεις να το μάθουν όλοι (μήπως και ασχοληθεί κάποιος).

Στον κόσμο των εξυπνόφωνων τα check-ins έγιναν καθημερινή συνήθεια. Ανακοινώνουμε στον ψηφιακό μας περίγυρο πού πάμε για καφέ, πού τρώμε, πού πίνουμε, πού χορεύουμε, πού διασκεδάζουμε, πού κοιμόμαστε.

Αλλά επειδή ο χρόνος είναι χρήμα και εμείς τεμπέλικα όντα, θελήσαμε να γίνονται όλα αυτόματα. Και φτάσαμε να μη μας ρωτάει κανείς αν θέλουμε να διαλαλήσουμε την παρουσία μας σε ένα δημόσιο (ή μη) μέρος, με αποτέλεσμα πολλές... παρεξηγήσεις και άβολες καταστάσεις. Γιατί ποιος δεν έχει πέσει ποτέ θύμα ενός check-in;

Είναι αλήθεια, σχεδόν κανείς δεν έχει γλιτώσει. Και αν είστε από τους τυχερούς, δεν αργεί η στιγμή που θα την πατήσετε, χωρίς να λάβετε τα κατάλληλα μέτρα. Κάποιο check-in θα σας βρει στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή και κάποιο συγκεκριμένο ζευγάρι μάτια που δε θέλετε να το δει, θα το δει. Και τότε θα είναι αργά. Δε χρειάζεται να επεκταθούμε με συγκεκριμένα παραδείγματα, νομίζω όλοι καταλάβατε πως η τεχνολογία μπορεί να μας «κάψει» σε τέτοιες περιπτώσεις.

1. «Ας κάνουμε ένα ομαδικό τσεκιν οτι βλέπουμε Παπαφλέσσα. Παλιοακατέδεκτοι» (τουίτ για την Πρώτη φορά Αριστερή παρέλαση της 25ης Μαρτίου 2015)

2.
- Έλα ρε που είσαι - Για ποτακι - Γιαυτό σε πήρα μια χάρη φιλαράκι θα με κάνεις ένα τσεκιν να μη βγαίνω βραδιατικα;

  1. Σημερα στο φμπ εχει περισσότερα «καλημέρα και καλή βδομαδαααα» κ απο τσεκιν στο Βέρτη τη κυριακη

  2. Ελεος ρε μαλακα η αλλη εκανε τσεκιν στο νεκροταφειο!!ψόφος κωλοζωα

  3. Πήγαμε για καφέ με την @milediiiiiii σε μια εκπληκτική καφετέρια ξεχάσαμε να κάνουμε τσεκίν και τώρα ντύνομαι πάω να την πάρω να ξαναπάμε

  4. Βλεπω τσεκιν σας με φωτο στο φβ και σκεφτομαι κι' εγώ ετσι για τον πουτσο φαίνομαι οταν κανω τα ίδια;

  5. Η αλλη και σε βόθρο να κανει τσεκιν ο πρωην μου λαικ θα της κανει

8.
ό λ α
ε ί ν α ι
δ ρ ό μ ο ς
αλλά κυρίως τσεκίν

(από Khan, 26/03/15)Το "τσεκίν σε νεκροταφείο" που λέει κι η Σούλτω... (από Khan, 01/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ναυτικός όρος (αφορά σε ιστιοφόρα, κυρίως, σκάφη): Όταν το σκάφος παίρνει μεγάλη κλίση, έτσι ώστε η μία πλευρά του (η υπήνεμη) να μπαίνει σχεδόν καθ' ολοκληρίαν (μέχρι τις κουπαστές) στο νερό.

Επίσης ο όρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί προς αντικατάστασιν του βαρβαρικού: copy/paste.

Μας ήρθε ξαφνικά μια σπηλιάδα* και το σκαφος κουπαστάρησε άσκημα. Είχαμε ανοιχτό κι ένα φινιστρίνι και γίναν όλα μουσκίδι στη καμπίνα.

Τι θα πει παραπομπές κατ' ευθείαν στο λήμμα και τα τέτοια;
Δε σκαμπάζω απο δαύτα. Αυτά είναι πράματα του οξαποδώ, μεγάλες σολομωνικές!
Εγώ τα κουπαστάρω και τα μπουμπουνάω μιά κι όξω!

*σπηλιάδα: ανεμορριπή

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απόδοση στα Ελληνικά του αγγλικάνικου chaturbate, ήτοι της νεόκοπης πρακτικής αγνώστων να αυτοερεθίζονται συνοδείᾳ τρελών μωρών που καυλουργούν ηδυπαθώς μέσω webcam στην άλλην άκρη του κόσμου.

Ο τσαταυνανισμός αποτελεί την πέον σύγχρονη κι εξελιγμένη μορφή αριστερού σερφαρίσματος, καθώς επιτρέπει σε παγκόσμιες κοινότητες να λαγνουργούν περιπαθώς και αλληλεγγύως ατενίζοντας όποια χαρογραφημένη τε και αχαρτογράφητη παραφιλία τραβάει το φυλλοκάρδι τους σε πραγματικό χρόνο και ουχί κονσερβαρισμένη (πιχί τ. γιουπόρν).

Caveat emptor: ο τσαταυνανισμός δεν ενδείκνυται για δημόσια πρόσωπα και πολιτικούς διότι ο ο Μάκης ξέρει... (βλ. εδώ)

- Chaturbate -&gt; μιλανίζομαι
- Θα μπορούσαμε να πούμε και αυνατάρω κατά το τσατάρω. H αλήθεια είναι ότι με το μιλανίζομαι it took me while to get it ενώ τα άλλα είναι πιο ξεκάθαρα
- Τσαταυνίζομαι
- Καλό.
(συζήτα επαγγελματιών διερμηνέων στο Translatum)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χαζομάρα που με πιάνει και προωθώ σε όλες τις διευθύνσεις που έχω ένα εντελώς ηλίθιο μέιλ που μου αγαθοστείλανε για τα οικονομικά προβλήματα των Εσκιμώων, ή την τύχη που θα χάσω αν δεν το στείλω σε άλλους δέκα.

Σου είπα να μη μου ξαναγαθοστείλεις τίποτα, αλλά εσύ το χαβά σου!

Από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χακεράς, και, κυρίως, ο κρακεράς, που μας σπάει τα νεύρα γιατί μας έχει κάνει κάποια ζημιά ο κερατάς!

- Ο τύπος είναι χακερατάς, θα έχει μπει με κλώνους τώρα!
- Μη λες πολλά, γιατί μπορεί να σε χακέψει. (Από μπουρδελοσάιτ).

(από Khan, 20/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψυχοτρύγι (ή αλλιώς, ο τρύγος ψυχών όπως αναφέρει πρώτος ο κορυφαίος προφήτης Ablahadanabla), αναφέρεται στην πλήρη κυριαρχία κάποιου πάνω σε κάποιον άλλο.

Σε παραλληλισμό με παρόμοιες εκφράσεις, τρυγώντας την ψυχή κάποιου, τον «ποουνάρεις επικά», τον στέλνεις αδιάβαστο, τον αφήνεις σέκο.

Ως έκφραση, ξεκίνησε εμπνευσμένο από ατάκα πιθανώς του Mikeius στο faeenamalaka, όπου ένας πρόθυμος αρκούδος τρυγεί το κορμί του Fred.

Εξελίχθηκε ώστε να περιλαμβάνει κάτι περισσότερο από απλώς ένα κορμί, καθώς εξ αποστάσεως (κοινώς από το ίντερνετ) δεν μπορείς να τρυγήσεις το κορμί κάποιου, αλλά μπορείς όμως να τρυγήσεις την ψυχή του, παίρνοντας ό,τι έχει αξία στην άβουλη υπαρξή του.

Άσε ρε φίλε, χτες το βράδυ έπαιζα με ενα καριόλη, δεν μπόρεσα να σηκώσω κεφάλι όλο το παιχνίδι. Μου τρύγησε την ψυχή ο πούστης. Ψυχοτρύγι όλο το βράδυ με πήγε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρωτεΐνη του τρίτου κύκλου του Κρεμπς, της ανοσιοδιασταλτικής γονιδιακής φωσφατίνης, της οικογένειας των φεϊσμπουκιδών.

Εμφανίζεται σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης είτε με απλή ενεργητική μορφή, είτε στην βαρύτερη αυτοάνοση και αυτοπαθή. Πρόκειται για την ανάγκη κάποιου να βγάζει στη φόρα τα σώψυχα, τα σώβρακα και τα γκαγκά του προς άγραν μερικών like, να δημοσιεύει hoaxes τόσο προφανή όπως «Σοκ, δείτε τον άνθρωπο που έφαγε 2.5 κιλά φασολάδα βραστερή και δεν έκλασε» ή «chain messages» σαν το κλασικό «στα 12 shares που θα γίνουν απ το δικό σου μεγαλώνει ο παργαλάτσος σου 12micron».

Η δράση της είναι άμεση, καταπραϋντική και αντιγηραντική. Εκλύεται ακόμη με δημοσίευση τραγουδιών με άποψη και σπάνιων, που κανείς δεν ξέρει όπως το «nothing else matters», «losing my religion» αν πρόκειται για ξαναμμένο ροκά ή τη «συννεφιασμένη κυριακή» αν είναι λαϊκό παιδί. Από κάτω βάζει πρώτος το like παίρνοντας την ημερήσια συνιστώμενη δόση του. Αυτή είναι και η βαριά μορφή της μεταλλαγμένης likeίνης, εφάμιλλη του αυνανισμού μπροστά σε καθρέφτη με φαντασίωση φτασμένου γαμιάς.

Ρε μαλάκα θα τη μπλοκάρω την Τασούλα απ το φουμπου, έβγαλε φωτό την πρώτη ματωμένη σερβιέτα της, τζάνκι για likeίνη έχει καταντήσει.

(από Khan, 28/11/13)(από Khan, 30/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified